Ο Λέανδρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η πρώτη έκδοση

Ο Λέανδρος του Παναγιώτη Σούτσου, είναι μυθιστόρημα - το πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα που εκδόθηκε στο έδαφος της ανεξάρτητης πλέον Ελλάδας και συγκεκριμένα στο Ναύπλιο, (πρωτεύουσα τότε του νεοελληνικού βασιλείου), τον Απρίλιο του 1834, από το τυπογραφείο των Κωνσταντίνου Τόμπρα και Κωνσταντίνου Ιωαννίδη.
Ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρόλογο του μυθιστορήματος μάλιστα δηλώνει την περηφάνια του που είναι ο πρώτος μυθιστοριογράφος του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους. [1]
Το μυθιστόρημα, έκτασης 124 σελίδων, γραμμένο στην πολύ δημοφιλή εκείνη την εποχή - επιστολική μορφή, διηγείται τον μοιραίο έρωτα δύο νέων - του Λέανδρου και της Κοραλλίας -στην σύγχρονη Αθήνα.

Πληροφορίες για το έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λέανδρος και η Κοραλία, γόνοι Φαναριώτικων οικογενειών που με την σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, ήρθαν στην Αθήνα, αγαπιόντουσαν ήδη από μικρά παιδιά. Το μίσος όμως των οικογενειών τους αλλά και οι ανακατατάξεις που έφερε η ελληνική επανάσταση και η δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους, τους χώρισαν. Συναντιούνται τυχαία, ξανά, στην Αθήνα για να διαπιστώσουν και οι δυο τους, ότι ο έρωτάς τους έχει μείνει ανέπαφος. Μόνο που η Κοραλία είναι τώρα παντρεμένη και μητέρα ενός παιδιού. Η ηθική και των δυο τους, τους απαγορεύει κάθε είδους σκέψη για πραγματοποίηση του έρωτά τους, και έτσι ο Λέανδρος - και με προτροπή της Κοραλίας, φεύγει για δυο μήνες από την Αθήνα με σκοπό να "ξεχάσει" την Κοραλία. Αφού περιπλανηθεί θα καταλήξει στο Ναύπλιο, και θα βρεθεί εν μέσω των ραδιουργιών για την κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας στην Ελλάδα. Όταν ύστερα από δυο μήνες γυρίζει στην Αθήνα, βρίσκει την Κοραλία ετοιμοθάνατη. Όταν τελικά πεθαίνει, ο Λέανδρος αυτοκτονεί και αυτός, κρατώντας ένα πορτραίτο της στην αγκαλιά του.
Στο μυθιστόρημα τέσσερα πρόσωπα ανταλλάσσουν επιστολές μεταξύ τους: ο Λέανδρος, ο φίλος του ο Χαρίλαος που παραμένει στην Αθήνα και από αυτόν πληροφορείται τα νέα της Κοραλίας, η Κοραλία με την φίλη της, αγαπημένη του Χαρίλαου, Ευφροσύνη. Οι δυο γυναίκες όταν αλληλογραφούν πληροφορούν τον αναγνώστη για την πρόοδο της υπόθεσης του έργου και μόνο.
Το βιβλίο αποτελείται από 77 επιστολές, την πλειονότητα των οποίων - 50 -, στέλνει ο Λέανδρος στον Χαρίλαο το χρονικό διάστημα από 13 Δεκεμβρίου του 1833 έως και 4 Απριλίου του 1834.
Προς το τέλος του βιβλίου τα γράμματα αντικαθιστώνται με "Αποσπάσματα των συλλογισμών του", μετατρέποντας την επιστολική σε ημερολογιακή μορφή.

Η γνώμη των μελετητών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το περιηγητικό κείμενο του Παναγιώτη Σούτσου με τίτλο «Αι περιπλανήσεις μου» «μυθιστορικου σχήματος», σύμφωνα με τον ίδιο, - που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ήλιος» της εποχής εκείνης αποτελεί την πρώτη ύλη για την δημιουργία του «Λέανδρου».
Η πρώτη κριτική γίνεται σχεδόν αμέσως, στην εφημερίδα «Σωτήρ» της 19ης Απριλίου του 1834 από τον υπογράφοντα μόνο με τα αρχικά του Π.Δ.. Ο κριτικός αναγνωρίζει στο έργο του Σούτσου το μυθιστόρημα «Αδόλφος» του Βενιαμίν Κονστάν και φυσικά τον ψέγει γι' αυτό. Και οι επόμενες κριτικές που θα δημοσιευτούν μετά, θα επιμείνουν στην ομοιότητα του έργου με άλλα σύγχρονά του, και όχι τόσο στην ποιότητα. Οι κριτικοί θα δουν ομοιότητες (και όχι άδικα) με έργα του Λαμαρτίνου, του Ούγκο Φόσκολο, του Ρακίνα και άλλων. Σήμερα η κριτική μπορεί να αναγνωρίσει παραφρασμένους στίχους από ποιήματα του Λαμαρτίνου καθώς και εκτενή αποσπάσματα από τον «Ρενέ» του Σατωμπριάν. [2]
Ωστόσο όλα έχουν έναν κοινό πρόγονο: το επιστολικό μυθιστόρημα του Γκαίτε «Οι οδύνες του νεαρού Βέρθερου» (1774) το πιο δημοφιλές έργο της εποχής εκείνης, έργο που ενέπνευσε γενιές μυθιστοριογράφων και όχι μόνο τον Σούτσο. Το μυθιστόρημα κινείται στο χώρο του Ρομαντισμού (λογοτεχνικού κινήματος σε ακμή τότε) και χαρακτηρίζεται από αρκετά από τα θεματικά μοτίβα του, όπως : το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, το οποίο δεν επιτρέπει στον έρωτα του ζευγαριού να έχει ευτυχή κατάληξη,
η μελαγχολική διάθεση,
η ροπή προς την αυτοκτονία,
η οδοιπορίες και οι περιπλανήσεις σαν τρόποι λύτρωσης και λησμονιάς και
το έντονο θρησκευτικό στοιχείο [3]

Το μυθιστόρημα έχει ωστόσο, και την πολιτική πλευρά, του όπου σκιαγραφούνται οι απόψεις του Σούτσου αλλά και εν γένει της Φαναριώτικης ελίτ, για την πολιτική κατάσταση της χώρας. Οι εφημερίδες της εποχής που ασκούν κριτική στο έργο, το επισημαίνουν αυτό, είτε επικρίνοντας τον συγγραφέα για τις απόψεις του είτε επιδοκιμάζοντάς τον. Ο Σούτσος όπως φαίνεται στο έργο, επιδοκιμάζει την μοναρχία στο πρόσωπα του Όθωνα - (την οποία πιστεύει τότε ότι θα είναι συνταγματική) και τον ίδιο προσωπικά και έχει εμπιστοσύνη σε αυτόν. Ενάντιος του Καποδίστρια και των συνεχιστών της πολιτικής του, εξυμνεί την οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων παρομοιάζοντάς την με τους Αρμόδιο και Αριστογείτονα. [4]Την ίδια γνώμη έχει και για τους πολιτικούς - εννοώντας τους υπουργούς της κυβέρνησης, αλλά και για την έδρα της κυβέρνησης, το Ναύπλιο, το οποίο χαρακτηρίζει ως πόλη του ψεύδους.

Το Ναύπλιο την εποχή εκείνη

Στις πολιτικές θέσεις του Σούτσου μελετητές όπως η Αλεξάνδρα Σαμουήλ βλέπουν την επίδραση του Σαινσιμονισμού (πρώιμος ουτοπικός σοσιαλισμός) στην σκέψη και των δύο αδερφών Σούτσου που υιοθετούν τη δεκαετία του 1830. [5]

Σύγχρονη κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«...Το ύφος του Σούτσου είναι πομπώδες, γεμάτο στόμφο, περισσεύουν τα επιφωνήματα, οι επικλίσεις, τα θαυμαστικά. Η επιλογή του γλωσσικού εργαλείου συντείνει στην διαμόρφωση μιας ατμόσφαιρας ψυχρής, διόλου λυρικής που δεν ευνοεί ούτε στο ελάχιστο την αισθηματική κορύφωση. Ανήκει δηλαδή ο Σούτσος στην χορεία εκείνη των συγγραφέων που στο έργο τους εμφανίζουν ανάγλυφα τις πνευματικές συμβατικότητες που όπως λέει ο Βάλτερ Πούχνερ, στους poetas minores διαφαίνονται συχνά πιο καθαρά από ότι στους μεγάλους. Ο λόγος πληθωρικός, δημιουργός θορύβων ολοκληρώνεται με τη σιωπή και η πολυφωνία οδηγεί στο μονόλογο: Ο Λέανδρος απευθύνεται στους πάντες και τα πάντα. Στον Θεό, στη φύση, στον Θάνατο, στον Βασιλιά της Ελλάδας. Κι όμως κατά βάθος δεν απευθύνεται σε κανέναν. Στην ουσία θα ήταν δύσκολο να μιλάμε για πράξη επικοινωνίας....η επιστολή μεταβάλλεται σε προσωπικό ημερολόγιο.» [6]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • «Ο Λέανδρος (1834) και η ιδεολογία του Ελληνισμού»: δοκίμιο του μελετητή Steven Van Renterghemh όπου παρουσιάζεται ανάλυση των πολιτικών περισσότερο, θέσεων του Σούτσου μέσα στο μυθιστόρημα [ttp://www.eens.org/EENS_congresses/2010/VanRenterghem_Steven.pdf ]
  • «Πεζογραφία 1830-1880: Ο ΛΕΑΝΔΡΟΣ του Παναγιώτη Σούτσου – Η ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ του Εμμανουήλ Ροΐδη»: εργασία της Κάτιας Παπαδοπούλου για το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, σύγκριση των δύο μυθιστορημάτων των αρχών και του τέλους του 19ου αιώνα, αντίστοιχα [2]
  • «Ο ουτοπικός σοσιαλισμός των αδελφών Σούτσου» του Νάσου Βαγενά [3]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-A107/582/3808,16731/
  2. Αλεξάνδρα Σαμουήλ: εισαγωγικό σημείωμα στο μυθιστόρημα «Λέανδρος» των εκδόσεων «Νεφέλη», 1996, σελ. 12
  3. Κάτια Παπαδοπούλου: «ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ 19ου ΚΑΙ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ 20ου αι.», σελ. 5
  4. Αλεξάνδρα Σαμουήλ, σελ. 18
  5. Σαμουήλ, σελ. 19
  6. Μαρία Σγουρίδου [1], σελ. 194