Ο ανθρώπινος παράγοντας (μυθιστόρημα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο ανθρώπινος παράγοντας
Εξώφυλλο ελληνικής έκδοσης του 2020
ΣυγγραφέαςΓκράχαμ Γκρην
ΤίτλοςThe Human Factor
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1978
ΤόποςΗνωμένο Βασίλειο
Νότια Αφρική
LC ClassOL106078W
LΤ ID92653
Πρώτη έκδοσηThe Bodley Head
ΠροηγούμενοThe Honorary Consul
ΕπόμενοDoctor Fischer of Geneva

Ο ανθρώπινος παράγοντας (αγγλικός τίτλος: The Human Factor) είναι κατασκοπικό μυθιστόρημα του Άγγλου συγγραφέα Γκράχαμ Γκρην που δημοσιεύτηκε το 1978. Αφηγείται την ιστορία ενός Βρετανού πράκτορα, ο οποίος ενώ βρισκόταν σε αποστολή στη Νότια Αφρική ήρθε σε σύγκρουση με την πολιτική του απαρτχάιντ και άρχισε να μεταβιβάζει πληροφορίες στις Σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες.[1]

Διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου και παρουσιάζει τη σύγκρουση της ηθικής με την έννοια του εθνικού συμφέροντος. Το έργο πραγματεύεται την υποχρέωση μυστικότητας στην προσωπική ζωή των εργαζόμενων στις Μυστικές υπηρεσίες, καθώς κάθε ιδιωτική ή κοινωνική σχέση - ο αστάθμητος «ανθρώπινος παράγοντας» - που εμπλέκεται με τον εργασιακό του χώρο μπορεί να αποβεί μοιραία για έναν πράκτορα. Αναφέρεται επίσης στην επίδραση των διεθνών υποθέσεων στις ζωές των ατόμων και στην εργαλειοποίηση και χειραγώγηση ανθρώπων από τους μηχανισμούς των Μυστικών υπηρεσιών.[2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μόρις Κάσελ είναι ένας 62χρονος υπάλληλος της Βρετανικής Μυστικής Υπηρεσίαας ΜΙ6 που ασχολείται με γραφειοκρατική δουλειά στα κεντρικά γραφεία της υπηρεσίας στο Λονδίνο. Ο Κάσελ ζει μια ήσυχη ζωή στην Αγγλία και ανυπομονεί να συνταξιοδοτηθεί: είναι παντρεμένος με τη Σάρα, μια μαύρη Νοτιοαφρικανή την οποία ερωτεύτηκε κατά την προηγούμενη θητεία του στη Νότια Αφρική, τώρα ζει στα προάστια με τη Σάρα και τον γιο της Σαμ, που φροντίζει σαν γιο του, και ταξιδεύει καθημερινά στη δουλειά του στο Λονδίνο με το τρένο. Ο Κάσελ συνάντησε τη Σάρα στην Νότια Αφρική όπου επικρατούσε η πολιτική του απαρτχάιντ και, για να τη σώσει από ένα στρατόπεδο φυλακών, έλαβε τη βοήθεια του Κάρσον.[3]

Καθώς αρχίζει το βιβλίο, μια διαρροή εντοπίστηκε στο Αφρικανικό τμήμα στο Λονδίνο, όπου εργάζεται ο Κάσελ, και απειλεί να διαταράξει αυτή την επισφαλή ηρεμία. Ωστόσο η έρευνα που προκύπτει για τον προδότη οδηγεί στον λάθος ένοχο: τον νεότερο συνάδελφο του Κάσελ, τον αμέριμνο Άρθουρ Ντέιβις, τον οποίο ο κυνικός Πέρσιβαλ, ένας από τους επικεφαλής της MI6, σκοτώνει διακριτικά. Ο Κάσελ αρχίζει να βασανίζεται από ζητήματα πίστης, ηθικής και συνείδησης. Από τη μία πλευρά, ο Κάσελ διεκπεραιώνει ευσυνείδητα την καθημερινή του δουλειά. Από την άλλη, είναι ευγνώμων στον κομμουνιστή Κάρσον που βοήθησε τη γυναίκα του να δραπετεύσει από τη Νότια Αφρική και, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης και αν και δεν είχε ποτέ σχέση με τον κομμουνισμό, ανέλαβε να δίνει στις Σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες πληροφορίες για την Αφρική, πιστεύοντας ότι βοηθά τους συμπατριώτες της γυναίκας του - χωρίς να γνωρίζει ότι οι Σοβιετικοί τον χρησιμοποιούσαν από τότε για εντελώς διαφορετικούς σκοπούς.[4]

Ωστόσο, ο ρόλος του Κάσελ στη διαρροή ανακαλύπτεται από τον Μύλερ, έναν Νοτιοαφρικανό συνεργάτη της αγγλικής κατασκοπείας. Ο Κάσελ αισθάνεται κυνηγημένος και τελικά αναγκάζεται να διαφύγει στους Σοβιετικούς. Το μυθιστόρημα τελειώνει με μια ζοφερή απεικόνιση της ζωής του Κάσελ στη Μόσχα - όπου μαθαίνει ότι οι αναφορές του δεν χρησιμοποιήθηκαν για την καταπολέμηση του απαρτχάιντ, αλλά για την αξιοπιστία ενός Ρώσου πράκτορα που οι Βρετανοί πίστευαν ότι δούλευε γι'αυτούς - ζει σε έντονη απογοήτευση, χωρίς καμία ελπίδα να μπορέσει να επανενωθεί με την οικογένειά του, που βρίσκεται αποκλεισμένη στην Αγγλία.[2]

Κύρια θέματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην αυτοβιογραφία του Τρόποι απόδρασης το 1980, ο Γκρην έγραψε ότι στόχος αυτού του βιβλίου του ήταν «να γράψει ένα μυθιστόρημα κατασκοπείας απαλλαγμένο από τη συμβατική βία, η οποία, αντίθετα με τα κατορθώματα του Τζέιμς Μποντ, δεν ήταν χαρακτηριστικό της Βρετανικής Μυστικής Υπηρεσίας». «Ήθελα να παρουσιάσω την Υπηρεσία αντιρομαντικά και τον τρόπο ζωής ανθρώπων που πηγαίνουν καθημερινά στο γραφείο τους μέχρι να συνταξιοδοτηθούν». Γράφοντας στα 70 του, ο Γκρην βασίστηκε στη δική του εμπειρία στην MI6 κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και πληροφορίες που είχε για διπλούς πράκτορες, όπως ο παλιός του προϊστάμενος, ο θρυλικός διπλός πράκτορας Κιμ Φίλμπυ, αν και δήλωσε ότι ο ήρωας του μυθιστορήματος δεν βασιζόταν στον Φίλμπυ.[5]

Ένα άλλο κεντρικό θέμα είναι οι λόγοι, εκτός από τον ιδεολογικό φανατισμό ή τα χρήματα, που μπορούν να οδηγήσουν έναν πράκτορα να «περάσει στην άλλη πλευρά», προδίδοντας την πατρίδα του, οικογένεια και φίλους: αυτός είναι «ο ανθρώπινος παράγοντας», το στοιχείο του απρόβλεπτου που μπορεί να αποβεί καθοριστικό στο περιβάλλον των Μυστικών υπηρεσιών.

Ο Γκρην αναφέρεται επίσης στις σχέσεις της Δύσης με τη Νότια Αφρική σχετικά με το καθεστώς του απαρτχάιντ. Αναφέρει ότι αν και η Δύση αντιτάχθηκε δημόσια στο απαρτχάιντ, «απλά δεν μπορούσαν να αφήσουν τη Νότια Αφρική να υποκύψει στην εξουσία μαύρων και στον κομμουνισμό».[6]

Το μυθιστόρημα παρουσιάζει μια πολύ ρεαλιστική περιγραφή του χώρου εργασίας με την καθημερινή ρουτίνα, το μεσημεριανό γεύμα στην παμπ, τα ποτά μετά τη δουλειά σε μπαρ του Λονδίνου. [2]

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1979 διασκευάστηκε στην ταινία Διπλός κατάσκοπος, σε σκηνοθεσία Ότο Πρέμινγκερ σε σενάριο του Άγγλου συγγραφέα Τομ Στόπαρντ. [7]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο ανθρώπινος παράγοντας, μτφ. Μάριος Βερέττας, εκδ. Ψυχογιός, 1989 [8]
  • Ο ανθρώπινος παράγοντας, μτφ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. Πόλις, 2020 [9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]