Κοινά Γνώσης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Τα κοινά γνώσης χρησιμεύουν ως οικονομικές εισροές σε νέες διαδικασίες παραγωγής, στην αντιμετώπιση κοινωνικών διλλημάτων και στην διασφάλιση της διαχρονικότητας των ανθρώπινων ιδεών και επιστημών. Σε αντίθεση με τα φυσικά κοινά αγαθά, τα οποία ορίζονται από τον Arjo Klamer ως μη διαιρούμενα αγαθά συμπαραγωγής, ο ίδιος τονίζει τη μη ανταγωνιστική φύση τους και προτείνει ότι ο αποκλεισμός είναι σχεδόν αυτόματος για αυτά. Η ιδιοκτησία τέτοιων αγαθών, συμπεριλαμβανομένης της επιστημονικής γνώσης, δεν είναι σαφώς καθορισμένη, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο για την παραγωγή τους. Οι πόροι υποδομής λειτουργούν με φόντο κάθε είδους κοινωνική και οικονομική αλληλεπίδραση. Πιο συγκεκριμένα, μπορούμε να πούμε ότι αυτοί οι πόροι καταναλώνονται μη ανταγωνιστικά για κάποιο αξιόλογο εύρος ζήτησης, επίσης ότι οι πόροι υποδομής τείνουν να «χρησιμοποιούνται ως εισροή σε ένα ευρύ φάσμα αγαθών και υπηρεσιών» (Klamer, 2016, pp. 72–76)[1].

Η πνευματική υποδομή που επιτρέπει την λειτουργία των κοινών και ρυθμίζει τους κανόνες τους, αποτελεί ένα είδος πόρου. Από την άλλη όμως η υποδομή εκτός από πόρος, είναι καταρχήν ένα είδος γνώσης. Γενικά, υπάρχει η κοινή παραδοχή ότι η γνώση «αναφέρεται σε ένα ευρύ σύνολο πνευματικών και πολιτιστικών πόρων» (Strandburg, Frischmann & Madison, 2017)[2]. Οι πνευματικές και νομικές υποδομές αποτελούν μέρος της γνώσης μας και εν συνεχεία στοιχεία του ανθρώπινου κεφαλαίου. Τα νοητικά μοντέλα και τα κοινά σχήματα ταξινόμησης ανήκουν επίσης στην σφαίρα της γνώσης. Θέματα όπως επίσημοι κανόνες, άτυποι κανόνες και όργανα ερμηνείας, αποτελούν την πνευματική παρακαταθήκη της ανθρώπινης συνεισφοράς στην γνώση. Τα κοινά συστήματα ταξινόμησης και οι μηχανισμοί επιβολής είναι μορφές κοινωνικών υποδομών, όλα συνιστούν γνώση με τον τρόπο που μπορούμε να την αντιληφθούμε. Αυτή η παραδοχή είναι σύμφωνη με την έννοια της γνώσης που αναπτύχθηκε στις αγορές, στις οποίες οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης παίζουν βασικό ρόλο στο συντονισμό των προσδοκιών, και ως εκ τούτου των ενεργειών διαφορετικών ατόμων (Coase, 1934[3]· Hayek, 1945[4]).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Doing the Right Thing – Arjo Klamer». www.ubiquitypress.com. doi:10.5334/bbb/read/. Ανακτήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2021. 
  2. Strandburg, Katherine J.· Frischmann, Brett M. (12 Οκτωβρίου 2017). Governing Knowledge Commons: An Appraisal. Cambridge University Press. σελίδες 421–430. 
  3. Coase, R. H. (1937). «The Nature of the Firm» (στα αγγλικά). Economica 4 (16): 386–405. doi:10.1111/j.1468-0335.1937.tb00002.x. ISSN 1468-0335. https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/j.1468-0335.1937.tb00002.x. 
  4. Hayek, F. A. (1945). «The Use of Knowledge in Society». The American Economic Review 35 (4): 519–530. ISSN 0002-8282. https://www.jstor.org/stable/1809376.