Αιμιλία οδός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η διαδρομή της Αιμιλίας οδού (καφέ), από το Αριμίνο ως την Πλακεντία

Η Αιμιλία οδός (λατ. Via Aemilia) ήταν βασική ρωμαϊκή οδός στη βόρεια ιταλική πεδιάδα, εκτεινόμενη από το Αριμίνο (το σημερινό Ρίμινι) στην ακτή της Αδριατικής μέχρι την Πλακεντία (τη σημερινή Πιατσέντσα) επί του ποταμού Πάδου. Η κατασκευή της ολοκληρώθηκε το 187 π.Χ.. Η Αιμιλία οδός συνδεόταν στο Ρίμινι με τη Φλαμινία οδό, που οδηγούσε στη Ρώμη και είχε ολοκληρωθεί 33 έτη νωρίτερα.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σημερινή βόρεια Ιταλία (Italia settentrionale) ήταν γνωστή στους αρχαίους Ρωμαίους κατά την προχριστιανική εποχή ως Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία. Ο λόγος ήταν ότι κατοικούσαν εκεί κελτικά φύλα από τη Γαλατία, που είχαν εποικίσει την περιοχή τον 5ο και τον 4ο αιώνα π.Χ.. Ο όρος «Ιταλία» (Italia) σήμαινε την έκταση την κατοικούμενη από ιταλικά φύλα: το σύνορο μεταξύ «Ιταλίας» και «Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία» ήταν χονδρικά μία γραμμή μεταξύ της Πίζας και του Ρίμινι.

Η Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία περιείχε την Κοιλάδα του Πάδου, ουσιαστικά μια τεράστια πεδιάδα, τη μεγαλύτερη στην ορεινή ιταλική χερσόνησο. Το πιο γόνιμο αυτό έδαφος προσέφερε στους Ρωμαίους την ευκαιρία να αυξήσουν πάρα πολύ τους οικονομικούς πόρους και τον πληθυσμό τους με μαζικό εποικισμό.

Η Αιμιλία οδός διασχίζουσα την Μπολόνια.

Οι Ρωμαίοι υποδούλωσαν τους Γαλάτες της Κοιλάδας του Πάδου με μία σειρά δύσκολων πολεμικά εκστρατειών στον ύστερο 3ο αιώνα π.Χ..[1] Το 220 π.Χ. ολοκληρώθηκε η Φλαμινία οδός, που ήδη παρείχε στους Ρωμαίους εύκολη πρόσβαση στην περιοχή.

Τότε η ρωμαϊκή εξάπλωση καθυστέρησε επί περίπου δύο δεκαετίες εξαιτίας του Β΄ Καρχηδονιακού Πολέμου. Κατά την εισβολή του Καρχηδόνιου στρατηγού Αννίβα στην Ιταλία (218 π.Χ. έως 203 π.Χ.), ο έλεγχος της κοιλάδας του Πάδου χάθηκε για τους Ρωμαίους. Πολλές από τις ηττημένες από αυτούς φυλές (όπως οι Ίνσουβροι και οι Βόιοι) εξεγέρθηκαν και ένωσαν τις δυνάμεις τους με εκείνες του Αννίβα.[2] Μόλις το 189 π.Χ. είχε αποκατασταθεί η ειρήνη που επέτρεψε την έναρξη εργασιών για την κατασκευή της Αιμιλίας οδού.

Η δοκιμασμένη ρωμαϊκή μέθοδος επεκτάσεως ήταν να κατασκευάζεται ένας νέος δρόμος που διέσχιζε ευθεία το νεοκατακτημένο έδαφος, και μετά να ιδρύονται ρωμαϊκοί καταυλισμοί, ουσιαστικά μικρές πόλεις κατά μήκος της οδού αυτής. Αυτοί οι καταυλισμοί επανδρώνονταν είτε με πολίτες εποικιστές, είτε με έμπειρους («βετεράνους») στρατιωτικούς. Στους τολμηρούς αυτούς εκχωρούνταν εύφοροι αγροί από τη γή που είχε κατασχεθεί από τους νικημένους ντόπιους πληθυσμούς. Αυτή ήταν ακριβώς η λειτουργία και της Αιμιλίας οδού: η περίοδος κατασκευής της συνοδεύθηκε και από την ταχεία θεμελίωση ενός «κομπολογιού» από οικισμούς κατά μήκος όλης της διαδρομής της. Τέτοιος οικισμός ήταν η Μπονονία (η σημερινή Μπολόνια, ιδρύθηκε το 189 π.Χ.), ενώ λίγο αργότερα προστέθηκαν η Μουτίνα (η σημερινή Μοδένα), το Ρήγιο (το Ρέτζο νελλ'Εμίλια) και η Πάρμα (και οι τρεις ιδρύθηκαν το 183 π.Χ.).

Η Αιμιλία οδός ολοκληρώθηκε από τον Ρωμαίο ύπατο Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο, του οποίου το όνομα έλαβε[3], το 187 π.Χ.. Το μήκος της σχεδόν ευθύγραμμης διαδρομής της ήταν 176 ρωμαϊκά μίλια (260 χιλιόμετρα), με διεύθυνση στον άξονα βορειοδυτικά-νοτιοανατολικά, από το Αριμίνο (το σημερινό Ρίμινι) έως την Πλακεντία (τη σημερινή Πιατσέντσα), όπου τερμάτιζε, περνώντας κατά σειρά από τις σημερινές πόλεις Φορλί, Φαέντσα, Μπολόνια, Μοδένα, Ρέτζο νελλ' Εμίλια και Πάρμα. Η οδός διέτρεχε το νότιο όριο του πεδινού τμήματος της Κοιλάδας του Πάδου, με τους πρόποδες των Απεννίνων ορατούς στα νοτιοδυτικά της. Διέσχιζε πολλούς παραποτάμους του Πάδου και τον γνωστό ποταμό Ρουβίκωνα κοντά στο Ρίμινι, με τελευταίο τον ποταμό Τρέμπια κοντά στην Πλακεντία, τοποθεσία της πρώτης από τις τρεις μεγάλες νίκες του Αννίβα κατά των Ρωμαίων.

Τον επόμενο της κατασκευής της οδού αιώνα, η Πλακεντία έγινε ο οδικός κόμβος-κλειδί στην Κοιλάδα του Πάδου. Το 148 π.Χ. η Ποστούμια οδός συνέδεσε την Πλακεντία με την Ακυληία στη βόρεια ακτή της Αδριατικής. Το 109 π.Χ. ο ύπατος Μάρκος Αιμίλιος Σκαύρος ολοκλήρωσε την Αιμιλία Σκαύρια οδό (Via Aemilia Scaura), από την Πλακεντία μέχρι τη Γενούη (σημ. Γένοβα) και την Πίζα.

Ερείπια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ρωμαϊκή γέφυρα στον ποταμό Μαρέκκια, η λεγόμενη Γέφυρα του Τιβερίου ή του Αυγούστου

Στο Ρίμινι, την αρχή της Αιμιλίας οδού, η πρώτη γέφυρα της διαδρομής της υπάρχει ακόμα: Είναι η Γέφυρα του Τιβερίου ή του Αυγούστου, μία ογκώδης δομή που γεφυρώνει τις όχθες του ποταμού Μαρέκκια. Θεμελιώθηκε από τον Αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο και ολοκληρώθηκε από τον διάδοχό του Τιβέριο, φέροντας ακόμα τις δύο αφιερωματικές επιγραφές.

Στην Μπολόνια, ο οδοδείκτης για το 78ο μίλι βρέθηκε μέσα στην κοίτη του ποταμού Ρένο. Καταγράφει την ανακατασκευή της Αιμιλίας οδού από τον Καίσαρα Αύγουστο το 2 π.Χ., από το Ρίμινι μέχρι τον ποταμό Τρέμπια. Υπολείμματα της γέφυρας της Αιμιλίας οδού πάνω από τον Ρένο ανακαλύφθηκαν κατά τη δεκαετία του 1890, συγκεκριμένα μέρη των τοιχίων της κάθε πλευράς. Αυτά απείχαν μεταξύ τους κατά την αρχαιότητα 11,81 μέτρα, και ήταν κατασκευασμένα από κόκκινο μάρμαρο της Βερόνας. Η κοίτη του ποταμού βρέθηκε ότι είχε ανεβεί τουλάχιστον 6 μέτρα αφότου η γέφυρα αυτή κατέρρευσε τον 9ο αιώνα.[4] Σώζονται ερείπια και μερικών άλλων αρχαίων ρωμαϊκών γεφυρών της οδού, όπως η Γέφυρα του Σαντ Αρκάντζελο ντι Ρομάνια και η Γέφυρα Σαν Βίτο. Η Γέφυρα του Ρουβίκωνα στο Σαβινιάνο σουλ Ρουμπίκονε σωζόταν μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε κατεδαφίσθηκε. Η σημερινή γέφυρα αποτελεί ακριβή ανακατασκευή.

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κατασκευή της Αιμιλίας οδού σηματοδότησε την έναρξη της εντατικής αποικίσεως της Κοιλάδας του Πάδου από τους Ρωμαίους. Το τεράστιο δυναμικό γεωργικής παραγωγής αυτής της περιοχής την κατέστησε σύντομα την πολυπληθέστερη και οικονομικώς σημαντικότερη της Ιταλίας, επισκιάζοντας την κεντρική Ιταλία και τον Νότο. Η περιοχή παραμένει οικονομικώς εξέχουσα και στη σύγχρονη Ιταλία. Μέχρι την εποχή της Δεύτερης Τριανδρίας (44 έως 30 π.Χ.), ο εκρωμαϊσμός αυτής της πρώην κελτικής χώρας ήταν τόσο πλήρης, ώστε η επαρχία της Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας καταργήθηκε και το έδαφός της ενσωματώθηκε στην κεντρική «Επαρχία της Ιταλίας».

Η Αιμιλία οδός έδωσε το όνομά της στο μέρος το οποίο διέτρεχε, που πριν τη ρωμαϊκή κατάκτηση ήταν εδάφη των γαλατικών φυλών των Βοΐων και των Σηνώνων. Αυτά τα εδάφη αναφέρονταν ήδη κοινώς ως «Αιμιλία» την εποχή που ο Καίσαρας Αύγουστος πήρε την απόλυτη εξουσία. Περί το 7 π.Χ., όταν ο Αύγουστος υποδιαίρεσε την Επαρχία της Ιταλίας σε 11 regiones, η περιοχή έγινε η όγδοη από αυτές.[5] Αρχικώς έφερε το επίσημο όνομα του Πάδου (Padus), αλλά αργότερα άλλαξε σε «Αιμιλία» (Aemilia).

Το δυτικό μέρος αυτής της περιοχής είναι ακόμη και σήμερα γνωστό ως Αιμιλία: Τα σύνορα της όγδοης regio αντιστοιχούν περίπου σε αυτά της σημερινής διοικητικής περιφέρειας Εμίλια-Ρομάνια της Ιταλίας. Οι κάτοικοί της είναι επίσης γνωστοί σήμερα ως Emiliani. Η σημερινή Ιταλική Κρατική Οδός 9 αποκαλείται επισήμως Βία Εμίλια και ακολουθεί την αρχαία οδό σε μεγάλο μέρος της διαδρομής της. Στην πραγματικότητα, η σημερινή οδός σε πολλά σημεία ακριβώς επάνω από τη ρωμαϊκή οδό.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Πολύβιος, Histories, II, 20-34
  2. Πολυβίου Histories, III, 61-71
  3. Λίβιου Ab Urbe Condita, XXXIX 1, Corpus Inscriptionum Latinarum 617
  4. E. Brixio: Notizie degli scavi, 1896 και 1897
  5. Πλινίου του Πρεσβυτέρου Naturalis Historia, III 20

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]