Σαντ'Αντρέα αλ Κουιρινάλε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°54′2.45″N 12°29′21.62″E / 41.9006806°N 12.4893389°E / 41.9006806; 12.4893389

Σαντ'Αντρέα αλ Κουιρινάλε
Χάρτης
Είδοςιησουητική εκκλησία[1], καρδιναλικός τίτλος και εκκλησία[2]
Αρχιτεκτονικήμπαρόκ αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°54′2″N 12°29′22″E
ΘρήσκευμαΚαθολικισμός[3]
Θρησκευτική υπαγωγήρωμαιοκαθολική επισκοπή της Ρώμης
Διοικητική υπαγωγήΡώμη[4]
ΤοποθεσίαΜόντι
ΧώραΙταλία[5][4]
Έναρξη κατασκευής1567[6]
ΑρχιτέκτοναςΤζαν Λορέντσο Μπερνίνι
Προστασίαιταλικό πολιτισμικό αγαθό[4]
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Η εκκλησία του Αγίου Ανδρέα στον Κυρινάλιο λόφο (ιταλικά: Sant'Andrea al Quirinale‎‎, λατινικά: S. Andreae in Quirinali‎‎) είναι μία Ρωμαιοκαθολική εκκλησία με τιτουλάριο καρδινάλιο στη Ρώμη της Ιταλίας, κτισμένη για το Ιησουιτικό σχολείο στον Κυρινάλιο λόφο.

Η εκκλησία του Σαντ' Αντρέα, που είναι ένα σημαντικό παράδειγμα της μπαρόκ αρχιτεκτονικής στη Ρώμη, σχεδιάστηκε από τον Τζιαν-Λορέντσο Μπερνίνι με τον Τζιοβάννι ντε' Ρόσι. Ο Μπερνίνι έλαβε την ανάθεση το 1658 και η εκκλησία κατασκευάστηκε το 1661, αν και η εσωτερική διακόσμηση δεν ολοκληρώθηκε μέχρι το 1670. Στην τοποθεσία βρισκόταν στο παρελθόν μία εκκλησία του 16ου αι., ο Σαντ' Αντρέα α Μοντεκαβάλο. Ανατέθηκε από τον πρώην καρδινάλιο Καμίλο Φραντσέσκο Μαρία Παμφίλι, με την έγκριση του πάπα Αλέξανδρου Ζ΄· ο Σαντ' Αντρέα ήταν η τρίτη εκκλησία Ιησουιτών, που κατασκευάστηκε στη Ρώμη μετά την Εκκλησία του Τζεσού και τον Σαντ' Ιγκνάτσιο. Επρόκειτο να εξυπηρετήσει τους Ιησουίτες αρχαρίους και ιδρύθηκε το 1566. Ο Μπερνίνι θεωρούσε την εκκλησία ένα από τα πιο τέλεια έργα του. Ο γιος του Ντομένικο ανέφερε ότι στα επόμενα χρόνια του ο Μπερνίνι περνούσε ώρες καθισμένος μέσα σε αυτή, εκτιμώντας εκείνο που είχε επιτύχει. [7]

Λειτουργεί ως ο τιτουλάριος ναός του Βραζιλιάνου καρδινάλιου Οντίλο Σέρερ από το 2007. Βρίσκεται επί της Βία ντελ Κουιρινάλε, η οποία πιο ανατολικά διασταυρώνεται με τη Βία ντελε Κουάτρο Φοντάνε σχηματίζοντας τις Τέσσερις Κρήνες. Πιο πριν, στην ίδια πλευρά της Βία Κουιρινάλε, υπάρχει η εκκλησία του Σαν Κάρλο άλλε Κουάτρο Φοντάνε. Δυτικά είναι οι Κήποι και το Παλάτσο ντελ Κουιρινάλε.

Το εξωτερικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κύρια πρόσοψη της εκκλησίας βλέπει στη Βία ντελ Κουιρινάλε (πρώην Βία Πία), όπως και την εκκλησία Σαν Κάρλο άλλε Κουάτρο Φοντάνε του Μπορρομίνι πιο κάτω. Σε αντίθεση με τον Σαν Κάρλο, ο Σαντ' Αντρέα βρίσκεται πίσω από τον δρόμο και ο χώρος έξω από την εκκλησία περικλείεται από χαμηλούς καμπύλους τοίχους. Ένας ωοειδής κύλινδρος περικλείει τον θόλο και μεγάλες έλικες μεταφέρουν την πλευρική ώθηση του θόλου. Η κύρια πρόσοψη του δρόμου έχει ένα πλαίσιο με αέτωμα. Στο κέντρο υπάρχει μία ημικυκλική βεράντα, που τη συγκρατούν δύο ιωνικοί κίονες· κάτω της είναι η κύρια είσοδος. Επάνω από τη βεράντα βρίσκεται το εραλδικό οικόσημο του παραγγελιοδότη Παμφίλι.

Το εσωτερικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κύριος βωμός: Το μαρτύριο του Αγίου Ανδρέα (1668) του Γκυγιώμ Κουρτουά.

Στο εσωτερικό η κάτοψη είναι ελλειπτική. Η κύρια είσοδος βρίσκεται στο ένα άκρο του κοντού άξονα της έλλειψης, ενώ στο άλλο άκρο του είναι ο υψηλός βωμός. Η ωοειδής μορφή του κύριου χώρου της εκκλησίας ορίζεται από τον περιμετρικό τοίχο, τους 10 ψευδοκίονες και τον θριγκό, που πλαισιώνει τα πλαϊνά παρεκκλήσια και τον χρυσό θόλο της οροφής. Στη μεριά του υψηλού βωμού δύο μεγάλα ζεύγη στηλών υποβαστάζουν ένα καμπυλωτό αέτωμα.

Ο Φανός στο Σαντ' Αντρέα αλ Κουιρινάλε.

Σε αντίθεση με τα σκοτεινά πλευρικά παρεκκλήσια, ο υψηλός χώρος βωμού φωτίζεται καλά από μία κρυφή πηγή φωτός και γίνεται η κύρια οπτική εστία του κάτω μέρους του εσωτερικού. Ως αποτέλεσμα, ο πιστός γίνεται αποτελεσματικά «μάρτυρας» στη θεατρική αφήγηση του Αγίου Ανδρέα, που ξεκινά από τον υψηλό βωμό και κορυφώνεται στον τρούλο. Επάνω από τον υψηλό βωμό είναι μία ελαιογραφία του Μαρτυρίου του Αγίου Ανδρέα (1668) από τον Γάλλο ζωγράφο Γκυγιώμ Κουρτουά, μία απεικόνιση που δείχνει τον Ανδρέα δεμένο με τον χιαστί σταυρό (σταυρό με διαγώνια σκέλη) στον οποίο σταυρώθηκε. Ένα γλυπτό του Αγ. Ανδρέα εμφανίζεται να διακόπτει το καμπυλωτό αέτωμα επάνω από τον υψηλό βωμό. Είναι από λευκό μάρμαρο και το έφτιαξε ο γλύπτης Aντόνιο Ράτζι. Ο Άγιος εμφανίζεται να πατά σε ένα σύννεφο, ορίζοντας μία ουράνια εμφάνιση και, με το χέρι του απλωμένο και βλέμμα στραμμένο προς τα επάνω, δείχνει ότι οδεύει στον ουρανό, που αντιπροσωπεύεται από τον χρυσό τρούλο. Στη βάση του τρούλου υπάρχουν παράθυρα και επάνω από αυτά γλυπτοί άγγελοι. Γύρω από το άνοιγμα του Φανού υπάρχουν γύψινα κεφάλια από χερουβείμ, ενώ στον Φανό σχεδιάστηκε ως περιστερά το Άγ. Πνεύμα.[8] Αυτή η δραματική οπτική αφήγηση διατηρείται όχι μόνο μέσω του χώρου και του φωτισμού της εκκλησίας, αλλά και με διαφορετικούς καλλιτεχνικούς τρόπους. Ο Μπερνίνι συνδύασε τη ζωγραφική, τη γλυπτική και την αρχιτεκτονική σε μία σύνθεση, για να δημιουργήσει οπτικά την ιδέα της αποθέωσης του Αγίου Ανδρέα σε αυτό το πνευματικό θέατρο. Μία παρόμοια σύνθεση καλλιτεχνικών τρόπων χρησιμοποίησε στον σχεδιασμό του για την Έκσταση της Αγίας Τερέζας στο παρεκκλήσιο Κορνάρο της Σάντα Μαρία ντελα Βιτόρια. Αυτή η σύνθεση έχει αναφερθεί ως «ενότητα των εικαστικών τεχνών». [9]

Παρεκκλήσια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κύριος βωμός, Το μαρτύριο του Αγίου Ανδρέα (1668), τα παρεκκλήσια, ο θόλος και ο φανός.
Κάτοψη: (1) κύρια είσοδος, (2) παρεκκλήσιο του Αγίου Φράνσις Ξαβιέ, (3) παρεκκλήσιο του Πάθους, (4) παρεκκλήσιο του Αγίου Στανίσλας Κόστκα, (5) παρεκκλήσιο του Αγίου Ιγνατίου Λογιόλα, (6) βωμός, (7) είσοδος σε αρχάριους Ιησουίτες και πρόσβαση στα δωμάτια του Αγ. Στανίσλας Κόστκα.
Ο Άγιος Ανδρέας επάνω σε ένα σύννεφο, ανεβαίνει στον ουρανό, από τον Aντόνιο Ράγκι.

Πρώτο παρεκκλήσιο προς τα δεξιά, αυτό του Αγ. Φράνσις Ξαβιέ στεγάζει τρεις καμβάδες του Μπατσίτσιο, που απεικονίζουν το Βάπτισμα, το Κήρυγμα και το Τέλος του Αγ. Φράνσις Ξαβιέ (1705). Στην οροφή, ο Φιλίππο Μπράτσι ζωγράφισε τη Δόξα του Αγ. Φράνσις Ξαβιέ. Το Παρεκκλήσιο του Πάθους, επίσης γνωστό και ως Παρεκκλήσιο της Φραγγέλωσης, έχει τρεις καμβάδες με σκηνές από το Πάθος του Ιησού Χριστού από τον Τζιακίντο Μπράντι: μία Αποκαθήλωση, μια Φραγγέλωση, και ένας Δρόμος προς το Γολγοθά (1682). Στα αριστερά του κύριου βωμού, το παρεκκλήσιο του Αγ. Στανίσλαου Κόστκα στεγάζει το ιερό του Αγίου: μία υδρία, από χαλκό και λάπις λάζουλι του 1716. Ο πίνακας επάνω από το ταφικό μνημείο Μαντόνα με το Παιδί και τον Άγ. Στάνισλαο Κόστκα είναι από τον Κάρλο Μαράτα (1687) και μία τοιχογραφία οροφής της Δόξας των Αγίων από τον Τζιοβάνι Οντάτσι. Το τελευταίο παρεκκλήσιο, αφιερωμένο στον Άγιο Λογιόλα, στεγάζει τους πίνακες της Μαντόνας με το Παιδί και την Προσκύνηση των Βασιλέων και των Ποιμένων από τον Λουντοβίκο Ματσάντι, με μία οροφή με τη Δόξα των Αγγέλων του Τζιουζέπε Κιάρι.

Μεταξύ του παρεκκλησίου του Αγ. Στανίσλαου Κόστκα και του κύριου βωμού βρίσκεται ένα παρεκκλήσιο με μεγάλο σταυρό. Στεγάζει τον τάφο του Βασιλιά Καρόλου-Εμμανουήλ Δ΄ της Σαρδηνίας και του Πιεμόντε, ο οποίος παραιτήθηκε το 1815 για να εισέλθει στην Εταιρεία του Ιησού και έπειτα έζησε στον χώρο τη σχολής Ιησουιτών, δίπλα στην εκκλησία, μέχρι το τέλος του το 1819.

Ταφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δωμάτια του Αγ. Στανίσλαου Κόστκα στους χώρους των αρχαρίων Ιησουιτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γλυπτό, από τον Πιέρ Λε Γκρο, του Αγ. Στανίσλαου Κόστκα (1702-03) στον χώρο των αρχαρίων Ιησουιτών, δίπλα στον Σαντ' Αντρέα αλ Κουιρινάλε, στη Ρώμη.

Τα δωμάτια του Αγ. Στανίσλαου Κόστκα έχουν ανακατασκευαστεί δίπλα στην εκκλησία. Ένα γλυπτό από πολύχρωμο μάρμαρο του Πιέρ Λε Γκο του Νεότερου (1702–03), απεικονίζει το τέλος του αγίου. Ο αδελφός Αντρέα Πότσο έχει ζωγραφίσει σκηνές από τη ζωή του αγίου στα δωμάτια. Η ζωγραφική σε καμβά επάνω από το κεφάλι του Στάνισλαου, που ζωγράφισε ο Τομάζο Μινάρντι το 1825, κάλυψε μερικές παλαιότερες, φθαρμένες τοιχογραφίες. [10]

Κατάλογος των καρδιναλίων ιερέων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 7218. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 7218. Ανακτήθηκε στις 16  Ιουνίου 2021.
  3. Ανακτήθηκε στις 6  Ιανουαρίου 2021.
  4. 4,0 4,1 4,2 catalogo.beniculturali.it.
  5. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. Ανακτήθηκε στις 30  Ιουλίου 2018.
  6. Gauvin Alexander Bailey: «Between Renaissance and Baroque: Jesuit Art in Rome, 1565–1610». (Αγγλικά) Between Renaissance and Baroque: Jesuit Art in Rome, 1565–1610. University of Toronto Press. 29  Ιανουαρίου 2016. ISBN-13 978-1-4426-8629-8.
  7. Hibbard, Howard.1986 edn. Bernini, Pelican, p.148
  8. Hibbard, 1986 p.147
  9. Lavin, Irving (1980), Bernini and the Unity of the Visual Arts, New York: Oxford University Press, ISBN 0-19-520184-1 
  10. For a detailed discussion of these rooms, the statue and an unsuccessful proposal by the artist to bring it into the saint's chapel within the church, see: Gerhard Bissell, Pierre Le Gros 1666-1719, Reading (Si Vede) 1997 (in German), pp. 73-79.