Σαλιπαρτιάνο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάρτης του Σαλιπαρτιάνο.

Το Σαλιπαρτιάνο (Γεωργιανά: სალიპარტიანო) ήταν φέουδο του Πριγκιπάτου της Μινγκρελίας, στην δυτική Γεωργία, από τα μέσα του 16ου αιώνα έως και την εγκαθίδρυση της ρωσικής κυριαρχίας στην περιοχή το 1804, όταν και κατέστη καντόνι της Μινγκρελίας. Το φέουδο, με τους μονάρχες του να φέρουν τον τίτλο του Λιπαρτιάνι, ήταν κυρίως κτήση των νεαρότερων απογόνων του Οίκου των Νταντιάνι, της εξουσιάζουσας πριγκιπικής δυναστείας της Μινγκρελίας.

Το Σαλιπαρτιάνο, το οποίο μεταφράζεται ως "του Λιαπρτιάνι", ευρισκόταν στο βορειοανατολικό τμήμα της Μινγκρελίας, ή ορθότερα Οντίσι, ενώ κάλυπτε το μεγαλύτερο τμήμα του σημερινού Δήμου Μαρτβίλι,[1] το οποίο και διασχίζεται από τον ποταμό Τεχούρι, στα σύνορα με την Ιμερετία.[2][3] Τόσο ο τίτλος του Λιπαρτιάνι, όσο και η ονομασία του φέουδου φαίνεται να προέρχονται από το Λίπαριτ, πιθανότατα το όνομα ενός εκ των Πριγκίπων της Μινγκρελίας, του Λίπαριτ Α΄ (βασίλευσε μεταξύ 1414–1470)—προερχόμενο από την δυναστεία των Νταντιάνι.[1]

Από τουλάχιστον το ύστερο μισό του 16ου αιώνα, το Σαλιπαρτιάνο ανήκε αποκλειστικά στους νεότερους απογόνους, οι οποίοι ήταν οι νεαρότεροι σε ηλικία υιοί των Πριγκίπων της Μινγκρελίας. Περί το 1662, το φέουδο παραχωρήθηκε, ως κληρονομική κτήση, στην οικογένεια των Τσικοβάνι από το Λετσχούμι, οι οποίοι και έγιναν, χάρη στον Κάτσια Α΄, η εξουσιάζουσα δυναστεία της Μινγκρελίας ως ο δεύτερος Οίκος των Νταντιάνι το 1704. Έκτοτε, το Σαλιπαρτιάνο αποτέλεσε πριγκιπική κτήση, το οποίο παραχωρείτο αρκετά συχνά από τους Μονάρχες της Μινγκρελίας σε μέλη της οικογένειάς τους προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποστήριξή τους ή να κατευνάσουν τις δυναστικές φιλοδοξίες τους. Ως εκ τούτου, το 1799, ο Μανουκάρ έλαβε το Σαλιπαρτιάνο από τον αδερφό του Γκριγκόλ Νταντιάνι, Πρίγκιπα της Μινγκρελίας, ως μέρος συμφώνου ειρήνης μεταξύ των δύο. Με τον θάνατο του Γκριγκόλ το 1804, ο Μανουκάρ απόλεσε την εξουσία του επί του φέουδου. Αιτήθηκε την παρέμβαση του Ρώσου κυβερνήτη της Γεωργίας, Πρίγκιπα Τσιτσιάνοφ, προκειμένου να ανακτήσει τα απολεσθέντα εδάφη του, ωστόσο το αίτημά του απορρίφθηκε. Το Σαλιπαρτιάνο κατέστη κτήση του Πρίγκιπα της Μινγκρελίας, ενώ παραχωρήθηκε υπό την μορφή κυβερνείου (mouravi) στην οικογένεια ευγενών των Ντγκεμπουάντζε.[1]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Beradze, Tamaz (1984). «სალიპარტიანო [Salipartiano]». ქართული საბჭოთა ენციკლოპედია, ტ. 8 [Georgian Soviet Encyclopaedia, Vol. 8] (στα Γεωργιανά). Tbilisi: Metsniereba. σελ. 693. 
  2. Allen, William Edward David (1950). «Two Georgian Maps of the First Half of the Eighteenth Century». Imago Mundi 10: 114. doi:10.1080/03085695308592037. 
  3. Wakhoucht, Tsarévitch (1842). Brosset, Marie-Félicité, επιμ. ღეოღრაჶიული აღწერა საქართველოჲსა. Description géographique de la Géorgie [Geographic description of Georgia] (στα γεωργιανά και γαλλικά). S.-Pétersbourg: A la typographie de l'Academie Impériale des Sciences. σελ. 397. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)