Πόλεμοι της Γαλλικής Επανάστασης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πόλεμοι της Γαλλικής Επανάστασης
Η Μάχη του Βαρού, έργο του Βικτόρ Αντάμ
Χρονολογία1792 - 1802
ΤόποςΓαλλία, Κεντρική Ευρώπη, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Αμερική
ΈκβασηΣυνθήκη της Αμιένης
Αντιμαχόμενοι

Οι Πόλεμοι της Γαλλικής Επανάστασης ήταν μία σειρά μεγάλων συγκρούσεων, που διήρκεσαν από το 1792 έως το 1802, ανάμεσα στην επαναστατημένη Γαλλία και στους συνασπισμούς κρατών που σχηματίστηκαν εναντίον της εκείνη τη δεκαετία. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο στρατός των Γάλλων επαναστατών εισήλθε σε περιοχές των Κάτω Χωρών, της Ιταλίας και της κοιλάδας του Ρήνου, πετυχαίνοντας νίκες εναντίον των αντιπάλων του. Κατά τη διάρκεια των πολέμων αυτών αναπτύχθηκαν στρατιωτικές καινοτομίες που χαρακτήρισαν και τους μετέπειτα Ναπολεόντειους Πολέμους. Η Γαλλική Επανάσταση κατά τη διάρκειά τους εδραιώθηκε, όμως το τίμημα ήταν ο τεράστιος αριθμός θυμάτων απ’ όλες τις πλευρές.

Οι πόλεμοι της Γαλλικής Επανάστασης συνήθως διαιρούνται στον Πόλεμο του Πρώτου Συνασπισμού και στον Πόλεμο του Δεύτερου Συνασπισμού. Ο πρώτος διεξήχθη στο διάστημα 1792-1797 και ο δεύτερος στο διάστημα 1798-1801, αν και η Γαλλία βρισκόταν συνεχώς σε πόλεμο με τη Βρετανική Αυτοκρατορία από το 1793 έως το 1802. Οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν με τη Συνθήκη της Αμιένης το 1802.

Πόλεμος του Πρώτου Συνασπισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1791 οι Ευρωπαίοι μονάρχες αντιμετώπιζαν με ανησυχία την εξάπλωση της Γαλλικής Επανάστασης. Η πρώτη αντίδραση προήλθε από τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Λεοπόλδο Β΄, ο οποίος ήταν και αδελφός της βασίλισσας Μαρίας Αντουανέτας. Μαζί με τον βασιλιά της Πρωσίας Φρειδερίκο Γουλιέλμο Β΄ εξέδωσε τη Διακήρυξη του Πίλλνιτς, η οποία διακήρυσσε το ενδιαφέρον των μοναρχών της Ευρώπης για την τύχη του Λουδοβίκου ΙΣΤ' και της οικογένειάς του, απειλώντας παράλληλα με αυστηρές συνέπειες σε περίπτωση που τους συνέβαινε οτιδήποτε.

Στη Γαλλία η διακήρυξη αυτή ερμηνεύτηκε ως σοβαρή απειλή και αποκηρύχθηκε από τους ηγέτες της Επανάστασης. Στις 20 Απριλίου 1792 η Γαλλία κήρυξε πρώτη τον πόλεμο στην Αυστρία έπειτα από ψήφισμα της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης. Η εισβολή πραγματοποιήθηκε στις Αυστριακές Κάτω Χώρες, όπου οι Γάλλοι προσδοκούσαν στήριξη από τοπικούς ηγεμόνες.

Την ίδια χρονιά ο Δούκας του Μπράουνσβαϊγκ, επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων, Πρώσων και Αυστριακών, εκστράτευσε κατά της Γαλλίας, σημειώνοντας αρχικά επιτυχίες. Αφού κατέλαβε με ευκολία τα φρούρια του Λονζουί και του Βερντέν εξέδωσε μία προκήρυξη, γνωστή ως Μανιφέστο του Μπράουνσβαϊγκ, με την οποία εξέφραζε την πρόθεσή του για παλινόρθωση του Γάλλου βασιλιά. Ανέφερε επίσης πως θα μεταχειριζόταν πρόσωπα ή πόλεις που θα αντιστέκονταν σ’ αυτό ως αντάρτες, και θα καταδικάζονταν με βάση το στρατιωτικό νόμο. Η διακήρυξη αυτή ξεσήκωσε αντίδραση στη Γαλλία και οδήγησε στην ενδυνάμωση του στρατού των επαναστατών. Στις 10 Αυγούστου ένα μεγάλο πλήθος εισέβαλε στα ανάκτορα, όπου βρισκόταν περιορισμένος ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ και τον συνέλαβε. Ο Λουδοβίκος εκτελέστηκε στις 21 Ιανουαρίου 1793.

Η μάχη του Βαλμύ

Η εκστρατεία του Δούκα του Μπράουνσβαϊγκ τερματίστηκε με τη μάχη του Βαλμύ. Η κρίσιμη αυτή μάχη υπήρξε νικηφόρα για τους Γάλλους, αναπτερώνοντας το ηθικό τους. Οι Πρώσοι βλέποντας πως η εκστρατεία αποδεικνυόταν μακρύτερη απ’ όσο υπολόγιζαν, και το κόστος της ν΄ αυξάνεται, αποφάσισαν ν΄ αποσυρθούν.

Την ίδια περίοδο οι Γάλλοι σημείωναν επιτυχίες και σε άλλα μέτωπα. Κατέλαβαν στο νότο τη Σαβοΐα και τη Νίκαια, που ήταν τμήματα του Βασιλείου της Σαρδηνίας, και πολιόρκησαν πόλεις του Ρήνου, φτάνοντας μέχρι τη Φρανκφούρτη.

Στις αρχές του 1793 εισήλθαν στον αντίπαλο συνασπισμό η Ισπανία και η Πορτογαλία. Την 1η Φεβρουαρίου η Γαλλία κήρυξε τον πόλεμο στη Βρετανική Αυτοκρατορία και την Ολλανδική Δημοκρατία. Για την αντιμετώπιση του διευρυμένου αντίπαλου συνασπισμού η Γαλλία προχώρησε σε μαζική στρατολόγηση νέων ανδρών, εγκαινιάζοντας την πολιτική των επιστρατεύσεων. Οι στρατιωτικές της δυνάμεις μετά την επιστράτευση αυξήθηκαν εντυπωσιακά και μπόρεσε να συντηρήσει τις επιθετικές της επιχειρήσεις.

Ο αντίπαλος συνασπισμός επιχείρησε μεγάλη εκστρατεία στην περιοχή των Αυστριακών Κάτω Χωρών. Ταυτόχρονα με την εκστρατεία αυτή η Βρετανία φρόντιζε να υποκινήσει γαλλικές πόλεις να εξεγερθούν κατά της γαλλικής ηγεσίας των επαναστατών. Σε μία πολιορκία εξεγερμένης πόλης, της Τουλόν, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο προσκήνιο των συγκρούσεων ο Ναπολέων Α΄ Βοναπάρτης, ο μελλοντικός ηγέτης της επανάστασης. Ο Ναπολέων πολιόρκησε με επιτυχία την πόλη και την κατέλαβε. Μέχρι το τέλος του έτους οι εξεγέρσεις είχαν καταπνιγεί.

Η μάχη του Φλερύ

Στα μέσα του 1794 η Γαλλία κατατρόπωσε τους αντιπάλους της στις Αυστριακές Κάτω Χώρες, στη μάχη του Φλερύς. Στη μάχη αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε στρατιωτικές επιχειρήσεις το αερόστατο των αδελφών Μονγκολφιέ. Στη συνέχεια οι γαλλικές δυνάμεις υπέταξαν την Ολλανδία και ίδρυσαν στην περιοχή των Κάτω Χωρών ένα κράτος-μαριονέτα που ονομάστηκε Βαταβική Δημοκρατία. Την ίδια περίοδο οι Γάλλοι αντιμετώπισαν επιτυχώς τους Ισπανούς και τους καταδίωξαν πέρα από τα Πυρηναία.

Η Ισπανία τελικά αναγκάστηκε να συνάψει ειρήνη με τη Γαλλία, όπως έκανε και η Πρωσία. Οι Γάλλοι πλέον στράφηκαν εναντίον της Αυστρίας που παρέμενε εχθρικό κράτος. Με μία μεγάλη εκστρατεία που πραγματοποίησε ο Ναπολέων στην Ιταλία κατανίκησε το στρατό των Αυστριακών και του Βασιλείου της Σαρδηνίας. Αφού συνήψε ειρήνη με τη Σαρδηνία κατέλαβε το Μιλάνο και πολιόρκησε τη Μάντοβα. Μία αυστριακή δύναμη που στάλθηκε στη Μάντοβα για να τον αντιμετωπίσει ηττήθηκε. Η πόλη έπεσε στις αρχές του 1797 και πλέον ο Ναπολέων Α΄ βάδισε εναντίον της Αυστρίας, ενώ ταυτόχρονα ο στρατηγός Ζαν Μορώ βάδισε και αυτός διαμέσου των γερμανικών κρατιδίων για να συναντηθεί με το στρατό του Ναπολέοντα. Μπροστά στον κίνδυνο της καταστροφής, οι Αυστριακοί φρόντισαν να έρθουν σε συμφωνία με τον Ναπολέοντα υπογράφοντας τη Συνθήκη Ειρήνης του Λέομπεν. Η φάση αυτή του πολέμου τερματίστηκε τελικά με τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, που υπογράφηκε λίγους μήνες αργότερα και ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για τους Γάλλους.

Εκστρατεία στην Αίγυπτο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Κάμπο Φόρμιο, στις 17 Οκτωβρίου 1797, η μόνη δύναμη που συνέχισε τον πόλεμο εναντίον των Γάλλων ήταν η Βρετανική Αυτοκρατορία. Τότε ο Ναπολέων αποφάσισε να μεταφέρει τον πόλεμο στην Αίγυπτο. Έπλευσε με σημαντικό στόλο από την Τουλόν στην Αλεξάνδρεια, καταλαμβάνοντας στο δρόμο του τη Μάλτα από τους Ιωαννίτες Ιππότες. Μετά την άφιξή του στην Αλεξάνδρεια βάδισε προς το Κάιρο, όπου πέτυχε μεγάλη νίκη στη μάχη των Πυραμίδων. Όμως ο Βρετανός ναύαρχος Οράτιος Νέλσον κατέστρεψε το στόλο του στη ναυμαχία του Νείλου. Στη συνέχεια ο Ναπολέων στράφηκε στη Συρία. Μετά την αποτυχία του όμως να καταλάβει την Άκρα επέστρεψε στην Αίγυπτο. Αφού κατάφερε ν΄ αντιμετωπίσει επιτυχώς μία τουρκική εκστρατεία στο Αμπουκίρ, αναχώρησε για την Ευρώπη για να ηγηθεί στις επιχειρήσεις που διεξάγονταν εκεί, καθώς είχε ξεσπάσει ο Πόλεμος του Δεύτερου Συνασπισμού. Ο γαλλικός στρατός που παρέμεινε στην Αίγυπτο αναγκάστηκε να παραδοθεί το 1801, έπειτα από βρετανική και οθωμανική επιδρομή.

Πόλεμος του Δεύτερου Συνασπισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο στρατηγός Μορώ στη μάχη του Χόχενλιντεν

Το 1798 οι Βρετανοί με τους Αυστριακούς οργάνωσαν νέο συνασπισμό εναντίον της Γαλλίας. Αυτή τη φορά στο νέο συνασπισμό συμμετείχαν και οι Ρώσοι. Οι σύμμαχοι ξεκίνησαν τις επιχειρήσεις τους το 1799 εισβάλλοντας στην Ιταλία και στις Κάτω Χώρες. Ο Ρώσος στρατηγός Σουβόροφ προέλασε στην Ιταλία, αναγκάζοντας τους Γάλλους να οπισθοχωρήσουν πίσω από τις Άλπεις.

Οι επιχειρήσεις του συμμαχικού συνασπισμού ήταν λιγότερο επιτυχημένες στις Κάτω Χώρες και στην Ελβετία. Στην Ελβετία μετά από τις αρχικές νίκες των ρωσικών και αυστριακών δυνάμεων, οι Γάλλοι πέτυχαν σημαντική νίκη στη Ζυρίχη, ανακόπτοντας την προέλαση των αντιπάλων τους. Λίγο μετά η Ρωσία αποσύρθηκε από το συνασπισμό. Το 1800, ο Ναπολέων εκστράτευσε στην Ιταλία και νικώντας τους Αυστριακούς στη μάχη του Μαρένγκο, την ανακατέλαβε. Ο στρατηγός Ζαν Μορώ την ίδια περίοδο εισέβαλε στη Βαυαρία και πέτυχε μεγάλη νίκη εναντίον των Αυστριακών στο Χόχενλιντεν της Άνω Βαυαρίας. Στη συνέχεια βάδισε προς τη Βιέννη, αναγκάζοντας τους Αυστριακούς να ζητήσουν νέα συνθήκη ειρήνης. Το Φεβρουάριο του 1801 υπογράφηκε ανάμεσα στις δύο χώρες η Συνθήκη της Λουνεβίλ, η οποία βασιζόταν στην προηγούμενη συνθήκη ειρήνης του Κάμπο Φόρμιο.

Η Βρετανία συνέχισε τον πόλεμο για ένα χρόνο ακόμα. Το 1802, οι Βρετανοί και οι Γάλλοι υπέγραψαν τη Συνθήκη της Αμιένης, με την οποία τερματίστηκε ο πόλεμος.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]