Ευθύμιος Καμουτσής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ευθύμιος Καμουτσής
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ευθύμιος Καμουτσής (Ελληνικά)
Γέννηση1908
Αμυγδαλιά Φωκίδας
Θάνατος24  Ιουνίου 1997
Θεσσαλονίκη
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααξιωματικός Αστυνομικού Σώματος

Ο Ευθύμιος (Θύμιος) Καμουτσής (Αμυγδαλιά Φωκίδας, 1908 — Θεσσαλονίκη, 24 Ιουνίου 1997)[1] ήταν συνταγματάρχης της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής. Διατέλεσε, μεταξύ άλλων, φρούραρχος της Βουλής των Ελλήνων, διευθυντής της Γενικής Ασφαλείας Θεσσαλονίκης και διευθυντής της Διευθύνσεως Αστυνομίας Θεσσαλονίκης (η οποία, παρά το όνομα «Αστυνομία», υπαγόταν στη Χωροφυλακή).

Το 1963, μαζί με τον φίλο και προϊστάμενό του στρατηγό Κωνσταντίνο Μήτσου και άλλους αξιωματικούς της Χωροφυλακής, ενεπλάκησαν στην υπόθεση της δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη (η οποία συντάραξε την ελληνική πολιτική ζωή και συνέβαλε καθοριστικά στην πτώση της κυβέρνησης της ΕΡΕ) ως οργανωτές «αντισυγκεντρώσεων» και προστάτες παρακρατικών οργανώσεων, και προφυλακίστηκαν με εντολή του ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη.

Βιογραφικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ευθύμιος (Θύμιος) Καμουτσής γεννήθηκε το 1908 στο χωριό Αμυγδαλιά της επαρχίας Δωρίδας του νομού Φωκίδας.[2] Κατατάχθηκε στο Σώμα της τότε Ελληνικής Χωροφυλακής (μετά την παλινόρθωση της μοναρχίας το 1935 επανήλθε το όνομα «Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή») το 1927, σε ηλικία 19 ετών, αρχικά ως απλός χωροφύλακας, ενώ αργότερα ονομάστηκε αξιωματικός.[2]

Η σταδιοδρομία του Καμουτσή ως αξιωματικού της Χωροφυλακής ήταν συνδεδεμένη με τη Μακεδονία και κυρίως την πόλη της Θεσσαλονίκης, όπου υπηρέτησε τα περισσότερα χρόνια από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 μέχρι και τη δολοφονία Λαμπράκη το 1963. Επίσης υπηρέτησε σε Βέροια και Καβάλα. Κατά την περίοδο της Κατοχής η δράση του υπήρξε αμφιλεγόμενη, καθώς, υπηρετώντας στη Μακεδονία ως υπομοίραρχος, συμμετείχε στην οργάνωση ΠΑΟ (Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωσις) η οποία δέχτηκε επιθέσεις από τον ΕΛΑΣ, οπλίστηκε από τους Γερμανούς, και κατηγορήθηκε ως δωσιλογική.

Το 1948, ενώ υπηρετούσε ως διοικητής Χωροφυλακής της περιοχής Καλαμαριάς - Νέας Κρήνης, ο Καμουτσής αναμείχθηκε στην (ανεξιχνίαστη μέχρι σήμερα) υπόθεση της δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ (για τη δολοφονία του καταδικάστηκε ο κομμουνιστής Γρηγόρης Στακτόπουλος, κάτι που σήμερα θεωρείται περίπτωση σκευωρίας και δικαστικής πλάνης).[3][4]

Τον Φεβρουάριο του 1955 ο Καμουτσής μετατέθηκε στην Αθήνα, καθώς τοποθετήθηκε φρούραρχος της Βουλής των Ελλήνων από την κυβέρνηση Παπάγου.[5] Ωστόσο το 1958, αμέσως μετά τις εκλογές εκείνης της χρονιάς επανήλθε στη Θεσσαλονίκη αναλαμβάνοντας διευθυντής της Γενικής Ασφαλείας Θεσσαλονίκης. Από τον Ιούλιο του 1958, αστυνομικός διευθυντής Θεσσαλονίκης ήταν ο Κωνσταντίνος Μήτσου, με τον οποίο ο Καμουτσής συνεργάστηκε στενά.

Τον Φεβρουάριο του 1961 ο Καμουτσής μετέβη στη Βέροια, για να βοηθήσει στη διαλεύκανση της άγριας δολοφονίας του ζεύγους Αζαρία, η οποία συντάραξε την πόλη.[6] Ο Ιάκωβος Αζαρία ήταν Εβραίος χρηματιστής και δολοφονήθηκε με μαχαιριές μαζί με τη σύζυγο του Σάρα τη νύχτα της αποκριάς, μέσα στο σπίτι τους στο κέντρο της Βέροιας. Το κίνητρο ήταν η ληστεία (όπως φάνηκε από το σπασμένο και άδειο χρηματοκιβώτιο και τα ανοιγμένα συρτάρια και ντουλάπες). Δεν υπήρχαν σημάδια παραβίασης στην πόρτα, κάτι που συνήθως σημαίνει ότι τα θύματα γνώριζαν τους δράστες, ωστόσο, λόγω της αποκριάς το ζεύγος πιθανότατα άνοιξε την πόρτα ακόμα και σε αγνώστους προκειμένου να τους κεράσει, σύμφωνα με το τοπικό έθιμο.[7] Η υπόθεση δεν στάθηκε δυνατό να εξιχνιαστεί.

Τον Ιούλιο του 1961 ο Καμουτσής προήχθη σε συνταγματάρχη και ανέλαβε αστυνομικός διευθυντής Θεσσαλονίκης, παίρνοντας τη θέση του Μήτσου, ο οποίος προήχθη σε υποστράτηγο και έγινε γενικός επιθεωρητής Βορείου Ελλάδος. Οι δυο τους συνέχισαν να συνεργάζονται στενά. Τον Μάιο του 1963 ενεπλάκη στην υπόθεση δολοφονίας του βουλευτή Λαμπράκη ως οργανωτής «αντισυγκεντρώσεων» και ως προστάτης ακροδεξιών οργανώσεων και ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης διέταξε την προφυλάκισή του, με τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα Στυλιανού Μπούτη. Μαζί του προφυλακίσθηκαν (επίσης με εντολή Σαρτζετάκη) και άλλοι αξιωματικοί (Μήτσου, Καπελώνης, Δόλκας, Παπατριανταφύλλου, Διαμαντόπουλος) αλλά και ακροδεξιοί παρακρατικοί, όπως οι Ξενοφών Γιοσμάς, Χρήστος Φωκάς, Αντώνιος Πιτσώκος κ.α.

Δικηγόρος του Καμουτσή στην απολογία του ενώπιον του Σαρτζετάκη ήταν ο βουλευτής Θεσσαλονίκης της ΕΡΕ Ιπποκράτης Ιορδάνογλου. Στη δίκη για την υπόθεση Λαμπράκη, που ολοκληρώθηκε το 1966, ο Καμουτσής αθωώθηκε, παρά την αντίθετη πρόταση του εισαγγελέα Παύλου Δελλαπόρτα, ο οποίος ζήτησε την ενοχή του.

Ο Καμουτσής πέθανε στη Θεσσαλονίκη στις 24 Ιουνίου 1997, σε ηλικία 89 ετών, από ανακοπή καρδιάς.[1] Κατά την περίοδο της δολοφονίας Λαμπράκη κατοικούσε στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 10, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.[2]

Στο «Ζ»[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Καμουτσής ήταν διάσημος στη Θεσσαλονίκη για το ιδιαίτερο παρουσιαστικό του, με κύριο χαρακτηριστικό τα μεγάλα παχιά φρύδια. Έτσι, στο μυθιστόρημα «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού αναφέρεται ως «ο Σμιχτοφρύδης». Στη βραβευμένη με Όσκαρ ομώνυμη ταινία του Κώστα Γαβρά, εμπνευσμένη από το μυθιστόρημα αναφέρεται ως «ο Συνταγματάρχης» ή ως «ο Διευθυντής της Αστυνομίας» και μαζί με τον Μήτσου («ο Στρατηγός») είναι οι βασικοί ανταγωνιστές της ταινίας. Τον υποδύεται ο Γάλλος ηθοποιός Julien Guiomar.[8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Η Καθημερινή, 25 Ιουνίου 1997
  2. 2,0 2,1 2,2 Απολογία Ευθυμίου Καμουτσή στον Ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη, παρατίθεται στο Παύλος Β. Πετρίδης, Δολοφονία Λαμπράκη, Ανέκδοτα Ντοκουμέντα (1963-1966), Εκδόσεις Προσκήνιο, 1995
  3. Η CIA, ο ακροδεξιός Νίκτσας, η Χωροφυλακή και ο... αστακός
  4. Τι απέγιναν τα κεντρικά πρόσωπα της υπόθεσης Λαμπράκη
  5. Η Καθημερινή, 9 Φεβρουαρίου 1955
  6. Η Καθημερινή, 21 Φεβρουαρίου 1961
  7. Η Καθημερινή, 21 Φεβρουαρίου 1961
  8. Οι συντελεστές του Ζ