Τέταρτη Διεθνής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το έμβλημα της Τέταρτης Διεθνούς

Η Τέταρτη Διεθνής (FI) είναι διεθνής κομμουνιστική οργάνωση, που δουλεύει ενάντια τόσο στον καπιταλισμό, όσο και στο σταλινισμό. Αποτελείται από οπαδούς του Λέοντα Τρότσκι και παλεύει για τη τελική νίκη της εργατικής τάξης για την επικράτηση του σοσιαλισμού.

Στη Γαλλία το 1938, ο Τρότσκι και πολλοί υποστηριχτές του, όντας εξόριστοι από τη Σοβιετική Ένωση, θεώρησαν ότι η Κομιντέρν είχε χαθεί, χάριν του Σταλινισμού, και ήταν ανίκανη να καθοδηγήσει τη διεθνή εργατική τάξη για να πάρει την εξουσία. Έτσι, ίδρυσαν την ανταγωνιστική της «Τέταρτη Διεθνή». Μέσω του καλύτερου κομματιού της ύπαρξής της, η Τέταρτη Διεθνής καταδιώχθηκε από τους πράκτορες της Σοβιετικής μυστικής αστυνομίας, δέχθηκε την καταστολή καπιταλιστικών κρατών, όπως η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, και δεν γινόταν αποδεκτή από τους πιστούς της Σοβιετικής Ένωσης και, αργότερα, του Μαοϊσμού, επειδή τη θεωρούσαν νόθα, μια θέση που εκείνοι οι κομμουνιστές κρατούν ακόμη και σήμερα.

Πάλεψε για να διατηρήσει την επικοινωνία των διαφόρων τμημάτων κάτω από αντίξοες συνθήκες, παρανομίας και χλευασμού, σχεδόν σε όλο τον κόσμο, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Όταν ξεσπούσαν εργατικές εξεγέρσεις, βρισκόταν κυρίως κάτω από την επιρροή Σοβιετικών, Μαοϊκών, Σοσιαλδημοκρατών και εθνικιστικών ομάδων, που οδηγούσαν σε περαιτέρω προδοσίες και ήττες τους Τροτσκιστές.[1]

Η Τέταρτη Διεθνής υπέστη διάσπαση το 1940 και μια ακόμη μεγαλύτερη το 1953. Παρά τη μερική ενοποίηση του 1963, περισσότερες των μία ομάδων ισχυρίζονται ότι αντιπροσωπεύουν την πολιτική συνέχεια της Τέταρτης Διεθνούς. Η διευρυμένη λίστα των Τροτσκιστικών Διεθνών είναι διασπάσεις πάνω στην οργάνωση εκείνη, οι οποίες αποτελούν την πολιτική συνέχειά της.

Τροτσκισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Τροτσκισμός

Οι ίδιοι οι Τροτσκιστές θεωρούν ότι δουλεύουν ενάντια στον καπιταλισμό και το Σταλινισμό. Ο Τρότσκι συνηγόρησε υπέρ της προλεταριακής επανάστασης, όπως την παρουσίασε στη θεωρία του για τη «διαρκή επανάσταση», και πίστευε ότι ένα εργατικό κράτος δε θα ήταν ικανό να αντέξει στις πιέσεις του εχθρικού παγκόσμιου καπιταλισμού, εκτός εάν γίνονταν σοσιαλιστικές επαναστάσεις και στις άλλες χώρες. Αυτή η θεωρία ήταν προοδευτική, σε αντίθεση με την άποψη που υποστήριζαν οι Σταλινικοί («Σοσιαλισμός σε μία μόνη χώρα»).[2] Επιπλέον, ο Τρότσκι και οι υποστηριχτές του άσκησαν οξεία κριτική στην αυξανόμενη ολοκληρωτική φύση της κυριαρχίας του Ιωσήφ Στάλιν. Έτσι, αντιμετωπίζοντας την ολοένα και πιο αυξανόμενη έλλειψη της δημοκρατίας στη Σοβιετική Ένωση, κατέληξαν στο ότι δεν ήταν πια ένα σοσιαλιστικό εργατικό κράτος, αλλά ένα εκφυλισμένο εργατικό κράτος.

Πολιτικές Διεθνείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια πολιτική διεθνής είναι ένας οργανισμός πολιτικών κομμάτων ή στελεχών, με στόχο το συντονισμό των δράσεών τους για ένα συγκεκριμένο σκοπό. Υπήρχε μεγάλη παράδοση στους σοσιαλιστές, που οργανώνονταν σε διεθνή βάση, και ο Καρλ Μαρξ είχε καθοδηγήσει τη Διεθνή Ένωση Εργατών, που αργότερα έγινε γνωστή, ως «Πρώτη Διεθνής».

Όταν διαλύθηκε η Πρώτη Διεθνής το 1876, έγιναν αρκετές προσπάθειες για να αναβιώσει η οργάνωση, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της σοσιαλιστικής Δεύτερης Διεθνούς. Αυτή, με τη σειρά της, χρεοκόπησε το 1916, το οποίο οφείλεται στις διαφωνίες πάνω στο θέμα του πολέμου. Αν και η οργάνωση ανασυγκροτήθηκε το 1923, ως Σοσιαλιστική και Εργατική Διεθνής, οι υποστηριχτές της Οκτωβριανής Επανάστασης και των Μπολσεβίκων ίδρυσαν την Κομιντέρν, που τη θεωρούσαν ως Τρίτη Διεθνή.[3] Αυτή οργανώθηκε πάνω στη βάση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, με τα κόμματα που τη συνέθεταν να υποχρεώνονται να παλεύουν για τις πολιτικές που υιοθετούσε το σώμα ως σύνολο.

Με το να ονομάζονται ως Τέταρτη Διεθνής, «Το Παγκόσμιο Κόμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης», οι Τροτσκιστές διεκδικούσαν δημόσια τη συνέχειά τους από την Κομιντέρν, και τους προκατόχους της. Η αναγνώριση της σπουδαιότητας των πρώτων εκείνων Διεθνών, ταίριαξε με την πεποίθηση ότι τελικά εκείνες εκφυλίστηκαν. Αν και η Δεύτερη Διεθνής και η Κομιντέρν υπήρχαν ακόμη, οι Τροτσκιστές δεν πίστευαν ότι εκείνες οι οργανώσεις ήταν ικανές να υποστηρίξουν τον επαναστατικό σοσιαλισμό και διεθνισμό.[4]

Η ίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς πήρε περισσότερο ώθηση από τη θέληση για τη δημιουργία ενός ισχυρότερου πολιτικού ρεύματος, παρά απ’ ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί περισσότερο αντιπολίτευση της Κομιντέρν και της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Τρότσκι πίστευε ότι η δημιουργία του ήταν το πιο επείγον για το ρόλο που θεωρούσε ότι θα έπαιζε στον επικείμενο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η απόφαση να δημιουργηθεί η Διεθνής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τρότσκι και οι υποστηρικτές του είχαν οργανωθεί από το 1923 ως Αριστερή Αντιπολίτευση μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Αντιτάχθηκαν στη γραφειοκρατικοποίηση του Σοβιετικού κράτους, η οποία θεωρούσαν με τις αναλύσεις τους ότι προκλήθηκε εν μέρει από τη φτώχεια και απομόνωση της σοβιετικής οικονομίας.[4] Η σταλινική θεωρία σχετικά με τον σοσιαλισμό σε μια χώρα αναπτύχθηκε ως αντίθεση στη θεωρία του Τρότσκι για τη Διαρκή Επανάσταση, που υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός ήταν ένα παγκόσμιο σύστημα και χρειαζόταν μια παγκόσμια επανάσταση για να τον αντικαταστήσει με τον σοσιαλισμό. Πριν το 1924, οι διεθνείς προοπτικές των Μπολσεβίκων είχαν καθοδηγηθεί από τις θέσεις του Τρότσκι. Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι η θεωρία του Στάλιν αντιπροσώπευε τα συμφέροντα των γραφειοκρατικών στοιχείων, σε πλήρη αντίθεση προς την εργατική τάξη.

Στις αρχές του 1930, ο Τρότσκι και οι υποστηρικτές του πίστευαν ότι η επιρροή του Στάλιν πάνω στη Τρίτη Διεθνή μπορούσε να καταπολεμηθεί «από τα μέσα» και να προκληθεί η υποχώρησή της με αργούς ρυθμούς. Έτσι, οργανώθηκαν οι ίδιοι στη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση, που έτεινε να είναι μια ομάδα αντί-Σταλινικών μέσα στην Τρίτη Διεθνή. Ο Τρότσκι υποστήριξε ότι η πολιτική της Τρίτης Περιόδου της Κομιντέρν είχε συμβάλει στην άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στη Γερμανία και ότι η στροφή της σε μια πολιτική Λαϊκών Μετώπων (που σκόπευε να ενώσει όλες τις δήθεν αντιφασιστικές δυνάμεις) διέσπειρε τις αυταπάτες του ρεφορμισμού και του πασιφισμού και «έστρωσε τον δρόμο για μια φασιστική ολίσθηση». Από το 1935, τόνισε ότι η Κομιντέρν είχε πέσει, δίχως γυρισμό, στα χέρια της σταλινικής γραφειοκρατίας. Εκείνος και οι υποστηρικτές του, διωγμένοι από την Τρίτη Διεθνή[5], συμμετείχαν σε μια συνδιάσκεψη του Γραφείου του Λονδίνου των σοσιαλιστικών κομμάτων, που βρίσκονταν έξω και από τη Δεύτερη Διεθνή και από την Κομιντέρν. Τρία από τα κόμματα εκείνα προσχώρησαν στην Αριστερή Αντιπολίτευση, υπογράφοντας ένα ντοκουμέντο του Λέον Τρότσκι που καλούσε για μια Τέταρτη Διεθνή, το οποίο έγινε γνωστό ως «Απόφαση των Τεσσάρων». Από αυτά, τα δύο αποστασιοποιήθηκαν εξαιτίας διαφωνιών, ενώ το Ολλανδικό Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα δούλεψε με τη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση, για να διακηρύξουν τη δημιουργία της Διεθνούς Κομμουνιστικής Λίγκας.[6]

Αυτή η κατάσταση αμφισβητήθηκε από τον Αντρές Νιν και κάποια άλλα μέλη της Λίγκας, που δεν υποστήριξαν το κάλεσμα για τη νέα Διεθνή. Αυτή η ομάδα έθεσε ως προτεραιότητα την αναδιοργάνωση με τις άλλες ομάδες της κομμουνιστικής αντιπολίτευσης, κυρίως τη Διεθνή Κομμουνιστική Αντιπολίτευση, που συνδέονταν με τη Δεξιά Αντιπολίτευση στο Σοβιετικό Κόμμα, μια ανασυγκρότηση που οδήγησε τελικά στη δημιουργία του Διεθνούς Γραφείου για την Επαναστατική Σοσιαλιστική Ενότητα. Ο Τρότσκι θεώρησε ότι αυτές οι οργανώσεις ήταν κεντριστικές. Σε αντίθεση με το Τρότσκι, το Ισπανικό τμήμα συγχωνεύτηκε με το Ισπανικό τμήμα του ICO (Δεξιάς Αντιπολίτευσης), δημιουργώντας το POYM. Ο Τρότσκι επισήμανε ότι η συγχώνευση αυτή ήταν συνθηκολόγηση με τον κεντρισμό. [7] Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Γερμανίας, μια αριστερή διάσπαση από το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γερμανίας, που ιδρύθηκε το 1931, συνεργάστηκε-για σύντομη χρονική περίοδο-με τη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση, αλλά σύντομα απέρριψε το κάλεσμα για νέα Διεθνή.

Το 1935, ο Τρότσκι έγραψε μια Ανοικτή Επιστολή για τη Τέταρτη Διεθνή, επαναφέροντας την Απόφαση των Τεσσάρων, στην οποία τεκμηρίωνε την πρόσφατη πορεία της Κομιντέρν και της Δεύτερης Διεθνούς. Στην επιστολή καλούσε, επίσης, για την επείγουσα δημιουργία της Τέταρτης Διεθνούς. Η «Πρώτη Διεθνής Συνδιάσκεψη για την Τέταρτη Διεθνή» διοργανώθηκε στο Παρίσι τον Ιούνιο του 1936, αν και αναφορές έδιναν ως τόπο σύγκλησης τη Γένοβα, για λόγους ασφαλείας.[8] Αυτή η συνδιάσκεψη διέλυσε τη Διεθνή Κομμουνιστική Λίγκα, ιδρύοντας στη θέση της το Κίνημα της Τέταρτης Διεθνούς, σύμφωνα με τις προοπτικές του Τρότσκι.

Η ίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς θεωρήθηκε ως κάτι περισσότερο από την εκ νέου ονομασία μιας διεθνούς τάσης, που υπήρχε ήδη. Ειπώθηκε ότι η Τρίτη Διεθνής είχε εκφυλισθεί τελείως και έτσι θεωρήθηκε ως αντεπαναστατική οργάνωση, που την ώρα της κρίσης θα υπεράσπιζε τον καπιταλισμό. Ο Τρότσκι πίστευε ότι ο επερχόμενος Παγκόσμιος Πόλεμος θα παρήγαγε ένα επαναστατικό κύμα της τάξης και των ταξικών αγώνων, περισσότερο απ’ ότι είχε δημιουργήσει ο Πρώτος Παγκόσμιος.

Ο Στάλιν αντέδρασε στην αυξανόμενη δύναμη των οπαδών του Τρότσκι, με ένα κύμα πολιτικών σφαγών των ανθρώπων μέσα στη Σοβιετική Ένωση, και τη δολοφονία των υποστηριχτών του Τρότσκι και της ευρύτερης οικογένειας. Είχε πράκτορες, για να υποβάλουν σε μελέτη ιστορικά ντοκουμέντα και φωτογραφίες, προκειμένου να προσπαθήσουν να σβήσει την ανάμνηση του Τρότσκι από τα ιστορικά βιβλία.[9] Σύμφωνα με την εφημερίδα Επαναστατική Ιστορία, οι υποστηρικτές του Στάλιν στράφηκαν στον αντισημιτισμό, για να ταράξουν το κοινό συναίσθημα ενάντια στο Τρότσκι. Η κόρη του Στάλιν υποστήριξε ότι η πάλη του με το Τρότσκι αποτέλεσε το θεμέλιο λίθο για τις μετέπειτα αντισημιτικές εκστρατείες.

Το ιδρυτικό συνέδριο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λογική της Διεθνούς ήταν να συγκροτήσει νέα μαζικά κόμματα, ικανά να καθοδηγήσουν επιτυχείς εργατικές επαναστάσεις. Το είδαν αυτό, από ένα αυξανόμενο κύμα που θα αναπτυσσόταν παράλληλα και, ως αποτέλεσμα, του επερχόμενου του Παγκόσμιου Πολέμου. Τριάντα αντιπρόσωποι προσήλθαν στην ιδρυτική συνδιάσκεψη, που διοργανώθηκαν το Σεπτέμβριο του 1938, στο σπίτι του Αλφρέντ Ροσμέρ, λίγο έξω από το Παρίσι. Παρόντες στη συνάντηση ήταν αντιπρόσωποι από τις κυριότερες χώρες της Ευρώπης, και από τη Βόρεια Αμερική, αν και λόγω του κόστους και της απόστασης, προσήλθαν λίγοι από την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Συγκροτήθηκε μια Διεθνής Γραμματεία, με τις ηγετικές φιγούρες εκείνης της περιόδου και από πολλές χώρες, όπου οι Τροτσκιστές ήταν ενεργοί πολιτικά. Ανάμεσα στις αποφάσεις που πάρθηκαν από τη συνδιάσκεψη, ήταν το Μεταβατικό Πρόγραμμα.

Το Μεταβατικό Πρόγραμμα ήταν το κεντρικό προγραμματικό κείμενο του συνεδρίου, που συνόψιζε τη στρατηγική του και το σύνολο των τακτικών για την επαναστατική περίοδο, που είδε να ανοίγεται, ως αποτέλεσμα του πολέμου που είχε προβλέψει μερικά χρόνια πριν. Δεν είναι, ωστόσο, το οριστικό πρόγραμμα της Τέταρτης Διεθνούς - όπως λέγεται συχνά - αλλά αντίθετα, περιέχει ένα σύνολο των αντιλήψεων εκείνης της περιόδου και μιας σειράς μεταβατικών πολιτικών, που σχεδιάστηκαν για να αναπτύξουν την ταξική πάλη για την εργατική εξουσία.

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1939, η Διεθνής Γραμματεία μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Η αρμόδια Διεθνής Εκτελεστική Επιτροπή απέτυχε να συναντηθεί, κατά μεγάλο βαθμό, λόγω της πάλης, που ξέσπασε, μέσα στο Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα των Η.Π.Α. (SWP), ανάμεσα στους υποστηριχτές του Τρότσκι και την τάση των Μαξ Σάχτμαν, Μάρτιν Άμπερν και Τζέιμς Μπάρναμ. Τη γραμματεία αποτελούσαν εκείνα τα μέλη της επιτροπής που βρίσκονταν ήδη στην πόλη, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν ομοϊδεάτες του Σάχτμαν. Η διαφωνία επικεντρώθηκε πάνω στη διαφωνία των Σαχτμανικών με την εσωκομματική πολιτική του SWP, και πάνω στην άνευ όρων υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης.

Ο Τρότσκι άνοιξε δημόσια συζήτηση με το Σάχτμαν και το Μπάρναμ και ανέπτυξε τις θέσεις του σε μια σειρά άρθρων πολεμικής, που γράφηκαν από το 1939-40 και επιτέλεσαν αργότερα το βιβλίο «Στην Υπεράσπιση του Μαρξισμού». Η Τάση των Σάχτμαν και Μπάρναμ αποχώρησε από τη Διεθνή στις αρχές του 1940, παράλληλα με το 40% των μελών της οργάνωσης, πολλοί από τους οποίους έγιναν ιδρυτικά μέλη του Εργατικού Κόμματος.

Έκτακτη Συνδιάσκεψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Μάιο του 1940, πραγματοποιήθηκε μια έκτακτη συνδιάσκεψη της Διεθνούς σε μια μυστική τοποθεσία «κάπου στο Δυτικό Ημισφαίριο». Υιοθέτησε ένα μανιφέστο που το προετοίμασε ο Τρότσκι, λίγο πριν τη δολοφονία του και μια σειρά για τις πολιτικές της Διεθνούς, συμπεριλαμβανομένου ενός καλέσματος της Διεθνούς στα δύο-τότε χωριστά της τμήματα, στη Βρετανία.

Τα μέλη της Γραμματείας διαγράφηκαν από την έκτακτη συνδιάσκεψη, με τη στήριξη του ίδιου του Τρότσκι. Ενώ ο ηγέτης του SWP Τζέιμς Π. Κάνον είπε αργότερα ότι δεν πίστευε ότι η διάσπαση θα ήταν οριστική και τελική, οι δύο ομάδες δεν ξαναενώθηκαν. Εκλέχθηκε νέα Διεθνής Εκτελεστική Επιτροπή, που βρίσκονταν κάτω από την αυξανόμενη επιρροή του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος.

Η Τέταρτη Διεθνής υπέστη βαριά χτυπήματα κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Τρότσκι δολοφονήθηκε, πολλά από τα συνδεδεμένα μέλη της Τέταρτης στην Ευρώπη καταστράφηκαν από τους Ναζί, ενώ πολλά μέλη της Ασίας καταστράφηκαν από την Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας. Όσοι επιβίωσαν, στην Ευρώπη, την Ασία και αλλού, είχε διακοπεί η επικοινωνία τους, τόσο αναμεταξύ τους όσο και με τη Διεθνή Γραμματεία. Ο νέος Γραμματέας, ο Ζαν Βαν Χάιζενορτ (επίσης γνωστός, ως Γκέρλαντ), ήταν ικανός να κάνει κάτι παραπάνω από το να εκδίδει άρθρα στο θεωρητικό περιοδικό της Τέταρτης Διεθνούς. Πέρα από αυτή την εκτόπιση, οι διάφορες ομάδες επιζήτησαν να διατηρήσουν δεσμούς και κάποιες επαφές διατηρήθηκαν, σε αυτό το πρώιμο στάδιο του πολέμου, από τους ναύτες που κατατάχθηκαν στο Ναυτικό των Η.Π.Α., που έγινε αιτία να επισκεφθούν τη Μασσαλία. Η επαφή ήταν σταθερή, αν και ακανόνιστη, ανάμεσα στο SWP και τους Βρετανούς Τροτσκιστές, με αποτέλεσμα οι Αμερικανοί να προσπαθούν, με ότι μέσο είχαν, να ενθαρρύνουν τη Διεθνή Λίγκα Εργατών στη Διεθνή, μέσα από μια συγχώνευση με την Επαναστατική Σοσιαλιστική Λίγκα, μια συνένωση που είχε ζητηθεί από την έκτακτη συνδιάσκεψη.

Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συζήτηση κατά τη διάρκεια του πολέμου για τις μετέπειτα προοπτικές, επισπεύσθηκε από την απόφαση της Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης της Τέταρτης Διεθνούς το Φεβρουαρίου του 1944. Η συνδιάσκεψη εξέλεξε μια νέα Διεθνή Γραμματεία και οργανωτικό Γραμματέα του Ευρωπαϊκού Γραφείου, τον Μιχάλη Ράπτη, Έλληνα που ζούσε στο Παρίσι, γνωστό και ως Μισέλ Πάμπλο. Ο Ράπτης και τα άλλα μέλη του Ευρωπαϊκού Γραφείου απεκατέστησαν τις σχέσεις ανάμεσα στα Τροτσκιστικά κόμματα. Η Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη συζήτησε τα μαθήματα μιας επανάστασης που εξαπλωνόταν στην Ιταλία και κατέληξε στο ότι ένα επαναστατικό κύμα θα σάρωνε την Ευρώπη, μόλις τελείωνε ο πόλεμος. Το Βρετανικό Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα διαφώνησε και υποστήριξε ότι ο καπιταλισμός δεν επρόκειτο να βυθιστεί σε κρίση αλλά μια ανάκαμψη της οικονομίας ήταν ήδη καθ’ οδό. Μια ομάδα ηγετών του Γαλλικού Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος, γύρω από τον Ιβάν Κρεπώ, διατύπωσε μια παρόμοια θέση, ωσότου διαγράφηκαν από το PCI, το 1948.

Διεθνής Συνδιάσκεψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Απρίλιο του 1946, οι αντιπρόσωποι από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά τμήματα και κάποιοι άλλοι προσήλθαν στο «Δεύτερο Διεθνές Συνέδριο». Αυτό έθεσε τις βάσεις για την ανασυγκρότηση της Διεθνούς Γραμματείας της Τέταρτης Διεθνούς με τον Μιχάλη Ράπτη να εκλέγεται Γραμματέας, και τον Ερνέστ Μαντέλ, βελγικής εθνικότητας, να παίζει ηγετικό ρόλο.

Ο Πάμπλο και ο Μαντέλ σκόπευαν να αντεπιτεθούν στις πλειοψηφίες μέσα στο Βρετανικό Κομμουνιστικό Επαναστατικό Κόμμα (RCP) και το Γαλλικό Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCI). Αρχικά, ενθάρρυναν τα κομματικά μέλη να καταψηφίσουν την ηγεσία τους. Υποστήριξαν την αντιπολίτευση του Τζέρρυ Χήλυ μέσα στο RCP. Στη Γαλλία, υποστήριξαν στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου του Πιέρ Φρανκ και του Μαρσέλ Μπλειμπτρώ, που αντιτάχθηκαν στη νέα ηγεσία του PCI-εν τούτοις, για διάφορους λόγους.

Η σταλινική κατοχή της Ανατολικής Ευρώπης ήταν ζήτημα πρώτιστου ενδιαφέροντος και προκάλεσε πολλά προβλήματα στην ερμηνεία του. Καταρχάς, η Διεθνής υποστήριξε ότι, ενώ η Ε.Σ.Σ.Δ. ήταν ένα εκφυλισμένο εργατικό κράτος, τα κράτη της μεταπολεμικής Ανατολικής Ευρώπης ήταν ακόμη καπιταλιστικά-επί της ουσίας-, επειδή η επανάσταση από τα «πάνω» δεν ήταν δυνατή, και ο καπιταλισμός παρέμενε ακλόνητος.

Ένα άλλο ζήτημα που χρειάστηκε να συζητηθεί ήταν η πιθανότητα να επιβίωνε η οικονομία. Σε αυτό, ο Μαντέλ - στην αρχή - υπήρξε αρνητικός (χρειάστηκε αργότερα να αναθεωρήσει την άποψή του και ασχολήθηκε αργότερα-στη διδακτορική του διατριβή-με τον ύστερο καπιταλισμό, αναλύοντας την απρόβλεπτη «Τρίτη ηλικία» της καπιταλιστικής ανάπτυξης). Οι προοπτικές του Μαντέλ αντικατόπτριζαν την αβεβαιότητα εκείνης της περιόδου, σχετικά με τη μελλοντική βιωσιμότητα και τις προοπτικές του καπιταλισμού, όχι μόνο ανάμεσα σε όλες τις Τροτσκιστικές ομάδες, αλλά επίσης ανάμεσα σε ηγετικούς οικονομολόγους. Ο Πωλ Σάμιουελσον οραματίστηκε το 1943, τη δυνατότητα του «εφιαλτικού συνδυασμού των χειρότερων χαρακτηριστικών του πληθωρισμού και της ύφεσης», όντας ανήσυχος « ότι η οικονομία βρισκόταν στο μεταίχμιο της μεγαλύτερης περιόδου ανεργίας και βιομηχανικής εξάρθρωσης που είχε ποτέ συναντήσει». Ο Ζώζεφ Σαμπέτερ τόνιζε ότι «Η κοινή γνώμη φαίνεται να υποστηρίζει ότι οι καπιταλιστικές μέθοδοι θα είναι ανεπαρκείς στο καθήκον της ανασυγκρότησης». Θεωρούσε ότι «δεν είναι ανοιχτή στην αμφιβολία ότι η αποσύνθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας θα γίνει προοδευτικά».

Δεύτερο Παγκόσμιο Συνέδριο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Δεύτερο Παγκόσμιο Συνέδριο τον Απρίλιο του 1946, προσήλθαν αντιπρόσωποι από 22 χώρες. Συζήτησαν μια σειρά θεμάτων πάνω στο Εβραϊκό ζήτημα, το Σταλινισμό, τα αποικιακά κράτη και τις ιδιαίτερες καταστάσεις που αντιμετώπιζαν στις διάφορες χώρες. Από αυτή την άποψη, η Τέταρτη ήταν ενωμένη γύρω από την άποψη ότι τα μικρά ουδέτερα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης ήταν καπιταλιστικά ακόμη.

Το συνέδριο είναι επίσης άξιο μνείας για το γεγονός ότι έφερε τη Διεθνή σε πιο στενή επαφή με τις Τροτσκιστικές ομάδες όλου του κόσμου. Σ’ αυτές περιλαμβάνονταν θαυμαστές ομάδες, όπως το Επαναστατικό Κόμμα Εργατών της Βολιβίας και το Σάμα Σαμάγια της Κεϋλάνης, αλλά οι πρώην μεγάλες Τροτσκιστικές ομάδες του Βιετνάμ είχαν σχεδόν διαλυθεί ή συγχωνευτεί από τους υποστηριχτές του Χο Τσι Μινχ.

Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Συνέδριο το 1948, η Διεθνής Γραμματεία προσπάθησε να ανοίξει επικοινωνία με το καθεστώς του Τίτο στη Γιουγκοσλαβία. Στην ανάλυσή τους, διέφεραν από τους υπόλοιπους του Ανατολικού Μπλοκ, επειδή το καθεστώς εγκαθιδρύθηκε από παρτιζάνους του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, που είχαν πολεμήσει ενάντια στη Ναζιστική κατοχή και αντιτάχθηκαν στα στρατεύματα εισβολής του Στάλιν. Το Βρετανικό RCP, υπό την ηγεσία του Τζοκ Χάστον και τη στήριξη του Τεντ Γκραντ, ήταν σε μεγάλο βαθμό κριτικοί αυτής της κίνησης.

Τρίτο Παγκόσμιο Συνέδριο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Τρίτο Παγκόσμιο Συνέδριο το 1951, αποφάσισε ότι οι οικονομίες των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης και τα πολιτικά καθεστώτα τους έμοιαζαν ολοένα πιο πολύ με εκείνο της Σοβιετικής Ένωσης. Εκείνα τα κράτη χαρακτηρίστηκαν ως παραμορφωμένα εργατικά κράτη σε αναλογία με το εκφυλισμένο εργατικό κράτος της Ρωσίας. Ο όρος παραμορφωμένος χρησιμοποιούνταν περισσότερο από το εκφυλισμένος, επειδή δεν υπήρξε κάποια επανάσταση των εργατών που να οδήγησε σε αυτά τα καθεστώτα.

Το Τρίτο Παγκόσμιο Συνέδριο έβλεπε ως ενδεχόμενο, ένα «διεθνή κοινωνικό πόλεμο» στο κοντινό μέλλον. Υποστήριξε ότι τα μαζικά Κομμουνιστικά Κόμματα μπορούν «υπό, πολύ ευνοϊκές συνθήκες, να υπερβούν τους σκοπούς που έθεσε σε αυτά η Σταλινική γραφειοκρατία και να μπουν σε έναν επαναστατικό προσανατολισμό». Δεδομένου της υποτιθέμενης εγγύτητας του πολέμου, η Τέταρτη σχημάτισε την εντύπωση ότι τα Κομμουνιστικά Κόμματα και τα κόμματα της Σοσιαλδημοκρατίας θα ήταν η μόνη σημαντική δύναμη που θα μπορούσε να υπερασπίσει τους εργαζόμενους όλου του κόσμου απέναντι στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, σε αυτά τα τμήματα που βρίσκονταν οι μαζικές δυνάμεις.

Σύμφωνα με αυτή τη γεωπολιτική στρατηγικής, ο Πάμπλο υποστήριξε ότι ο μόνος τρόπος που οι Τροτσκιστές θα μπορούσαν να αποφύγουν την απομόνωση ήταν για τα διάφορα τμήματα της Τέταρτης Διεθνούς να ακολουθήσουν ένα μακροχρόνιο εισοδισμό στα μαζικά Κομμουνιστικά ή Σοσιαλδημοκρατικά Κόμματα. Αυτή η τακτική ήταν γνωστή ως sui generis, για να είναι διακριτό από τη βραχυχρόνια εισοδιστική τακτική, που ακολουθήθηκε πριν το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για παράδειγμα, αυτό σήμαινε ότι το έργο της οικοδόμησης ενός ανοικτού και ανεξάρτητου Τροτσκιστικού κόμματος παραμερίστηκε στη Γαλλία, αφού θεωρήθηκε ως μη πολιτικά εφικτή, ταυτόχρονα με τον εισοδισμό του στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα.

Αυτή η προοπτική υιοθετήθηκε από τη Τέταρτη Διεθνή, όπου ρίχτηκαν οι σπόροι για τη μετέπειτα διάσπαση του 1953. Στο Τρίτο Παγκόσμιο Συνέδριο, τα τμήματα συμφώνησαν με τη προοπτική ενός διεθνούς ταξικού πολέμου. Το Γαλλικό τμήμα διαφώνησε με τη λεγόμενη τακτική sui generis, και υποστήριξε ότι ο Πάμπλο υποτιμούσε τον ανεξάρτητο ρόλο των κομμάτων της εργατικής τάξης μέσα στην Τέταρτης Διεθνούς. Οι ηγέτες της πλειοψηφίας της Τροτσκιστικής οργάνωσης στη Γαλλία, ο Μαρσέλ Μπλειμπτρώ και ο Πιέρ Λαμπέρτ, απέρριψαν να ακολουθήσουν τη γραμμή της Διεθνούς. Η ηγεσία της Διεθνούς τους αντικατέστησαν με μια μειοψηφία, οδηγώντας στη διαρκή διάσπαση του Γαλλικού τμήματος.

Με την έναρξη του Παγκοσμίου Συνεδρίου, η γραμμή της Ηγεσίας της Διεθνούς υιοθετήθηκε γενικά από τα τμήματα όλου του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του SWP των Η.Π.Α ο ηγέτης του οποίου, ταυτιζόταν με τη Γαλλική πλειοψηφία, για να ακολουθήσουν την τακτική του εισοδισμού sui generis. Την ίδια περίοδο, ωστόσο, ο Κάννον, ο Τζέρρυ Χήλυ και ο Ερνέστ Μαντέλ ενδιαφέρθηκαν έντονα για την πολιτική εξέλιξη του Πάμπλο. Ο Κάννον και ο Χήλυ τρόμαξαν επίσης από την παρέμβαση του Πάμπλο στο Γαλλικό τμήμα, και από τις υποδείξεις που ο Πάμπλο χρησιμοποιούσε την εξουσία της Διεθνούς με αυτό τον τρόπο στα άλλα τμήματα της Τέταρτης Διεθνούς που πίστευε ότι ο «εισοδισμός sui generis» δεν ήταν κατάλληλη τακτική για τις χώρες τους. Ιδιαίτερα, μειοψηφικές τάσεις στη Βρετανία γύρω από το Τζων Λώρενς, και στις Η.Π.Α. γύρω από το Μπερτ Κόχραν, που υποστήριζαν ότι ο εισοδισμός «sui generis», υποδεικνυόταν ως στήριξη στο Πάμπλο, κατά την άποψή τους, σήμαινε-ταυτόχρονα- ότι η Διεθνής μπορούσε, επίσης, να απαιτήσει οι Τροτσκιστές σε εκείνες τις χώρες να υιοθετήσουν εκείνη την τακτική.

Δημιουργία της Διεθνούς Επιτροπής της Τετάρτης Διεθνούς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1953, η εθνική επιτροπή του SWP κυκλοφόρησε μια Ανοικτή Επιστολή σε όλο τον κόσμο και οργάνωσε τη Διεθνή Επιτροπή της Τέταρτης Διεθνούς (ICFI). Αυτή ήταν μια δημόσια τάση, που στην αρχή περιλάμβανε, εκτός από το SWP, το Βρετανικό Τμήμα του Τζέρρυ Χήλυ «Κλαμπ», το Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα στη Γαλλία (που καθοδηγούνταν από το Λαμπέρτ, ο οποίος είχε διαγραφεί από το Μπλειμπτρώ και την ομάδα του), το κόμμα του Νανουέλ Μορένο στην Αργεντινή και το Αυστριακό και Κινέζικο τμήμα της Τέταρτης Διεθνούς. Τα τμήματα του ICFI αποχώρησαν από τη Διεθνή Γραμματεία, που έπαψε το δικαίωμα της ψήφους τους. Και οι δύο πλευρές αξίωναν ότι αποτελούσαν την πλειοψηφία της πρώην Διεθνούς.

Το Κόμμα της Σρι Λάνκα, το Σάμα Σαμάγια, το τότε ηγετικό κόμμα των εργατών, πήρε μια ενδιάμεση στάση, κατά της διάρκειας της φιλονικίας της. Συνέχιζε να συμμετέχει στο ISFI αλλά υποστήριζε ένα κοινό συνέδριο, για την επανένωση με τη ICFI.

Ένα απόσπασμα από την Ανοικτή Επιστολή εξηγεί τη διάσπαση, όπως παρακάτω:

«Για να ανακεφαλαιώσουμε: Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο ρεβιζιονισμό του Πάμπλο και του Ορθόδοξου Τροτσκισμού είναι τόσο βαθιές, που κανένας συμβιβασμός δεν είναι πιθανή, είτε πολιτικά είτε οργανωτικά. Η τάση του Πάμπλο έχει αποδείξει ότι δεν θα επιτρέψει οι δημοκρατικές αποφάσεις, που αντανακλούν πραγματικά τις απόψεις της πλειοψηφίας, να επεκταθούν. Απαιτούν πλήρη υπακοή στην εγκληματική τους πολιτική. Είναι αποφασισμένοι να οδηγήσουν όλους τους ορθόδοξους Τροτσκιστές εκτός Τέταρτης Διεθνούς ή να τους φιμώσουν και να τους δέσουν χειροπόδαρα. Το σχέδιό τους είναι να εγχύσουν σταδιακά το Σταλινικό λικβινταρισμό τους και-επιπρόσθετα-σταδιακά, διώχνουν εκείνους που έρχονται να δουν τι συμβαίνει και εγείρουν ενστάσεις».

Από το 4ο Παγκόσμιο Συνέδριο στην ενοποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την επόμενη δεκαετία, η Διεθνής Επιτροπή απευθυνόταν προς τους άλλους ως Διεθνής Γραμματεία της Τέταρτης Διεθνούς, δίνοντας έμφαση στην άποψή του ότι η Γραμματεία δεν μιλούσε εξ ονόματος όλης της Διεθνούς. Η Γραμματεία συνέχιζε να θεωρεί τον εαυτό της, ως την ηγεσία της Διεθνούς. Διοργάνωσε ένα Τέταρτο Παγκόσμιο Συνέδριο για να ανασυνταχθεί και να αναγνωρίσει τα αναδιοργανωμένα τμήματα της Βρετανίας, της Γαλλίας και των Η.Π.Α.

Μερικά τμήματα της Διεθνούς Επιτροπής διαιρέθηκαν πάνω στο αν ο Παμπλισμός ήταν ένα μόνιμο ή προσωρινό φαινόμενο, και ήταν ίσως αποτέλεσμα αυτού, το γεγονός ότι δεν ανακηρύχθηκε ως Τέταρτη Διεθνής. Αυτά τα τμήματα που θεωρούσαν τη διάσπαση μόνιμη, που μπήκανε σε μια συζήτηση σχετικά με τη διάσπαση και τη σημασία της.

Τα τμήματα της Διεθνούς που αναγνώρισαν την ηγεσία της Διεθνούς Γραμματείας παρέμειναν αισιόδοξα σχετικά με τις δυνατότητες για αύξηση της επιρροής της Διεθνούς και επέκτεινε τον εισοδισμό στα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που ήταν εφαρμοζόταν ήδη στη Βρετανία, την Αυστρία και αλλού. Το συνέδριο του 1954 έδωσε έμφαση στον εισοδισμό μέσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα, όπως και στα Εθνικά κόμματα των αποικιών, πιέζοντας για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, δήθεν για να ενθαρρύνουν την αριστερή πτέρυγα, που αντιλαμβάνονταν ότι υπήρχε στα Κομμουνιστικά Κόμματα να προσχωρήσει με αυτούς στην επανάσταση. Αναπτύχθηκαν ανάμεσα στη δεσπόζουσα τάση του Πάμπλο και σε μια μειοψηφία που διαφώνησε ανεπιτυχώς με την ανοιχτή δουλειά. Ένας αριθμός αυτών των αντιπροσώπων αποχώρισε οργισμένα από το Συνέδριο, και τελικά εγκατέλειψε τη Διεθνή, συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη του νέου Βρετανικού τμήματος, του Τζων Λώρενς, του Τζωρτζ Κλαρκ, του Μισέλ Μεστρ (ηγέτη του Γαλλικού τμήματος) και του Μάρραυ Ντόσον (ηγέτη του Καναδικού τμήματος).

Η Γραμματεία οργάνωσε ένα Πέμπτο Παγκόσμιο Συνέδριο τον Οκτώβριο του 1957. Ο Μαντέλ και ο Πιερ Φρανκ αποτίμησαν την Αλγερινή Επανάσταση και θεώρησαν αναγκαίο να αναπροσανατολιστούν, στις αποικιακές χώρες και τις νέο-αποικίες, προς άμεσα αντάρτικα-που κατεύθυναν επαναστάσεις.

Το Έκτο Παγκόσμιο Συνέδριο σημείωσε μια μείωση των διαφορών, εκείνων που χώριζαν τη Διεθνή Γραμματεία και την ηγεσία του SWP στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ιδιαίτερα, το συνέδριο πίεσε για τη στήριξη της Κουβανικής Επανάστασης και μια αυξανόμενη έμφαση στο χτίσιμο των κομμάτων στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Το 6ο Συνέδριο κριτίκαρε επίσης το Σάμα Σαμάγια (τμήμα της Σρι Λάνκα), για τη στήριξη του Φιλελεύθερου Κόμματος της Σρι Λάκα, που τους είδαν ως αστούς εθνικιστές: Το SWP των Η.Π.Α. έκανε ανάλογη κριτική. Οι υποστηριχτές του Μισέλ Πάμπλο και του Χουάν Ποσάδας αντιτάχθηκαν στη σύγκληση αυτή. Οι υποστηριχτές του Ποσάδα εγκατέλειψαν τη Διεθνή το 1962.

Το IS και το IC δημιούργησαν μια Κοινή Επιτροπή για να διοργανώσουν ένα κοινό Παγκόσμιο Συνέδριο. Στο Συνέδριο του 1963, συνέβη μια διάσπαση μέσα στο IC, με ένα μεγάλο μέρος του Αμερικάνικου SWP, να συμφωνεί στην επανένωση με το IS. Αυτό ήταν, κατά μεγάλο μέρος, αποτέλεσμα της κοινής τους στήριξης στη Κουβανέζικη Επανάσταση, που βασίστηκε στην απόφαση των Τζόζεφ Χάνσεν και Έρνεστ Μάντελ Δυναμική της Παγκόσμιας Επανάστασης σήμερα. Αυτό το ντοκουμέντο διέκρινε τα διάφορα επαναστατικά καθήκοντα στις ιμπεριαλιστικές χώρες, στα «εργατικά κράτη» και τις αποικιακές και μισό-αποικιακές χώρες. Το 1963, η ενοποιημένη Τέταρτη Διεθνής εξέλεξε μια Ενιαία Γραμματεία της Τέταρτης Διεθνούς (USFI), με βάση το οποίο αναφέρεται συχνά.

Οι συζητήσεις ενότητας μετά το 1963[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCI) στη Γαλλία και η Σοσιαλιστική Εργατική Λίγκα (SLL) στη Βρετανία δεν πήραν μέρος στο ενοποιητικό συνέδριο αλλά οι συζητήσεις συνέχιζαν πάνω στο θέμα. Το PCI και το SLL διατήρησαν το IC, υπό την ηγεσία τους, αντιτασσόμενοι με τα ζητήματα-κλειδιά των ντοκουμέντων της ενοποίησης, συμπεριλαμβανομένου της άποψης ότι το Κίνημα της 26ης Ιουλίου έχει δημιουργήσει ένα εργατικό κράτος στην Κούβα. Πίστευαν αντίθετα ότι η Επανάσταση της Κούβας δεν παράδωσε την εξουσία στην εργατική τάξη: το SLL υποστήριζε ότι η Κούβα παρέμενε καπιταλιστικό κράτος. Σε αυτή την άποψη, η στήριξη της Ενοποιημένης Γραμματείας στην Κουβανέζικη και Αλγερινή ηγεσία αντανακλούσε την έλλειψη της υποχρέωσης να χτιστούν επαναστατικά Μαρξιστικά κόμματα. Ενώ δεν απέρριπταν την καθ’ αυτό ενοποίηση, το απομεινάρι της ICFI υποστήριζε ότι μια βαθύτερη πολιτική συζήτηση ήταν αναγκαία για να εξασφαλίσει ότι τα λάθη του Πάμπλο δεν θα βάθαιναν.

Υπό την ηγεσία του Τιμ Γουόλφορθ και του Τζέιμς Ρόμπερτσον,με εκείνους που ήταν μέσα στο SWP των Η.Π.Α., που συμμερίζονταν ανοιχτά αυτή την άποψη, δημιουργήθηκε η «Επαναστατική Τάση» το 1962. Εκείνοι υποστήριζαν ότι το κόμμα θα έπρεπε να κάνει μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση της έννοιας του Παμπλισμού και της διάσπασης του 1953. Μαζί με το κατάλοιπο του ICFI, υποστήριξαν ότι η Κουβανέζικη Επανάσταση δεν απέδειξε ότι η Τέταρτη Διεθνής δεν ήταν πια απαραίτητη στις αποικιακές χώρες. Ωστόσο, αναπτύχθηκαν διαφορές μέσα στην Επαναστατική Τάση. Το 1964, με το Γουόλφορθ να θέτει την αποδεικτική βάση της αξίωσης του για «κομματική απιστία» ενάντια στο Ρόμπερτσον, η τάση διαγράφηκε από το κόμμα. Κατά την άποψη της ομάδας του Ρόμπερτσον, ο Γουόλφορθ συνωμότησε με την ηγεσία του SWP για να διαγράψουν την ομάδα του Ρόμπερτσον.

Το ICFI επανέλαβε ανεπιτυχώς την έκκληση του για μια εκ βαθέων συζήτηση με την ενοποιημένη Τέταρτη Διεθνή το τέλος του 1963, όπως και σε μετέπειτα περιστάσεις. Η συνδιάσκεψη του 1966 καλούσε για μια Συνδιάσκεψη της Τέταρτης Διεθνούς. Το ICFI προσέγγισε το USFI ξανά το 1970, ζητώντας μια κοινή συζήτηση που θα άνοιγε το δρόμο στη Σοσιαλιστική Εργατική Λίγκα και του αδερφού Γαλλικού τμήματος, της Τροτσκιστικής Οργάνωσης, να ενωθεί ξανά με τη Τέταρτη Διεθνή. Παρόμοιες προσεγγίσεις απορρίφθηκαν το 1973.

Μετά την αποχώρηση της τάσης του Λαμπέρτ από το ICFI, η Οργανωτική Επιτροπή για την Ανασυγκρότηση της Τέταρτης Διεθνούς (OCRFI) άνοιξε κάποιες συζητήσεις με το USFI. Τον Μάιο του 1973, η τάση του Λαμπέρτ ζήτησε ανεπιτυχώς να λάβει μέρος στις συζητήσεις για το συνέδριο του 1974 του USFI, αλλά η Ενοποιημένη Γραμματεία δεν πήρε την επιστολή εμπρόθεσμα και ζητούσε αποσαφήνιση. Τον Σεπτέμβριο του 1973, το OCRFI ανταποκρίθηκε θετικά και η Ενοποιημένη Γραμματεία έστειλε θετική απάντηση. Ωστόσο, με τη βιασύνη των προετοιμασιών για το Παγκόσμιο Συνέδριο, η επιστολή της Ενοποιημένης Γραμματείας δεν στάλθηκε, πράγμα που οδήγησε τον Λαμπέρτ να επαναλάβει την έκκληση του το Σεπτέμβριο του 1974, μέσω της προσέγγισης του SWP. Τον επόμενο μήνα το USFI οργάνωσε μια συνάντηση με το OCRFI. Ωστόσο, οι συζητήσεις επιβραδύνθηκαν μετά την επίθεση στο Μαντέλ, που έκανε η Διεθνιστική Κομμουνιστική Οργάνωση του Λαμπέρτ, που την αναγνώρισε αργότερα ως λάθος. Το 1976, νέες προσεγγίσεις από το OCRFI στέφθηκαν με επιτυχία, όταν έγραψε το σκοπό «ενίσχυσης των δυνάμεων της Τέταρτης Διεθνούς ως ξεχωριστής διεθνούς οργάνωσης». Ωστόσο, εκείνες οι συζητήσεις αραίωσαν ξανά το 1977, αφού οι ηγέτες της Διεθνιστικής Κομμουνιστικής Οργάνωσης (OCI) δήλωσαν ότι είχαν μέλη μέσα στην Επαναστατική Κομμουνιστική Λίγκα, το Γαλλικό τμήμα της USFI.

Άλλες ομάδες με ρίζες στο ICFI του Τζέρρυ Χήλυ προσεταιρίστηκαν επίσης την Ενοποιημένη Γραμματεία: Η Σοσιαλιστική Εργατική Λίγκα στη Βρετανία και η Εργατική Λίγκα της Αυστραλίας άνοιξαν από κοινού συζητήσεις το 1976. Και τα δύο ρεύματα θα συγχωνεύονταν τελικά με τα τμήματα της Διεθνούς στις χώρες τους: Η Σοσιαλιστική Λίγκα συγχωνεύτηκε το 1977, ενώ η πλειοψηφία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Λίγκας έγινε η Σοσιαλιστική Ομάδα, που προσήλθε στο ένατο συνέδριο και προσχώρησε τελικά το 1987.

Η ενοποίηση συζητήθηκε επίσης ανάμεσα στο USFI και τη Γαλλική ομάδα, Lutte Ouvriere. Το 1970, η Lutte Ouvriere ξεκίνησε μια σειρά συζητήσεων με το Γαλλικό τμήμα του USFI. Μετά από εκτεταμένες συζητήσεις, οι δύο οργανώσεις συμφώνησαν στη βάση για μια ενοποιημένη οργάνωση, αλλά η συγχώνευση δεν ολοκληρώθηκε. Οι συζητήσεις το 1976 ανάμεσα στο USFI και τη Lutte Ouvriere συνέχισαν. Οι δύο οργανώσεις άρχισαν να κυκλοφορούν ένα κοινό εβδομαδιαίο παράρτημα στις εφημερίδες τους, κοινό εκλογικό υλικό και άλλες κοινές δράσεις.

Η τάση του Μισέλ Πάμπλο σήκωσε το ζήτημα της ενότητας το 1976, με μια φιλόδοξη πρόταση ότι αυτή και το USFI θα μπορούσαν να ενωθούν τελικά σε μια νέα οργάνωση, που να αποτελούνταν από τις τάσεις που ήταν, ή που έτειναν να είναι, του επαναστατικού Μαρξισμού. Το USFI ένιωσε ανίκανο να κινηθεί προς αυτή τη προοπτική. Η τάση του Πάμπλο προσχώρησε εκ νέου τελικά το 1995.

Η Διεθνής σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την ενοποίηση του 1963, ένας αριθμός προσεγγίσεων έχει γίνει μέσα στο διεθνή Τροτσκισμό προς τη Τέταρτη Διεθνή.

  • Η ενοποιημένη Τέταρτη Διεθνής (γνωστή κάποιες φορές ως Ενοποιημένη Τέταρτη Διεθνής ή USFI) είναι το μόνο ρεύμα με άμεση οργανωτική συνέχεια με την αρχική Τέταρτη Διεθνή σε διεθνές επίπεδο. Το συνέδριο του 1963 ενοποίησε τις πλειοψηφίες όλων-πλην δύο-εθνικών τμημάτων της Τέταρτης Διεθνούς. Είναι επίσης το μόνο ρεύμα που παρουσιάζεται ως «η» Τέταρτη Διεθνής. Είναι το μεγαλύτερο ρεύμα και οι ηγέτες κάποιων από τις άλλες Τροτσκιστικές διεθνείς αναφέρονται -κατά περίσταση- σε αυτούς, ως Τέταρτη Διεθνής. Ο γραμματέας του ICFI Τζέρρυ Χήλυ, όταν έκανε προτάσεις στις συζητήσεις της ενοποίησης του 1970, τους περίγραφε ως «Τέταρτη Διεθνής», ενώ η Διεθνής Σοσιαλιστική Τάση αναφερόταν σε αυτούς με αυτό τον τρόπο αλλά δεν αποδέχεται ότι η FI μπορεί να απαιτεί ότι είναι η πολιτική συνέχεια της FI του Τρότσκι.
  • Η Διεθνής Επιτροπή της Τέταρτης Διεθνούς (μια σειρά ομάδων που περιγράφονται με αυτό το τίτλο) και ολόκληρη η οργάνωση χαρακτηρίζεται ως η «ηγεσία της Τέταρτης Διεθνούς». Ωστόσο, το ίδιο το ICFI παρουσιάζεται ως η πολιτική συνέχεια της Τέταρτης Διεθνούς και του Τροτσκισμού, όχι της ίδιας της Τέταρτης. Χρονολογεί σαφώς τη δημιουργία του από το 1953, παρά από το 1938.
  • Κάποιες τάσεις υποστηρίζουν ότι η Τέταρτη Διεθνής αποσαρθρώθηκε πολιτικά κατά τη διάρκεια των ετών, ανάμεσα στη δολοφονία του Τρότσκι και το σχηματισμό του ICFI το 1953:δουλεύουν κατά συνέπεια για να «ανασυγκροτήσουν», «αναδιοργανώσουν» ή να την «ξαναχτίσουν». Αυτή η θέση άρχισε με τη Lutte Ouvriere και τη Διεθνή Τάση του Σπάρτακου και τη συμμερίζονται και άλλοι που αποσπάστηκαν από το ICFI. Για παράδειγμα, η Επιτροπή για μια Εργατική Διεθνή, της οποίας οι ιδρυτές εκδιώχθηκαν από την ενοποιημένη FI μετά το 1965, καλούσαν για μια νέα «επαναστατική Τέταρτη Διεθνή». Πραγματικά, η Τέταρτη Διεθνής (ICR) απαίτησαν ξανά την Τέταρτη Διεθνή, σε ένα συνέδριο όπου προσήλθαν τα τμήματα του ICR τον Ιούνιο του 1993.
  • Άλλες Τροτσκιστικές ομάδες υποστηρίζουν ότι η Τέταρτη Διεθνής είναι νεκρή. Κάνουν κάλεσμα για το σχηματισμό μιας νέας «διεθνούς εργατών» ή μια Πέμπτη Διεθνή.

Επιρροή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την ένωση μεγάλων πλειοψηφικών Τροτσκιστικών ρευμάτων σε μια οργάνωση, η Τέταρτη Διεθνής δημιούργησε μια παράδοση που έχει διεκδικηθεί από τότε, από πολλές Τροτσκιστικές οργανώσεις.

Απηχώντας το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Μαρξ, το Μεταβατικό Πρόγραμμα τελειώνει με τη φράση: «Εργάτες-άνδρες και γυναίκες-όλων των χωρών, μπείτε κάτω από τη σημαία της Τέταρτης Διεθνούς. Είναι η σημαία της δικής σας νίκης!». Διέκρινε τα αιτήματα που πρέπει να τεθούν στους καπιταλιστές, την αντίθεση στη γραφειοκρατία της Σοβιετικής Ένωσης και τη στήριξη της δράσης των εργατών ενάντια στο φασισμό. Τα περισσότερα από τα αιτήματα έμειναν ανολοκλήρωτα. Πραγματοποιήθηκε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά μέσω μιας κοινωνικής επανάστασης που οδήγησε στην καπιταλιστική παλινόρθωση, αντί για την πολιτική επανάσταση που πρότειναν οι Τροτσκιστές. Πολλές Τροτσκιστικές ομάδες έχουν συμμετάσχει σε αντιφασιστικές εκστρατείες, αλλά η Τέταρτη Διεθνής δεν έπαιξε ποτέ έναν κυρίαρχο ρόλο στην ανατροπή κάποιου καθεστώτος.

Εκείνες οι ομάδες που ακολουθούν τις παραδόσεις που άφησε η Τέταρτη Διεθνής στις αρχές της, υποστηρίζουν ότι, παρά τις αρχικά σωστές θέσεις, είχε μικρό αντίκτυπο. Η Lutte Ouvriere υποστήριζε ότι απέτυχε να αντιταχθεί στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Εργατική Ελευθερία, που ακολουθεί το Τρίτο Στρατόπεδο που δημιούργησε το Κόμμα Εργατών, υποστήριζε ότι «ο Τρότσκι και όλα όσα αντιπροσώπευε ηττήθηκαν-όπως πρέπει να αναγνωρίσουμε ανακεφαλαιωτικά-ηττήθηκαν για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο».

Άλλες ομάδες φαίνεται να έχουν θετική επιρροή. Το ICFI υποστήριζε ότι η [πρώιμη]Τέταρτη Διεθνής αποτελούνταν κυρίως από συντρόφους που παρέμειναν αληθινοί στους σκοπούς τους και περιγράφει πολλές από τις πρώιμες δράσεις της Τέταρτης Διεθνούς ως «σωστές και με αρχές». Η ενοποιημένη Τέταρτη υποστηρίζει ότι «Η Τέταρτη Διεθνής αρνήθηκε να συμβιβασθεί με τον καπιταλισμό, είτε με το φασισμό ή με τις δημοκρατικές ποικιλίες του». Κατά την άποψή τους, «πολλές προβλέψεις που έγιναν από το Τρότσκι όταν ίδρυσε την Τέταρτη Διεθνή αποδείχθηκαν λανθασμένες από την ιστορία. Αλλά εκεί που δικαιώθηκε απολύτως ήταν στις πολιτικές του κρίσεις-κλειδιά.

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Mandel, Ernest (1976). «Trotskyists and the Resistance in World War Two». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  2. «Trotsky: In Defence of October». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  3. «Working-class Internationalism & Organisation». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  4. 4,0 4,1 «Manifesto of the Fourth International on the Dissolution of the Comintern». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  5. Στάλιν, Ι. Β. «INDUSTRIALISATION OF THE COUNTRY AND THE RIGHT DEVIATION IN THE C.P.S.U.(B.)». 
  6. Breitman, George. «The Rocky Road to the Fourth International, 1933-38». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  7. Wright, John G. «Trotsky's Struggle for the Fourth International». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  8. «CLR James Interview». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιουλίου 2007. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 
  9. «PROPAGANDA IN THE PROPAGANDA STATE». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2014. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]