Πιερ Φαβρ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πιερ Φαβρ
Άγιος
Γέννηση13 Απριλίου 1506
Βιλαρέ, Σαβοΐα, Γαλλία
Κοίμηση1 Αυγούστου 1546
Ρώμη, Ιταλία
Εορτασμός1 Αυγούστου (Καθολική Εκκλησία-Εταιρία του Ιησού)

Ο Πιερ Φαβρ (Pierre Favre, 13 Απριλίου 1506 - 1 Αυγούστου 1546) ήταν Γάλλος Καθολικός ιερωμένος, θεολόγος και ιεραπόστολος, ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας του Ιησού του Ιγνάτιου Λογιόλα.

Ο Φαβρ γεννήθηκε στη Σαβοΐα της Γαλλίας και, σπουδάζοντας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού φιλοσοφία και θεολογία, γνωρίστηκε με τον Ιγνάτιο Λογιόλα. Οι δυο τους, μαζί με άλλους έξι φοιτητές, συνέστησαν την Εταιρεία του Ιησού, το θρησκευτικό τάγμα που σκοπό του είχε να ενθαρρύνει την πίστη στον Χριστιανισμό, αναμορφώνοντας ηθικά το λαό, τους ευγενείς αλλά και τους ιερωμένους, και να αντιταχτεί στην αυξανόμενη δράση των Προτεσταντών.

Ο Φαβρ, ταξιδεύοντας στην Ιταλία, τη Γερμανία, τη Φλάνδρα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, κατάφερε να θέσει τα θεμέλια της Εταιρείας σε αυτές τις χώρες και να αντικρούσει με τις θεολογικές του γνώσεις τη θεολογία των Προτεσταντών.

Για την αγιότητα της ζωής του και την προσφορά του στον Χριστιανισμό, η Καθολική Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 8 Αυγούστου.

Η νεότητά του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μονόγραμμα της Εταιρείας του Ιησού

«Ο Θεός με έφερε στο κόσμο το Πάσχα του 1506 σε ένα χωριό που ονομαζόταν Villaret»,[1] γράφει ο Πιερ Φαβρ στην Αυτοβιογραφία του.

Πράγματι, γεννήθηκε στις 13 Απριλίου του 1506, στην περιοχή της Άνω Σαβοΐας της Γαλλίας, κοντά στα σύνορα με την Ελβετία. Οι γονείς του, κτηματίες της περιοχής, ήταν μέτριας οικονομικής κατάστασης και ιδιαίτερα πιστοί Καθολικοί. Ο Φαβρ μεγάλωσε από μικρός με τα διδάγματα της χριστιανικής πίστης και η ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του τον ωθούσε στην επαφή με τον Θεό από την παιδική του ακόμα ηλικία. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε κοντά σε ένα ιερωμένο στο διπλανό χωριό από το δικό του. Ο ζήλος του για μάθηση έκανε τους γονείς να αποφασίσουν να τον βοηθήσουν να συνεχίσει τις σπουδές του. Ο Φαβρ στάλθηκε σε ένα ιδιωτικό σχολείο σε μια κωμόπολη της περιοχής και εκεί διδάχτηκε επί εννέα χρόνια ελληνικά και λατινικά, φιλοσοφία και ρητορική, καθώς και αρχές θεολογίας. Ο δάσκαλός του, κρίνοντας ότι άξιζε σε τέτοιο μαθητή να συνεχίσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο, έπεισε τους γονείς του —που η μέτρια οικονομική κατάστασή τους τους έκανε διστακτικούς— να στείλουν τον δεκαεννιάχρονο πλέον Φαβρ στο Παρίσι και στο διάσημο πανεπιστήμιό του.

Έτσι το 1525 ο Φάβρ έφτασε στο Παρίσι και γράφτηκε στο Κολλέγιο του Σαιν-Μπαρμπ για να σπουδάσει φιλοσοφία, που τότε διαρκούσε τριάμισι χρόνια. Εκεί γνωρίστηκε πρώτα πρώτα με τον Φραγκίσκο Ξαβιέ, κατοπινό σύντροφό του και συνιδρυτή της Εταιρείας του Ιησού, και λίγο αργότερα, το 1529, με τον ίδιο τον Ιγνάτιο Λογιόλα.[2] Η γνωριμία τους ξεκίνησε με αφορμή τη βοήθεια που έδωσε ο Φαβρ στον Λογιόλα στην προετοιμασία για τη Σχολή της Φιλοσοφίας, που παρακολουθούσε ο τελευταίος, και εξελίχτηκε σε οικειότητα και αμοιβαία εκτίμηση, που τελικά οδήγησε στη φιλία. Ο Λογιόλα εμπιστεύτηκε στον Φαβρ την επιθυμία του να ζήσει μια ζωή όμοια με του Χριστού, να αφιερωθεί στη σωτηρία των ψυχών όλων των ανθρώπων και να πάει για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Ο Φαβρ συμμερίστηκε πλήρως τα ιδανικά του Λογιόλα και δεσμεύτηκε ότι τα θεωρεί και δικά του ιδανικά πλέον.

Έτσι το 1533 έκανε τις Πνευματικές Ασκήσεις, που στο μεταξύ είχε αναπτύξει ο Λογιόλα, πέρασε με επιτυχία αυτή τη δύσκολη πνευματική περίοδο των 40 ημερών, και πλέον ασχολιόταν ολόψυχα με τη σωτηρία της ψυχής του και την προσπάθεια να ζει τη ζωή του σύμφωνα με το παράδειγμα του Χριστού.[3]

Το 1534, λίγο πριν τελειώσει τις σπουδές της θεολογίας, χειροτονήθηκε παπάς, και λίγο αργότερα όλοι οι σύντροφοι που μέχρι στιγμή είχαν συμμεριστεί το όνειρο του Λογιόλα συναντήθηκαν σε μια συνάντηση για να δεσμευτούν στις αποφάσεις τους.

Η ίδρυση της Συντροφιάς του Ιησού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη συνάντηση αποφάσισαν να επισημοποιήσουν τις δεσμεύσεις τους με όρκους μπροστά στον Θεό. Έτσι, την 15η Αυγούστου του 1534 συναντήθηκαν όλοι στην εκκλησία της Παναγίας στη Μονμάρτρη και, αφού ο Φαβρ, που ήταν ο μόνος ιερωμένος τότε της συντροφιάς, τέλεσε τη Θεία Λειτουργία και όλοι κοινώνησαν τη Θεία Ευχαριστία, ο ένας μετά τον άλλο ορκίστηκαν μπροστά στο Ιερό Βήμα όρκους παντοτινής αγνότητας, εθελουσίας πενίας και υποταγής πρώτα στο θέλημα του Θεού και κατόπιν στο θέλημα του πάπα. Αποφάσισαν επίσης να συγκεντρωθούν όλοι μαζί πάλι τον Ιανουάριο του 1537 στη Βενετία, για να ξεκινήσουν από εκεί το πολυπόθητο ταξίδι για τους Αγίους Τόπους, και στο μεταξύ να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και να ρυθμίσουν τις εκκρεμότητες της υπόλοιπης ζωής τους.

Στα χρόνια που έμεναν μέχρι το 1537 ο Φαβρ έμεινε στο Παρίσι και τελείωσε τις σπουδές του, ενώ άρχισε να κηρύττει το Λόγο του Θεού και να προσελκύει νέους, φοιτητές κυρίως, στο σχέδιο της Συντροφιάς του Ιησού, όπως ονόμαζαν τότε τους εαυτούς τους. Σε σύντομο διάστημα βρήκε τους πρώτους μαθητές του, που πέρασαν με επιτυχία τις Πνευματικές Ασκήσεις και εντάχτηκαν στη Συντροφιά.

Το φθινόπωρο του 1536 ξεκίνησαν με τα πόδια από το Παρίσι και τον Ιανουάριο του 1537, μετά από πολλές ταλαιπωρίες, έφτασαν στη Βενετία όπου τους περίμενε ήδη ο Λογιόλα. Ξεκίνησαν για τη Ρώμη και, αφού πήραν την ευλογία του πάπα Παύλου του Γ’, γύρισαν πάλι στη Βενετία, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για να περάσουν στην Παλαιστίνη. Όμως ο Δεύτερος Βενετοτουρκικός Πόλεμος, που ξέσπασε τότε, ανέτρεψε τα σχέδιά τους. Ο Λογιόλα, μαζί με τον Λαϊνέθ και τον Φαβρ, πήγαν στη Βιτσέντσα (Vicenza) και πέρασαν 40 μέρες σε πλήρη απομόνωση, προσευχόμενοι, στα ερείπια ενός παλιού μοναστηριού.[4] Όταν η περίοδος της απομόνωσης τέλειωσε, οι τρεις τους ξεκίνησαν για τη Ρώμη, για να εκπληρώσουν τον εναλλακτικό όρκο, της αφιέρωσης στο θέλημα του πάπα, ενώ οι υπόλοιποι, διασκορπισμένοι σε κάποιες πόλεις εκεί γύρω, θα συνέχιζαν να εργάζονται για τη σωτηρία ψυχών, περιμένοντας τα νέα τους. Τον Οκτώβριο του 1537 έφτασαν στη Ρώμη για δεύτερη φορά. Ο πάπας διόρισε αμέσως τον Φαβρ εξηγητή των Αγίων Γραφών στο Πανεπιστήμιο της Σαπιέντζα, ενώ ο Λογιόλα σχεδίαζε τη δομή της Εταιρείας που είχε πλέον υπόψη του να ιδρύσει.

Τον Απρίλιο του 1539 ο Φαβρ, μαζί με τον Λαϊνέθ, ακολούθησαν τον καινούργιο απεσταλμένο του πάπα στο δουκάτο της Πάρμας, με σκοπό να κηρύξουν το λόγο του Θεού αλλά και να αναμορφώσουν ηθικά τον κλήρο και το λαό. Ο Φαβρ άρχισε να κηρύττει στην εκκλησία των Αγίων Κοσμά και Δαμιανού, και σύντομα οι ρητορικές του ικανότητες συγκέντρωναν πλήθος κόσμου εκεί, που επιθυμούσε να ακούσει και να επωφεληθεί από το χριστιανικό του παράδειγμα. Ασχολήθηκε επίσης και με την κατήχηση των νέων αγοριών και κοριτσιών στο χριστιανικό δόγμα, κάτι που συστηματικά παραμελούνταν από τους ιερείς και τους δασκάλους στα σχολεία. Επίσης έδωσε σε πολλούς ανθρώπους τις Πνευματικές Ασκήσεις και πολλοί, γύρω στους 100, κυρίως από τους ευγενείς και τον κλήρο, μπήκαν υπό την καθοδήγησή του, όπως διαβάζουμε σε ένα γράμμα του που έστειλε στον Φραγκίσκο Ξαβιέ στη Ρώμη.

Η ένταση της εργασίας του τον έκανε τελικά να αρρωστήσει και να παραμείνει κλινήρης επί τρεις μήνες. Όταν ανάρρωσε, έλαβε εντολές από τη Ρώμη ότι έπρεπε να μεταβεί στη Γερμανία.

Οι ιεραποστολές του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η καινούργια αποστολή του ήταν η μάχη εναντίων των αιρετικών χριστιανών, όπως οι Καθολικοί ονόμαζαν τους Λουθηρανούς, και η μεταστροφή των Καθολικών που είχαν προσηλυτιστεί από αυτούς. Έφτασε στην πόλη Βορμς (Worms) τον Οκτώβριο του 1540, έχοντας πρόσφατα πληροφορηθεί ότι εγκρίθηκε από τον πάπα Παύλο τον Γ’ η ίδρυση της Εταιρείας του Ιησού, και είχε επικυρωθεί σαν θρησκευτικό τάγμα. Αφιέρωσε τους δύο μήνες που πέρασε στη Βορμς κηρύττοντας στους Καθολικούς ιερείς, και σταθεροποιώντας την πίστη τους. Τον Ιανουάριο του 1541 η Σύνοδος μεταφέρθηκε στο Σπάιερ, και ο Φαβρ ακολούθησε. Η διαφωνία έφτασε πάλι σε αδιέξοδο και όλα αναβλήθηκαν για τη Μεγάλη Αυτοκρατορική Δίαιτα, που θα συγκαλούνταν στη Ρατισβόνη (Ratisbon, ή Ρέγκενσμπουρκ) τον Απρίλιο του 1542.[5]

Στη Ρατισβόνη είχε μαζευτεί η αφρόκρεμα της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Ευγενείς, αξιωματούχοι, μέλη διάφορων βασιλικών αυλών, κυβερνήτες των ελεύθερων πόλεων, τρεις διακεκριμένοι απεσταλμένοι του πάπα, ακόμα και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Κάρολος ο Ε’. Οι εισηγήσεις εξακολουθούσαν να γίνονται γραπτώς και τα φυλλάδια μοιράζονταν σε όλη την πόλη. Στη Ρατισβόνη ο Φαβρ γνωρίστηκε και σχετίστηκε και με άλλους εκπρόσωπους των βασιλικών αυλών της Ευρώπης και πέτυχε να μεταστρέψει στον καθολικισμό αρκετούς Γερμανούς λουθηρανούς, θεμελιώνοντας τις βάσεις της Εταιρείας στη Γερμανία.

Το καθήκον της υποταγής στις θελήσεις της Εταιρείας τώρα τον καλούσε αλλού. Εγκατέλειψε λοιπόν τη Γερμανία, και τον Ιούλιο του 1541 έφτασε στην Ισπανία (ο πρώτος επίσημος Ιησουίτης που πάτησε στη χώρα αυτή), και άρχισε το κήρυγμα και τις εξομολογήσεις, περιοδεύοντας όλες τις μεγάλες πόλεις της Ισπανίας. Γνωρίστηκε και συναναστράφηκε και τον Φρανσίσκο Βοργία, έναν πολύ ευσεβή ευγενή της Βαρκελώνης, Δούκα της Γανδίας, και αντιβασιλέα της Καταλωνίας εκείνο τον καιρό, ο οποίος άρχισε να ενδιαφέρεται για την Εταιρεία και το έργο της. Πολύ ευχαριστημένος από την απήχηση που είχε στην Ισπανία, ο Φαβρ έφυγε από εκεί ξανά για τη Βορμς, για να κατηχήσει και να αναμορφώσει τον εκεί καθολικό κλήρο. Επισκέφτηκε επίσης το Σπάιερ, τη Μαγεντία (Mayence), το Ασάφενμπουργκ (Aschaffenburg), και την Κολωνία. Tώρα η Εταιρεία έκρινε πως χρειαζόταν την βοήθειά του στην Πορτογαλία.

Ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες, αρρώστιες και αλλαγές του προγράμματος, έφυγε τελικά στα τέλη του 1544.[6] Ευρισκόμενος στην Κοΐμπρα της Πορτογαλίας έπεσε στο κρεβάτι με πυρετό, αλλά και πάλι ανάρρωσε και μπόρεσε να επιβλέψει την ίδρυση του ιησουιτικού κολεγίου στην πόλη αυτή. Με διαταγή του Λογιόλα έφυγε για την Ισπανία, για την αυλή του πρίγκιπα Φιλίππου, για να βρει τρόπους να εισάγει την Εταιρεία και στην Ισπανία. Πράγματι, έχοντας τις συστάσεις του βασιλιά Ιωάννη της Πορτογαλίας, τη στήριξη επιφανών ευγενών και ιεραρχών, καθώς και καθηγητών των ισπανικών πανεπιστημίων, πήρε την έγκριση του Φιλίππου να ιδρύσει στη χώρα του εκπαιδευτικά ιδρύματα, ξεκινώντας από το Βαγιαδολίδ, μετά στην Αλκαλά, στη Μαδρίτη, στη Βαλένθια και στη Γανδία (Gandia) φυσικά, όπου ο Βοργίας λειτουργούσε το ιησουιτικό κολλέγιο και πανεπιστήμιο της πόλης.

Το 1546 ο Φαβρ ανακλήθηκε στην Ιταλία με εντολή του πάπα Παύλου του Γ’ για να εκπροσωπήσει την Καθολική Εκκλησία στη δεύτερη σειρά συνεδριάσεων της συνόδου του Τρέντο, ενώ ταυτόχρονα ο Πορτογάλος βασιλιάς τον ζητούσε για να τον χρίσει πατριάρχη της Αιθιοπίας. Γυρίζοντας στην Ιταλία, σταμάτησε στη Γανδία, όπου ο Βοργίας έκανε τις Πνευματικές Ασκήσεις και μπήκε στην Εταιρεία. Έμεινε ένα μήνα στη Γανδία και γύρισε στη Βαρκελώνη για να βρει πλοίο να σαλπάρει για Ιταλία. Εκεί, μια ακόμα προσβολή από τεταρταίο πυρετό τον καθυστέρησε, χωρίς όμως να ανατρέψει τα σχέδια του. Τελικά ο Φαβρ έφτασε στη Ρώμη μετά από επτά χρόνων απουσία.

Ο θάνατός του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μία εβδομάδα μετά την άφιξή του, ακόμα ένας σοβαρός πυρετός τον έπληξε, και αποδυναμωμένος πια ήταν αδύνατο να τον καταπολεμήσει. Έτσι την 1η Αυγούστου του 1546, σε ηλικία μόλις 40 χρόνων, πέθανε. Αποδείξεις της αγιότητάς του, με σημάδια και θαύματα, άρχισαν σχεδόν αμέσως μετά το θάνατό του να αναφέρονται, ώστε άρχισε να τιμάται σαν άγιος και πρώτα απ’ όλα στη γενέτειρα του, το Βιλλαρέ. Σύντομα οι κάτοικοι και ο κλήρος έφτιαξαν ένα παρεκκλήσι στο χωριό στη μνήμη του, στη θέση του σπιτιού που γεννήθηκε. Τελικά ο πάπας Πίος ο Θ΄ τον ανακήρυξε άγιο το 1872.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • The Life of the Blessed Peter Favre of The Society of Jesus, by Father Giuseppe Boero of the Same Society, 1873.
  • Memorial, or Spiritual Diary of Blessed Peter Favre, of The Society of Jesus.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Spiritual Diary of Blessed Father Favre, (Λονδίνο: Burns and Oates, 1873), σ. 218.
  2. Στο ίδιο, σ. 221.
  3. Στο ίδιο, σ. 223.
  4. Στο ίδιο, σ. 225.
  5. Στις 10 του Γενάρη του 1541 ξεκινήσαμε για τη Ρατισβόνη, όπου είχε συγκληθεί η Βασιλική Δίαιτα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού βρίσκαμε μεγάλη ανακούφιση σε διάφορες σκέψεις και προσευχές. Οι σύντροφοί μου με δίδαξαν να προσεύχομαι στον φύλακα άγγελο της επαρχίας —στους φύλακες αγγέλους διαφόρων πόλεων και πάνω από όλα στον Πρώτο Φύλακα, τον Ιησού Χριστό— να βοηθήσουν όλη την ανθρωπότητα να έχει πρόσβαση στα αναγκαία αγαθά, να βοηθήσουν τους αμαρτωλούς που βρίσκονται κοντά στο θάνατο, τις ψυχές που ήδη αναχώρησαν απο τα εγκόσμια και αυτές που βρίσκονται σε αυτόν το κόσμο κάτω από ψυχική κούραση και ταραχή... Στο ίδιο, σ. 228.
  6. ... και την ημέρα του Αγίου Βαρθολομαίου, του Αποστόλου, πάτησα το πόδι μου στη Λισαβόνα. Στο ίδιο, σ. 377.