Συνθήκη της Αθήνας (1913)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Συνθήκη της Αθήνας μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Βασιλείου της Ελλάδος, που υπογράφηκε στις 14 Νοεμβρίου 1913, έπαυσε επίσημα τις εχθροπραξίες μεταξύ τους, μετά τους δύο Βαλκανικούς Πολέμους και παραχώρησε τη Μακεδονία — συμπεριλαμβανομένης της σημαντικότατης πόλης της Θεσσαλονίκης — της περισσότερης Ηπείρου και πολλών νησιών του Αιγαίου στην Ελλάδα.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, ο συνασπισμός της Βουλγαρίας , της Σερβίας, της Ελλάδας και του Μαυροβουνίου νίκησε την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί έχασαν σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές τους κατακτήσεις, οι οποίες μειώθηκαν σε μια μικρή έκταση γύρω από τη Θάλασσα του Μαρμαρά από τη Συνθήκη του Λονδίνου.[1] Ωστόσο, οι Οθωμανοί κατάφεραν να ανακτήσουν την Ανατολική Θράκη κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου, όταν η Βουλγαρία επιτέθηκε στους πρώην συμμάχους της και ηττήθηκε από τις συνδυασμένες δυνάμεις όλων των γειτόνων της.[2]

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, πολεμώντας εναντίον των Οθωμανών, η Ελλάδα είχε καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου, της νότιας Μακεδονίας με το μεγάλο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου (εκτός από τα κατεχόμενα Από τους Ιταλούς, Δωδεκάνησα). Κατά τον δεύτερο πόλεμο, επέκτεινε περαιτέρω την επικράτειά της στην Μακεδονία, εις βάρος της Βουλγαρίας. Δεδομένου ότι η Δυτική Θράκη παρέμεινε υπό βουλγαρικό έλεγχο (θα παραχωρούταν στην Ελλάδα με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919), η Ελλάδα δεν μοιράζοταν χερσαία σύνορα με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ωστόσο, οι ελληνοτουρκικές εντάσεις παρέμειναν υψηλές, αφού η οθωμανική κυβέρνηση αρνήθηκε να δεχτεί τον ελληνικό έλεγχο στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου.

Οροι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι όροι της συνθήκης είχαν ως εξής:

  1. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνώρισε τις ελληνικές κατακτήσεις της Θεσσαλονίκης, των Ιωαννίνων και της γύρω περιοχής.
  2. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνώρισε την ελληνική κυριαρχία στο νησί της Κρήτης, το οποίο ήταν αυτόνομο κράτος υπό οθωμανική φεουδαρχία μετά το 1897.
  3. Δικαιώματα μειονοτήτων χορηγήθηκαν στους Τούρκους που ζούσαν στο νεοκυριευμένο ελληνικό έδαφος.

Το σημαντικότερο ζήτημα που παρέμεινε ανεπίλυτο ήταν η τύχη των νησιών του Βόρειου Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Λήμνος, Ίμβρος και Τένεδος, τα οποία προσαρτήθηκαν από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του πολέμου. Το θέμα αφέθηκε στη διαιτησία των Μεγάλων Δυνάμεων, που το Φεβρουάριο του 1914 τα απένημαν, εκτός από την Ίμβρο και την Τένεδο, στην Ελλάδα. Καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία αρνήθηκε να παραιτηθεί από τις αξιώσεις της, ξέσπασε μια κρίση που οδήγησε σε ναυτικό αγώνα κατά τη διάρκεια του 1913 – 1914 και προετοιμάστηκαν για μια ανανεωμένη σύγκρουση και από τις δύο πλευρές. Η κατάσταση εκτονώθηκε μόνο από την έξαρση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα κέρδισε για κάποιο χρονικό διάστημα την Ανατολική Θράκη, μέχρι τη γραμμή Çatalca, καθώς και τις Ίμβρο και Τένεδο και μια ζώνη στην Ανατολία, γύρω από τη Σμύρνη (Συνθήκη των Σεβρών), αλλά αναγκάστηκε να τις παραχωρήσει στη Δημοκρατία της Τουρκίας στη Συνθήκη της Λωζάνης.

Παραπομπές και σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Συνθήκη του Λονδίνου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Μαΐου 1997. Ανακτήθηκε στις 6 Μαρτίου 2019. 
  2. Balkan wars Σφάλμα στο πρότυπο webarchive: Ελέγξτε την τιμή |url=. Empty.