Ειδύλλιο (λογοτεχνία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ειδύλλιο λέγεται το μικρό ποίημα, το οποίο έχει ως θέμα κυρίως τον έρωτα στην αγροτική ή ποιμενική ζωή.[1] Το ειδύλλιο ανήκει στη βουκολική ποίηση και αποτελεί το ένα από τα δύο είδη ποιημάτων της.[2] Επίσης, στην αρχαιότητα ειδύλλια λέγονταν και τα ποιήματα που έχουν μικρή έκταση σε στίχους, σε αντίθεση με τα μεγάλα ποιήματα[Σημ 1], χωρίς την έννοια του βουκολικού ποιήματος που απέκτησαν μεταγενέστερα.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ειδύλλιο και με τους δύο ορισμούς, ως ποίημα ανάγεται στην αρχαιότητα.

Αρχαία Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην αρχαία Ελλάδα οι γνωστότεροι ποιητές που έγραψαν ειδύλλια στη βουκολική τους μορφή, ήταν ο Θεόκριτος[3] τον 3ο αιώνα π.Χ., ο Μόσχος ο Συρακούσιος τον 2ο αιώνα π.Χ. και ο Βίωνας τον 1ο αιώνα π.Χ., από τους οποίους μάλιστα πήρε το ειδύλλιο τη σημασία του βουκολικού ποιήματος, διότι το θέμα των έργων τους ήταν κατά κύριο λόγο βουκολικό.

Αρχαία Ρώμη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ειδύλλιο στην αρχαία Ρώμη εμφανίστηκε κατά την περίοδο της πνευματικής ακμής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Ο σημαντικότερος λατίνος ποιητής που καλλιέργησε το εν λόγω ποιητικό είδος, ήταν ο Βιργίλιος, με σημαντικότερο έργο τα Βουκολικά ή αλλιώς Εκλογές, ο οποίος είχε επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τα ποιήματα του Θεόκριτου και είναι ο πρώτος που έγραψε ολόκληρα ποιήματα βουκολικής ποίησης.

Βυζαντινή Εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην εποχή του Βυζαντίου, βρίσκουμε κάποια έργα ειδυλλιακής ποίησης, κυρίως στο Βέλθανδρος και Χρυσάντζας και στο Λίβιστρος και Ροδάμνης.

Εποχή του Διαφωτισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μεγάλα πνευματικά κέντρα της Ευρώπης -στη Γαλλία, την Ισπανία, την Αγγλία, την Ελβετία και τη Γερμανία- της εποχής της Αναγέννησης και ιδιαίτερα του Διαφωτισμού άρχισε να ανθίζει ξανά το ποιητικός είδος του ειδυλλίου.

Στη γαλλική λογοτεχνία καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα το είδος του ειδυλλίου, με σημαντικότερους ποιητές που έγραψαν εξαιρετικά ειδύλλια να είναι ο Μπερναντέν ντε Σαιν και ο Σατωμπριάν.

Στην ιταλική λογοτεχνία της εν λόγου χρονικής περιόδου ο σημαντικότερος ποιητής που καλλιέργησε το ειδύλλιο ήταν ο Βοκκάκιος.

Στην αγγλική λογοτεχνία ειδύλλια έγραψαν ο Σπένσερ και ο Ποπ.

Στην ισπανική λογοτεχνία ονομάστηκαν ειδύλλια και πεζογραφικά έργα. Κυριότερος εκπρόσωπος του ειδυλλιακού ποιήματος είναι ο Μοντεμάγιορ.

Στην ελβετική λογοτεχνία σημαντικότερος εκπρόσωπος του εν λόγω ποιητικού είδους, ο οποίος έγραψε το εξαιρετικό ειδύλλιο Εικόνες της αγροτικής ζωής, είναι ο ποιητής Σολομών Γκέσνερ.

Στη γερμανική λογοτεχνία της εν λόγω χρονικής περιόδου, κυριότεροι εκπρόσωποι που καλλιέργησαν το ειδύλλιο είναι ο Φος και ο Σίλλερ.

19ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη σύγχρονη λογοτεχνία του 19ου αιώνα το ειδύλλιο παίρνει το χαρακτήρα ενός γαλήνιου και συναισθηματικού τόνου!

Κυριότεροι εκπρόσωποι του νέου χαρακτήρα του ειδυλλίου είναι ο Άλφρεντ Τένισον που έγραψε Τα ειδύλλια του Βασιλιά, ο Ρόμπερτ Μπράουνινγκ που έγραψε τα Δραματικά ειδύλλια, ο Καρλ Στίλερ που έγραψε το Ένα χειμωνιάτικο ειδύλλιο, ο Πέτκο Τοντόροφ που έγραψε μια σειρά σχεδιασμάτων, ο Λεοπάρντι όπου έγραψε μερικά ειδύλλια στο έργο του Ωδές, ο Καρντούτσι που έγραψε το Ειδύλλιο στην ακρογιαλιά και ο Σενιέ που έγραψε τα Ποιήματα.

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χαρακτηριστικό του ειδυλλίου είναι η περιγραφή της ζωής των ανθρώπων της υπαίθρου, των αγροτών και των ποιμένων, με ιδιαίτερη έμφαση στις ιστορίες αγάπης. Τα χαρακτηριστικά του ειδυλλίου[4] είναι ο χαμηλός και απαλός τόνος, και το χαριτωμένο και απέριττο ύφος.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Τα μεγάλα ποιήματα ονομάζονταν «είδη».

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Γεράσιμος Αν. Μαρκαντωνάτος (2013). «Ειδύλλιο». ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Αθήνα: Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη Α.Ε. σελ. 131. ISBN 978-960-503-298-2. 
  2. Σ. ΓΚΙΚΑΣ - Δ. ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ - Ι. ΕΥΑΓΓΕΛΛΟΥ - Χ. ΡΩΜΑΣ (1997). «Ειδύλλιο». ΛΕΞΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ. Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλας. σελ. 108. ISBN 960-460-197-0. 
  3. Σ. ΓΚΙΚΑΣ - Δ. ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ - Ι. ΕΥΑΓΓΕΛΛΟΥ - Χ. ΡΩΜΑΣ (1997). «Ειδύλλιο». ΛΕΞΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ. Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλας. σελ. 108. ISBN 960-460-197-0. 
  4. Γεράσιμος Αν. Μαρκαντωνάτος (2013). «Ειδύλλιο». ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Αθήνα: Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη Α.Ε. σελ. 131. ISBN 978-960-503-298-2.