Πολιορκία της Αλικαρνασσού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πολιορκία της Αλικαρνασσού
Πόλεμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Χρονολογία334 π.Χ.
ΤόποςΑλικαρνασσός
ΈκβασηΣτρατηγική νίκη του Αλέξανδρου και προέλαση στη Μικρά Ασία
Αντιμαχόμενοι
Περσικός στρατός και στόλος
Ηγετικά πρόσωπα
Αλέξανδρος Γ΄, ο Μέγας
Οροντοβάτης, Μέμνων ο Ρόδιος, Εφιάλτης και Θρασύβουλος

Ως πολιορκία της Αλικαρνασσού εννοείται η πολιορκία και άλωση της πόλης της Αλικαρνασσού, στη διάρκεια της εκστρατείας του Μεγάλου Αλέξανδρου στην αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών κατά των Περσών, κατά το έτος 334 π.Χ..

Ο δρόμος προς την Αλικαρνασσό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυριαρχώντας και στη Μίλητο, ο Αλέξανδρος στράφηκε στην Καρία, όπου τον υποδέχθηκαν όπως θα αναλουθεί περαιτέρω σχεδόν ως ελευθερωτή οι Κάρες, προκειμένου να διατηρήσουν την αυτονομία τους και κατόπιν στην Αλικαρνασσό, ένα μεγάλο και καλά οχυρωμένο λιμάνι που διέθετε τα μέσα να αντέξει παρατεταμένη πολιορκία[1]. Η Αλικαρνασσός ήταν σοβαρός στόχος ως σημαντικό οπλοστάσιο των περσικών δυνάμεων[2] και εξαιτίας της θέσης της ως σημείο ανεφοδιασμού του περσικού στόλου και οχύρωσης της δύναμης του περσικού στρατού, την οποία ο Αλέξανδρος για λόγους στρατηγικούς δεν μπορούσε να αφήσει πίσω του, ως ενδεχόμενο κίνδυνο κατά της ακεραιότητας των στρατευμάτων του.

Την πόλη κυβερνούσε ο Οροντοβάτης[3], γαμπρός του σφετεριστή του θρόνου από την αδελφή του Άδα, του Πιξώδαρου, άλλοτε σύμμαχου των Μακεδόνων, έως τον θάνατο του Φιλίππου, ο οποίος αναζητούσε την πλήρη ανεξαρτησία του από την περσική αρχή[4]. Η νόμιμη βασίλισσα Άδα, αποσυρμένη στα Άλινδα, ορεινό οχυρό, ήταν η πρώτη που έσπευσε να υποσχεθεί βοήθεια στον Αλέξανδρο βεβαιώνοντας πως θα του έφερνε ως συμμάχους όλους τους δυσαρεστημένους ισχυρούς της Καρίας. Εντέλει προσφέρθηκε να τον υιοθετήσει ως εγγύηση για για την πίστη της. Ο Αλέξανδρος ως αντάλλαγμα της υποσχέθηκε την αποκατάσταση στον θρόνο και της επέτρεψε να κρατήσει το φρούριο των Αλίνδων. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα να προστρέξουν οι Κάρες άρχοντες να του παραδοθούν, προσφέροντάς του χρυσά στέμματα[5] απαλλάσσοντάς τον ουσιαστικά από το πρόβλημα της διασποράς του στρατού σε επιχειρήσεις καθυπόταξης των πολλών και διαφορετικών φρουρίων της Καρίας[6]. Ο P. Green θεωρεί πως η συγκεκριμένη κίνηση του Αλέξανδρου ήταν πολιτικά οξυδερκής και απόδειξη προνοητικότητας. Η υιοθεσία κατά το περσικό έθος του έδινε το δικαίωμα να επιβάλλει δικό του αντιβασιλέα, κάτι που έκανε με την πάροδο του χρόνου[7] Με το προηγούμενο μάλιστα των αιολικών πόλεων που αποκατέστησε στο αρχικό τους πολίτευμα οι ελληνικές πόλεις της Καρίας απέκτησαν αυτονομία και απαλλαγή από κάθε προγενέστερη φορολογία προς τον μεγάλο βασιλέα[6].

Η πολιορκία της πόλης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πόλη της Αλικαρνασσού διέθετε ισχυρό τείχος από τρεις πλευρές, ενώ ο λιμένας της νότια διέθετε δύο σημαντικά κάστρα, το φρούριο της Σαλμακίδας και το φρούριο του βασιλέα στην Αρκόννησο[8]. Ο Μέμνων, ελλιμενίζοντας τις τριήρεις του[9], προχώρησε σε νέα οχυρωματικά έργα και την κατασκευή βαθιάς τάφρου, εξουσιοδοτημένος από τον Δαρείο ως αρχηγός του περσικού στόλου και άρχων των παραλίων[10]. Διέθετε αμυντικούς καταπέλτες και δύναμη αρκετών χιλιάδων μισθοφόρων[11], μαζί και δύο Αθηναίους στρατηγούς, τον Εφιάλτη και Θρασύβουλο, που είχε απαιτήσει παλαιότερα ο Αλέξανδρος από τον δήμο των Αθηναίων.

Στο μεταξύ ο Αλέξανδρος έχοντας ήδη στείλει τις πολιορκητικές του μηχανές αποχαιρέτησε τη σύμμαχο Άδα και κατευθύνθηκε νότια διασχίζοντας την οροσειρά του Λάτμου. Προχώρησε στην Ιασό και κατευθυνόμενος παραλιακά νότια, έφθασε στη Βαργυλία, όπου στρατοπέδευσε περίπου ένα χιλιόμετρο έξω από την πύλη των Μυλάσσων[12]. Ξεφεύγοντας από την επιτήρηση του περσικού στόλου, τα μεταγωγικά του Αλέξανδρου κατόρθωσαν να αποβιβάσουν τις πολιορκητικές μηχανές σε έναν έρημο κόλπο, στις ακτές του Κεραμεικού κόλπου, μετά την αποτυχημένη επιχείρηση αποβίβασης στη Μύνδο και η πολιορκία ξεκίνησε με το μερικό γέμισμα της τάφρου υπό την κάλυψη χωστρίδων χελωνών[13].

Χτυπώντας την πόλη με ογκόλιθους, υπονομεύοντας τα φρούρια και σφυροκοπώντας με κριούς τα τείχη, ο μακεδονικός στρατός κατόρθωσε να δημιουργήσει ρήγμα ικανό για την την επίθεση της φάλαγγας, η οποία όμως απωθήθηκε σε όλες τις εφόδους που επιχείρησε. Στη διάρκεια της νύχτας ο Μέμνων επιχείρησε να κάψει τις μηχανές των επιτιθέμενων, αλλά απωθήθηκε, χάνοντας σύμφωνα με τον Αρριανό περί τους 170 άνδρες. Η ίδια πηγή παραδίδει 16 Μακεδόνες νεκρούς και 300 τραυματίες[14]. Από τον Αρριανό 1. 21.1-2 και τον Διόδωρο 17. 25.5, που αντλούν από τον Πτολεμαίο, μαθαίνουμε πως η νυκτερινή επίθεση που έγινε από τον Αλέξανδρο μετά από την κατάρρευση δύο πύργων ξεκίνησε από δύο μεθυσμένους άνδρες του στρατηγού Περδίκκα, ο οποίος ενοχοποιείται για δεύτερη φορά, μετά το επεισόδιο της Θήβας. Επί της ουσίας ο Αλέξανδρος βρήκε μπροστά του ένα δεύτερο τοιχίο πληρώσεως και αναγκάστηκε να υποχωρήσει αφήνοντας πίσω του αρκετούς νεκρούς.

Μετά από πολεμικό συμβούλιο, οι διοικητές των αμυνομένων Μέμνων, Οροντοβάτης, Εφιάλτης και Θρασύβουλος αποφάσισαν έξοδο και επίθεση σε δύο μέτωπα κατά την αυγή, μία με στόχο να κάψει τις πολιορκητικές μηχανές των Μακεδόνων και ταυτόχρονα να τους παρασύρει σε επίθεση, και η άλλη με επικεφαλής τον Εφιάλτη και στόχο να επιτεθεί στα πλάγια και τα νώτα της φάλαγγας, από την κύρια πύλη, εκεί δηλαδή που δε θα το περίμεναν οι Μακεδόνες[15]. Η επιτυχημένη εφαρμογή του σχεδίου έφερε σε δύσκολη τακτική θέση τον μακεδονικό στρατό, που κατόρθωσε να ανατρέψει την εις βάρος του κατάσταση μόνον όταν αποφάσισαν να μπουν στη μάχη οι βετεράνοι με το εφεδρικό τάγμα τους, που είχε εξαιρεθεί από τα καθήκοντα της μάχης. Ο θάνατος του Εφιάλτη έτρεψε τις περσικές δυνάμεις σε πανικόβλητη φυγή και η βεβιασμένη ενέργεια των υπερασπιστών να κλείσουν γρήγορα τις πύλες οδήγησε στο θάνατο αρκετούς δικούς τους, που είτε ποδοπατήθηκαν είτε σκοτώθηκαν από τα δόρατα των Μακεδόνων[16]. Ο ερχομός της νύχτας βρήκε τους Μακεδόνες αποσυρμένους στο στρατόπεδό τους δίχως να δικινδυνεύσουν οποιαδήποτε νυκτερινή επίθεση.

Οι αμυνόμενοι με μεγάλες απώλειες αποφάσισαν να αποσυρθούν, βάζοντας φωτιά στα οπλοστάσια. Ο Αλέξανδρος μη διαθέτοντας στόλο δεν μπορούσε σε καμία περίσταση να εμποδίσει αυτή την εκκένωση, ούτε και την πυρκαγιά που κατέστρεψε ένα μεγάλο μέρος της άλλοτε ένδοξης πρωτεύουσας της Καρίας. Παραδίδεται ότι ο Αλέξανδρος διέταξε τη μεθοδική καταστροφή της πόλης[17], ωστόσο ο P. Green διαφωνεί, θεωρώντας πως το πολύ-πολύ να προχώρησε σε ορισμένες κατεδαφίσεις προκειμένου να σταματήσει τη φωτιά[18]. Επιθεωρώντας τα φρούρια με τους υπερασπιστές που άφησε πίσω του Μέμνων, ο Αλέξανδρος έκρινε πως δεν άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί περισσότερο. Εγκατέστησε στην πόλη 3.000 μισθοφόρους με τον Πτολεμαίο και 200 ιππείς, προκειμένου να καμφθούν όσοι θύλακες αντίστασης ευρίσκονταν στην περιοχή -κάτι που απαίτησε έναν ολόκληρο χρόνο.

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με αυτή τη δύσκολη στρατηγική νίκη ο Αλέξανδρος περιόρισε σημαντικά τον περσικό στόλο στα παράλια της Μ. Ασίας, ενίσχυσε τους θύλακες της ελληνικής παρουσίας στην Καρία και μάλιστα χωρίς τη βοήθεια του στόλου που μόλις είχε διαλύσει. Με αυτόν τον τρόπο καθίσταται μάλλον λανθασμένη η άποψη του Διόδωρου πως η διάλυση του στόλου ήταν τέχνασμα του Αλέξανδρου για να εξαναγκάσει τους Μακεδόνες να πολεμήσουν γενναία[19]. Επίσης, η διάλυση των υπολειμμάτων του στρατού του Γρανικού, επέτρεψε τη διάσπαση του στρατεύματος σε δύο διοικήσεις και τη διμέτωπη διείσδυση αφενός του Παρμενίωνα προς τις Σάρδεις -κατόπιν στη Φρυγία- και του Αλέξανδρου νοτιοανατολικά της Αλικαρνασσού, για την κατάκτηση της Λυκίας, της Παμφυλίας και της Πισιδίας. Ολοκληρώνοντας και τούτο το δύσκολο έργο που του εξασφάλιζε τη μόνιμη διαμονή στους κατακτημένους αυτούς τόπους και τη σταθερή οργάνωση των πληθυσμών τους, στράφηκε βόρεια και έφθασε στο Γόρδιο κοντά στον ποταμό Σαγγάριο, όπου επρόκειτο να συναντηθεί με τον Παρμενίωνα.

Ζητήματα ιδεολογίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εδώ ιδιαίτερα ο Αλέξανδρος, πέραν των κατακτήσεων, έδωσε και το πρώτο στίγμα της κοσμοπολιτικής του ιδεολογίας, αφήνοντας ελεύθερες τις οργανωμένες κοινότητες να επιλύσουν τα εσωτερικά τους ζητήματα. Πρόκειται για σημαντική πολιτική ρύθμιση, δεδομένου ότι από τις περισσότερες των πόλεων της μικράς Ασίας ήταν λιγοστά τα οικονομικά οφέλη που είχε να αντλήσει και συνεπώς δεν επρόκειτο για κάποιο ανταλλακτικό τέχνασμα. Αρκετοί ιστορικοί χαρακτηρίζουν γενναίες τις πολιτικές και οργανωτικές του γραμμές, άλλοι τις θεωρούν απαραίτητες ενέργειες στην υπηρεσία του πρωταρχικού του στόχου. Η πλήρης καθυπόταξη των λαών κοστίζει ιδιαίτερα στον κατακτητή. Η απελευθέρωση των λαών όχι μόνον κοστίζει λιγότερο, αλλά παράγει και εκείνο το είδος εμπιστοσύνης ανάμεσα στους εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους που αποδεσμεύει το δυναμικό της εξουσίας από την επιτήρηση σε νέες δραστηριότητες. Ας μη ξεχνάμε ότι το κατεξοχήν αστυνομικό κράτος της Σπάρτης οδηγήθηκε γοργά στην οικονομική του αφαίμαξη και την εσωτερική σύγκρουση εξαιτίας της ασφυκτικής ανάγκης για διαρκή επαγρύπνηση. Ο Αλέξανδρος απέφυγε επιμελημένα να γίνει χωροφύλακας των λαών που κατάκτησε[20], προτιμώντας να θέσει νομικά τέλος στην ασυδοσία των σατραπών και διαφόρων κατακτητών και να κερδίσει την εμπιστοσύνη των λαών, εκείνη που απέφερε την υστεροφημία του, αποδεσμεύοντάς τον συγχρόνως στη διεκδίκηση του πρωταρχικού του σκοπού.

Παραπομπές-σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Διόδωρος 15.90 και 17. 23. 4-6. Επίσης Αρριανός 1. 20.2-3.
  2. Bosworth A. B. 1993, 47.
  3. Οθοντοπάτο ουσιαστικά που το εξελληνίζει ο Αρριανός 1. 23.1 σε Οροντοβάτης.
  4. Droysen 1996, 217.
  5. Διόδωρος 17. 24.1-3.
  6. 6,0 6,1 Droysen 1996, 218.
  7. Green P. 2008, 279.
  8. Green P. 2008, 281.
  9. Βλ. Αρριανός 1 20.3, [...] αι τε τριήρεις εφώρμουν τω λιμένι
  10. Αρριανός 2. 1.1. [...] του τε ναυτικού παντός ηγεμών και της παραλίου ξυμπάσης[...].
  11. ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ ΙΖ’ 29.[4]: “ὁ δὲ Μέμνων χρήμασι διαφθείρων πολλοὺς τῶν Ἑλλήνων ἔπεισε κοινωνεῖν τῶν Περσικῶν ἐλπίδων”
  12. Για τη λεπτομερή περιγραφή της πολιορκίας βλ. Αρριανός 1. 20.2-23.6 και Διόδωρος 17. 24.4-27.6.
  13. Ξύλινα τροχήλατα σκέπαστρα που χρησίμευαν ως ασπίδες. Βλ. Green P. 2008, 283.
  14. Αρριανός 1.20. 10.
  15. Βλ. Διόδωρος 17. 26.
  16. Βλ. Αρριανός 1. 22.6 και Διόδωρος 17. 27.4.
  17. Βλ. Droysen 1996, 225.
  18. Green P. 2008, 286.
  19. Διόδωρος 17. 23.1.
  20. Βλ. Για παράδειγμα τι παραδίδει ο Αρριανός (1. 17.4) για τους Σαρδιανούς και τους Λυδούς, τους οποίους ο Αλέξανδρος άφησε ελεύθερους με το δικαίωμα να πορεύονται με τους παλιούς τους νόμους.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bosworth A. B. 1993, Conquest and Empire: The Reign of Alexander the Great, Cambridge University Press, Cambridge.
  • Droysen J.G. 1996, Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Τράπεζα Πίστεως, Αθήνα.
  • Green, Peter 2008. Αλέξανδρος ο Μακεδόνας: 356-323 π.Χ., Διόπτρα, Αθήνα.