Γεωγραφία της Αμοργού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αεροφωτογραφία της Αμοργού, με το βόρειο τμήμα της στο κάτω μέρος και τις Μικρές Κυκλάδες πάνω δεξιά

Η Αμοργός, το ανατολικότερο νησί των Κυκλάδων, με έκταση 121,464 χμ², είναι το 7o κατά σειρά μεγέθους νησί του συμπλέγματος και το 25ο ανάμεσα σε όλα τα ελληνικά νησιά. Το σχήμα της είναι επίμηκες και έχει ΝΔ. προς ΒΑ. διεύθυνση. Έχει μεγάλη ακτογραμμή και ορεινό έδαφος, με το βουνό Κρίκελος (Κρούκελος) να είναι το τρίτο σε ύψος από τα βουνά των Κυκλάδων (μετά τον Ζα της Νάξου και την Κουβάρα της Άνδρου).

Μεγέθη και ακραία σημεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μέγιστο μήκος της Αμοργού (Ακρωτήριο Ξώδοτο – Ακρωτήριο Καλοταρίτισσα) είναι περίπου 32,95 χιλιόμετρα και το μεγαλύτερο πλάτος της (Ακρωτήριο Ξώδοτο – Ακρωτήριο Πούντα, βόρεια Αμοργός), περίπου 11,74 χιλιόμετρα

  • Ακρωτήριο Ξώδοτο  : 36˚ 53’ 46’’ – 26˚ 05’ 10’’ (βορειοανατολικό άκρο)
  • Ακρωτήριο Καλοταρίτισσα : 36˚ 47’ 26’’ – 25˚ 44’ 21’’ (νοτιοδυτικό άκρο)
  • Ακρωτήριο Λιμενάρι : 36˚ 56’ 17’’ – 26˚ 00’ 23’’ (βόρειο άκρο)
  • Ακρωτήριο Κόρακας : 36˚ 46’ 02’’ – 25˚ 47’ 19’’ (νότιο άκρο)

[1]

Ορεογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το γεωγραφικό ανάγλυφο της Αμοργού είναι καθαρά ορεινού χαρακτήρα, με παρουσία ελαχίστων πεδινών εκτάσεων, συγκεντρωμένων, κυρίως, εντός του νοτίου τμήματος, πιο συγκεκριμένα στις περιοχές Καλοφάνα και Κάτω Μεριά, καθώς και στις περιοχές των δύο λιμένων του νησιού, Καταπόλων και Αιγιάλης. Ακολουθώντας τη μορφή της υποκείμενης υφαλοκρηπίδας, η οποία βαθαίνει απότομα, οι υψηλές κορυφές βρίσκονται εντός του βορειοανατολικού τμήματος του νησιού, με κλιτύς οι οποίες πέφτουν σχεδόν κατακόρυφα προς την θάλασσα, σχηματίζοντας εντυπωσιακές, συγκριτικά με το συνολικό μέγεθος του νησιού, ορθοπλαγιές.

Επειδή η ορεοδομή του νησιού είναι, ουσιαστικά, συνεχόμενη επί της ανατολικής πλευράς του, ο μεταξύ τους διαχωρισμός των διαφόρων βουνών, αυτομάτως, καθίσταται δύσκολος. Ωστόσο, με αδρή περιγραφή, συνολικά, τρία βουνά θεωρούνται ως τα κυριότερα της Αμοργού: ο Κρίκελος (Κρούκελος, Κρίκελο, 823 μ.), ο Προφήτης Ηλίας (Άγιος Ηλίας, 700 μ.) και ο Κόρακας (Ασπρόβουνο, Βουνό του Χωρίου, 524 μ.), στο βόρειο, κεντρικό και νότιο τμήμα του νησιού, αντίστοιχα. Κυριότερες κορυφές ανά βουνό αποτελούν οι κάτωθι:

  • Κρίκελος: φερώνυμη κορυφή στη θέση «Χωραφάκια» (823 μ.)[2], «Πραματευτής» (720 μ.), «Ζωναρίδια» (686 μ.)[2], «Παπάς» (620 μ.)[2], «Σελλάδα» (597 μ.)[2], «Μαχός» (566 μ.)[2] και «Σκοπός» (545 μ.)[2],
  • Προφήτης Ηλίας[2]: φερώνυμη κορυφή βόρεια της θέσης «Φτερά» (700 μ.), «ανώνυμη» (489 μ.), «Κάστελλας» (485 μ.), «Κάψαλα» (295 μ.),
  • Κόρακας (Ασπρόβουνο, Βουνό του Χωρίου): φερώνυμη κορυφή νοτιοδυτικά της Αρκεσίνης (524 μ.), «ανώνυμη» (388 μ.), «Βίγλες» (290 μ.)[3].

Άλλες μεμονωμένες κορυφές είναι: «ανώνυμη» δίπλα στην υψηλή κορυφή του Κρίκελου (699 μ.), «Άγιος Μάμας» (575 μ.), «Βουνό» (436 μ.), «Κούτουλος» (433 μ.) και «Αγριλάς (419 μ.)[4][5][6]

Ακτογραμμή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ακτογραμμή της Αμοργού μπορεί να διαχωριστεί σε δύο πολύ διακριτά τμήματα: την βόρεια και ανατολική μεριά του νησιού, με όχι τόσο έντονο ανάγλυφο, αλλά με εντυπωσιακές απότομες ορθοπλαγιές και απόκρημνες ακτές και την νότια και δυτική πλευρά, με έντονο ανάγλυφο ακτών, υπήνεμες και κλειστές παραλίες. Το συνολικό μήκος των ακτών της Αμοργού είναι 112 χιλιόμετρα, περίπου. Τα νερά κοντά στις ακτές της Αμοργού είναι, γενικά, βαθιά. Στη ΒΔ. πλευρά του νησιού το βάθος της θάλασσας είναι 317μ. και καταλήγει στα 95 μ. γύρω από το Ξώδοτο. Στα νότια του νησιού το βάθος είναι 724 μ. ενώ όσο προχωράμε βορειοανατολικά το βάθος μικραίνει και φθάνει τα 256 μ., και γύρω από τον κόλπο της Αιγιάλης το βάθος της θάλασσας είναι 130μ.

[7][8]

Περίπλους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξεκινώντας τον περίπλου της Αμοργού από το ακρωτήριο Ξώδοτο (Πράσινο), το απώτατο βορειοανατολικό (ΒΑ.) άκρο του νησιού, και κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού, ο πλοηγός συναντάει: τον όρμο Λιμενάρι Φράγκου με την αποβάθρα των παλαιών μεταλλείων στον δυτικό μυχό του, τον ορμίσκο Μεγάλου Λιμνιώνα και τον απόκρημνο όρμο Σπαρτί (Βουδόμαντρα), για να καταλήξει στις μικρές νησίδες Εξώμια, στο 1/4 περίπου του περίπλου της ανατολικής πλευράς της Αμοργού. Ακολουθούν ο ορμίσκος Μαστίχα, τα απόκρημνα Κάψαλα και το νησάκι Μικρό Βιόκαστρο με την απαράμιλλη θέα στη Μονή Χοζοβιώτισσας (1/2 της διαδρομής). Έπονται, το μικρό ακρωτήριο της Αγίας Άννας και η φερώνυμη παραλία, η δίοδος από το νησί Μεγάλο Βιόκαστρο (Μπιόκαστρο), ό όρμος Μερσίνη, το ακρωτήριο Στούπη και το διπλό ακρωτήριο Δύο Τραχήλοι (2/3 της διαδρομής). Ο περίπλους συνεχίζεται με δυτική κατεύθυνση προς το ακρωτήριο Πουλοπόδι, τον όρμο Μούρου και τον όρμο και παραλία Αμμούδι και, κατόπιν, με νότια κατεύθυνση προς το ακρωτήριο Κόρακας το νότιο (Ν.) άκρο του νησιού. Στη συνέχεια, με δυτική κατεύθυνση βρίσκονται η μεγάλη ημιπεριφέρεια της Γωνιάς και το ακρωτήρι Τιμόνι της Γωνιάς και, με απότομη βορειοδυτική κατεύθυνση, το νησάκι της Κίσηρης και το ακρωτήρι της Καλοταρίτισσας (Καλοτάρι), το απώτατο νοτιοδυτικό (ΝΔ.) άκρο του νησιού, όπου ολοκληρώνεται ο περίπλους της ανατολικής και νότιας ακτογραμμής της Αμοργού.

Στη συνέχεια, με γενική βορειοανατολική κατεύθυνση, ο πλοηγός συναντάει: τον πολύ κλειστό όρμο Καλοταρίτισσας με το μεγάλο νησί της Γραμβούσσας απέναντί του, τον όρμο Λίβερη, τον ορμίσκο Παραδείσια, το ακρωτήριο Μαύρη Μύτη, τον ορμίσκο Τσουκαλά και το ακρωτήριο Τρούλλης (Τουρλίδα) με το νησάκι Πεταλίδα απέναντί του. Με απόλυτα ανατολική κατεύθυνση ακολουθούν: ο πολύ κλειστός όρμος Κάτω Κάμπου (Πόρτο Ακρωτήρι), ο όρμος Λιμενάρι Περιβόλας, το ακρωτήριο Κορνακοπός (Κορνακόπος), ο ορμίσκος Ποταμός και ο ορμίσκος των Αγίων Σαράντα, όπου ολοκληρώνεται το 1/4 του περίπλου της δυτικής ακτής. Ακολουθεί ό όρμος Φοινικιές και, με βορειοδυτική πλέον κατεύθυνση, το Κάτω Ακρωτήρι που οριοθετεί τον μεγάλο όρμο των Καταπόλων από τα νοτιοδυτικά. Με ανατολική κατεύθυνση είναι το λιμάνι και η πρωτεύουσα Κατάπολα και με δυτική κατεύθυνση πολλές μικρές παραλίες μέχρι το ακρωτήριο του Αγίου Ηλία που κλείνει τον όρμο Καταπόλων από τα βορειοδυτικά και, κατά κάποιο τρόπο, οριοθετεί το δυτικό (Δ.) άκρο της Αμοργού. Στη συνέχεια, ακολουθεί το ακρωτήρι Άλατος και με ανατολική κατεύθυνση, διαδοχικά, οι κλειστοί όρμοι Βλυχάδα, Γαϊδουράκια, Κρυονέρι (Κρύο Νερό) και Μαυρόσυκα (1/2 της διαδρομής). Το παράκτιο ανάγλυφο ομαλοποιείται πλήρως μέχρι τον όρμο Καλοτύρι που σχηματίζεται από το μεγάλο νησί της Νικουριάς και το μικρότερο Γραμπονήσι. Η Νικουριά σχηματίζει στενό και δύσκολο θαλάσσιο πέρασμα (Κακοπέρατο) με την απέναντι ακτή του Αγίου Παύλου (3/4 της διαδρομής). Το ανάγλυφο ομαλοποιείται ξανά, μέχρι τον όρμο και το λιμάνι της Αιγιάλης από όπου, με κατεύθυνση δυτική, ακολουθεί σειρά από αμμώδεις ορμίσκους (Φωκιότρυπα, Λεβροσός, Χόχλακας) μέχρι το ακρωτήριο της Πούντας, που σηματοδοτεί το βορειοδυτικό (ΒΔ.) άκρο της Αμοργού. Κατόπιν, με κατεύθυνση βόρεια, βρίσκεται το ακρωτήριο Κουτσογιάννη με τη βραχονησίδα Μονόπετρα, απέναντι. Με κατεύθυνση ανατολική ακολουθεί ο ορμίσκος της Μικρής Βλυχάδας, ο όρμος της Μεγάλης Βλυχάδας και το ακρωτήριο Λιμενάρι (Βίλα Κάρντα, Βιλακάρδα), το απώτατο βόρειο (Β.) άκρο της Αμοργού. Ο περίπλους της δυτικής και βόρειας πλευράς του νησιού ολοκληρώνεται με κατεύθυνση νοτιοανατολική, στο πλέον απόκρημνο και αφιλόξενο τοπίο της Αμοργού, τις μεγάλες ορθοπλαγιές που πέφτουν κάθετα από το βουνό Κρίκελος, μέχρι το ακρωτήριο του Ξώδοτου, σημείο εκκίνησης του περίπλου. [5][9][6]

Νησιά και νησίδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα μεγαλύτερα νησιά και νησίδες -που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από τον κύριο όγκο του νησιού- είναι, κατά σειρά μεγέθους, τα εξής: Νικουριά, Γραμβούσσα, Γραμπονήσι (Άτιμο), Πεταλίδα, Ψαλίδα, Μεγάλο Βιόκαστρο, Κίσηρι, Παρασκοπός, Μικρό Βιόκαστρο, Φελούκα, Μονόπετρα και Εξώμια (τα νησιά Κέρος, Αντικέρι και Άνυδρος είναι αρκετά απομακρυσμένα και θεωρούνται αυτόνομα από γεωγραφική άποψη).

[5][9][6]

Γεωλογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τραχύ τοπίο της βόρειας Αμοργού στην περιοχή του Κρίκελου

Η Αμοργός, ευρισκόμενη στις νότιες παρυφές της κρυσταλλοσχιστώδους μάζας των Κυκλάδων, συνίσταται κυρίως από μεταμορφωμένα ιζηματογενή πετρώματα, που διατάσσονται σε μία συνεχή λιθοστρωματογραφική ενότητα, που περιλαμβάνει, δύο σύνολα ανθρακικών πετρωμάτων (το μέν πρώτο Τριαδικής ηλικίας, το δέ δεύτερο πιθανώς Άνω-Τριαδικού έως μέσο-Ηωκαίνου) καθώς και δύο ψαμμιτο-χερσαίους σχηματισμούς, ο μέν πρώτος, ηλικίας Άνω Τριαδικού, παρεμβάλλεται μέσα στις δύο προηγούμενες ανθρακικές ενότητες, ο δέ δεύτερος, ηλικίας μέσω-Ηωκαίνου έως Ολιγοκαίνου, προερχόμενος από φλύσχη. Το επίμηκες σχήμα της Αμοργού οφείλεται στην κατεύθυνση της πτυχής, κατά μήκος της οποίας καταβυθίστηκε, και της οποίας αποτελεί υπερθαλάσσια κορυφή. Ειδικότερα, στη γεωλογική δομή της Αμοργού συμμετέχουν:

  • Δολομιτικοί ασβεστόλιθοι ή δολομίτες, κυρίως μεσοζωικής ηλικίας και, πιθανότατα, της ζώνης Παρνασσού-Γκιώνας ή της ζώνης Αξιού. Αυτό αποδεικνύεται από την ύπαρξη κοιτασμάτων βωξιτών μέσα στις ασβεστολιθικές διαπλάσεις στο ΒΑ. τμήμα του νησιού κοντά στην ακτή, καθώς και στις απότομες νότιες κλιτύς του Κρίκελου. Πολλά από ασβεστολιθικά αυτά πετρώματα προσδιορίστηκαν μέσω απολιθωμάτων, κυρίως κοραλλίων και κεφαλοπόδων. Ειδικά για την ύπαρξη βωξιτών, η παρουσία απολιθωμάτων του ανώτερου ιουρασικού ή του κατώτερου κρητιδικού, δείχνουν χρονολόγησή τους σε αυτές τις περιόδους. Εκμετάλλευση βωξιτών υπήρχε προπολεμικά στο βορειοανατολικό τμήμα της Αμοργού, όπου υπάρχουν ακόμα οι παλαιές εγκαταστάσεις και αποβάθρες.
  • Ημιμεταμορφωμένοι αργιλικοί σχιστόλιθοι, πιθανόν από μεταμόρφωση πετρωμάτων φλύσχη. Ισχυρές τεκτονικές διαταράξεις προσέβαλαν αυτά τα πετρώματα και δημιούργησαν πτυχώσεις, επωθήσεις και επάλληλα λέπια. Μεταγενέστερες διαρρήξεις, συνοδευόμενες από μεταπτώσεις, συμπλήρωσαν την τεκτονική δομή του νησιού. Τα πετρώματα αυτά παρατηρούνται κυρίως στην περιοχή των Καταπόλων.
  • Στρώματα λιθανθρακοφόρων διαπλάσεων
  • Ηφαιστειακά πετρώματα, κυρίως στο μέσον του νησιού (περιοχή Μονής Χοζοβιώτισσας)

Η μικρή νήσος Νικουριά, πλευρικά της Αμοργού, παρουσιάζει μία γεωλογική ιστορία αρκετά διαφορετική, πιθανότατα μετά τα μεγάλα μεταγενέστερα τεκτονικά καλύματα που έλαβαν χώρα κατά το Ολιγόκαινο-Μειόκαινο μέσα στον Αιγαιακό χώρο.

[4][10][6][11]

Τεκτονική δραστηριότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ενεργοποίηση των ρηγμάτων στην τεκτονική ζώνη Σαντορίνης – Αμοργού και η έναρξη καταβύθισης της περιοχής άρχισε πριν από τρία έως τέσσερα εκατομμύρια χρόνια και έκτοτε συνεχίζεται με την επέκταση και τη βάθυνσή της. Στην Αμοργό καταγράφηκαν δύο πολύ μεγάλοι σεισμοί στις 9 Ιουλίου του 1956. Έγιναν τα ξημερώματα (03:11:45 ο πρώτος και 03:24:07 ο δεύτερος). Είχαν επίκεντρο την θαλάσσια περιοχή της κεντροανατολικής πλευράς του νησιού -αργότερα το επίκεντρο αναθεωρήθηκε νοτιότερα- και μεγέθη 7,5 ρίχτερ ο πρώτος (7,8 ρίχτερ κατά τον Β. Gutenberg στην Πασαντίνα των ΗΠΑ) και 6,9 ρίχτερ ο δεύτερος (7,2 ρίχτερ σύμφωνα με το Ινστιτούτο της Ουψάλας). Το δίδυμο αυτό ήταν το μεγαλύτερο σεισμικό γεγονός που έπληξε την Ελλάδα στον 20ό αιώνα. Το εστιακό βάθος ήταν μεγάλο (30 χλμ., περίπου), αλλά το ρήγμα που επηρεάστηκε είχε διαστάσεις 75 Χ 40 χλμ., περίπου. Οι απώλειες ήσαν 53 θύματα και σημαντικές ζημιές, ιδίως στο νησί της Σαντορίνης. Ο σεισμός προκάλεσε τοπικό θαλάσσιο σεισμικό κύμα (τσουνάμι), που επηρέασε τις ακτές των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων, αλλά και την Κρήτη και τα τουρκικά παράλια της Μικράς Ασίας, με τιμές ύψους κυμάτων 30, 20 και 10 μ. που αναφέρθηκαν στη νότια ακτή της Αμοργού, στην Αστυπάλαια και στη Φολέγανδρο, αντίστοιχα. Τέτοια μεγέθη είναι τα υψηλότερα που καταγράφηκαν στον 20ό αιώνα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο (Solov’ev et al. 2000). Αυτό οδήγησε τους Γαλανόπουλο (1957) και, αργότερα, τον Ambraseys (1960) να προτείνουν μια υποθαλάσσια κατολίσθηση (ή σειρά κατολισθήσεων) ως πηγή του τσουνάμι, με βάση το πολύ μεγάλο εύρος και την γενική ετερογένεια της σεισμικής διαδρομής στην περιοχή του επίκεντρου. Στην περιοχή της Μονής Χοζοβιώτισσας το τεκτονικό ρήγμα της Αμοργού σχηματίζει μεγάλη και εντυπωσιακή κατοπτρική επιφάνεια.

[12][4][13][14][15]

Υδρογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενικά, το πολύ ορεινό ανάγλυφο της Αμοργού επιτρέπει τον σχηματισμό εποχικών μικρών χειμάρρων και ρεμάτων, αλλά η ανυπαρξία ικανών πεδινών εκτάσεων είναι η αιτία της απουσίας έστω μικρών ποταμών. Οι πρακτικά αδιαπέρατοι κλαστικοί σχηματισμοί περιορίζουν την υδροφορία σε εκείνες τις περιοχές όπου εμφανίζονται υδροπερατές εστίες ασβεστολίθων. Στο βόρειο τμήμα του νησιού υπάρχει ένα μικρό ρέμα που συγκρατεί νερό για αρκετούς μήνες στην περιοχή «Δρυ», που για πολλά χρόνια ήταν η κύρια περιοχή υδροδότησης της Αιγιάλης (Λαγκάδας). Εκεί βρίσκεται και το μικρό αλλά αξιόλογο φαράγγι του «Αρακλού» που φιλοξενεί τον νεόδμητο οικισμό του «Στρούμπου», ο οποίος ήταν εγκαταλειμμένος για πολλές δεκαετίες. Σημαντικός είναι, επίσης, ο υδροφόρος ορίζοντας των Καταπόλων. Άλλα μικρά εποχικά ρέματα είναι: οι «Θράψες» που κατεβάζουν νερό από τον Κρίκελο στον όρμο Φράγκου Λιμενάρι, το «Κάτω Φυλλάδι» και ο «Φονιάς» στη Χώρα και το ρέμα «Αγίας Αικατερίνης» λίγο νοτιότερα. [5]

Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενικά, το κλίμα στην Αμοργό ακολουθεί τον κυκλαδικό μεσογειακό τύπο, με ήπιους χειμώνες, θερμά καλοκαίρια χωρίς καύσωνες και σχετική ανυπαρξία βροχών, αλλά όταν αυτές συμβαίνουν είναι καταρρακτώδεις. Στην Αμοργό εγκαταστάθηκε, σχετικά πρόσφατα, μετεωρολογικός σταθμός και τα στοιχεία των μετρήσεων του διαστήματος Οκτωβρίου 2012 – Αυγούστου 2013 δείχνουν ότι ο Ιανουάριος (13,5) είναι ο ψυχρότερος μήνας του έτους και ο Αύγουστος (24,9) ο θερμότερος [μέση μηνιαία θερμοκρασία (ºC)]. Ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα σπάνια παρατηρούνται στο νησί όπως χιόνι, χαλάζι, παγετός, κ.ο.κ. Ο πιο βροχερός μήνας είναι ο Νοέμβριος (97,6 mm), ενώ από τον Ιούνιο μέχρι και τον Σεπτέμβριο δεν υπάρχουν βροχές (0 mm). Οι άνεμοι τον Μάρτιο πνέουν με μέση ταχύτητα 16,6 χλμ/ώρα, ενώ στον αντίποδα είναι ο Αύγουστος με μέση ταχύτητα 6,3 χλμ/ώρα. (Πηγή: Μετεωρολογικός σταθμός Αιγιάλης Αμοργού, υψόμετρο 3μ.) [16]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]