Όσκοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάρτης της Ιταλίας, με κόκκινο η Καμπανία όπου ζούσαν οι Όσκοι

Οι Όσκοι ήταν λαός ο οποίος στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία ζούσε στην Ιταλική Καμπανία και στο Λάτιο, μιλούσαν την Οσκική γλώσσα που μιλούσαν και οι Σαμνίτες στη νότια Ιταλία.[1] Παρά το γεγονός ότι μιλούσαν την ίδια γλώσσα οι Σαμνίτες δεν έχουν πει ποτέ τον εαυτό τους Όσκους ούτε οι Όσκοι Σαμνίτες. Οι παραδόσεις για τους Όσκους ξεκινούν από τις αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ. μέχρι την εποχή που ιδρύθηκε η Ρωμαϊκή Δημοκρατία, η Οσκική γλώσσα κυριάρχησε σε μια σειρά από Ιταλικά κράτη. Το σπουδαιότερο από αυτά ήταν οι Σαμνίτες που ήταν αντίπαλοι με τη Ρώμη το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ., ακολούθησαν οι Σαμνίτικοι πόλεμοι με τους οποίους οι Ρωμαίοι νίκησαν τους Σαμνίτες και τους ενσωμάτωσαν στο κράτος τους. Οι Όσκοι διατήρησαν την ανεξαρτησία μέχρι την εποχή που οι Ρωμαίοι τους νίκησαν στον Β΄ Σαμνίτικο Πόλεμο και κατέλαβαν το Σάμνιον, κατόπιν ενσωματώθηκαν στους Ρωμαίους, διατηρήθηκαν μόνο σε ονόματα και τοπωνύμια.

Εμφάνιση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αριστοτέλης γράφει ότι οι Όσκοι ζούσαν στο "τμήμα της Ιταλίας που λεγόταν Ετρουρία και είχαν το όνομα Αύσονες".[2] Ο Αντίοχος ο Συρακούσιος συμφωνεί ότι οι Όσκοι ήταν Αύσονες και κατοικούσαν στην Καμπανία.[3] Ο Στράβων παρά το γεγονός ότι είχε σαν κύρια πηγή τον Αντίοχο διακρίνει σαφώς τους Όσκους από τους Αύσονες, τονίζει ότι οι Όσκοι είχαν εξαφανιστεί αλλά οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν τη διάλεκτο τους, η λέξη "υψηλή θάλασσα" κοντά στη Σικελία ονομαζόταν Αυσονική επειδή στις ακτές κατοικούσαν οι Αύσονες.[4] Από τον 4ο αιώνα π.Χ. τα ονόματα εφαρμόστηκαν σε διαφορετικές φυλές. Ο Τίτος Λίβιος καταγράφει έναν λαό με το όνομα "Οροθέσιοι", οι Λατινικές πόλεις Κόρα και Πομετία εξεγέρθηκαν και ζήτησαν την προστασία τους. Οι Ρωμαίοι έστειλαν δύο Υπατικούς στρατούς, ακολούθησε μια βίαιη μάχη στην οποία "περισσότεροι θανατώθηκαν παρά αιχμαλωτίστηκαν, οι περισσότεροι αιχμάλωτοι έπεσαν θύματα της αιμοσταγίας του εχθρού και σφαγιάστηκαν".[5] Οι Ρωμαίοι επανήλθαν ξανά στην Πομετία, οι Οροθέσιοι έσφαξαν τα στρατεύματα και τραυμάτησαν σοβαρά έναν από τους Ύπατους. Οι Ρωμαίοι επέστρεψαν αργότερα με ισχυρότερες δυνάμεις στην Πομετία, αποκεφάλισαν τους αξιωματικούς των Οροθέσιων, ισοπέδωσαν τα κτίρια και πούλησαν όλο τον πληθυσμό στη δουλεία.

Ουόλσκοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Οροθέσιοι εμφανίστηκαν άλλη μια φορά σε μια προσπάθεια τους να υποστηρίξουν τους Ουόλσκους που δέχτηκαν επίθεση από τους Ρωμαίους (495 π.Χ.), τους έστειλαν απεσταλμένους και τους ζήτησαν να αποχωρήσουν από τα εδάφη των Ουόλσκων. Ο Ρωμαίος Ύπατος τους συνάντησε και τους "ισοπέδωσε με μια μάχη", από τότε δεν ακούστηκαν ποτέ οι Όσκοι για έναν αιώνα.[6] Η αρχή του τέλους για τους Όλσκους ξεκίνησε όταν ήθελαν να επέμβουν μετά από μια περίοδο αστάθειας που ακολούθησε τη μεγάλη νίκη των Ρωμαίων απέναντι στην ορεινή φυλή Βόλσκι. Οι Ρωμαίοι κυρίευσαν, ισοπέδωσαν το ορεινό Σάτρικον (346 π.Χ.) και πούλησαν τους 4.000 πολεμιστές στη δουλεία.[7] Οι Οροθέσιοι αποφάσισαν να στείλουν στρατό εναντίον των Ρωμαίων, εκείνοι με τη σειρά τους το είδαν σαν μια μεγάλη συνομωσία απέναντι στη Λατινική Λίγκα. Ο Ρωμαίος Λεύκιος Φούριος Κάμιλλος συγκρότησε στρατό με τον οποίο συνέτριψε τους Οροθέσιους, "ο πόλεμος τελείωσε μόνο σε μία μάχη", οι Ρωμαίοι ολοκλήρωσαν την κατάκτηση των Βόλσκων.[8]

Α΄ Σαμνίτικος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Σαμνίτες προχώρησαν σε μια αδικαιολόγητη επίθεση στους Σιδικίνους που ζήτησαν στρατιωτική βοήθεια από την Καμπανία, μετά από δύο ήττες και αφού έχασαν την πρωτεύουσα Καπούα ζήτησαν με εκκλήσεις βοήθεια από τη Ρώμη.[9] Η Γερουσία έκανε δεκτά τα αιτήματα τους από φόβο μήπως οι κάτοικοι της Καμπανίας συμμαχήσουν με τους Βόλσκους, ζήτησε από τους Σαμνίτες να αποχωρήσουν από την Καμπανία, εκείνοι το αρνήθηκαν με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ο "Α΄ Σαμνίτικος Πόλεμος" (343 π.Χ. - 341 π.Χ.). Ο λαός δέχτηκε θερμά την ανακήρυξη του πολέμου, δύο Ρωμαϊκοί στρατοί απεστάλησαν στο Σάμνιον και την Καμπανία, για δύο χρόνια οι Ρωμαίοι είχαν μόνο νίκες. Οι Σαμνίτες δέχτηκαν να συνθηκολογήσουν με τον όρο να μπορούν να συνεχίσουν τον πόλεμο απέναντι στους Σιδικίνους, οι Ρωμαίοι δεν μπορούσαν να αρνηθούν επειδή η αρχική συμφωνία είχε προβλέψει την Καμπανία και όχι τους Σιδικίνους.[10]

Λατινικοί πόλεμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πόλεμος ξεκίνησε πάλι, οι Σαμνίτες επιτέθηκαν ξανά στους Σιδικίνους, εκείνοι κατέφυγαν ξανά για βοήθεια στη Ρώμη αλλά τους απάντησε ότι το αίτημα τους ήταν αργοπορημένο, οι Σιδικίνοι έκαναν νέα συμμαχία με την Καμπανία και λεηλάτησαν το Σάμνιον. Οι Σαμνίτες προχώρησαν σε νέο αίτημα στους Ρωμαίους τους ρώτησαν αν έχουν πραγματικά την εξουσία στην Καμπανία, οι Ρωμαίοι απάντησαν ότι δεν είναι στο χέρι τους να διαλύσουν οποιαδήποτε συμμαχία των Καμπανών με τους Λατίνους. Οι Λατίνοι πήραν θάρρος από την ουδετερότητα των Σαμνιτών και αποφάσισαν να κηρύξουν τον πόλεμο στη Ρώμη, οι Ρωμαίοι έμαθα τα σχέδια τους και τους κάλεσαν στη Γερουσία για εξηγήσεις. Οι Λατίνοι τους απάντησαν ότι θα δεχτούν την υποταγή στους Ρωμαίους υπό τον όρο οι μισοί Γερουσιαστές να είναι Λατίνοι. Ο Ύπατος Τίτος Μάνλιος Τορκουάτος άκουσε τα αιτήματα των Λατίνων και δήλωσε εξοργισμένος ότι αν οι Ρωμαίοι δεχτούν τα αιτήματα θα σκοτώσει ο ίδιος με το σπαθί του όποιον Λατίνο συναντήσει στη Γερουσία. Την ίδια στιγμή για ανεξήγητους λόγους ένας Λατίνος απεσταλμένος ο Λεύκιος Ανναίος γλίστρησε μπροστά στο άγαλμα του Γιούπιτερ και έσπασε το κεφάλι του, αμέσως μετά μια καταιγίδα έπληξε την αίθουσα της Γερουσίας. Οι Ρωμαίοι το θεώρησαν κακό οιωνό, συμμάχησαν ξανά με τους Σαμνίτες και κήρυξαν τον πόλεμο στους Λατίνους, ακολούθησε ο "Λατινικός Πόλεμος" (340 π.Χ. - 338 π.Χ.). Σε μια μεγάλη σειρά από μάχες οι Ρωμαίοι νίκησαν τους Λατίνους και υπέταξαν τις φυλές τους. Ο Ύπατος Λεύκιος Φούριος Κάμιλλος ρώτησε τη Γερουσία "Θέλετε να σφάξετε έναν ολόκληρο λαό που παραδόθηκε με τη θέληση του ή να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των προγόνων μας που τους ενσωμάτωσαν και γίναμε ισχυρότεροι;". Οι Ρωμαίοι αποφάσισαν να επιβάλουν διαφορετικούς όρους στις Λατινικές πόλεις, άποικοι εγκαταστάθηκαν σε ολόκληρο το Λάτιο.[11]

Πτώση των Σιδικίνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Οροθέσιοι και οι Σιδικίνοι δέχτηκαν διαφορετικές συνθήκες, οι Σιδικίνοι επιτέθηκαν ξανά στους Οροθέσιους χωρίς κανέναν λόγο όπως γράφει ο Τίτος Λίβιος (337 π.Χ.).[12] Οι Ρωμαίοι έκριναν ότι ήταν στους όρους της συνθήκης να προχωρήσουν σε επίθεση αλλά οι Οροθέσιοι εγκατέλειψαν την Καμπανία και εγκαταστάθηκαν σε ένα ορεινό οχυρό τη Σύεσσα. Τα μετέπειτα γεγονότα βοήθησαν τη σύγκρουση αφού οι Αύσονες του Καλαί συμμάχησαν με τους Σιδικίνους, οι Ρωμαίοι έστειλαν στρατό με τον Ύπατο Μάρκους Βαλέριους Κορβίνος να πολιορκήσει το Κάλα. Αφού πληροφορήθηκε από έναν αιχμάλωτο ότι οι κάτοικοι κοιμούνταν σε κατάσταση μέθης μπόρεσε εύκολα να λεηλατήσει την πόλη και να διαλύσει τη φρουρά. Η Σύγκλητος αποφάσισε να στείλει 2.500-εποίκους με διακριτές εκτάσεις γης, οι Αύσονες δεν εμφανίστηκαν ξανά. Μετά την πτώση του Κάλα ο ρωμαϊκός στρατός επιτέθηκε στους Σιδικίνους που εξοπλίστηκαν με έναν μεγάλο στρατό στο Τεανό. Ο Τίτος Λίβιος δεν παρέχει αναλυτικά την εξέλιξη της επιχείρισης αλλά ο ρωμαϊκός στρατός επλήγη από ελονοσία αλλά παρέμεινε στους Σιδικίνους.[13] Ο Τίτος Λίβιος αλλάζει κατόπιν την αφήγηση του και προετοιμάζεται για τα γεγονότα που θα οδηγήσουν στον Β΄ Σαμνίτικο Πόλεμο (326 π.Χ. - 304 π.Χ.). Οι Σιδικίνοι δεν εμφανίστηκαν ποτέ ξανά στην ιστορία αλλά το Τεανό πήρε το όνομα "Τεανό Σιδικικόν" και γνώρισε μεγάλη ευημερία. Ο Σμιθ γράφει ότι γύρω στα 334 π.Χ. οι Σιδικίνοι παραδόθηκαν στους Ρωμαίους και εκρωμαίστηκαν αλλά εξηγήσεις από τον Λίβιο δεν υπάρχουν.[14]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Lewis, Charlton T; Short, Charles (2010) [1879]. "Osci". A Latin Dictionary. Tufts University: Perseus Digital Library
  2. Aristotle. "vii.10". Politics.
  3. Strabo. "5.4.3". Geography
  4. Strabo. "5.4.6". Geography
  5. Livy. "2.16". City
  6. Livy. "2.26". City
  7. Livy. "7.27". City
  8. Livy. "7.28". City
  9. Livy. "7.29–7.31". City
  10. Livy. "8.1–8.2". City
  11. Livy. "8.14". City
  12. Livy. "8.15". City
  13. Livy. "8.16". City
  14. Bunbury, Edward Herbert (1873). "Sidicini". In Smith, William (ed.). Dictionary of Greek and Roman Geography. Volume. Vol. II. London: John Murray. σσ. 995–996

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Oscans". Brill's New Pauly Encyclopedia of the Ancient World II. (2003). Ed. Cancik, Hubert, and Helmuth Schneider. Leiden: Brill Academic Publisher.
  • Caspari, M.O.B. (1911), The Etruscans and the Sicilian Expedition of 414-413 B.C., pp. 113-115, <http://links.jstor.org/sici?sici=0009-8388%28191104%291%3A5%3A2%3C113%3ATEATSE%3E2.0.CO%3B2-%23>.
  • Hornblower, Simon & Spawforth, Anthony, eds. (2003), Oxford Classical Dictionary (Revised) (3rd ed.), Oxford: Oxford University Press.
  • Livy (1990), "History of Rome", in Lewis, Naphtali & Reinhold, Meyer, Roman Civilization: The Republic and the Augustan Age, vol. I (3rd ed.), New York: Columbia University Press.