Capnodis

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Capnodis
Capnodis tenebrionis (Linnaeus, 1758)
Capnodis tenebrionis
(Linnaeus, 1758)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Αρθρόποδα(Arthropoda)
Ομοταξία: Έντομα (Insecta)
Τάξη: Κολεόπτερα (Coleoptera)
Υπεροικογένεια: Βουπρηστοειδή (Buprestoidea)
Οικογένεια: Βουπρηστίδαι (Buprestidae)
Υποοικογένεια: Βουπρεστίναι (Buprestinae)
Γένος: Καπνοδίς (Capnodis)
Eschscholtz 1829

Η Capnodis (Καπνοδίς) είναι γένος εντόμων της τάξης των κολεοπτέρων και της οικογένειας των Buprestidae. Το γένος Capnodis περιλαμβάνει έξι είδη στην Ευρώπη[1] και παγκοσμίως έχουν περιγραφεί 13 είδη[2]. Και τα έξι ευρωπαϊκά είδη τα συναντάμε και στην Ελλάδα. Αυτά είναι τα εξής:

  • Capnodis carbonaria (Klug 1829)
  • Capnodis cariosa (Pallas 1776)
  • Capnodis miliaris (Klug 1829)
  • Capnodis porosa (Klug 1829)
  • Capnodis tenebricosa (Olivier 1790)
  • Capnodis tenebrionis (Linnaeus 1758)

Χαρακτηριστικά του ακμαίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εικ.1 Εμβάθυνση στο πρόνωτο
Capnodis cariosa

Τα διάφορα είδη του γένους μοιάζουν πολύ μεταξύ τους.[3] Το σώμα περιβάλλεται από ασυνήθως σκληρό εξωσκελετό. Τα πόδια είναι ισχυρά. Το πρόνωτο πολλές φορές από μια απέκκριση φαίνεται άσπρο. Δεν λάμπει με εξαίρεση μερικούς πολύ γυαλιστερούς μαύρους λεκέδες. Οι ακμές του προνώτου είναι στρογγυλές εμπρός και γίνονται πιο στενές προς τα πίσω. Μπροστά από το θυρεός το πρόνωτο έχει μια εμβάθυνση σε σχήμα πετάλου (Εικ. 1). Τα έλυτρα στο τελευταίο τρίτο γίνονται ευθύγραμμα στενότερα.

Βιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για τη ωρίμανση του γεννητικού συστήματος τα ακμαία πρέπει να καταναλώνουν φυτική τροφή (Reifungsfraß ή maturation feeding). Μερικά είδη τρέφονται από το φλοιό και κλαδάκια από ροδακινιά, βερικοκιά, αμυγδαλιά, φιστικιά (Pistacia vera), κερασιά, δαμασκηνιά και άλλα είδη της οικογένειας των Rosaceae, που γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από τον άνθρωπο, ως πηγή τροφής. Οι προκαλούμενες ζημιές είναι όμως πολύ μικρές σχετικά με τις ζημιές που προκαλούν οι προνύμφες. Τα αυγά δεν τοποθετούνται σε σχισμές του φλοιού ή του ξύλου, αλλά στο χώμα ή κάτω από πέτρες κοντά στους ξενιστές. Οι προνύμφες προσβάλλουν το φλοιό των ριζών των δέντρων και μπορούν να "σκοτώσουν" ολόκληρο το δένδρο, εάν η άρδευση δεν είναι αρκετή. Είναι γενικά δεκτό πως η Capnodis εκλέγει τα δέντρα στη βάση ερεθισμάτων που προέρχονται από τον ξενιστή. Προτιμούν ασθενείς ξενιστές.[4]

Γεωγραφική διανομή και οικότοπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

C. tenebrionis και C. tenebricosa είναι ολομεσογειακού τύπου C. carbonaria, C. cariosa και C. miliaris έχουν ποντομεσογειακή διανομή. Η C.  porosa έχει το κέντρο διαμονής ανατολικά από την Ελλάδα.

Μόνο η C.tenebricosa ζει σε φρύγανα. Τα άλλα ευρωπαϊκά είδη έχουν ως ξενιστές δέντρα, μερικές φορές οπωροφόρα δέντρα. Γι´αυτό σε φυτείες μπορεί να προκαλούν ζημιές.

Επιλεγμένα είδη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Capnodis tenebricosa[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την C. tenebricosa τη συναντάμε σε όλη την Ελλάδα. Στην Ελλάδα είναι το πιο κοινό είδος του γένους. Το ακμαίο γίνεται ορατό κατά την περίοδο Φεβρουαρίου μέχρι Οκτωβρίου στον ξενιστή του, που είναι το λάπαθο (Rumex) και μερικοί συγγενείς του. Το είδος δεν πειράζει τις ρίζες οπωροφόρων δέντρων. Επεκτείνεται γύρω από ολόκληρη τη Μεσόγειο και μακριά στην Ασία.[5]

Capnodis tenebrionis[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Και την C. tenebrionis τη συναντούμε σε όλη την Ελλάδα κατά την περίοδο Μαρτίου μέχρι Οκτωβρίου στους ξενιστές ή κοντά τους. Ως ξενιστές είναι γνωστοί πολλά είδη από την οικογένεια των Ροδοειδών (Rosaceae). Έχει μήκος 14 έως 28 χιλιοστόμετρα. Προνύμφη και ακμαίο προκαλούν ζημιές σε καλλιέργειες διάφορων οπωροφόρων δέντρων. Συμπληρώνει τον βιολογικό του κύκλο σε δυο χρόνια, σε κρύες περιοχές σε τρία χρόνια. Η υπόλευκη προνύμφη δείχνει στο πρόνωτο το σχήμα Λ. Σε χώρες με ήπιο χειμώνα μπορεί και να διαχειμάζει ως ακμαίο.[6] Εκτός της Ελλάδας το είδος συναντάται στη Βόρεια Αφρική, στη Μέση και τη Νότια Ευρώπη, στην Τουρκία, στη Μέση Ανατολή και στο Ιράν και σε κάμποσες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ.[7]

Capnodis cariosa[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος αυτό το συναντούμε κατά την περίοδο Απριλίου μέχρι Οκτωβρίου σε όλη την Ελλάδα στα δέντρα που είναι ξενιστές του. Γνωστοί ξενιστές είναι οι Pistacia, Rhus και Schinus. Το έντομο έχει μήκος 26 έως 34 χιλιοστόμετρα. Η περιοχή διανομής δεν εξαπλώνεται μέχρι τη δυτική Μεσόγειο και την Αφρική. [8]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Capnodis στο Wikimedia Commons

Commons Capnodis, σχετικές πληροφορίες στα Βικιείδη.


Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • H. Freude, K. W. Harde, G. A. Lohse: Die Käfer Mitteleuropas, Bd. 6. Spektrum Akademischer Verlag in Elsevier 1966, ISBN 3-8274-0683-8
  • H.Mühle, P.Brandl, M. Niehuis: Catalogus Faunae Graeciae; Coleoptera:Buprestidae Printed in Germany by Georg Rößle Augsburg 2000

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Fauna Europaea, ευρωπαϊκά είδη του γένους Capnodis». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2009. 
  2. Απαρίθμηση ειδών Capnodis στο GBIF
  3. «Εικόνες από διάφορα είδη της Capnodis». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2009. 
  4. Zvi Mendel, Fabienne Assael, Shaul Ben-Yehuda: "Host Selection and Root Colonization of Cyanogenic Stonefruit Species by Capnodis spp. (Coleoptera: Buprestidae)" Annals of the Entomological Society of America 96(2):127-134. 2003 doi: 10.1603/0013-8746(2003)
  5. «Fauna Europaea, Διανομή και ταξινόμηση του είδους Capnodis tenebricosa». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιουνίου 2008. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2009. 
  6. Ενημέρωση για τη βιολογία και οικολογία του είδους Capnodis tenebrionis, αγγλικά
  7. «Fauna Europaea, Διανομή και ταξινόμηση του είδους Capnodis tenebrionis». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2009. 
  8. «Fauna Europaea, Διανομή και ταξινόμηση του είδους Capnodis cariosa». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2009.