Σαλβαρσάνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η αρσφαιναμίνη, ευρέως γνωστή ως σαλβαρσάνη ή σαλβαρασάνη, είναι ένα αντιβιοτικό φάρμακο που χρησιμοποιήθηκε για την καταπολέμηση της σύφιλης και της ασθένειας του ύπνου στις αρχές του 20ού αιώνα. Είναι μια οργανική ένωση με αρσενικό. Συγκεκριμένα, είναι ένα μείγμα τριμερούς και πενταμερούς κυκλικής ένωσης (τριαμινοτριυδροξυαρσενοβενζόλιο και πεντααμινοπενταϋδροξυαρσενοβενζόλιο). Το όνομα Salvarsan (που αποτελείται από τις λατινικές λέξεις salvare - σώζω, θεραπεύω, sanus - υγιές, ολόκληρο και ένα υπόλοιπο της λέξης αρσενικό) σημαίνει θεραπεία αρσενικού ή θεραπευτικό αρσενικό, και αποτελεί εμπορικό όνομα.

Η σαλβαρσάνη ανακαλύφθηκε στο εργαστήριο του Πάουλ Έρλιχ, από τον Άλφρεντ Μπερτχάιμ το 1907. Η δράση της κατά της σύφιλης όμως ανακαλύφθηκε από τον Σαχατσίρο Χάτα το 1909, ο οποίος πραγματοποιούσε δοκιμές για την εύρεση ενός αντιμικροβιακού φαρμάκου κατά της ασθένειας, υπό την καθοδήγηση του Έρλιχ, ο οποίος του είχε υποδείξει να ερευνήσει όλα τα μέχρι τότε γνωστά συνθετικά παράγωγα του αρσενικού, για να δει αν είχαν ιδιότητες κατά της σύφιλης. Η σαλβαρσάνη ονομάστηκε αλλιώς και ένωση 606.

Είναι ανοιχτή κίτρινη, υγροσκοπική σκόνη, που οξειδώνεται εύκολα στον αέρα και μετατρέπεται σε τοξικές ενώσεις.

Η αρσφαιναμίνη είναι τοξική έναντι του βακτηρίου Treponema pallidum, το οποίο είναι υπεύθυνο για την εμφάνιση της σύφιλης.