Τανταλίτης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τανταλίτης
Μαγγανιούχος τανταλίτης. Προέλευση: Άλτο ντο Γκιζ, Βραζιλία
Γενικά
ΚατηγορίαΟξείδια
Χημικός τύπος(Fe+2,Mn)(Ta,Nb)2O6
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα8,1 gr/cm3
ΧρώμαΆχρους έως ανοικτός πορφυρός, ενίοτε καστανέρυθρος ή μαύρος
Σύστημα κρυστάλλωσηςΡομβικό
ΚρύσταλλοιΔιπυραμιδικοί, καλά σχηματισμένοι.
ΥφήΣυμπαγής ή κοκκώδης
ΔιδυμίαΣπάνια {021} ή {023}
Σκληρότητα6 - 6,5
Σχισμός{100} ατελής
ΘραύσηΑκανόνιστη έως υποκογχοειδής
ΛάμψηΥαλώδης, ημιμεταλλική
Γραμμή κόνεωςΕρυθρή σε αποχρώσεις από ζωηρό κόκκινο έως σχεδόν μαύρο
ΠλεοχρωισμόςΚαστανέρυθρος (x, y), πορτοκαλόχρους (z)
ΔιαφάνειαΗμιδιαφανής, συνηθέστερα αδιαφανής

Ο τανταλίτης με χημικό τύπο (Fe+2, Mn)(Ta, Nb)2O6 είναι ορυκτό οξείδιο αποτελούμενο από σίδηρο (δισθενή), μαγγάνιο, ταντάλιο και νιόβιο. Το όνομά του οφείλεται στο περιεχόμενο ταντάλιο.

Είναι ορυκτό συγγενές προς τον κολουμβίτη.Τα δύο αυτά ορυκτά πολλές φορές ενώνονται προς δημιουργία ενός ημιατομικού ορυκτού που ονομάζεται κολτάν(coltan). Από χημική άποψη, είναι τανταλικό άλας του σιδήρου με αντικατάσταση σε μερικά μόρια του ατόμου του σιδήρου με άτομο μαγγανίου ή και νιοβίου.

Ο τανταλίτης είναι μαύρος έως σιδηρόμαυρος στο χρώμα, ενώ οι πλούσιοι σε μαγγάνιο τανταλίτες μπορεί να είναι φαιόχροοι και ημιδιαφανείς. Κάποια δείγματα εμφανίζουν κυανωπή ιριδίζουσα λάμψη και παραμαγνητικές ιδιότητες. Απαντάται σε γρανίτες και γρανιτικούς πηγματίτες. Ο τανταλίτης χρησιμοποιείται ως μετάλλευμα για την εξαγωγή τανταλίου και νιοβίου.

Αρκετοί οδηγοί ορυκτών αναφέρουν τον τανταλίτη μαζί με τον κολουμβίτη σε ένα ορυκτό αποκαλούμενο «κολτάν» (coltan, κολουμβίτης-τανταλίτης), και πράγματι συχνά βρίσκονται μαζί. Αλλά ο τανταλίτης έχει σημαντικά μεγαλύτερη πυκνότητα από τον κολουμβίτη (από 6,5 ως 8,0+ σε σύγκριση με το 5,2 του κολουμβίτη).

Ο τανταλίτης έχει βρεθεί στη Ναμίμπια, τη Νιγηρία, τον Καναδά, τη Μαδαγασκάρη, τη βόρεια Ευρώπη, και σε πολιτείες των ΗΠΑ (Μέιν, Καλιφόρνια, Κολοράντο και Βιρτζίνια. Αλλά τα μεγαλύτερα αποθέματα τανταλίτη υπάρχουν στη Βραζιλία (το 52,1%), τη Μοζαμβίκη και την Αυστραλία, από την οποία, το 2006, προήλθε το 75% της παγκόσμιας παραγωγής.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244
  • Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 039591096X
  • Walter Schumann, R. Bradshaw, K. A. G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0395511372