Πολιτογράφηση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πολιτογράφηση ονομάζεται η επίσημη διοικητική πράξη, με την οποία ένα κράτος απονέμει την ιδιότητα του πολίτη (ιθαγένεια ή αλλιώς υπηκοότητα) σε κάποιον που έως τότε ήταν πολίτης άλλου ή κανενός κράτους. Μετά την πολιτογράφησή του, το άτομο εφοδιάζεται με τα απαραίτητα δημόσια έγγραφα (ταυτότητα, διαβατήριο κ.ά.) και εξομοιώνεται νομικά με τους υπόλοιπους πολίτες του κράτους, τόσο στα δικαιώματα όσο και στις υποχρεώσεις. Ενδεχόμενες εξαιρέσεις από την αρχή της ισότητας αφορούν συνήθως ακραία για το μέσο άνθρωπο ενδεχόμενα, για παράδειγμα στις ΗΠΑ δεν μπορεί να εκλεγεί πρόεδρος.

Βάσει των διεθνώς ισχυόντων, πολιτογράφηση μπορεί να τελεστεί μόνο εάν το ζητήσει ο ενδιαφερόμενος και μόνο από την αρμόδια γι' αυτό δημόσια αρχή. Από εκεί και πέρα, κάθε κράτος θέτει διαφορετικές προϋποθέσεις. Συνήθη κριτήρια που λαμβάνουν υπ' όψιν οι εθνικές νομοθεσίες, εναλλακτικά ή συνδυαστικά, είναι η καταγωγή από κάτοχο της ιθαγένειας ή μέλος εθνικής μειονότητας/παροικίας του εξωτερικού (δίκαιο του αίματος), γέννηση ή/και επί μακρόν διαμονή στη χώρα (δίκαιο του εδάφους), ανθρωπιστικοί λόγοι (ιδίως σε περιπτώσεις ανιθαγενών πολιτικών προσφύγων) ή προσφορά εξαίρετων υπηρεσιών (τιμητική πολιτογράφηση).

Παρομοίως, ζήτημα των επιμέρους εθνικών νομοθεσιών αποτελεί το τι συμβαίνει με την προηγούμενη ιθαγένεια. Ορισμένα κράτη επιτρέπουν στους πολιτογραφούμενους τη διπλή ιθαγένεια, δηλ. να «κρατήσουν» και την προηγούμενη, ενώ άλλα τους επιβάλλουν να την αποποιηθούν.