Σίκαλη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σίκαλη
Σίκαλη
Σίκαλη
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Μονοκοτυλήδονα (Liliopsida)
Τάξη: Κυπειρώδη (Cyperales)
Οικογένεια: Ποοειδή (Poaceae)
Γένος: Σίκαλις (Secale)
Είδος: Σίκαλις η σιτηρά (Secale cereale)
Διώνυμο
Secale cereale
L.

Η σίκαλη είναι αγγειόσπερμο, μονοκοτυλήδονο φυτό που ανήκει στην οικογένεια των Ποοειδών (Poaceae) ή Αγρωστωδών (Gramineae). Είναι μονοετές ποώδες φυτό με φυσική προέλευση από τη νοτιανατολική Ευρώπη και την Ασία, και το πιο σημαντικό είδος του η Σίκαλις η σιτηρά, Secale cereale καλλιεργείται σήμερα ως σιτηρό για τον καρπό του. Οι πρώτες καλλιέργειες σίκαλης άρχισαν στην Ασία και στις νοτιοδυτικές περιοχές περίπου το 6.500 π.Χ. Στη συνέχεια έφτασε στα Βαλκάνια και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σίκαλη ομοιάζει με το σιτάρι και άλλα σιτηρά, έχει πολύ δυνατό ριζικό σύστημα αντέχει δε περισσότερο από αυτά σε φτωχά εδάφη και στην ξηρασία. Τα φύλλα της είναι στενόμακρα, τραχιά, χνουδωτά και έχουν ερυθρωπό χρώμα. Το κάθε στάχυ έχει σχήμα στρογγυλό και κυλινδρικό και φέρει πολύ μικρά στάχυα που έχουν τρία άνθη από τα οποία τα δύο είναι γόνιμα.

Ο καρπός της σίκαλης είναι πιο μακρύς και πιο μυτερός από αυτόν του σιταριού έχει δε χρώμα λαδί, σκούρο πράσινο, κίτρινο ή κυανοπράσινο. Η σίκαλη ευδοκιμεί περισσότερο σε ψυχρά κλίματα και είναι ανθεκτική σε δύσκολες συνθήκες, ενώ ταλαιπωρείται πολύ σε υψηλές θερμοκρασίες. Ποικιλίες που φυτεύονται τους φθινοπωρινούς μήνες μπορούν να αντέξουν και σε θερμοκρασίες 30 βαθμών υπό το μηδέν. Έτσι σίκαλη φυτεύεται σε βόρειες ψυχρές περιοχές, όπου άλλα σιτηρά δεν θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν.

Κόκκος σίκαλης
Secale cereale

Ο κόκκος της σίκαλης είναι θρεπτικός περιέχοντας έλαια, άμυλο, αρκετές πρωτεΐνες, βιταμίνες της ομάδας Β και κάλιο. Τα άλευρά της έχουν μικρότερη θρεπτική αξία από του σταριού και δίνουν σκουρόχρωμο ψωμί που όμως διατηρείται μαλακό για περισσότερο διάστημα[1]. Στη βόρεια Ευρώπη η χρήση ψωμιού από σίκαλη είναι μεγάλη γιατί προτιμάται από μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Συνήθως στο ψωμί αυτό προστίθεται και σιτάρι έτσι ώστε να βοηθήσει στο φούσκωμα καθώς τα άλευρα από σίκαλη δεν βοηθούν σε αυτό. Η σίκαλη εκτός από την παραγωγή αλεύρων και ψωμιού χρησιμοποιείται στην παρασκευή οινοπνευματωδών ποτών καθώς και αναμεμιγμένη με άλλες τροφές στην παρασκευή ζωοτροφών.

Το σκληρό άχυρο του βλαστού της χρησιμοποιείται στην κατασκευή σκεπών σε πρόχειρα καταλύματα και καλύβες, στην κατασκευή ψάθινων καπέλων, χαρτιού και διαφόρων στρωμάτων.

Παγκόσμια παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ρωσία και Πολωνία είναι οι δύο μεγαλύτεροι παραγωγοί σίκαλης στον κόσμο. Άλλες σημαντικές χώρες είναι οι: Γερμανία , ΗΠΑ, Ουκρανία, Λευκορωσία και Αργεντινή.

Οι δέκα μεγαλύτερες χώρες σε παραγωγή σίκαλης στον κόσμο — 2005
(σε χιλιάδες μετρικούς τόνους)
Ρωσία 3,6
Πολωνία 3,4
 Γερμανία 2,8
Λευκορωσία Λευκορωσία 1.2
 Ουκρανία 1,1
Κίνα Κίνα 0,6
Καναδάς Καναδάς 0,4
 Τουρκία 0.3
 ΗΠΑ 0,2
Αυστρία Αυστρία 0,2
Παγκόσμιο σύνολο 13,3
Source: FAO [2]


Περιεκτικότητα σε Μέταλλα & Ιχνοστοιχεία
Ασβέστιο 33 mg
Σίδηρος 2.67 mg
Μαγγάνιο 121 mg
Φώσφορος 374 mg
Κάλιο 264 mg
Νάτριο 6 mg
Ψευδάργυρος 3.73 mg
Χαλκός 0.450 mg
Μαγνήσιο 2.680 mg
Σελήνιο 0.035 mg





















Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΓΑΜΒΡΕΣΕΑ, επιμ. (1971). ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΦΥΤΟΛΟΓΙΑΣ Α΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. ΟΕΔΒ.  σ.160
  2. «Major Food And Agricultural Commodities And Producers - Countries By Commodity». Fao.org. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2010. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]