Confarreatio

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στην αρχαία Ρώμη, το confarreatio ήταν μία παραδοσιακή, για τους πατρικίους μορφή γάμου. [1] Η τελετή περιλάμβανε τη νύφη και τον γαμπρό, που μοιράζονταν ένα κέικ δίκοκκο σιτάρι (στα λατινικά far ή panis farreus [2] ) εξ ου και το όνομα της ιεροτελεστίας. Το far μεταφράζεται συχνά ως "όλυρα" (είδος σιταριού), το οποίο είναι ανακριβές, καθώς ο κόκκος που χρησιμοποιείτο ήταν σίτος δίκοκκος (triticum dicoccum), όχι (σίτος ολυρός (triticum speltum). [3] Ο ιερείς του Δία Flamen Dialis) και ο μέγιστος αρχιερέας (pontifex maximus) προήδρευαν τού γάμου και έπρεπε να είναι παρόντες δέκα μάρτυρες. [4] Η γυναίκα περνούσε απευθείας από το χέρι (manus) τού πατέρα της ή τού αρχηγού τού νοικοκυριού (pater familias) στο χέρι τού νέου της συζύγου. [5]

Το να έχεις γονείς, που είχαν παντρευτεί από confarreatio ήταν απαραίτητη προϋπόθεση, για να γίνεις Εστιάδα (Vestal) ή ιερέας τού Δία. Το Confarreatio φαίνεται να περιοριζόταν σε εκείνους, των οποίων οι γονείς είχαν επίσης παντρευτεί με confarreatio, αλλά αργότερα, ίσως με την άνοδο των πληβείων ευγενών, αυτή η απαίτηση πρέπει να είχε χαλαρώσει. [6] Ο Scipio Africanus πιθανώς νυμφεύτηκε τη σύζυγό του Aιμιλία Τέρτια με confarreatio, επειδή ο μεγαλύτερος γιος τους ήταν ο ιερέας τού Δία, όμως η μητέρα του Σκιπίωνα Πομπονία ήταν πληβεία.

Το διαζύγιο για γάμους confarreatio, το diffarreatio, ήταν μία δύσκολη διαδικασία και επομένως σπάνια. Δεν είναι πολλά γνωστά, για το πώς διεξήγετο το diffarreatio, εκτός από το ότι υπήρχε ένας ειδικός τύπος θυσίας, που προκαλούσε τη λύση της σχέσης μεταξύ άνδρα και γυναίκας. Έπειτα θα περνούσε πίσω στο χέρι (manus) τού δικού της αρχηγού τού νοικοκυριού.

Αρχικά το confarreatio ήταν αδιάλυτο, και αυτό παρέμενε αληθές για το γάμο των ιερέων τού Δία. Οι άλλοι δύο μεγάλοι ιερείς, ο ιερέας τού Άρη (flamen Martialis) και ο (flamen Quirinalis), έπρεπε επίσης να παντρευτούν με confarreatio. [7] Οι τρεις μεγάλοι ιερείς (major flamines) έπρεπε επίσης να νυμφευτούν παρθένες. Επιπλέον, εάν η σύζυγος του ιερέα τού Δία απεβίωνε, αυτός έπρεπε αμέσως να παραιτηθεί. Δεν είναι σαφές, αν αυτό ίσχυε για τους άλλους ιερείς.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Bιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Karen K. Hersch (24 Μαΐου 2010). The Roman Wedding: Ritual and Meaning in Antiquity. Cambridge University Press. σελίδες 26–. ISBN 978-0-521-12427-0. 
  2. Judith Evans Grubbs (2002). Women and the Law in the Roman Empire: A Sourcebook on Marriage, Divorce and Widowhood. Routledge. σελ. 22. ISBN 0-415-15240-2. 
  3. David Thurmond (2006). A Handbook of Food Processing in Classical Rome: For Her Bounty No Winter. Koninklijke Brill NV. σελ. 18. ISBN 978-90-04-15236-6. 
  4.  Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Confarreatio» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 7 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 898 
  5. Goran Lind (23 Ιουλίου 2008). Common Law Marriage : A Legal Institution for Cohabitation: A Legal Institution for Cohabitation. Oxford University Press, USA. σελίδες 38–. ISBN 978-0-19-971053-9. 
  6. Kurt A. Raaflaub (15 Απριλίου 2008). Social Struggles in Archaic Rome: New Perspectives on the Conflict of the Orders. John Wiley & Sons. σελίδες 224–. ISBN 978-1-4051-4889-4. 
  7. Alan Watson (1992). The State, Law, and Religion: Pagan Rome. University of Georgia Press. σελίδες 52–. ISBN 978-0-8203-1387-0.