Χρέος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το χρέος είναι το αντίστοιχο της αποταμίευσης, καθώς ορίζει τη μεταφορά πλούτου από τον πιστωτή (που κατ' αυτόν τον τρόπο αναβάλει την παρούσα κατανάλωση για μία μελλοντική κατανάλωση)  στον οφειλέτη (που με αυτό τον τρόπο, υποχρεούται να επιστρέψει στο δανειστή το δάνειο προσθέτοντας το συμφωνηθέντα τόκο). Η τιμή ισορροπίας είναι τέτοια ώστε η ζήτηση για δάνεια να είναι ίση με τη ζήτηση για πίστωση και καλείται επιτόκιο .

Στη διοίκηση επιχειρήσεων και τη λογιστική του κράτους, χρέος είναι η κατάσταση που επιτυγχάνεται όταν υπάρχει αρνητική ισορροπία μεταξύ εσόδων και εξόδων (έλλειμμα) του προϋπολογισμού της επιχείρησης ή του κράτους (κρατικού προϋπολογισμού).

Αποπληρωμή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν την ενεργοποίηση του χρέους, ο οφειλέτης και ο πιστωτής  συμφωνούν για τον τρόπο αποπληρωμής του αρχικού κεφαλαίου και για την καταβολή των τόκων (αναβολή  πληρωμής). Αυτή η πληρωμή συνήθως ποσοτικοποιείται με ένα ποσό σε μονάδες παραστατικού χρήματος, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να οριστεί σε κάποιο άλλο νόμισμα ή σε άλλα αγαθά. Οι πληρωμές μπορεί να είναι περιοδικές ή μπορεί να αναμένεται η εφάπαξ συνολική καταβολή στη λήξη του δανείου, στην οποία περίπτωση μιλάμε για  αποπληρωμή bullet.

Μορφές του χρέους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κυριότερη διάκριση του χρέους είναι το δημόσιο χρέος και το ιδιωτικό. Υπάρχουν πολλές μορφές ιδιωτικού χρέους όπως τα κανονικά δάνεια και τα κοινοπρακτικά δάνεια, αλλά και δημοσίου όπως τα ομολογιακά δάνεια και τα διακρατικά. 

Οι οφειλές, ειδικά αν είναι μεγάλες, μπορούν να εξασφαλίζονται με υποθήκη ή άλλες εξασφαλίσεις από την περιουσία του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, ο πιστωτικός φορέας θα απολαύσει τα εμπράγματα δικαιώματα που απορρέουν από την ιδιοκτησία, στην περίπτωση που, κατά τη λήξη του δανείου, ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος, δηλαδή δεν εξοφλήσει το χρέος με τους τόκους.

Ένα δάνειο είναι η απλούστερη μορφή δανεισμού. Από νομικής πλευράς, μπορεί να συνίσταται σε μια σύμβαση δανείου,  πιστωτικής ευχέρειας, τραπεζικών προκαταβολών ή χρηματοδότησης, υπό την ευρεία έννοια συμφωνημένης, η οποία διαφοροποιείται από την υποθήκη, διότι αφορά μια σύμβαση που συνάπτεται χωρίς να είναι αναγκαία, όπως για την υποθήκη, η παράδοση του ζητούμενου ποσού από τους χρηματοδότες στους χρηματοδοτούμενους. Άλλες μορφές συμβάσεων που επιτρέπουν να επιτευχθούν οι σκοποί του δανείου μπορούν να είναι η εξόφληση συναλλαγματικών ή άλλοι τύποι συμβάσεων, πιο εξελιγμένοι, όπως το factoring ή η τιτλοποίηση, σύμφωνα με τα οποία ο δανειστής επιστρέφει στο χρηματοδότη ένα χρηματικό ποσό, έναντι του δικαιώματος να λαμβάνει μελλοντικές χρηματοροές , που απορρέουν από τις απαιτήσεις που ο χρηματοδότης προσφέρει έναντι τρίτων (είσπραξη συναλλαγματικών, καταβολή μελλοντικών απαιτήσεων).

Στα εμπορικά δάνεια προβλέπονται τόκοι, που υπολογίζονται ως ετήσιο ποσοστό του κεφαλαίου, για να καταβάλλονται περιοδικά, ή ακόμα μόνο κατά τη στιγμή αποπληρωμής του δανείου. Είναι πιθανό ότι, ακόμη και ελλείψει τόκου θα συνεχίσει, ωστόσο, να υπάρχει το δάνειο, όταν το ένα μέρος χορηγεί στο άλλο παράταση της πληρωμής, στην οποία περίπτωση το ποσό που οφείλεται βάσει εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των μερών δεν καταβάλλεται αμέσως, αλλά μόνο μετά από κάποιες ημέρες. Στην τελευταία περίπτωση, το στοιχείο τόκος περιέχεται στο ίδιο ποσό, το οποίο θα αυξηθεί κατά ένα ποσό ίσο με την αμοιβή των αποδεκτών, από το γεγονός ότι η πληρωμή θα γίνεται μόνο μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, και όχι άμεσα.

Ο δείκτης  χρέους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δείκτης  χρέους, επίσης γνωστός με τον αγγλικό όρο leverage[1] (μόχλευση), υπογραμμίζει τη σχέση μεταξύ  ξένων κεφαλαίων και  ιδίων κεφαλαίων. Επιτρέπει να ελεγχθεί ο κίνδυνος που συνδέεται με το βαθμό εξάρτησης της επιχείρησης από εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης. Ένα υψηλό επίπεδο του χρέους σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια, βασικά, αυξάνει τον επιχειρηματικό κίνδυνο εξαιτίας ενός ήσσονος βαθμού κάλυψης του ισολογισμού της από τις  δυνητικές επιχειρηματικές ζημίες και ενός μεγαλύτερου βάρους από τα χρηματοοικονομικά έξοδα που προέρχονται από τη χρήση των ξένων κεφαλαίων

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Staff, Investopedia (2003-11-23). «Leverage» (στα αγγλικά). Investopedia. http://www.investopedia.com/terms/l/leverage.asp. Ανακτήθηκε στις 2017-05-10.