Ναράμ-Σιν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ναράμ-Σιν
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑκκαδική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης (2254 π.Χ.–2218 π.Χ.)[1]
Οικογένεια
ΤέκναΣαρ-Καλί-Σαρί
Enmenana
Shumshani
Tuta-Napshum
Ukin-Ulmash
Bin-Kali-Sharri
Lipit-Ili
Nabi-Ulmash
Tar'am-Agade
Me-Ulmash
ΓονείςΜανιστουσού[1]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ναράμ-Σιν (Ακκαδική γλώσσα: "𒀭𒈾𒊏𒄠𒀭𒂗𒍪", το όνομα του μεταφράζεται στα Ακκαδικά ως "αγαπημένος του θεού της Σελήνης", το σύμβολο "𒀭" είναι σιωπηλή αναφορά για το "θείο") ήταν τέταρτος και κορυφαίος βασιλιάς στην Ακκαδική αυτοκρατορία.[1] Η περίοδος διακυβέρνησης του ήταν σύμφωνα με την Μέση Χρονολόγηση την περίοδο (2254 π.Χ. - 2218 π.Χ.), ήταν ο τρίτος διάδοχος και εγγονός του ιδρυτή της αυτοκρατορίας Σαργών του Μέγα. Με τον Ναράμ-Σιν έφτασε στο μέγιστο της ισχύος της, ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Μεσοποταμίας που διεκδίκησε τους τίτλους "θεός της Ακκάδ" και "βασιλιάς των τεσσάρων μερών". Με τον τρόπο αυτό έγινε πολιούχος θεός της Ακκάδ με τον ίδιο τρόπο που ο ύπατος θεός Ενλίλ ήταν πολιούχος της Νιππούρ.[2]

Άνοδος στον θρόνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ναράμ-Σιν ήταν γιος και διάδοχος του Μανιστουσού, ανεψιός του Ριμούς και εγγονός του Σαργών του Μέγα και της Τασλουλτούμ, η θεία του ήταν η αρχιέρεια Ενχεντουάννα.[3] Ο Ναράμ-Σιν νίκησε πολλές φυλές στα Όρη Ζάγκρος, στην Οροσειρά του Ταύρου και στα όρη Αμαρός, επέκτεινε την κυριαρχία του μέχρι την Μεσόγειο και την Αρμενία. Η νικήτρια στήλη του παρουσιάζει τον θρίαμβο του απέναντι στον Σατούνι, αρχηγό των Λουλούμπι στα Όρη Ζάγρος. Ο κατάλογος των βασιλέων του αποδίδει μια περίοδο 56 ετών, τα 20 από αυτά έμειναν γνωστά σε στρατιωτικές εκστρατείες απέναντι σε μεγάλες πόλεις όπως η Ουρούκ και η Σουμπαρτού. Σε μια από αυτές τις χρονιές προχώρησε σε εκστρατεία στην Σιμουρρούμ και αιχμαλώτισε τον κυβερνήτη της.[4][5] Σε άλλα έτη αναφέρονται οι κατασκευές ναών στην Ακκάδ και στην Νιππούρ, όπως και διοικητικών κέντρων στην Ναγκάρ και την Νινευή. Σε κάποια χρονιά της βασιλείας του οι υπήκοοι του εξεγέρθηκαν σε επανάσταση με επίκεντρο την πόλη του Κις, ο ίδιος τους συνέτριψε.[6]

Υποταγή των βασιλέων της Σουμερίας και του Ελάμ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κυβερνήτες των πόλεων-κρατών της Σουμερίας δήλωσαν την υποταγή τους στην Ακκαδική αυτοκρατορία, ένας από αυτούς όπως αναφέρεται σε μια επιγραφή ήταν ο βασιλιάς της Λαγκάς Λούγκαλ-Ουσουμγκάλ (2230 π.Χ. - 2210 π.Χ.), ο ίδιος ο γιος και διάδοχος του Ναράμ-Σιν Σαρ-Καλί-Σαρί διεκδίκησε τον τίτλο του "βασιλιά του Λαγκάς".[7][8][9][10] Σύμφωνα με την επιγραφή του Λούγκαλ-Ουσουμγκάλ αποκαλείται "Ναράμ-Σιν βασιλεύς της Ακκάδ και των τεσσάρων μερών, Λούγκαλ-Ουσουμγκάλ ο υπηρέτης του".[11][12] Ο Λούγκαλ-Ουσουμγκάλ ήταν πραγματικά υπηρέτης των Ακκάδων αλλά ο διάδοχος του Πουζούρ-Μαμά θα τους εκδιώξει, θα ανακηρύξει την ανεξαρτησία του από τον Σαρ-Καλί-Σαρί και θα ιδρύσει την δεύτερη ένδοξη δυναστεία του Λαγκάς.[13][14][15] Το Ελάμ βρισκόταν υπό την εξουσία των Ακκάδων από την εποχή του Σαργών του Μέγα.[16] Ο Ελαμίτης βασιλιάς από την δυναστεία των Αουάν Χίτα είχε υπογράψει ειρήνη με τον Ναράμ-Σιν με την φράση "ο εχθρός του Ναράμ-Σιν είναι και δικός μου εχθρός και ο φίλος του φίλος μου".[17][18][19] Η Συνθήκη αυτή επέτρεψε στον Ναράμ-Σιν να εξασφαλίσει ειρήνη στα ανατολικά του σύνορα ώστε να μπορεί να προχωρήσει σε εκστρατεία απέναντι στους Γκούτι.[20] Οι εκτεταμένες μελέτες έδειξαν ότι ο Χίτα παρείχε Ελαμίτικα στρατεύματα στον Ναράμ-Σιν, πάντρεψε την κόρη του μαζί του και ανήγειρε ανδριάντες του Ναράμ-Σιν στα Σούσα.[21] Το βέβαιο είναι ότι ο Ναράμ-Σιν είχε στην διάρκεια της βασιλείας του μεγάλη επίδραση στο Ελάμ,΄οικοδόμησε ναούς και επιγραφές με το όνομα του, η Ελαμίτικη γλώσσα αντικαταστάθηκε με τα Ακκαδικά σε επίσημα έγγραφα.[22] Οι στρατιωτικοί κυβερνήτες του Ελάμ είχαν την εποχή του Ναράμ-Σιν Ακκαδικά ονόματα, αυτό δείχνει ότι ήταν αξιωματούχοι της Ακκαδικής αυτοκρατορίας.[23][24][25][26]

Νικήτρια στήλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βασιλιάς Ναράμ-Σιν όπως απεικονίζεται στην στήλη του

Οι κατακτήσεις της Έμπλα και του Αρμανούμ στις Μεσογειακές ακτές φαίνονται από τις επιγραφές του :[27]

"από την εποχή που δημιουργήθηκε η ανθρωπότητα κανένας βασιλιάς δεν κατέκτησε την Έμπλα και το Αρμανούμ, με τα όπλα που έδωσε ο θεός Νεργκάλ στον Ναράμ-Σιν μπόρεσε να τις κατακτήσει, επεκτάθηκε μέχρι τον Άμανο, τα Όρη του Κέδρου και την βόρεια θάλασσα. Ο θεός Ντάγκον δόξασε την βασιλεία του και τον βοήθησε να κατακτήσει το Αρμανούμ και την Έμπλα."

Μια στήλη από Αλάβαστρο που δείχνει αιχμαλώτους να καθοδηγούνται από Ακκάδες στρατιώτες αποδίδεται στον Ναράμ-Σιν.[28] Η στήλη θεωρείται πιο εξελιγμένη από αυτές του Σαργών του Μέγα και του Ριμούς, θραύσματα της βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο του Ιράκ και στο Μουσείο της Βοστώνης.[29] Η στήλη είναι αρκετά θρυμματισμένη και έχουν γίνει πολλές προσπάθειες να αποκατασταθεί.[30][31][32] Στην στήλη είναι εμφανές ότι πρόκειται για αιχμαλώτους από τις εκστρατείες του Ναράμ-Σιν στην Κιλικία και την Ανατολή, τα λάφυρα που εμφανίζονται είναι άγνωστα στην Μεσοποταμία, αντίθετα είναι γνωστά στην Ανατολική Μεσόγειο.[33]

Η κατάρα του Ακκάδ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα επικό ποίημα της Μεσοποταμίας με τίτλο "η κατάρα του Ακκάδ, ο Εκούρ εκδικήθηκε" εξηγεί τον τρόπο που κατέρρευσε η αυτοκρατορία του Σαργών του Μέγα. Ο μύθος είναι γραμμένος εκατοντάδες χρόνια μετά τον θάνατο του Ναράμ-Σιν, εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο οι Γκούτοι κατέστρεψαν την Ακκαδική αυτοκρατορία. Ο Ναράμ-Σιν μετά από μια περίοδο μεγάλης δόξας λεηλάτησε τον Εκούρ, τον ναό του Ενλίλ στην Νιππούρ για να δείξει ότι είναι ανώτερος του. Ο θεός εξοργισμένος ζήτησε από τους Γκούτι να λεηλατήσουν τους λόφους ανατολικά του Τίγρη, με τον τρόπο αυτό έφεραν πείνα και αρρώστιες σε ολόκληρη την Μεσοποταμία, οι τιμές των τροφίμων εκτοξεύτηκαν.[34] Οι οκτώ θεοί αποφάσισαν σε συμβούλιο να καταστραφεί η Ακκάδ για να γλυτώσουν οι υπόλοιποι Σουμέριοι. Οι Γκούτοι κατέλυσαν την Ακκαδική αυτοκρατορία και δημιούργησαν νέο κράτος με πρωτεύουσα την Αντάμπ.[35] Οι Γκούτοι κυβέρνησαν την Σουμερία περισσότερο από 100 χρόνια μέχρι που καταλύθηκαν και αυτοί από την Τρίτη Δυναστεία της Ουρ.[36][37] Η Στήλη του Ναράμ-Σιν απεικονίζει τον ίδιο τον βασιλιά να σκαρφαλώνει σε ένα βουνό πάνω από τους στρατιώτες και τους εχθρούς του.[38] Η στήλη μεταφέρθηκε από τους Ελαμίτες στα Σούσα τον 12ο αιώνα π.Χ. και παρουσιάζει την μεγάλη δόξα του βασιλιά, σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 978-1-4051-4911-2. ISBN-13 978-1-4051-4911-2.
  2. Steinkeller, Piotr. "The Divine Rulers of Akkade and Ur: Toward a Definition of the Deification of Kings in Babylonia". History, Texts and Art in Early Babylonia: Three Essays, Berlin, Boston: De Gruyter, 2017, σσ. 107-157
  3. Alkhafaji, N., & Marchesi, G. (2020). Naram-sin's war against armanum and ebla in a newly-discovered inscription from tulul al-baqarat. Journal of Near Eastern Studies, 79(1), 1
  4. Cohen, Mark E. “A New Naram-Sin Date Formula.” Journal of Cuneiform Studies, Τομ. 28, Νο. 4, 1976, σσ. 227–32
  5. http://cdli.ucla.edu/tools/yearnames/HTML/T2K3.htm
  6. Steve Tinney, A New Look at Naram-Sin and the "Great Rebellion", Journal of Cuneiform Studies, Τομ. 47, σσ. 1-14, 1995
  7. http://oracc.iaas.upenn.edu/epsd2/cbd/sux/A.html
  8. Radau, Hugo (2005). Early Babylonian History: Down to the End of the Fourth Dynasty of Ur. Wipf and Stock Publishers. σσ. 6–7
  9. Woolley, Leonard (1938). The Summerians. σ. 83.
  10. https://archive.org/stream/theartofancientmesopotamiaartebook/The%20Art%20of%20ancient%20Mesopotamia%20%28Art%20Ebook%29#page/n65/mode/2up
  11. Radau, Hugo (2005). Early Babylonian History: Down to the End of the Fourth Dynasty of Ur. Wipf and Stock Publishers. σσ. 6–7
  12. https://cdli.ucla.edu/search/archival_view.php?ObjectID=P216941
  13. The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. 1971. σ. 436
  14. Álvarez-Mon, Javier; Basello, Gian Pietro; Wicks, Yasmina (2018). The Elamite World. Routledge. σ. 254
  15. The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. 1971. σ. 998
  16. Gershevitch, I. (1985). The Cambridge History of Iran. Cambridge University Press. σ. 8
  17. Edwards, I. E. S.; Gadd, C. J.; Hammond, N. G. L. (1971). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. σ. 651
  18. Hansen, Donald P. (2002). Leaving No Stones Unturned: Essays on the Ancient Near East and Egypt in Honor of Donald P. Hansen. Eisenbrauns. σ. 233
  19. https://collections.louvre.fr/cartelfr/visite?srv=car_not_frame&idNotice=12105
  20. Edwards, I. E. S.; Gadd, C. J.; Hammond, N. G. L. (1971). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. σ. 651
  21. Edwards, I. E. S.; Gadd, C. J.; Hammond, N. G. L. (1971). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. σ. 651
  22. Edwards, I. E. S.; Gadd, C. J.; Hammond, N. G. L. (1971). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. σσ. 444–445
  23. Potts, D. T. (2016). The Archaeology of Elam: Formation and Transformation of an Ancient Iranian State. Cambridge University Press. σ. 100
  24. https://cdli.ucla.edu/search/archival_view.php?ObjectID=P214852
  25. Álvarez-Mon, Javier (2020). The Art of Elam CA. 4200–525 BC. Routledge. σ. 216
  26. https://collections.louvre.fr/ark:/53355/cl010120414
  27. Frayne, Douglas. Sargonic and Gutian Periods. σσ. 132–133
  28. McKeon, John F. X. (1970). "An Akkadian Victory Stele". Boston Museum Bulletin. 68 (354): 226–243
  29. McKeon, John F. X. (1970). "An Akkadian Victory Stele". Boston Museum Bulletin. 68 (354): 226–243
  30. https://cdli.ucla.edu/search/archival_view.php?ObjectID=P498291
  31. McKeon, John F. X. (1970). "An Akkadian Victory Stele". Boston Museum Bulletin. 68 (354): 226–243
  32. Art of the First Cities: The Third Millennium B.C. from the Mediterranean to the Indus. Metropolitan Museum of Art. 2003. σσ. 204–205
  33. McKeon, John F. X. (1970). "An Akkadian Victory Stele". Boston Museum Bulletin. 68 (354): 239
  34. Samuel Noah Kramer (2010-09-17). The Sumerians: Their History, Culture, and Character
  35. M. Molina, "The palace of Adab during the Sargonic period", D. Wicke (ed.), Der Palast im antiken und islamischen Orient, Colloquien der Deutschen Orient-Gesellschaft 9, Wiesbaden: Harrassowitz 2019, σσ. 151-20
  36. Budge, E. A. Wallis, Sir (2005). Babylonian Life and History
  37. Reade, Julian (2000). Mesopotamia. British Museum Press. σσ. 67–68
  38. Kleiner, Fred (2005). Gardner's Art Through The Ages. Thomson-Wadsworth. σ. 41

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Cohen, Mark E. “A New Naram-Sin Date Formula.” Journal of Cuneiform Studies.
  • Steinkeller, Piotr. "The Divine Rulers of Akkade and Ur: Toward a Definition of the Deification of Kings in Babylonia". History, Texts and Art in Early Babylonia: Three Essays, Berlin, Boston: De Gruyter, 2017.
  • Steve Tinney, A New Look at Naram-Sin and the "Great Rebellion", Journal of Cuneiform Studies.
  • Radau, Hugo (2005). Early Babylonian History: Down to the End of the Fourth Dynasty of Ur. Wipf and Stock Publishers.
  • Edwards, I. E. S.; Gadd, C. J.; Hammond, N. G. L. (1971). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press.
  • Potts, D. T. (2016). The Archaeology of Elam: Formation and Transformation of an Ancient Iranian State. Cambridge University Press.
  • Al-Hussainy, Abbas Ali Abbas, "The civilized achievements of the Akkadian king Naram-Sin A Research in his Artistic Remains and The Date Formulas", ISIN Journal 3, 2022
  • Piotr Michalowski, New Sources concerning the Reign of Naram-Sin, Journal of Cuneiform Studies, vol. 32, no. 4, pp. 233–246, (Oct., 1980)
  • H.W.F. Saggs, The Babylonians, Fourth Printing, 1988, Macmillan Publishers Ltd.
  • J. P. Naab, E. Unger, Die Entdeckung der Stele des Naram-Sin in Pir Hüseyin, Istanbul Asariatika Nesriyati XII (1934)