Το Τρίτο Κύμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Τρίτο Κύμα ήταν ένα πείραμα πάνω στη φύση του φασισμού και των αιτίων της υποστήριξής του από απλούς ανθρώπους, που έγινε τον Απρίλιο του 1967 σε ένα γυμνάσιο του Πάλο Άλτο της Καλιφόρνια από τον δάσκαλο Ρον Τζόουνς (Ron Jones). Αν και ξεκίνησε σαν απλή άσκηση πειθαρχίας, το πείραμα προς το τέλος του ξέφυγε από τον έλεγχο, και τέλειωσε με πρωτοβουλία του δασκάλου με έναν διδακτικό, όσο και οδυνηρό τρόπο.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόουνς δίδασκε σύγχρονη ιστορία, και φθάνοντας στο κεφάλαιο για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και συγκεκριμένα στο Ολοκαύτωμα, είδε ότι δε μπορούσε να απαντήσει σε μια βασική ερώτηση των μαθητών του: Πώς ήταν δυνατόν απλοί άνθρωποι να υποστηρίξουν ένα καθεστώς όπως αυτό του Ναζισμού, να τηρήσουν στάση σιωπής ή και συμμετοχής στις ωμότητες που διεξάγονταν, και επιπλέον όταν όλα τελείωσαν να αρνηθούν ότι είχαν έστω και γνώση για αυτά που γίνονταν; Ο Τζόουνς αποφάσισε να απαντήσει, δίνοντας ένα μικρό δείγμα στην πράξη.

Δύναμη από την πειθαρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έτσι, κάποια Δευτέρα, ξεκίνησε το μάθημα επιχειρηματολογώντας για τα πλεονεκτήματα της πειθαρχίας και τα αισθήματα ικανοποίησης και αυτοελέγχου που αυτή γεννά. Προχωρώντας, επέβαλε μια συγκεκριμένη στάση με την οποία θα έπρεπε όλοι να κάθονται μέσα στην τάξη (τα πόδια σε ευθεία με το πάτωμα, τα γόνατα σε γωνία ενενήντα μοιρών και τα χέρια πιασμένα πίσω από την πλάτη), αλλά και συγκεκριμένες, αυστηρές διαδικασίες με τις οποίες γίνονταν ερωτήσεις και απαντήσεις στη διάρκεια του μαθήματος.

Το περίεργο ήταν ότι όλοι όχι μόνο δέχτηκαν αδιαμαρτύρητα τους νέους κανόνες που ίσχυσαν στην τάξη, αλλά έσπευσαν να τελειοποιήσουν την ορθότητα και ταχύτητα της εκτέλεσης των εντολών από μέρους τους. Μάλιστα, η συμμετοχή στο μάθημα, στις ερωτήσεις, τις απαντήσεις και τη συζήτηση, έγινε καθολική, από μερική που ήταν προηγουμένως, και υπόθεση όλων μόλις εφαρμόστηκαν οι νέοι κανόνες ερωταπαντήσεων.

Δύναμη από την Κοινότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τη δεύτερη μέρα, βλέποντας ότι η τάξη τηρούσε τους κανόνες της προηγούμενης χωρίς καμία υπενθύμιση από μέρους του, αποφάσισε να προχωρήσει το πείραμα εισάγοντας την έννοια της Κοινότητας, επιχειρηματολογώντας για τη δύναμη και την ικανοποίηση που αντλείται από το να δουλεύεις, μαζί με άλλους, για έναν σκοπό. Όλη η τάξη φώναξε με ρυθμό και επί πολλή ώρα συνθήματα όπως "Δύναμη από την πειθαρχία" και "Δύναμη από την Κοινότητα". Στο τέλος του μαθήματος, καθιερώθηκε και ο χαιρετισμός μεταξύ των μελών της κοινότητας αυτής: Το δεξί χέρι υψωμένο στον ώμο, με τα δάχτυλα λυγισμένα σαν κύμα που ετοιμάζεται να σκάσει. Ο Τζόουνς ονόμασε τον χαιρετισμό αυτό "Τρίτο Κύμα", γιατί υποτίθεται ότι το τρίτο κύμα που φθάνει στην ακτή είναι και το δυνατότερο, είναι προφανής όμως η σχέση τόσο με το Τρίτο Ράιχ, όσο και με το χαιρετισμό ανάμεσα σε μέλη του Ναζιστικού Κόμματος. Παρ' όλα αυτά, η τάξη υιοθέτησε το χαιρετισμό αυτό, και σύντομα άλλοι μαθητές, παρατηρώντας το χαιρετισμό έξω από την τάξη, ρωτούσαν περί τίνος πρόκειται, και αν θα μπορούσαν και αυτοί να γίνουν μέλη στο Τρίτο Κύμα.

Δύναμη από τη δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την επόμενη μέρα το Κύμα, καθώς, όπως εξήγησε ο δάσκαλος, η πειθαρχία και η Κοινότητα είναι άχρηστες δίχως την πράξη, πέρασε στη δράση. Εκδόθηκαν κάρτες μέλους για κάθε μέλος του κινήματος, τις οποίες δεν αρνήθηκε να πάρει κανένα παιδί. Επίσης, όλοι προμηθεύτηκαν μαύρα περιβραχιόνια που έπρεπε να φορούν για να ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους.

Ειδικά καθήκοντα ορίστηκαν για τον καθένα, όπως η απομνημόνευση των στοιχείων όλων των μελών του Κύματος, η πληροφόρηση του δασκάλου για κάθε αντι-κυματική δραστηριότητα και κουβέντα, η εγγραφή άλλων ατόμων στο Κύμα, και άλλα. Φτιάχτηκαν μεγάλα πανό του Τρίτου Κύματος που κρεμάστηκαν σε όλο το σχολείο, ενώ κατά τον Τζόουνς ένας ολοένα μεγαλύτερος αριθμός παιδιών ζητούσε να γίνει δεκτός στην τάξη του και το Τρίτο Κύμα. Οι μαθητές συνέχισαν όχι μόνο να στηρίζουν το Κύμα μέσω της δράσης τους, αλλά και να αναλαμβάνουν καθήκοντα από μόνοι τους. Ένας από τους πιο αδύνατους και ακοινώνητους μαθητές της τάξης του ανακοίνωσε ότι θα ήταν στο εξής ο σωματοφύλακάς του.

Οι ανησυχίες του ραββίνου, μιας από τις μαθήτριες καθησυχάστηκαν αμέσως με τη δικαιολογία ότι η τάξη απλά μελετούσε την "προσωπικότητα των Γερμανών". Με ανάλογο τρόπο αντιμετωπίστηκαν και οι επιφυλάξεις κάποιων γονιών. Υπήρχαν επίσης και αντιδράσεις από μαθητές, κυρίως άλλων τάξεων, και μερικές ενέργειες κατά του Κύματος. Οι περισσότερες αντιδράσεις όμως και διαφωνίες προλαμβάνονταν, καθώς από τη μια το δίκτυο των πληροφοριοδοτών είχε πλέον αρκετά μέλη, αφετέρου υπήρχε αυστηρός έλεγχος, με την απαγγελία συνήθως κατασκευασμένων κατηγοριών από τον Τζόουνς προς μέλη του Κύματος, που συνήθως οδηγούσαν στον "εξορισμό" τους στη βιβλιοθήκη του σχολείου, μετά από δημόσια "δίκη". Πάντως, αναλογιζόμενος το γεγονός ότι η κατάσταση μέσα στο σχολείο είχε αρχίσει να ξεφεύγει από τον έλεγχο, ο Τζόουνς αποφάσισε να σταματήσει σιγά-σιγά το πείραμα.

Δύναμη από την περηφάνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τη μέρα αυτή φανερώθηκε στους μαθητές ο "πραγματικός" λόγος ύπαρξης του Τρίτου Κύματος: Αποτελούσε ένα πανεθνικό κίνημα στρατολόγησης νέων που ήθελαν να παλέψουν μέσω της πειθαρχίας, της κοινότητας, της δράσης και της περηφάνιας για την αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος. Και όχι μόνο: Με την αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος θα ερχόταν και η αλλαγή στην ανώτερη εκπαίδευση, την οικονομία, την κοινωνία, την ίδια τη μοίρα του έθνους. Το Κύμα είχε έναν αρχηγό, υποψήφιο για την Προεδρία της Αμερικής που, ανακοινώνοντας την επομένη την δημιουργία ενός προγράμματος για τους νέους με βάση το Τρίτο Κύμα, θα έδινε το σύνθημα για μια επίδειξη δύναμης από μέλη του κινήματος σε πάνω από χίλια σχολεία σε όλη τη χώρα. Το ραντεβού για την επίδειξη δόθηκε σε ένα αμφιθέατρο την επομένη στις 12:00, αυστηρά για μέλη του Κύματος, παρουσία "δημοσιογράφων", δηλαδή φίλων του δασκάλου μεταμφιεσμένων σε εκπρόσωπους του τύπου.

Τελευταία μέρα: Δύναμη μέσα από την κατανόηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αμφιθέατρο είχε συγκεντρώσει μαθητές, που περίμεναν με αγωνία την τηλεοπτική συνέντευξη τύπου του αρχηγού του Κύματος. Μετά από μια επίδειξη της εκπαίδευσής τους στον "τύπο", όπου το σύνθημα "Δύναμη από την πειθαρχία" φωνάχτηκε δυνατά πολλές φορές, ο Τζόουνς άνοιξε μια τηλεόραση και τους ανακοίνωσε την έναρξη της συνέντευξης τύπου. Για πέντε λεπτά, το ακροατήριο έμεινε να κοιτά μια άδεια οθόνη, περιμένοντας. Όταν διαλύθηκε και η τελευταία ελπίδα ότι αυτό που περίμεναν θα συνέβαινε, ο δάσκαλος ανακοίνωσε στους μαθητές την πραγματικότητα: Δεν υπήρχε αρχηγός, ούτε κίνημα, και οι ίδιοι είχαν ανταλλάξει την ελευθερία τους να σκέφτονται, να αποφασίζουν και να δρουν προκειμένου να γίνουν μέλη μιας ελίτ.

Την ίδια ώρα προβλήθηκε το "μέλλον τους", όπως τους πληροφόρησε ο Τζόουνς: Ένα φιλμ με σκηνές από τη Ναζιστική Γερμανία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη φρίκη του πολέμου. Το τέλος του φιλμ, και ο λόγος του Τζόουνς για το πως, τις προηγούμενες μέρες, είχαν δει το φασισμό να αναβιώνει όχι απλά σαν ένα ιστορικό φαινόμενο, αλλά σαν κάτι κρυμμένο μέσα στον καθένα τους, διάλυσε τη συγκέντρωση μέσα σε σοκ για πολλούς μαθητές, και προβληματισμό για όλους. Το όλο ζήτημα δεν ξανασυζητήθηκε ποτέ από το δάσκαλο ή τους μαθητές, για πολλά χρόνια.

Επίδραση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι λεπτομέρειες του "πειράματος" αυτού δεν έγιναν γνωστές για αρκετά χρόνια, παρά το μεγάλο ενδιαφέρον του. Το 1972 ο Τζόουνς δημοσίευσε ένα διήγημα όπου περιέγραφε ορισμένες λεπτομέρειες, και το 1981 διασκευάστηκε σε ταινία (κερδίζοντας βραβείο Έμμυ). Ο συγγραφέας Τοντ Στράσσερ, με το ψευδώνυμο Μόρτον Ρου, έγραψε το μυθιστόρημα Το Κύμα, βασισμένο πάνω στην ταινία αλλά και τη διήγηση του Τζόουνς. Το βιβλίο γνώρισε επιτυχία, και στη Γερμανία προτεινόταν σαν ανάγνωσμα στα σχολεία. Διασκευάστηκε σε θεατρικό έργο και μιούζικαλ. Αργότερα, ο Τζόουνς αποκάλυψε την πλήρη δική του εκδοχή της ιστορίας, ορισμένες λεπτομέρειες από την οποία αμφισβητήθηκαν, κυρίως για το μέγεθος που απέκτησε το φαινόμενο μέσα στο σχολείο, αλλά και το κατά πόσον οι μαθητές μέλη του Κύματος συμμετείχαν όλοι σοβαρά. Το πείραμα προσέλκυσε το ενδιαφέρον του ψυχολόγου Φίλιπ Ζιμπάρντο, που αρκετά αργότερα διεξήγαγε το πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ, που και αυτό αφορούσε συνθήκες υπακοής/καταπίεσης.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι-πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]