Η Μυρσίνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Μυρσίνη ή Μυρτιά είναι ένα ελληνικό παραμύθι που έχει συλλέξει ο Γεώργιος Μέγας στο Παραμύθια. [1] Άλλες παραλλαγές συνέλεξε η Άννα Αγγελοπούλου. [2]

Ο τύπος του παραμυθιού είναι ο "Aarne-Thompson 709"[ασαφές], στον οποίο ανήκει και η Χιονάτη, βέβαια αντικαθιστά πολλά μοτίβα: τις αδερφές για τη θετή μητέρα, τον Ήλιο για τον μαγικό καθρέφτη, την εγκατάλειψη στο δάσος για απόπειρα δολοφονίας και τους Μήνες για τους νάνους. [3] Άλλα παραμύθια αυτού του τύπου [ασαφές] περιλαμβάνουν τα Μπέλα Βενέτσια, Νουρί Χαντίγκ, Gold-Tree και Silver-Tree. [4] και La petite Toute-Belle .

Σύνοψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μυρσίνη ήταν η μικρότερη από τις τρεις ορφανές αδερφές. Τρεις φορές, ο ήλιος ανήγγειλε ότι είναι η πιο όμορφη από όλες. Οι αδερφές που ζήλεψαν, της είπαν πως ήρθε η ώρα να τιμήσουν τη μητέρα τους είτε με ένα μνημόσυνο ή ξαναθάβοντας την. Ετοίμασαν παραδοσιακό φαγητό και πήγαν στον τάφο της μητέρας τους στο δάσος. Ξαφνικά αναφώνησαν πως είχαν ξεχάσει το φτυάρι και έτσι δεν μπορούσαν ούτε να φυτέψουν λουλούδια ούτε να την σκάψουν για να την ξαναθάψουν. Οι δύο μεγαλύτερες έπρεπε να επιστρέψουν για να το φέρουν, και η Μυρσίνη θα παρακολουθούσε το φαγητό. Το βράδυ, η Μυρσίνη συνειδητοποίησε ότι οι αδελφές της δεν θα επιστρέψουν και άρχισε να κλαίει. Το κλάμα της ξύπνησε τα δέντρα και ένα της είπε να αφήσει το ψωμί της να κυλήσει κάτω στο λόφο και να το ακολουθήσει. Η κοπέλα το έκανε και προσγειώθηκε σε ένα λάκκο, όπου βρισκόταν ένα σπίτι. Κρύφτηκε εκεί μέσα και ξεκίνησε να κάνει τις δουλειές του σπιτιού, ενώ οι ιδιοκτήτες, οι Μήνες, έλειπαν. Όταν οι Μήνες επέστρεψαν, αναρωτήθηκαν ποιος συγύρισε, μέχρι που ο μικρότερος αποφάσισε να μείνει πίσω και να κρυφτεί. Έτσι, έπιασε τη Μυρσίνη στα πράσα και από τότε, οι Μήνες, την είχαν σαν αδερφή τους.

Κάποια στιγμή, οι αδελφές της έμαθαν τα νέα. Την επισκέφθηκαν με ένα δηλητηριασμένο κέικ, ισχυριζόμενες ότι δεν κατάφεραν να τη βρουν. Η Μυρσίνη δίνει μέρος του κέικ στον σκύλο και αυτός πεθαίνει. Όταν οι αδελφές ανακαλύπτουν πως είναι ακόμα ζωντανή, την ξαναεπισκέφθηκαν. Η κοπέλα δεν θα τους άνοιγε την πόρτα, όμως εκείνες ισχυρίστηκαν πως της έφεραν ένα δακτυλίδι που η μητέρα τους ήθελε να το κληρονομήσει η Μυρσίνη. Μη μπορώντας να αψηφήσει τις επιθυμίες της μητρός της, η κοπέλα το φόρεσε και μονομιάς έπεσε στο πάτωμα. Όταν οι Μήνες επέστρεψαν και τη βρήκαν κάτω, θρήνησαν το χαμό της και κράτησαν το σώμα της σε ένα χρυσό σεντούκι.

Κάποια στιγμή, πέρασε ένας πρίγκιπας και θέλησε να διανυκτερεύσει. Οι Μήνες του έδωσαν το καλύτερο δωμάτιο του σπιτιού και έτσι είδε το περίτεχνο σεντούκι. Γοητευμένος, τους παρακάλεσε να το πάρει και τελικά του το έδωσαν με την προϋπόθεση να μην το ανοίξει ποτέ. Για αρκετό καιρό, ο πρίγκηπας τήρησε την υπόσχεση του, όμως αρρώστησε και δεν ήθελε να πεθάνει χωρίς να ξέρει τι κρυβόταν μέσα στο σεντούκι. Το άνοιξε και αμέσως μαγεύτηκε από την ομορφιά της Μυρσίνης. Σε μία του προσπάθεια να ανακαλύψει ποια ήταν, είδε το δαχτυλίδι και σκέφτηκε πως αυτό μπορεί να του αποκάλυπτε την ταυτότητα της. Το έβγαλε από το δάχτυλο της και η Μυρσίνη επανήλθε στη ζωή. Η κοπέλα διέταξε να πετάξουν το δαχτυλίδι στη θάλασσα και παντρεύτηκε τον πρίγκιπα. Μια μέρα, οι αδερφές της ήρθαν να της κάνουν ξανά κακό και ο πρίγκιπας έβαλε τους στρατιώτες του να τις σταματήσουν και να τις τιμωρήσουν.

βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Georgios A. Megas, Folktales of Greece, p 107, University of Chicago Press, Chicago and London, 1970
  2. Soula Mitakidou and Anthony L. Manna, with Melpomeni Kanatsouli, Folktales from Greece: A Treasury of Delights, p 9 (ISBN 1-56308-908-4)
  3. Georgias A. Megas, Folktales of Greece, p 231, University of Chicago Press, Chicago and London, 1970
  4. Heidi Anne Heiner, " Tales Similar to Snow White and the Seven Dwarfs Αρχειοθετήθηκε 2013-05-22 στο Wayback Machine."