Σφακιά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σφακιά
ΧώραΕλλάδα

Τα Σφακιά είναι ιστορική περιοχή της νότιας Κρήτης που βρίσκεται σήμερα εντός του νομού Χανίων. Υπήρξε μία από τις πιο ανυπότακτες περιοχές της Ελλάδας και συχνά παρομοιάζεται με τη Μάνη και το Σούλι. Είναι ιδιαίτερα δυσπρόσιτη και τραχιά περιοχή που περιβάλλεται από τις απόκρημνες πλαγιές των Λευκών Ορέων και τα πολυάριθμα φαράγγια όπως η Σαμαριά , η Ιμπρος ο Καλλικράτης,που σχηματίζονται σ´αυτές ενώ νότια βρέχεται από το Νότιο Κρητικό πέλαγος. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2021 οι μόνιμοι κάτοικοι ανέρχονται σε:1.992

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεσαιωνική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περιοχή των Σφακίων αναφέρεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών στην Κρήτη. Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Σαρακηνούς Άραβες, το 824 μ.Χ., οι Σφακιανοί αρνήθηκαν να δηλώσουν υποταγή και οργανώθηκαν σε δική τους αυτόνομη κοινότητα με δική τους εξουσία που την ονόμαζαν γερουσία[εκκρεμεί παραπομπή].

Κατά την εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά για την ανακατάληψη της Κρήτης οι Σφακιανοί του προσέφεραν σημαντικές υπηρεσίες και τον ενίσχυσαν στην πολιορκία του Χάνδακα (σημ. Ηράκλειο)[εκκρεμεί παραπομπή], ο οποίος έπεσε στις 7 Μαρτίου 961 μ.Χ. Μετά την επικράτηση των Βυζαντινών, ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς επέτρεψε στους Σφακιανούς να διατηρήσουν την τοπική τους διακυβέρνηση και τους παραχώρησε προνόμια.

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιόδου της βυζαντινής κυριαρχίας στην Κρήτη (961-1204 μ.Χ.) το νησί διένυσε περίοδο ειρήνης. Ο Χριστιανισμός επανήλθε στο νησί με την δράση του Αγίου Νίκωνα και του Αγίου Ιωάννη Ξένου. Ο τοπικός πληθυσμός αυξήθηκε με την παρέμβαση του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού ο οποίος εγκατέστησε εποίκους στην Κρήτη από άλλες περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο εγγονός του, Αλέξιος Β΄, διαίρεσε το νησί σε 12 επαρχίες και τοποθέτησε Βυζαντινούς ευγενείς ως διοικητές τους. Ορισμένες από τις αρχοντικές οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη ήταν οι οικογένειες Καλλέργη, Σκορδύλη , Μελλισηνού, Βαρούχη, Μουσούρη, Βλάστη, Χορτάτζη κλπ.

Στα Σφακιά διοικητής ορίστηκε ο ανιψιός του αυτοκράτορα Μαρίνος Σκορδύλης, ο οποίος ήρθε στην Κρήτη μαζί με εννιά από τους αδερφούς του και τις οικογένειές τους. Η επικράτεια της οικογένειας Σκορδύλη ξεκινούσε από την Ασκύφου ανατολικά του Κουστογέρακου, μέχρι και την περιοχή του Φραγκοκάστελλου. Η μεγαλύτερη πόλη της επικράτειας της οικογένειας Σκορδύλη ήταν η Ανώπολη.

Ο Ιωάννης Φωκάς, απευθείας απόγονος του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, θεωρούταν ο ανώτερος μεταξύ των δώδεκα διοικητών των επαρχιών της Κρήτης. Η επικράτειά του ήταν η μεγαλύτερη από τις δώδεκα επαρχίες της Κρήτης. Καταλάμβανε τμήμα του σημερινού νομού Ρεθύμνου ενώ νότια και δυτικά έφτανε μέχρι την επικράτεια της οικογένειας Σκορδύλη.

Βενετική κυριαρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επαναστάσεις (1212 - 1283)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1204, μετά την πρώτη κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Κρήτη πέρασε σε Βενετικό έλεγχο υπό τον οποίο παρέμεινε μέχρι το 1669. Στο διάστημα αυτό σημειώθηκαν τουλάχιστον 27 επαναστάσεις στην Κρήτη. Πολλές από αυτές ξεπήδησαν από την περιοχή των Λευκών Ορέων, την περιοχή όπου δρούσαν οι Σφακιανοί. Στην περιοχή σημειώθηκαν πάνω από 13 εξεγέρσεις μεταξύ του 1207 και 1365. Η πρώτη εξέγερση ξέσπασε το 1212 αλλά γρήγορα κατεστάλη από τους Βενετούς. Το 1217 ξέσπασε μία νέα διαμάχη μεταξύ της οικογένειας Σκορδύλη και των Βενετών. Η εξέγερση εξαπλώθηκε γρήγορα αλλά τερματίστηκε με την υπογραφή συνθήκης μεταξύ του νέου δούκα των Βενετών και των εξεγερμένων. Νέα εξέγερση ξέσπασε στο Ρέθυμνο το 1230 μετά από συνεργασία των αρχοντικών οικογενειών του νησιού, Σκορδύλη, Μελισσηνών και Δρακοντόπουλων. Οι Βενετοί κατάφεραν να ελέγξουν ξανά την κατάσταση μετά από 6 χρόνια.

Τις επόμενες δεκαετίες μετά το 1212 οι Βενετοί άρχισαν να παραχωρούν τον έλεγχο περιοχών του νησιού σε οικογένειες ευγενών της Βενετίας. Το Ηράκλειο (Κάντια για τους Βενετούς) έγινε έδρα του Δούκα της Κάντιας. Το 1252 οι Βενετοί έχτισαν στη θέση της αρχαίας πόλης Κυδωνίας την πόλη των Χανίων. Η Κρήτη την περίοδο αυτή διαιρέθηκε σε έξι επαρχίες οι οποίες εξελίχθηκαν στη συνέχεια σε τέσσερις κομητείες. Η περιοχή των Σφακίων εξακολουθούσε να παραμένει έξω από τον άμεσο έλεγχο των Βενετών.

Το 1273 η οικογένεια Χορτάτζη ηγήθηκε μίας νέας επανάστασης που τερματίστηκε έξι χρόνια μετά αφού πρώτα οι Βενετοί πήραν με το μέρος τους τον Αλέξιο Καλλέργη, απόγονο παλιών αρχόντων του νησιού. Οι Βενετοί δεν τήρησαν τις υποσχέσεις που είχαν δώσει στον Καλλέργη με αποτέλεσμα να ξεσπάσει νέα επανάσταση στο νησί το 1283 με υποκινητή αυτή τη φορά τον ίδιο τον Καλλέργη. Η στάση αυτή τερματίστηκε μετά από 16 χρόνια αφού οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές προχώρησαν σε διαπραγματεύσεις που κατέληξαν σε συμφωνία που ικανοποίησε τον Καλλέργη που δήλωσε υποταγή στους Βενετούς.

Η επανάσταση της Χρυσομαλούσας (1319)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μία από τις σημαντικότερες επαναστάσεις κατά των Βενετών ήταν η επανάσταση της Χρυσομαλούσας που ξέσπασε το 1319. Αφορμή στάθηκε η παρενόχληση κοπέλας από τον Βενετό αξιωματικό της φρουράς του Ομπροσγιαλού (σημερινής Χώρας Σφακίων), ο οποίος τη φίλησε και της έκοψε μία πλεξούδα από τα ξανθιά μαλλιά της. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μεγάλη προσβολή από την οικογένεια Σκορδύλη, στην οποία ανήκε η κοπέλα. Η οικογένειά της για να εκδικηθεί για την προσβολή επιτέθηκε και εξόντωσε τη βενετική φρουρά των Σφακίων. Αυτό είχε ως συνέπεια να εκστρατεύσει βενετικό στρατιωτικό σώμα κατά των Σφακίων και να ξεσπάσουν συγκρούσεις που κράτησαν περισσότερο από ένα χρόνο, έως ότου ο άρχοντας Καλλέργης παρενέβη ώστε να υπάρξει συμβιβασμός.

Επαναστάσεις (1332 - 1371)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κι άλλες επαναστάσεις εναντίον των Βενετών ξέσπασαν, το 1332 στον Μαργαρίτη και το 1341 στον Αποκόρωνα. Στο Αμάρι, στα Σφακιά, στην Μεσαρά και αλλού οι Κρητικοί σημείωσαν επιτυχίες. Λόγω της σκληρής φορολογίας που επέβαλαν οι Βενετοί στο νησί, νέα επανάσταση ξέσπασε το 1363. Η επανάσταση αυτή έγινε γνωστή ως η επανάσταση του Αγίου Τίτου, από το όνομα του Αγίου που διέδωσε τον χριστιανισμό στην Κρήτη 13 αιώνες πριν. Νέα επανάσταση που ξέσπασε το 1365 κατεστάλη και η θέση των Κρητικών επιδεινώθηκε.

Την εποχή αυτή η Βενετοί αποφάσισαν να χτίσουν κάστρο δίπλα στα Σφακιά για να ελέγχουν την απείθαρχη περιοχή αλλά και για προστασία από την πειρατεία που ήταν τότε μάστιγα για τις ακτές του νησιού. Στο διάστημα από το 1371 μέχρι το 1374 κατασκεύασαν, 7 χλμ ανατολικά της Χώρας Σφακίων,ένα κάστρο που ονομάστηκε από τον ντόπιο πληθυσμό Φραγκοκάστελλο και έτσι έμεινε γνωστό. Σύμφωνα με τοπική παράδοση το κάστρο χτιζόταν την ημέρα από τους Βενετούς στρατιώτες και το βράδυ οι Σφακιανοί με αρχηγούς τους έξι αδελφούς Πατσούς γκρέμιζαν ότι είχε χτιστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τελικά οι Βενετοί συνέλαβαν και εκτέλεσαν τους αδελφούς Πατσούς και κατάφεραν να ολοκληρώσουν το κάστρο.

Ορνιθοπόλεμος (1470)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μία επανάσταση των Σφακίων που ξέσπασε το 1470 έμεινε γνωστή ως Ορνιθοπόλεμος. Οι Βενετοί μεταξύ άλλων είχαν επιβάλλει μηνιαίο φόρο σε κάθε οικογένεια της Κρήτης ο οποίος περιλάμβανε ένα καλοθρεμμένο κοτόπουλο. Καθώς όμως οι οικογένειες του νησιού αυξάνονταν άρχισε να προκαλείται κάποια διαμάχη σχετικά με το σωστό ποσό που θα έπρεπε να στέλνει η κάθε περιοχή στους Βενετούς. Κάποιοι χωρικοί άρχισαν να προσφέρουν αυγά στους Βενετούς υποστηρίζοντας πως θα μπορούσαν να τα εκκολάψουν και να πάρουν με αυτό τον τρόπο κοτόπουλα. Οι Βενετοί στράφηκαν αμέσως κατά των χωρικών που δεν απέδιδαν τον απαιτούμενο φόρο, εκδίδοντας 10.000 καταδίκες. Οι Σφακιανοί επέστρεψαν τις καταδίκες πίσω και κατηγόρησαν τη βενετική Αρχή των Χανίων για διαφθορά. Οι απεσταλμένοι των Σφακιωτών στα Χανιά φυλακίστηκαν από τις τοπικές αρχές, γεγονός που προκάλεσε το ξέσπασμα εξέγερσης. Η εξέγερση τερματίστηκε τρία χρόνια μετά όταν η βενετική Αρχή αποφάσισε να αποσύρει τον φόρο από όλο το νησί της Κρήτης.

Επανάσταση του Γεωργίου Κανδανολέοντα (1527 ή 1570)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναπαράσταση της πόλης των Σφακίων και της ευρύτερης περιοχής, Φραντσέσκο Μπαζιλικάτα, 1618

Μία ακόμα επανάσταση της περιοχής των Σφακίων ήταν η επανάσταση του Γεωργίου Κανδανολέοντα, για την οποία γίνεται αναφορά στο μυθιστόρημα του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου «Κρητικοί Γάμοι». Η ιστορικότητα όλων των γεγονότων δεν έχει απόλυτα ξεκαθαριστεί σήμερα αλλά υπάρχουν και βενετικές καταγραφές που στηρίζουν μέρος τους. Οι πρωταγωνιστές αυτής της επανάστασης ήταν ο Γεώργιος Κανδανολέων, ο γιος του Πέτρος, ο Βενετός αξιωματούχος Φραντσέσκο Μολίνο και η Σοφία, κόρη του Μολίνο. Ο Κανδανολέων είχε συγγένεια με την οικογένεια Σκορδύλη.

Κάποια φορά πριν το 1527 ή 1570 σύμφωνα με άλλες πηγές ένας αριθμός οικογενειών από την δυτική Κρήτη αποφάσισαν να συναντηθούν στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη στο Ακρωτήριο με σκοπό να οργανώσουν επανάσταση κατά των Βενετών. Αρχηγός της ορίστηκε ο Γεώργιος Κανδανολέων. Η επανάσταση σημείωσε στην αρχή επιτυχία με αποτέλεσμα οι Βενετοί να αναγκαστούν να αποσυρθούν στα Χανιά. Ο Κανδανολέων έκανε έδρα της περιοχής που είχε απελευθερωθεί τα Μεσκλά, 15 χιλιόμετρα νότια των Χανίων.

Στην συνέχεια σύμφωνα με αυτά που αναφέρει ο Ζαμπέλιος στο βιβλίο του «Κρητικοί γάμοι» ο Πέτρος Κανδανολέων ερωτεύτηκε την κόρη του Βενετού άρχοντα Φραντσέσκο Μολίνο. Ο Μολίνο τότε συνωμότησε με τον Δούκα του Ηρακλείου ώστε να τον παγιδεύσουν. Συμφώνησε προσχηματικά να γίνουν οι γάμοι μεταξύ του Πέτρου και της Σοφίας και κατά την προσέλευση των συγγενών του γαμπρού (που ήταν και οι πρωταγωνιστές της επανάστασης ) στον γάμο, τους συνέλαβε και τους εκτέλεσε.

Ένας Βενετός ιστορικός υποστηρίζει πως ο Κανδανολέων προσπάθησε να πετύχει έναν τέτοιο γάμο για να δημιουργήσει νέα δυναστεία αρχόντων στην δυτική Κρήτη. Όλες οι ιστορικές πηγές όμως συμφωνούν στο γεγονός του γάμου. Ο γάμος είχε μεγάλο αριθμό προσκεκλημένων και όπως συμβαίνει στις παραδοσιακές αυτές εκδηλώσεις υπήρχε μεγάλη ποσότητα κρασιού (συχνά προστιθέμενο σε αυτό και όπιο όπως αναφέρει ο Ζαμπέλιος). Ο βενετικός στρατός από τα Χανιά, το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο περικύκλωσε τους παρευρισκόμενους, συνέλαβε τον Γεώργιο και τον Πέτρο Κανδανολέοντα και τους εκτέλεσε μαζί με άλλους Κρητικούς αξιωματούχους. Οι υπόλοιποι συλληφθέντες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες και απαγχονίστηκαν στα Χανιά, στο Κουτσογέρακο, στο Ρέθυμνο και στην Μέσκλα. Όσοι δεν συνελήφθησαν συνέχισαν την επανάσταση από τα ορεινά μέχρι που εξασφάλισαν αμνηστία από τους Βενετούς.

Οθωμανική κυριαρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σφακιανή με παραδοσιακή φορεσιά

Στο διάστημα 1669-1898 η Κρήτη πέρασε σε οθωμανικό έλεγχο. Την εποχή εκείνη άρχισε να ισχυροποιείται το ορθόδοξο Βασίλειο της Ρωσίας και οι Έλληνες άρχισαν να στρέφουν τις ελπίδες τους προς τους Ρώσους. Η επιδίωξη των Ρώσων να αποκτήσουν έξοδο προς την Μαύρη Θάλασσα τους οδήγησε γρήγορα σε σύγκρουση με την Οθωμανική αυτοκρατορία και η αυτοκράτειρα Αικατερίνη η Μεγάλη (1762–1796) ονειρεύτηκε να αναβιώσει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Πριν τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774 έστειλε πράκτορες στην Πελοπόννησο και στα νησιά με σκοπό να ξεσηκώσει τον τοπικό πληθυσμό εναντίον των Τούρκων. Ένας από αυτούς τους πράκτορες συναντήθηκε με τον κρητικό οπλαρχηγό Ιωάννη Βλάχο, γνωστότερο ως Δασκαλογιάννη και τον παρακίνησε να ξεκινήσει επανάσταση. Αν και οι Κρητικοί δεν ήταν έτοιμοι για ένα τέτοιο εγχείρημα, ελπίζοντας σε βοήθεια από τους Ρώσους ξεκίνησαν την επανάσταση το 1770, όταν εμφανίστηκε στο Αιγαίο ο στόλος του Αλέξιου Ορλόφ. Σύμφωνα με το σχέδιο του Ορλώφ, που περιλαμβανόταν σε επστολή που έστειλε στον Δασκαλογιάννη, οι Σφακιανοί θα κατέβαιναν να πολιορκήσουν τα Χανιά ενώ ο Ορλώφ θα βομβάρδισε το φρούριο από θαλάσσης. Τα όπλα που θα έπεφταν στα χέρια των Σφακιανών θα μοιράζονταν και στην υπόλοιπη Κρήτη. Δυσπιστία προς το σχέδιο έδειξε αρχικά μόνον ο Πρωτοπαπάς Σφακίων, ενώ οι υπόλοιποι Σφακιανοί τάχθηκαν υπέρ της επανάστασης. Στις 25 Μαρτίου 1770 υψώθηκε η επαναστατική σημαία στην Ανώπολη η οποία χαιρετίστηκε με πολλούς πυροβολισμούς. Και ο ίδιος ο Πρωτοπαπάς έλαβε μέρος στον αγώνα και διακρίθηκε μεταξύ των αγωνιστών. Συνεννοημένοι και οι κάτοικοι των άλλων χωριών συγκεντρώθηκαν στην Κράπη την ημέρα της Ανάστασης (4 Απριλίου 1770) με αναπεπταμένες τις σημαίες και με 20 ιερείς, μεταξύ των οποίων διακρίνονταν ο Παπά Σήφης ή Δασκαλόπαπας από τον Καλλικράτη, αδελφός του οπλαρχηγού Γεωργάκη. Στο εκκλησάκι του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου, μετά τον εσπερινό ή "δεύτερη Ανάσταση" έγινε πανηγυρική τελετή κήρυξης επανάστασης με χιλιάδες πυροβολισμούς και ανταλλαγή ασπασμών, και ακολούθησαν την επόμενη ημέρα γλέντια στο οροπέδιο της Κράπης.[1]

Οι Κρητικοί τελικά αφέθηκαν αβοήθητοι από τους Ρώσους να αντιμετωπίσουν τον τουρκικό στρατό ο οποίος σύντομα κατάφερε να καταστείλει την επανάσταση. Ο Δασκαλογιάννης παραδόθηκε και εκτελέστηκε στο Ηράκλειο μετά από βασανιστήρια, επειδή αρνήθηκε να προδώσει τους ανθρώπους του. Οι Σφακιανοί αν και υπέστησαν μεγάλες φθορές από την αποτυχημένη επανάσταση του 1770 κατάφεραν να ανασυνταχθούν και εμφανίζονται ξανά ισχυροί κατά το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821. Στην επανάσταση του 1821 συμμετείχαν σχεδόν από το ξεκίνημά της και χάρη κυρίως στις δικές τους δυνάμεις, κατάφεραν να διατηρήσουν την επανάσταση στην Κρήτη μέχρι το 1830. Η μισή σχεδόν στρατιωτική δύναμη των επαναστατημένων Κρητικών προερχόταν από τα Σφακιά. Το 1828 κατέφτασε στην Κρήτη ο στρατηγός Χατζημιχάλης Νταλιάνης με σκοπό να αναζωπυρώσει την επανάσταση στο νησί. Τον Μάρτιο του 1828 κατέφτασε στα Σφακιά οπού τον υποδέχτηκαν με τιμές. Σύντομα κινήθηκε εναντίον τουρκικό στρατιωτικό σώμα από το Ηράκλειο. Ο Νταλιάνης προτίμησε να το αντιμετωπίσει στο Φραγκοκάστελλο, αγνοώντας τις συμβουλές των Σφακιωτών που τον προέτρεπαν να πολεμήσει στα υψώματα. Στη μάχη που διεξήχθη στο Φραγκοκάστελλο στις 17 Μαΐου 1828 οι Έλληνες επαναστάτες ηττήθηκαν και οι περισσότεροι έπεσαν νεκροί. Στη συνέχεια οι Τούρκοι στράφηκαν κατά των Σφακιωτών που ήταν οχυρωμένοι στα ορεινά. Η κύρια μάχη διεξήχθη στην κοιλάδα του Κόρακα , όπου το τουρκικό σώμα είχε τεράστιες απώλειες και τράπηκε σε φυγή.

Οι Σφακιανοί συμμετείχαν και στις επαναστάσεις του 1841 και 1858. Μετά την απελευθέρωση της Κρήτης και την ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος η περιοχή των Σφακίων αποτέλεσε επαρχία ενώ από το 1998 αποτελεί διευρυμένο δήμο.

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Παπαδοπετράκης Γρηγόριος, Ιστορία των Σφακίων ..., Εν Αθήναις, 1888, σελ. 120, 121.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]