Συνταγματική Μοναρχία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Συνταγματική μοναρχία (αγγλικά: Constitutional monarchy) είναι μια μορφή πολιτεύματος που καθιερώνεται στο πλαίσιο ενός συνταγματικού συστήματος που αναγνωρίζει έναν εκλεγμένο ή κληρονομικό μονάρχη ως αρχηγό κράτους (head of the state), σε αντιδιαστολή με μια απόλυτη μοναρχία, όπου ο μονάρχης διατηρεί την απόλυτη εξουσία.

Η διαδικασία της διακυβέρνησης και του νόμου μέσα σε μια συνταγματική μοναρχία είναι συνήθως πολύ διαφορετική από αυτήν που παρατηρείται σε μια απόλυτη μοναρχία. Οι σύγχρονες συνταγματικές μοναρχίες εφαρμόζουν συνήθως την έννοια trias politica ή «το χωρισμό των δυνάμεων», όπου ο μονάρχης είτε είναι ανώτατη Αρχή του εκτελεστικού κλάδου είτε έχει απλά έναν εθιμοτυπικό ή συμβολικό ρόλο και επί των τριών βασικών λειτουργιών μας Πολιτείας.

Στις Συνταγματικές Μοναρχίες υπάρχει Πρωθυπουργός ως Πρόεδρος της Κυβέρνησης και ασκεί εκτελεστική εξουσία, αλλά ο Μονάρχης εξακολουθεί να έχει πολιτικές, εκτελεστικές, εξουσίες τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιήσει σύμφωνα με τις δυνατότητες που του παρέχουν σχετικά άρθρα του υφιστάμεου Συντάγματος.

Έχουν υπάρξει Συνταγματικές Μοναρχίες με χαρακτήρα φασιστικό (ή σχεδόν-φασιστικά), όπως συνέβη στην Ιταλία, Ιαπωνία και Ισπανία, ή και με στρατιωτικές δικτατορίες, όπως είναι αυτήν την περίοδο η περίπτωση στην Ταϊλάνδη.

Ιστορικά οι Συνταγματικές Μοναρχίες είναι η εξέλιξη των Απόλυτων Μοναρχιών και εξελίσονται συνήθως σε Βασιλευόμενες Κοινοβουλευτικές Δημοκρατίες και σπανιότερα σε κάποιο τύπο αβασίλευτης δημοκρατίας (Προεδρευόμενη ή Προεδρική Δημοκρατία).

Συνταγματικές Μοναρχίες σήμερα είναι:

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]