Φραντσέσκο Γκουιτσαρντίνι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Φραντσέσκο Γκουιτσαρντίνι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Francesco Guicciardini (Ιταλικά)
Γέννηση6  Μαρτίου 1483
Φλωρεντία
Θάνατος22  Μαΐου 1540
Αρτσέτρι
Τόπος ταφήςSanta Felicita
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά
λατινική γλώσσα
Ελληνικά
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Πάδοβας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιστορικός
πολιτικός
συγγραφέας
διπλωμάτης
φιλόσοφος
Αξιοσημείωτο έργοStorie fiorentine
d:Q3709939
Dialogue on the government of Florence
Considerazioni intorno ai 'Discorsi' del Machiavelli
d:Q3973880
Οικογένεια
ΣύζυγοςMaria Salviati
ΓονείςPiero Guicciardini και Simona Gianfigliazzi
ΑδέλφιαLuigi Guicciardini
Iacopo Guicciardini
Girolamo Guicciardini
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Άγαλμα του Γκουιτσαρντίνι στην Galleria degli Uffizi της πόλης της Φλωρεντίας

Ο Φραντσέσκο Γκουιτσαρντίνι (ιταλική γλώσσα: Francesco Guicciardini - Φλωρεντία, 6 Μαρτίου 1483 - Φλωρεντία, 22 Μαΐου 1540) υπήρξε εξέχων ιταλός ιστοριογράφος και πολιτική προσωπικότητα. Είναι ο συγγραφέας του μνημειώδους έργου Ιστορία της Ιταλίας (Storia d' Italia). Παρά το γεγονός ότι απεβίωσε πριν ολοκληρώσει την τελική διόρθωση του σπουδαίου πονήματός του, το έργο του εκλαμβάνεται ως η πλέον αντικειμενική παρουσίαση της περιόδου των πολέμων των ιταλικών πόλεων-κρατών (η Ιταλία ήταν κατακερματισμένη εκείνη την εποχή σε πόλεις-κράτη) με τη Γαλλία (γνωστοί και ως πόλεμοι Αψβούργων-Βαλουά με συμμετοχή και άλλων ευρωπαϊκών χωρών και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την περίοδο 1494-1559). Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους πολιτικούς συγγραφείς της Αναγέννησης και πατέρας της Νεότερης Ιστορίας, λόγω της χρήσης κρατικών αρχείων στη συγγραφή της Ιστορίας της Ιταλίας, γεγονός που άνοιξε το δρόμο στην επιστημονική ιστοριογραφία.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γκουιτσαρντίνι γεννήθηκε στη Φλωρεντία το 1483 σε οικογένεια ευγενών με πολλούς προγόνους του να καταλαμβάνουν ανώτερα κρατικά αξιώματα. Ενδεικτικό του κύρους της οικογένειάς του ήταν ότι νονός του υπήρξε ο Μαρσίλιο Φιτσίνο, κορυφαίος ουμανιστής φιλόσοφος και αστρολόγος. Μετά τις βασικές σπουδές του εγγράφηκε στη Σχολή Νομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Φερράρας και μετέπειτα στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας, όπου φοίτησε μέχρι το έτος 1505.

Με την αποφοίτησή του άρχισε να ασκεί με ιδιαίτερη επιτυχία τη δικηγορία και στην ηλικία των 23 ετών διορίστηκε από τις Αρχές της Φλωρεντίας να απαγγέλει τους νόμους δημοσίως προς ενημέρωση των πολιτών. Λίγο αργότερα, νυμφεύτηκε τη Μαρία Σαλβιάτι, από οικογένεια παρακλάδι της ονομαστής οικογένειας των Μεδίκων (Μedici), γάμο από συμφέρον όπως ομολογεί ο ίδιος, για να εξασφαλίσει την πολιτική υποστήριξη της πανίσχυρης αυτής οικογένειας.

Σύντομα ξεχώρισε σε τέτοιο σημείο ώστε οι Αρχές της Φλωρεντίας (La Signoria), να τον ορίσουν στα 1512 πρέσβη της πόλης-κράτους στην Αυλή του Βασιλέα της Αραγωνίας (βασιλέα με τεράστια επιρροή, με εδάφη στην Ισπανία και το νησί της Σικελίας τότε στην κατοχή του), Φερδινάνδου του Καθολικού. Ποτέ η πόλη-κράτος της Φλωρεντίας δεν είχε δει τόσο νεαρό πρέσβη σε μια τόσο σημαντική Αυλή, μάς πληροφορεί ο ίδιος στο ημερολόγιό του.

Ο Γκουιτσαρντίνι υπήρξε φίλος του πρεσβύτερού του κατά 14 χρόνια, περίφημου Νικολό Μακιαβέλλι, τον οποίο μάλιστα χρησιμοποίησε ως όργανο και βοηθό του σε μερικές διπλωματικές αποστολές, λίγο πριν το θάνατο του τελευταίου. Ωστόσο, αν και βοηθός και υφιστάμενος του Γκουιτσαρντίνι, ο Μακιαβέλλι συγκλόνισε ηθικά τον κόσμο με τη φιλοσοφική, κοινωνική και πολιτική πραγματεία του, αφήνοντας τον προϊστάμενο και μικρότερό του στα χρόνια Γκουιτσιαρντίνι στη συλλογική μνήμη ως έναν έξοχο ιστοριογράφο, άγνωστο όμως στις πλατιές μάζες.

Ο Γκουιτσαρντίνι ήταν το ίδιο ρεαλιστής με τον Μακιαβέλλι. Είχαν και οι δύο φτιαχτεί από το ίδιο ύφασμα, το ύφασμα μιας σκληρής, ανελέητης, έμπλεης μηχανορραφιών εποχής. Ήταν μάλιστα σκληρότερος και αδιάφορος για κάθε ηθικό κριτήριο, πολύ πιο αδίστακτος από τον Μακιαβέλλι. Η παράδοση του οίκου του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική του σταδιοδρομία. Η υπηρεσία του όμως ως κρατικού λειτουργού στην σπουδαία τοσκανική πόλη-κράτος δεν κράτησε πολύ.

Το 1515 και για είκοσι περίπου χρόνια, ως το 1534, υπηρέτησε στο πολιτικό προσωπικό του Παπικού Κράτους. Σε καλά φυλαγμένο χειρόγραφό του (Ricordi poliici-πολιτικά ενθυμήματα) που βρέθηκε το 1857, 300 σχεδόν χρόνια μετά, αποκαλύφθηκε ότι ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Λούθηρου και κρυφός εχθρός της παπικής εξουσίας, την κοσμική εξουσία και επιρροή τής οποίας μισούσε βαθιά, παρόλο που τα χρόνια που υπηρέτησε τον πάπα, το ανώτατο αυτό αξίωμα άσκησαν οι Λέων ο Ι' και Κλήμης ο Ζ', και οι δύο από την οικογένεια των Μεδίκων.

Ορίστηκε κατά σειρά κυβερνήτης των παπικών πόλεων του Ρέτζιο Καλάμπρια (η αρχαία ελληνική πόλη Ρήγιον της Κάτω Ιταλίας, πρωτεύουσα της Καλαβρίας), της Μόντενας, της Πάρμας, και στη συνέχεια ολόκληρης της περιφέρειας Εμίλια-Ρομάνια. To 1526 ανέλαβε ηγετικά στρατιωτικά καθήκοντα στα παπικά στρατεύματα και το 1531 ορίστηκε κυβερνήτης της Μπολόνιας. Με το θάνατο του πάπα Κλήμη του Ζ' έπαψε να υπηρετεί το Παπικό Κράτος και επέστρεψε στη Φλωρεντία όπου ήταν μισητός από πολλούς συμπολίτες του για τη δράση του στα 1530. Την χρονιά εκείνη είχε σταλεί από τον πάπα Κλήμεντα Ζ' (το παπικό κράτος ήταν σύμμαχος των Μεδίκων) να τιμωρήσει τους συμπατριώτες του που είχαν εκδιώξει τους τύραννους Μεδίκους και είχαν εγκαθιδρύσει το δημοκρατικό πολίτευμα στην πόλη-κράτος τους. Με τη βοήθειά του οι Μέδικοι επέστρεψαν στην εξουσία και μάλιστα με τύραννο τον χειρότερο όλων των Μεδίκων, τον διεφθαρμένο Αλέξανδρο (Αlessandro Medici), που δολοφονήθηκε τελικά το 1537, βασικός σύμβουλος τού οποίου χρημάτισε ο Γκουιτσαρντίνι.

Μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου, θέλησε να υπηρετήσει και τον νέο τύραννο, τον δεκαεπτάχρονο τότε Κόζιμο τον Α', ο οποίος ήταν από κάποιο παρακλάδι της οικογένειας των Μεδίκων από άλλη πόλη, μη έχοντας σχέση μέχρι τότε με τη Φλωρεντία. Ο νέος και άπειρος στα πολιτικά πράγματα τύραννος, διακριθείς ως τότε μόνο σε διάφορα αθλήματα, αποδείχτηκε δυναμικός και χαρισματικός χαρακτήρας. Σύντομα ανέπτυξε έντονα δεσποτικό και ανεξάρτητο ύφος, προτιμώντας να κυβερνήσει χωρίς την κηδεμονία και έμπειρη πολιτική καθοδήγηση κανενός, απομακρύνοντας τον Γκουιτσαρντίνι μαζί με άλλους παλιούς πολιτικούς που επιδίωκαν να τον χειραγωγήσουν, ανατρέποντας έτσι και τα σχέδια πολλών άλλων ιταλικών πόλεων-κρατών που τον βοήθησαν να ανέβει στο θρόνο και ήλπιζαν να τον έχουν υπό την επιρροή τους.

Κατόπιν αυτών των γεγονότων και της εκδίωξής του από την αυλή του νέου φλωρεντινού ηγεμόνα, ο Γκουιτσαρντίνι αποσύρθηκε από τον πολιτικό βίο ταπεινωμένος, στη βίλα του στην περιοχή Αρτσέτρι της Τοσκάνης, όπου και πέθανε το 1540.

Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώιμα έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η απόσυρση του Γκουιτσαρντίνι από την πολιτική, τού έδωσε την ευκαιρία να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη συγγραφή. Έγραψε πολλά έργα αποφεύγοντας όμως να εκδώσει όσα έγραφε, για να διατηρεί την ελευθερία να ενεργεί και αντίθετα με τις γραπτές αντιλήψεις του, να αναθεωρεί και να εξελίσσεται.

Η αποκάλυψη του σπουδαίου ιστοριογραφικού του έργου έγινε μόλις το 1857, όταν οι απώτεροι απόγονοί του ανέθεσαν στον εκδότη Τζιουζέπε Κανεστρίνι τη δημοσίευση πλήθους χειρογράφων. Είδε το φως της δημοσιότητας μ' αυτόν τον τρόπο ένα νεανικό πολιτικό του σύγγραμμα, το Διάλογος περί του Συντάγματος της Φλωρεντίας (Dialogo del reggimento di Firenze), οι ελεύθεροι περιστασιακοί διαλογισμοί του, γνωστοί ως Αναμνήσεις πολιτικές και κοινωνικές (Ricordi politici e civili) και κάμποσα άλλα κείμενα. Ανάμεσα στα έργα αυτά ξεχωριστή θέση κατέχει άλλο ένα νεανικό του έργο, η Ιστορία της Φλωρεντίας (Storia Fiorentina) την οποία συνέγραψε όταν ήταν 25 ετών, πριν την αντίστοιχη του Μακιαβέλλι. Στο έργο αυτό αφηγείται την ιστορία της πόλης του από το 1378 έως το 1509 (ενώ ο Μακιαβέλλι στο αντίστοιχο δικό του έργο την αφηγείται από τις αρχές της ζωής στη Φλωρεντία έως το 1492). Το πρώιμο αυτό έργο του, αν και κάπως ανώριμο, είναι γραμμένο με ύφος ζωηρό, πασιφανώς δηλώνοντας στους κατοπινούς μελετητές του το ξεχωριστό της παρουσίας του νεαρού Φλωρεντινού και δικαιολογώντας απόλυτα το χαρακτηρισμό του ως σταθμού στην ευρωπαϊκή ιστοριογραφία.

Ιστορία της Ιταλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1537 ο Γκουιτσαρντίνι έγραψε ένα κολοσσιαίο έργο, την Ιστορία της Ιταλίας (Storia d' Italia), όπου για πρώτη φορά ένας ιστορικός πραγματεύθηκε την ιστορία της Ιταλίας ως σύνολο, δηλαδή όχι μόνο ως γεωγραφικά προσδιορισμένο χώρο αλλά υπό το πρίσμα της ενιαίας εθνικής μοίρας, σε στενή συνάρτηση με τα γενικότερα ευρωπαϊκά πολιτικά δεδομένα. Προσέγγισε έτσι από ιστοριογραφικής πλευράς και ενίσχυσε το πολιτικό όραμα του συνειδητά προσανατολισμένου προς την ενοποίηση της Ιταλίας, ένθερμου πατριώτη Μακιαβέλλι.

Το έργο περιορίζεται σε σαράντα χρόνια, αρχής γενομένης από το 1494 με κατάληξη το 1534. Περιγράφει γεγονότα που έζησε από πολύ κοντά με λεπτομερέστατη και θεμελιωμένη σε πολλές πηγές εξιστόρηση των πολεμικών και πολιτικών γεγονότων της συγκεκριμένης περιόδου. Η συμπύκνωση τόσων πληροφοριών για μια τόσο σύντομη ιστορική περίοδο και η ενάργεια και εμβρίθεια της ανάλυσής τους, αποτέλεσε μέγα συγγραφικό κατόρθωμα. Το ύφος του έργου είναι έξοχο και σύμφωνα με τον Ουίλ Ντυράν αποτελεί προμήνυμα του μνημειακού πεζού λόγου του σπουδαίου κατοπινού άγγλου ιστορικού Γίββωνος (Edward Gibbon).

Είναι πολλοί επίσης οι ειδικοί που υποστηρίζουν την άποψη ότι με το ιδιαίτερο ιστοριογραφικό του ύφος και την επιμέλεια που επέδειξε στη συλλογή και εκτίμηση των πηγών του, ο Γκουιτσαρντίνι ξεπέρασε ακόμα και τον Μακιαβέλλι. Όποια κι αν είναι η αλήθεια πάντως, η αξία και των δύο αυτών χαρισματικών ανθρώπων της ιταλικής Αναγέννησης είναι αδιαμφισβήτητη. Τα έργα τους, ζυμωμένα με τη μαγιά της ζωής σε χρόνια δύσκολα, όπου ένα λάθος στην πολιτική συχνά στοίχιζε την ίδια τη ζωή των πολιτικών, αποτελούν μνημεία των σκοτεινών εκείνων καιρών και του βαθύτερου νοήματος της εξουσίας, του κυνισμού που τη διακρίνει, των μέσων που μετέρχεται και των σκοπών που επιδιώκει, μέσα από αριστοτεχνικές εξιστορήσεις και αναλύσεις ενός ιστού δολοπλοκιών, ιδεολογιών, ιδεοληψιών, φιλοδοξιών, μισαλλοδοξιών, δοξασιών και πολιτικών ερμηνειών.

Καταδεικνύουν επίσης το ρόλο του κυνισμού στην πραγμάτωση μεγαλεπήβολων στόχων, όπως το όραμα της ενοποίησης της Ιταλίας που οι δύο αυτοί πολιτικοί πρώτοι συνέλαβαν και με ζήλο προπαγάνδισαν, προτάσσοντας την αναγκαιότητα πολλές φορές της χρησιμοποίησης αθέμιτων μέσων στην πραγμάτωση ενός ιερότερου σκοπού. Ενός σκοπού που οι σύγχρονοί τους αδυνατούσαν να συλλάβουν, αλλά οι ίδιοι, καίτοι ζυμωμένοι περισσότερο από όλους στην εξαχρείωση της εξουσίας και την ανελέητη φύση της, διατηρούσαν την πιο καθαρή ματιά της φύσης των ανθρώπων και της αξίας ενός οράματος.

Η ιστορική και πολιτική ανάλυση μετά τους σπουδαίους αρχαίους και βυζαντινούς ιστορικούς βρίσκει στο πρόσωπο των δύο σπουδαίων αυτών μορφών της ιταλικής χερσονήσου τους κορυφαίους εκπροσώπους ενός νέου δρόμου.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος
  • G.Benzoni, P. Jodogne, Dizionario Biografico degli italiani (Βιογραφικό Λεξικό των Ιταλών), λήμμα Guicciardini Francesco
  • The Cambridge History of Italian Literature, Amazon.com και Βιβλιοθήκη Ιταλικού Ινστιτούτου Αθήνας