Αιτωλικός Πόλεμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αιτωλικός Πόλεμος
Τόπος

Ο Αιτωλικός Πόλεμος (191-189 π.Χ.) διεξήχθη μεταξύ των Ρωμαίων και των Αχαιών και Μακεδόνων συμμάχων τους αφενός, και της Αιτωλικής Συμπολιτείας και των Αθαμανών συμμάχων τους αφετέρου. Οι Αιτωλοί είχαν προσκαλέσει τον Αντίοχο Γ΄ τον Μέγα στην Ελλάδα, ο οποίος μετά την ήττα του από τους Ρωμαίους είχε επιστρέψει στην Ασία, πράγμα που άφησε τους Αιτωλούς και τους Αθαμανούς χωρίς συμμάχους. Με τον Αντίοχο έξω από την Ευρώπη, οι Ρωμαίοι και οι σύμμαχοί τους επιτέθηκαν στους Αιτωλούς. Μετά από ένα χρόνο συγκρούσεων, οι Αιτωλοί ηττήθηκαν και εξαναγκάστηκαν να πληρώσουν από 1.000 ασημένια τάλαντα στους Ρωμαίους.

Υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ήττα των Μακεδόνων στον Δεύτερο Μακεδονικό Πόλεμο, ξέσπασε μια διαμάχη μεταξύ Ρωμαίων και Αιτωλών σχετικά με τους όρους της συνθήκης. Οι Ρωμαίοι είχαν την υποστήριξη των άλλων συμμάχων, Περγαμίων και Ροδίων, και οι Αιτωλοί έχασαν τη διαμάχη[1]. Οι Αιτωλοί ζητούσαν εκδίκηση και το 192 π.Χ. έστειλαν απεσταλμένους στον Βασιλιά της Σπάρτης, Νάβις, τον Βασιλιά Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας και τον Αυτοκράτορα των ΣελευκιδώνΑντίοχο Γ΄ τον Μεγάλο. Ο Νάβις, ο οποίος είχε αναγκαστεί να συνθηκολογήσει με εξευτελιστικούς όρους το 195 π.Χ., αφού είχε ηττηθεί από τη Ρώμη και την Αχαϊκή Συμπολιτεία, αποδέχθηκε, για να δολοφονηθεί από τους Αιτωλούς. Ο Φίλιππος, ο οποίος εξακολουθούσε να πληρώνει αποζημιώσεις στη Ρώμη μετά την ήττα του στον Δεύτερο Μακεδονικό Πόλεμο και ο γιος του κρατούντα όμηρος στη Ρώμη, αρνήθηκε την προσφορά. Ο Αντίοχος το είδε αυτό ως μια ευκαιρία να επεκταθεί σε Ευρωπαϊκό έδαφος, δέχθηκε τη συμμαχία και ξεκίνησε για την Ελλάδα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ο Αντίοχος αποβιβάστηκε στη Δημητριάδα με 10.000 πεζικό και 500 ιππείς και προσπάθησε να στρατολογήσει και άλλα κράτη στις συμμαχίες του εναντίον της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι, θορυβημένοι από την άφιξη του Αντίοχου στην Ελλάδα, έστειλαν τον ύπατο Μάνιο Ακίλιο Γκλάμπριο (Manius Acilius Glabrio) με το στρατό του για να τον νικήσει. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στις Θερμοπύλες, και μόνο 500 από τους Σελευκίδες επέζησαν. Μετά από αυτή την ήττα, ο Αντίοχος και το σωζόμενο τμήμα του στρατού του επέστρεψε στην Ασία. Η Ρώμη και οι σύμμαχοί τους συνέχισαν να πολεμούν τον Αντίοχο στη Μικρά Ασία στον Ρωμαιο-Σελευκιδικό Πόλεμο.

Θεσσαλική εκστρατεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό άφησε τους Αιτωλούς και τους Αθαμανούς χωρίς συμμάχους και τον νικηφόρο Ρωμαϊκό στρατό να προελαύνει χωρίς αντίπαλο στη Θεσσαλία. Ο Ακίλιος πήγε με τον στρατό του στην Ηράκλεια και έστειλε έναν απεσταλμένο στην αιτωλική φρουρά της πόλης, ζητώντας τους να του παραδώσουν την πόλη και να σκεφτούν να ζητήσουν συγχώρεση από τη Σύγκλητο για τις λαθεμένες τους αποφάσεις. Οι Αιτωλοί δεν απάντησαν και οι Ρωμαίοι άρχισαν να ετοιμάζονται να πάρουν την πόλη διά της βίας.

Οι Ρωμαίοι άρχισαν την πολιορκία επιτιθέμενοι στα τείχη της πόλης με πολιορκητικούς κριούς. Για να το αντιμετωπίσουν αυτό, οι Αιτωλοί έκαναν συχνές εξόδους. Η πολιορκία αποδείχθηκε κουραστική για τους αμυνόμενους, διότι οι Ρωμαίοι είχαν πολλούς άνδρες και έτσι μπορούσαν να αναπληρώνουν τις γραμμές του μετώπου με φρέσκα εφεδρικά στρατεύματα, ενώ οι Αιτωλοί δεν είχαν αρκετούς στρατιώτες για να το κάνουν αυτό.

Μετά από εικοσιτέσσερις ημέρες μαχών, ο ύπατος ήξερε ότι οι Αιτωλοί είχαν εξαντληθεί από τη διάρκεια της πολιορκίας και από τις αναφορές που του είχαν δώσει λιποτάκτες, και σκέφτηκε ένα σχέδιο. Τα μεσάνυχτα έδωσε σήμα σε όλους τους στρατιώτες να επιστρέψουν στο στρατόπεδο. Όταν επέστρεψαν στο στρατόπεδο, τους κράτησε ανενεργούς ως τις 3:00 το πρωί όταν διέταξε να επανεκκινήσουν οι πολιορκητικές επιχειρήσεις. Οι Αιτωλοί, νομίζοντας ότι οι Ρωμαίοι είχαν επίσης εξαντληθεί, άφησαν τις θέσεις τους και επέστρεψαν στις 3 το πρωί. Ο ύπατος, γνωρίζοντας ότι το σχέδιό του είχε πετύχει, διέταξε γενική επίθεση από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις. Ο Ακίλιος διέταξε τον Τιβέριο Σεμπρόνιο (Tiberius Sempronius), που ήταν υπεύθυνος για το ένα τρίτο των ανδρών, να είναι σε εγρήγορση και να περιμένει διαταγές, πιστεύοντας ότι οι Αιτωλοί θα έσπευδαν εκεί που ακούστηκαν οι φωνές. Όταν οι Αιτωλοί, που κοιμόντουσαν, άκουσαν τον ρωμαϊκό στρατό να πλησιάζει, προετοιμάστηκαν βιαστικά για μάχη και προσπάθησαν να πάνε στο πεδίο μάχης μέσα στο σκοτάδι. Οι Ρωμαίοι άρχισαν να σκαρφαλώνουν στους τοίχους με σκάλες και να αναρριχώνται πάνω στα ερείπια κάποιων τειχών. Καθώς όλοι οι Αιτωλοί έσπευδαν εκεί που οι Ρωμαίοι είχαν τις σκαλωσιές, ο Ακίλιος έδωσε σήμα στον Σεμπρόνιο να επιτεθεί το τμήμα του τείχους που είχε μείνει ανυπεράσπιστο. Οι Αιτωλοί, βλέποντας την ομάδα του Σεμπρόνιου να έρχεται, υποχώρησαν στην ακρόπολη. Ο ύπατος τότε επέτρεψε στους νικητές στρατιώτες του να λεηλατήσουν την πόλη.[εκκρεμεί παραπομπή]

Όταν η λεηλασία τελείωσε, ο Ακίλιος διέταξε τον στρατό να χωριστεί σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα για να πάει γύρω από την άλλη πλευρά της ακρόπολης, όπου υπήρχε ένας λόφος ίσου ύψους, από όπου θα μπορούσαν να εκτοξεύουν πυραύλους με φωτιά προς την ακρόπολη. Η άλλη ομάδα για να επιτεθεί στην ακρόπολη κατά μέτωπο. Βλέποντας τα δύο μέτωπα, οι Αιτωλοί αποφάσισαν να παραδοθούν. Μεταξύ αυτών που παραδόθηκαν ήταν και ο αρχηγός τους, ο Δαμόκριτος

Ενώ οι Ρωμαίοι επιτίθονταν στην Ηράκλεια, ο Φίλιππος με τον στρατό του και λίγους Ρωμαίους άρχισε να πολιορκεί τη Λαμία, η οποία ήταν επτά μίλια μακριά από την Ηράκλεια. Οι Ρωμαίοι και οι Μακεδόνες παρουσίαζαν μεγάλη ενεργητικότητα, σαν να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο. Καθώς έκαναν μικρή μόνο πρόοδο στην πολιορκία, ο Φίλιππος συναντήθηκε με αρκετούς από τους πιο επιφανείς, φοβούμενος ότι αν οι Ρωμαίοι κυρίευαν την Ηράκλεια πρώτοι, οι Λαμιείς θα παραδίνονταν στους Ρωμαίους. Οι φόβοι του έγιναν πραγματικότητα όταν ένα Ρωμαίος απεσταλμένος του ζήτησε να εγκαταλείψει την πολιορκία.

Αιτωλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αιτωλοί, εξακολουθώντας να ελπίζουν ότι ο Αντίοχος θα επιστρέψει στην Ελλάδα με νέα δύναμη, του έστειλαν απεσταλμένους. Οι απεσταλμένοι είχαν εντολή να του ζητήσουν, εάν δεν μπορούσε να έρθει στην Ελλάδα, να στείλει χρήματα και ενισχύσεις. ΟΑντίοχος τους έδωσε χρήματα και υποσχέθηκε να στείλει ενισχύσεις.

Ωστόσο, η πτώση της Ηράκλειας έσπασε το μαχητικό πνεύμα των Αιτωλών και έτσι έστειλαν απεσταλμένους στους Ρωμαίους. Ο ύπατος τους παραχώρησε δεκαήμερη ανακωχή και επίσης έστειλε τον Λούκιο Βαλέριο Φλάκκο (Lucius Valerius Flaccus) για να διαπραγματευτεί μαζί τους. Οι Ρωμαίοι απαίτησαν την παράδοση του Δικαίαρχου, του Μονέστα της Ηπείρου και του Αμύνανδρου της Αθαμανίας. Οι Αιτωλοί αποφάσισαν να υπακούσουν τους Ρωμαίους και τους έστειλαν άντρες για να παραλάβουν τις ενισχύσεις. Ωστόσο, λίγες μέρες αργότερα ο Νίκανδρος, ένας από τους απεσταλμένους που πήγε στον Αντίοχο, επέστρεψε στην Αιτωλία, αφού είχε κρατηθεί από τον Φίλιππο της Μακεδονίας. Η άφιξή του και η είδηση ότι ο Αντίοχος θα έστελνε ενισχύσεις, έπεισε τους Αιτωλούς να συνεχίσουν να αγωνίζονται.[εκκρεμεί παραπομπή]

Όταν έμαθε ο Ακίλιος ότι οι Αιτωλοί δεν θα συμμορφώνονταν με τις ρωμαϊκές απαιτήσεις, πήγε με τον στρατό του και άρχισε να πολιορκεί τη Ναύπακτο. Η πολιορκία είχε διαρκέσει δύο μήνες, όταν ήρθε στη Ναύπακτο ο Τίτος Κουίνκτιος Φλαμινίνος. Ενώ περπατούσε γύρω από τα τείχη της πόλης, τον αναγνώρισαν και πολλοί συνέρρεαν στα τείχη της πόλης και άρχισαν να τον φωνάζουν να τους σώσει. Οι κορυφαίοι Αιτωλοί πολίτες βγήκαν να συναντήσουν τον Φλαμίνιο και συμφώνησαν ότι αυτός θα έστελνε έναν απεσταλμένο στη Ρώμη για να υποστηρίξει την υπόθεση των Αιτωλών. Ο ρωμαϊκός στρατός τότε έλυσε την πολιορκία και πήγε στη Φωκίδα.

Όταν οι Αιτωλοί επέστρεψαν από τη Ρώμη και είπαν στους ηγέτες τους πως δεν υπήρχε καμία ελπίδα για ειρήνη, οι Αιτωλοί κατέλαβαν το πέρασμα στο Όρος Κόραξ, ώστε να το μπλοκάρουν. Οι Αχαιοί άρχισαν να λυμαίνονται τα παράλια της Αιτωλίας απέναντι από την Πελοπόννησο. Οι Αιτωλοί περίμεναν τον Ακίλιο να επιτεθεί και πάλι στη Ναύπακτο αλλά εκείνος επιτέθηκε ξαφνικά στη Λαμία. Οι Λαμιείς, παρά τη μεγάλη σύγχυση, κατάφεραν να αποκρούσουν την πρώτη επίθεση. Ο Ακίλιος κινητοποίησε τους άνδρες του και τους είπε να επιστρέψουν στο στρατόπεδο μόνο αν καταλάβουν την πόλη, πράγμα που έκαναν λίγες ώρες αργότερα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Οι Ρωμαίοι, βλέποντας ότι δεν μπορούσαν να καταλάβουν τη Ναύπακτο, επιτέθηκαν στην Άμφισσα. Ανέπτυξαν πολιορκητικές μηχανές και κατεδάφισαν με επιτυχία μέρη των τειχών. Ωστόσο, οι κάτοικοι συνέχισαν να αμύνονται, μέχρι ότου έφτασε ο νέος ύπατος, ο Λούκιος Κορνήλιος Σκιπίων μαζί με τον αδερφό του, Σκιπίονα τον Αφρικανό. Κατά την άφιξή τους, οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη και κλείστηκαν μέσα στο κάστρο.[εκκρεμεί παραπομπή] Κατόπιν έφτασαν απεσταλμένοι των Αθηναίων και ζήτησαν από τους Ρωμαίους να σκεφτούν την υπογραφή ειρήνης με τους Αιτωλούς.[εκκρεμεί παραπομπή]

Κατάληξη και Συνθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Ρωμαίοι υπαγόρευσαν μια συνθήκη η οποία τελικά έκανε την Αιτωλία ένα Ρωμαϊκό κράτος-μαριονέτα. Δεσμευόταν να πολεμά σε κάθε πόλεμο που θα διεξήγαγαν οι Ρωμαίοι, διατηρώντας τους ίδιους συμμάχους και εχθρούς, όπως και τα πρόστιμα, την ανταλλαγή κρατουμένων και την επιλογή των ομήρων.[2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Livy, Rome and the Mediterranean
  2. Polybius, 21.32.1-15.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Peter Green. (1991). Alexandeer to Actium: The Historic Evolution of the Hellenistic Age. (ISBN 0-500-01485-X).
  • Livy, Titus. (1976). Rome and the Mediterranean. (ISBN 0-14-044318-5).