Σεύθης Γ΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σεύθης Γ΄
Χάλκινο κεφάλι του Σεύθη Γ΄ που βρέθηκε στον τάφο του, στη σημερινή Βουλγαρία
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση4ος αιώνας π.Χ.
Θάνατος3ος αιώνας π.Χ.
Χώρα πολιτογράφησηςΟδρύσαι
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
μονάρχης
Οικογένεια
ΤέκναΚότυς Β΄ (Οδρυσών)
Τήρης Δ΄
ΓονείςΚότυς Α΄ (Οδρυσών)
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς
Βασιλιάς των Οδρυσών
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σεύθης Γ΄ ήταν βασιλιάς των Οδρυσών και της Θράκης, 342 - 300π.Χ.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την περίοδο της βασιλείας του το Θρακικό βασίλειο ήταν υποτελής στον Μεγάλο Αλέξανδρο· όταν αυτός πέθανε ο Λυσίμαχος αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς της Θράκης και των παρά τον Πόντο εθνών (322 - 280π.Χ). Ο Σεύθης Γ΄ το 331 π.Χ. είχε στείλει πρεσβεία στην Αθήνα με τον γιο του Ρηβούλ,α πετυχαίνοντας μυστική συμμαχία μαζί τους, με σκοπό να διώξει του Μακεδόνες από τη Θράκη. Τού Λυσίμαχου, όταν αυτός ανέλαβε τον θρόνο της Θράκης, πρώτο μέλημά του ήταν να υποτάξει πλήρως τους Θράκες, έτσι ξεκίνησε αρχικά πόλεμο με τους Οδρύσες και αργότερα με τους Γέτες. Ο Σεύθης Γ΄ μετά από στρατιωτικές ήττες, αναγκάστηκε να δηλώσει υποταγή στον Λυσίμαχο, χάνοντας και εδάφη στον Εύξεινο πόντο.

Κατά τους πολέμους των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο Σεύθης Γ΄ επαναστάτησε μαζί με τις ελληνικές αποικίες του Εύξεινου Πόντου μετά και από παρότρυνση του Αντίγονου Α΄. Ο Λυσίμαχος τότε πολιόρκησε και κατέλαβε την Οδησσό, την Ίστρο και την Καλλάτιδα. Σε μάχη στον Αίμο μεταξύ Λυσίμαχου και Σεύθη Γ΄ νικητής βγήκε ο Σεύθης Γ΄, μάλιστα έπιασε αιχμάλωτο τον αντίπαλο στρατηγό Παυσανία, το οποίο σκότωσε, και πολλούς Μακεδόνες στρατιώτες. Ο πόλεμος μεταξύ Οδρυσών και Λυσίμαχου κράτησε επτά έτη, με τον τελευταίο να ανακηρύσσεται βασιλιάς της Θράκης.

Ο Σεύθης Γ΄ έκοψε νομίσματα, που στη μία όψη είχαν παράσταση ιππέα και επιγραφή ΣΕΥΘΟΥ, και στην άλλη κεφαλή Διός.

Τάφος του Σεύθη Γ΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τάφος του βασιλιά της Θράκης Σεύθη Γ΄ βρίσκεται στη Βουλγαρία στην τούμπα Γκολιαμάτα Κοσμάτκα, σε απόσταση 1 χλμ νότια από την πόλη της Σίπκα, βόρεια της πόλης Καζανλούκ. Ανακαλύφθηκε το 2004 από το Βούλγαρο αρχαιολόγο Γκεόργκι Kίτοφ. Ο τάφος κατασκευάστηκε το δεύτερο μισό του 5ου αι. π.Χ. Μεταξύ των αντικειμένων που βρέθηκαν εκεί, περιλαμβάνονται: το χρυσό στεφάνι του ηγεμόνα, μία χρυσή κύλικα (ρηχό κύπελλο κρασιού), επιγονατίδες και κράνος, και επιθέματα αναβατήρων για άλογο, που όλα εκτίθενται στο ιστορικό μουσείο της πόλης Καζανλούκ. Αξιοσημείωτη είναι η χάλκινη κεφαλή του αγάλματος του Σεύθη Γ΄, θαμμένη τελετουργικά μπροστά από την πρόσοψη, που είναι αρκετά λεπτομερής. Πρόκειται για ένα σημαντικό αποδεικτικό στοιχείο των Θρακικών Ορφικών τελετουργιών.

Ο ταφικός ναός αποτελείται από έναν διάδρομο, έναν προθάλαμο, έναν στρογγυλό θάλαμο που τον καλύπτει υψηλός θόλος και έναν ορθογώνιο θάλαμο, κατασκευασμένο ως σαρκοφάγο από δύο μονόλιθους, που ο ένας ζυγίζει περισσότερο από 60 τόνους. Οι τρεις αίθουσες είναι κατασκευασμένες από ορθογώνιους ογκόλιθους και καλύπτονται με πλάκες. Μια δίφυλλη μαρμάρινη πύλη κλείνει την είσοδο προς τον κυκλικό θάλαμο. Οι ανώτερες ζώνες της είναι διακοσμημένες με εικόνες του θεού Διόνυσου, που στο ανατολικό τμήμα ενσαρκώνει τον ήλιο και στο δυτικό τη γη και τη νύχτα.

Η τελετουργική κλίνη και ο τελετουργικός κοιτώνας βρίσκονται στον ορθογώνιο θάλαμο. Καλύφθηκαν με ύφασμα από χρυσή κλωστή, μετά την τέλεση μίας λαμπρής κηδείας του ηγεμόνα. Επάνω στο φιαλίδιο, την κανάτα και το κράνος ήταν χαραγμένο το όνομα του Σεύθη, γεγονός που αποδεικνύει ότι στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. θάφτηκε εδώ ο Σεύθης Γ΄, ο περίφημος Θράκας ηγεμόνας τού βασιλείου των Οδρυσών.

Η πρωτεύουσα τού βασιλείου του, που ονομαζόταν Σευθόπολις, βρίσκεται περίπου δέκα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από τον τάφο, στο κάτω μέρος του φράγματος Κόπρινκα. Το κεφάλι τού αγάλματος του Σεύθη είναι θαμμένο στον τάφο και αντίγραφό του τοποθετήθηκε σε ένα βάθρο στην πρωτεύουσα Σευθόπολη.

Τα προσωπικά αντικείμενα και τα δώρα, που απαιτούντο για τη μετά θάνατο ζωή του ηγεμόνα, είναι τοποθετημένα προσεκτικά μέσα στον θάλαμο. Μετά την ταφή σφραγίστηκε η είσοδος του κυκλικού θαλάμου και του προθάλαμου, το άλογο τού ηγεμόνα θυσιάστηκε και μετά ο διάδρομος κάηκε τελετουργικά.

Ο τάφος αποτελεί τμήμα της Κοιλάδας των Θρακών Βασιλέων, που περιλαμβάνει επίσης τον τάφο του Καζανλάκ (αναγνωρισμένο ως μέρος της παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO), καθώς και τους τάφους και τους ναούς που βρέθηκαν στα αναχώματα Γκολιάμα Αρσενάλκα, Σούσμανετς, Χελβέτσια, Γκρίφονι, Σβέτιτσα και Όστρουσα.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κουρτίδης Κωνσταντίνος, Ιστορία της Θράκης από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 54 μ.Χ., Τυπογραφείο Αλευρόπουλου, Εν Αθήναις 1932, σελ. 59