Παύλος Α΄ της Ρωσίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Παύλος Α' της Ρωσίας)
Παύλος
Αυτοκράτορας πασών των Ρωσιών
Περίοδος17 Νοεμβρίου 179623 Μαρτίου 1801
ΠροκάτοχοςΑικατερίνη Β΄
ΔιάδοχοςΑλέξανδρος Α΄
Γέννηση1 Οκτωβρίου 1754
Αγία Πετρούπολη
Θάνατος24 Μαρτίου 1801 (46 ετών)
Αγία Πετρούπολη
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός Ναός Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, Αγία Πετρούπολη
ΣύζυγοςΒιλελμίνη Λουίζα της Έσσης-Ντάρμστατ
Σοφία Δωροθεα της Βυρτεμβέργης
ΕπίγονοιΑλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας
Κωνσταντίνος
Αλεξάνδρα
Ελένη
Μαρία
Αικατερίνη
Άννα
Νικόλαος Α΄ της Ρωσίας
Μιχαήλ
ΟίκοςΟίκος του Σ.Χ.Γκόττορπ
ΠατέραςΠέτρος Γ΄ της Ρωσίας
ΜητέραΑικατερίνη Β΄ της Ρωσίας
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )
Ο βασιλικός θυρεός.

Ο Παύλος Α΄ (ρωσικά: Павел I), γεννηθείς Παύλος Πετρόβιτς (Павел Петрович, προφορά [ˈpavʲɪl pɪˈtrovʲɪt͡ɕ]), Αγία Πετρούπολη 1 Οκτωβρίου 1754 - Αγία Πετρούπολη 24 Μαρτίου 1801), ήταν τσάρος της Ρωσίας από τις 17 Νοεμβρίου 1796 έως τη δολοφονία του το Μάρτιο του 1801. Ήταν μέλος της δυναστείας των Ρομανώφ, γιος του Πέτρου Γ΄ και της Αικατερίνης Β΄ της Ρωσίας. Στους συγχρόνους του και στους ιστορικούς έμεινε με το προσωνύμιο μυστηριώδης και με το Ρώσος Άμλετ.[1]

Παιδική ηλικία, μόρφωση και ανατροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παύλος γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του έτους 1754 στην Αγία Πετρούπολη, στο Θερινό Ανάκτορο της Ελισάβετ, κόρης του Πέτρου Α΄ της Ρωσίας. Αργότερα αυτό το κάστρο γκρεμίστηκε και στη θέση του κτίστηκε το Ανάκτορο Μιχαηλόφσκυ, στο οποίο ο Παύλος δολοφονήθηκε στις 24 Μαρτίου του 1801.

Στις 20 Σεπτεμβρίου 1754 (με το παλαιό ημερολόγιο), στον ένατο χρόνο του γάμου της Αυτού Αυτοκρατορικής Μεγαλειότητος, Μεγάλης Δούκισσας Αικατερίνης Αλεξέγιεβνα (μετέπειτα Αικατερίνης Β΄), γεννήθηκε εν τέλει το πρωτότοκο παιδί της. Από την οικογένεια παρίσταντο η γιαγιά του αυτοκράτειρα Ελισάβετ, ο ο πατέρας του Μέγας Δούκας Πέτρος και τα αδέρφια Σουβάλοβ. Αφού πλύθηκε και ραντίστηκε με αγιασμένο ύδωρ ο νεογεννηθείς βλαστός, η Ελισάβετ τον πήρε αμέσως στα χέρια της και τον έφερε στην αίθουσα, για να δείξει στους αυλικούς το μελλοντικό διάδοχο. Η Αυτοκράτειρα βάπτισε το παιδί και ζήτησε να του δώσουν το όνομα Παύλος. Η Αικατερίνη, όπως και ο Πέτρος, ήταν εντελώς αποξενωμένοι στο θέμα της διαπαιδαγώγησης του γιου τους.

Λόγω των διακυμάνσεων ενός αμείλικτου πολιτικού αγώνα, ο Παύλος ήταν αντικειμενικά στερημένος της αγάπης κοντινών προς αυτόν ανθρώπων. Σίγουρα αυτό αντανακλούσε στον ψυχισμό του παιδιού και στον τρόπο που αντιλαμβανόταν τον κόσμο. Αλλά θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στα υπέρ της αυτοκράτειρας Ελισάβετ Πετρόβνας, ότι έδωσε τις αναγκαίες εντολές για να τον περιστοιχίσουν με τους καλύτερους δασκάλους, σύμφωνα με τις ιδέες της περί διαπαιδαγώγησης ενός μελλοντικού ηγεμόνα.

Πρώτος δάσκαλός του υπήρξε ο διπλωμάτης Φ. Δ. Μπεχτέγεφ, ο οποίος ήταν ο εμπνευστής των κάθε είδους κανονισμών, ξεκάθαρων εντολών και στρατιωτικής πειθαρχίας που μπορούσε να συγκριθεί με στρατιωτική εκπαίδευση. Αυτό ενετύπωσε στις ιδέες του ευαίσθητου αγοριού, ότι όλα γίνονται έτσι και στην καθημερινή ζωή. Κι έτσι ο μικρός Παύλος ούτε που σκεφτόταν οτιδήποτε που να μην έχει στρατιωτικές παρελάσεις και μάχες μεταξύ πολεμιστών. Ο Μπεχτέγεφ επινόησε για τον μικρό πρίγκιπα ένα ειδικό αλφάβητο, τα γράμματα του οποίου είχαν φτιαχτεί από μόλυβδο και είχαν τη μορφή στρατιωτών. Άρχισε επίσης να εκδίδει μια μικρή εφημερίδα, όπου διηγείτο τα πάντα, ακόμα και τις ασήμαντες πράξεις του Παύλου.

Το 1760 η Ελισάβετ διόρισε για τον εγγονό της νέο δάσκαλο. Και αυτός ήταν, σύμφωνα με την επιλογή της, ο κόμης Νικίτα Ιβάνοβιτς Πάνιν. Ήταν ένας άντρας σαράντα δύο ετών, που υπηρετούσε στην αυλή σε πολύ εξέχουσα θέση. Έχοντας γνώσεις επί πολλών θεμάτων, είχε για αρκετά χρόνια ακολουθήσει διπλωματική καριέρα στη Δανία και στη Σουηδία, όπου διαμόρφωσε την κοσμοαντίληψή του. Έχοντας πολύ στενές επαφές με τους μασόνους, πήρε απ' αυτούς τις ιδέες του Διαφωτισμού και έγινε επίσης υποστηρικτής της συνταγματικής μοναρχίας. Ο αδερφός του, Πυότρ Ιβάνοβιτς Πάνιν, ήταν ο μεγάλος αρχηγός της τάξης των γαιοκτημόνων του αντίστοιχου μασονικού τάγματος στη Ρωσία.

Οι πρώτες επιφυλάξεις προς το νέο παιδαγωγό σύντομα εξαλείφθηκαν, και ο Παύλος αρκετά γρήγορα προσκολλήθηκε σ' αυτόν. Ο Πάνιν μύησε το νεαρό Παύλο στον κόσμο της ρωσικής και της δυτικοευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Ο νεαρός με αρκετή διάθεση ασχολήθηκε με το διάβασμα και ήδη τον επόμενο χρόνο είχε διαβάσει πάρα πολλά βιβλία. Γνωρίστηκε καλά με τα κείμενα των Σουμαρόκοφ, Λoμονόσοφ, Ντερζάβιν, Ρακίνα, Κορνέϊγ, Μολιέρου, Γκαίτε, Θερβάντες, Βολταίρου και Ρουσσώ. Απέκτησε έξοχη γνώση της λατινικής, γαλλικής και γερμανικής γλώσσας και αγαπούσε τα μαθηματικά.

Η ψυχική του ανάπτυξη εξελίχθηκε χωρίς κάποια παρέκκλιση. Ένας από τους νεότερους δασκάλους του, ο Πορόσιν, κρατούσε ημερολόγιο, στο οποίο από μέρα σε μέρα κατέγραφε τις δραστηριότητες του μικρού Παύλου. Μέσα σ΄ αυτό το ημερολόγιο δεν καταγράφτηκε καμία παρέκκλιση στην ψυχική ανάπτυξη της προσωπικότητας του μελλοντικού αυτοκράτορα, για τις οποίες τόσο πολύ αρέσκονταν μεταγενέστερα να συζητούν οι πολλοί άσπονδοι εχθροί του Παύλου Πετρόβιτς.

Στις 23 Φεβρουαρίου 1765 ο Πορόσιν έγραψε: «Διάβασα στην Αυτού Υψηλότητα την ιστορία για το Τάγμα των Ιπποτών της Μάλτας. Του άρεσε, και μετά παίζοντας, το έδεσε στο οικόσημο της δικής του ναυτικής σημαίας, προκειμένου να αυτοπαρουσιαστεί ως ιππότης της Μάλτας».

Ήδη από τα νεανικά του χρόνια ο Παύλος άρχισε να ενδιαφέρεται για την ιδέα του ιπποτισμού, ιδέα τιμής και δόξας. Και στην παρουσίαση του εικοσαετούς στρατιωτικού δόγματος της μητέρας του, η οποία ήδη εκείνο τον καιρό ήταν η Αυτοκράτειρα Πασών των Ρωσιών, αυτός αποποιήθηκε την ευθύνη ενός επιθετικού πολέμου, και εξήγησε την ιδέα του ως μια ανάγκη διατήρησης της αρχής της εύλογης επάρκειας, και γι' αυτό όλες οι ενέργειες της Αυτοκρατορίας θα έπρεπε να στοχεύουν στη δημιουργία μιας εσωτερικής τάξης.

Εξομολογητής και πνευματικός πατέρας του Πρίγκιπα ήταν ένας από τους καλύτερους Ρώσους ιεροκήρυκες και θεολόγους, ο αρχιμανδρίτης και μετέπειτα μητροπολίτης Μόσχας Πλάτων (Λέφσιν). Χάρη στην ιερατική του δουλειά και καθοδήγηση, ο Παύλος Πετρόβιτς σ΄ όλη την υπόλοιπη διάρκεια της σύντομης ζωής του έγινε ένας πιστός χριστιανός. Στη Γκάτσινα μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση φυλασσόταν το χαλάκι, πάνω στο οποίο έτριβε τα γόνατά του ο Παύλος στη διάρκεια των παρατεταμένων νυχτερινών του προσευχών.

Μέτοχος λοιπόν μιας λαμπρής παιδείας στην παιδική, εφηβική και νεανική του ηλικία, ο Παύλος απέκτησε μια ευρεία αντίληψη και ήδη από την εποχή εκείνη ασπάστηκε τα ιπποτικά ιδανικά, ενώ ευλαβικά πίστευε στο Θεό. Όλα αυτά αντανακλούσαν στην πολιτική που ακολούθησε αργότερα, στις ιδέες και τις πράξεις του.

Σχέσεις με τη Μεγάλη Αικατερίνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμέσως μετά τη γέννησή του ο Παύλος απομονώθηκε από τη μητέρα του. Η Αικατερίνη μπορούσε να τον βλέπει πολύ σπάνια και μόνο με την άδεια της αυτοκράτειρας Ελισάβετ.[2] Όταν ο Παύλος ήταν οχτώ ετών, η μητέρα του Αικατερίνη, στράφηκε κατά της φρουράς επιχειρώντας πραξικόπημα, όπου στην διάρκεια αυτής της επιχείρησης ο πατέρας του Παύλου, Πέτρος ο Γ΄, σκοτώθηκε. Στο θρόνο έπρεπε να ανέβει ο Παύλος.

Η Αικατερίνη πίεζε τον Παύλο Α΄ με τις παρεμβάσεις της στις αποφάσεις σε κάθε είδους κρατικές υποθέσεις, και αυτός με τη σειρά του, καταδίκαζε την όλη της παρουσία και δεν υιοθετούσε εκείνες τις πολιτικές που εκείνη καθοδηγούσε.

Ο Παύλος θεωρούσε ότι η πολιτική της μητρός του στηριζόταν στην αλαζονεία δύναμης και την υποκρισία, ονειρευόταν την εγκαθίδρυση στη Ρωσία υπό την αιγίδα της αυτοκρατορίας μιας αυστηρά γνώριμης διοίκησης, κατεπείγουσα επιβολή του δικαίου της αριστοκρατίας, με την επιβολή αυστηρής πειθαρχίας στο στρατό, σύμφωνα με το ρωσικό παράδειγμα. Το 1780 σαγηνεύτηκε από τη μασονία.

Συνεχώς οι σχέσεις του Παύλου με τη μητέρα του ήταν σε ένταση, ιδιαιτέρως αφού αυτός την υποψιαζόταν για τη συμμετοχή στη δολοφονία του πατέρα του Πέτρου Γ΄, και το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Αικατερίνη Β΄ να δωρίσει στο γιο της το 1783 τη Γκάτσινα (που σημαίνει ότι τον «απομάκρυνε» από την πρωτεύουσα). Εδώ ο Παύλος ξεκίνησε ένα έθιμο, εντελώς διαφορετικό από αυτά της Αγίας Πετρούπολης. Αλλά λόγω της έλλειψης οποιωνδήποτε άλλων ανησυχιών, συγκέντρωσε όλες του τις δυνάμεις για την ίδρυση του Στρατού της Γκάτσινα: μερικά τάγματα, που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του. Αξιωματικοί με πλήρη εξάρτηση, περούκες, στενές στολές, άψογη τάξη, την τιμωρία του παραδειγματικού ραβδισμού για την παραμικρή αμέλεια και απαγόρευση των κρατικών συνηθειών.

Το 1794 η Αυτοκράτειρα αποφάσισε να απομακρύνει τον γιο της από το θρόνο και να το δώσει στον μεγαλύτερο εγγονό της, Αλέξανδρο Πάβλοβιτς, αλλά συνάντησε την αντίδραση από την πλευρά υψηλών κρατικών αξιωματούχων. Ο θάνατος της Αικατερίνης Β΄ στις 6 Νοεμβρίου του 1796 άνοιξε στον Παύλο το δρόμο για το θρόνο. Προκειμένου να την εκδικηθεί οργάνωσε δημόσια εκταφή των οστών του πατέρα του, βάζοντας τους δολοφόνους του να περπατούν πίσω από το φέρετρό του κατά τη διάρκεια της τελετής.[3]

Εσωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παύλος Α΄ ξεκίνησε τη βασιλεία του με την αλλαγή σε όλα τα επίπεδα της διακυβέρνησης της Αικατερίνης. Την ημέρα της στέψης του ο Παύλος ανακοίνωσε μια σειρά από διατάγματα. Συγκεκριμένα ο Παύλος ακύρωσε το Διάταγμα περί της διαδοχής στο θρόνο που αφορούσε τον διορισμό του διαδόχου από τον ίδιο τον αυτοκράτορα στο θρόνο και θέσπισε ένα πιο ξεκάθαρο σύστημα διαδοχής. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η διαδοχή μπορούσε να κληροδοτηθεί μόνο μέσω της γραμμής των αρσενικών απογόνων και μετά το θάνατο του αυτοκράτορα περνούσε στον μεγαλύτερο γιο ή στο μεγαλύτερο σε ηλικία αδελφό, αν δεν υπήρχαν παιδιά. Γυναίκες μπορούσαν να καταλάβουν το θρόνο μόνο σε περίπτωση διακοπής της γραμμής των αρσενικών απογόνων. Με το διάταγμα αυτό ο Παύλος περιόρισε τα "βασιλικά πραξικοπήματα", στη διάρκεια των οποίων οι αυτοκράτορες ανέτρεπαν ο ένας τον άλλον χάρη στη δύναμη της φρουράς, ενώ αιτία αυτού του ανώμαλου καθεστώτος ήταν η απουσία ενός ξεκάθαρου συστήματος διαδοχής (το οποίο όμως, συμπτωματικά, δεν απέτρεψε το αυλικό πραξικόπημα της 12ης Μαρτίου 1801, στη διάρκεια του οποίου ο ίδιος ο Παύλος δολοφονήθηκε). Σύμφωνα επίσης με αυτό το διάταγμα οι γυναίκες δε μπορούσαν να καταλάβουν το θρόνο της Ρωσίας, αφού απέκλειε την κατάληψή του από συγγενείς (το οποίο στο 18ο αιώνα ακολουθούσαν οι αυτοκράτειρες) ή την επανάληψη καταστάσεων παρόμοιων μ΄ αυτές, όπως όταν η Μεγάλη Αικατερίνη δεν παρέδωσε στον Παύλο το θρόνο μετά την ενηλικίωσή του.

Ο Παύλος επανέφερε το σύστημα του συμβουλίου, αναλαμβάνοντας δράσεις για να σταθεροποιήσει την οικονομική θέση της χώρας (μεταξύ άλλων και την περίφημη πράξη για λιώσιμο των βασιλικών σερβίτσιων για να κόψει νομίσματα).

Το μανιφέστο για τριήμερη καταναγκαστική εργασία (γαλλικά: corvée) απαγόρευε στους γαιοκτήμονες την εφαρμογή της καταναγκαστικής εργασίας τις Κυριακές, τις γιορτές και περισσότερο από τρεις μέρες την εβδομάδα (στην πράξη το διάταγμα δεν εφαρμόστηκε ποτέ).

Περιόρισε σημαντικά τα δικαιώματα των ευγενών σε σύγκριση με εκείνα που τους είχαν απονεμηθεί από την Αικατερίνη Β΄, ενώ τα τάγματα που ήταν εγκατεστημένα στη Γκάτσινα, μετατέθηκαν σε όλο το ρωσικό στρατό. Η σκληρή πειθαρχία, που επιβλήθηκε λόγω της απρόβλεπτης συμπεριφοράς του αυτοκράτορα, οδήγησε σε μαζικές παραιτήσεις ευγενών από το στράτευμα, ιδιαίτερα ο επίσημος σκελετός της φρουράς (από 182 αξιωματικούς που υπηρετούσαν το 1786, μέχρι το 1801 δεν είχαν απομείνει παρά δύο). Επίσης αποπέμφθηκαν όλοι οι καταγεγραμμένοι αξιωματικοί του κράτους που δεν είχαν υπηρετήσει σε στρατιωτική ακαδημία ως προϋπόθεση ανάληψης της υπηρεσίας τους.

Ο Παύλος ανέλαβε τη στρατιωτική, αλλά εξίσου και άλλες μεταρρυθμίσεις, όχι μόνον από ένα προσωπικό καπρίτσιο. Ο ρωσικός στρατός δεν ήταν στο απόγειο της επιχειρησιακής του ικανότητας, η πειθαρχία ήταν ανεπαρκής στα συντάγματα, η ιδιότητα του στρατιωτικού μεταβιβαζόταν με λανθασμένο τρόπο: συγκεκριμένα, τα παιδιά των ευγενών από τη γέννηση τους εγγράφονταν σε ένα συγκεκριμένο σύνταγμα. Πολλά από αυτά, έχοντας τον τίτλο και λαμβάνοντας μισθό, δεν υπηρετούσαν καθόλου (κατά πάσα πιθανότητα, αυτού του είδους τους αξιωματικούς και απέπεμψαν). Εξαιτίας της αμέλειας, της χαλαρότητας και της απάνθρωπης μεταχείρισης των στρατιωτών, ο αυτοκράτορας προσωπικά αφαιρούσε τα γαλόνια των αξιωματικών και των στρατηγών και τους έστελνε στη Σιβηρία. Ο Παύλος καταπολέμησε τις κλοπές των στρατηγών και την υπεξαίρεση υλικού στο στρατό. Όμως τη σωματική τιμωρία φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει και ο ίδιος ο Αλεξάντρ Βασίλιεβιτς Σουβόροβ στο έργο του Να νικάς μέσω της επιστήμης (Кто солдат не бережёт — палочки, кто себя не бережёт — тому палочки тоже), που ήταν ταυτόχρονα υποστηρικτής της αυστηρής πειθαρχίας, αλλά όχι των χωρίς νόημα στρατιωτικών γυμνασίων. Ο Παύλος, ως μεταρρυθμιστής, αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα του Μεγάλου Πέτρου: υιοθέτησε το μοντέλο ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού στρατού, του πρωσικού. Η στρατιωτική μεταρρύθμιση δε σταμάτησε ούτε μετά το θάνατο του Παύλου.

Κατά τη βασιλεία του Παύλου ανέβηκαν σε υψηλά αξιώματα οι αφοσιωμένοι στον αυτοκράτορα Αρακτσέγεφ, Κουταΐσοφ, Ομπολιάνινοφ και οι πολύτιμοι γι' αυτόν Κουτούζοφ και Μπένκεντορφ.

Φοβούμενος την εξάπλωση στη Ρωσία των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, ο Παύλος απαγόρευσε στους νέους ανθρώπους την έξοδο από τη χώρα για σπουδές, ενώ είχε απαγορευτεί πλήρως η εισαγωγή βιβλίων, ακόμη και αυτών της μουσικής, κλείνοντας και τα σχετικά τυπογραφεία. Οι απαγορεύσεις αυτές αφορούσαν την ένδυση με γαλλικά σακάκια και καπέλα. Τα ειδικά διατάγματα έφτασαν στο σημείο να καθορίζουν το χρόνο κατά τον οποίο θα έπρεπε να σβήνει η θέρμανση στα σπίτια. Σε κάποια διατάγματα μερικές λέξεις της ρωσικής γλώσσας αποσύρθηκαν από την επίσημη χρήση και αντικαταστάθηκαν από άλλες. Έτσι, μεταξύ αυτών που αποσύρθηκαν ήταν και οι έχουσες πολιτική χροιά λέξεις «πολίτης» και «πατρίδα» (που αντικαταστάθηκαν με τους όρους «κάτοικος» και «κυβέρνηση» αντίστοιχα),[4] αλλά σε μια σειρά από γλωσσικά διατάγματα ο Παύλος ήταν όχι και τόσο ξεκάθαρος — για παράδειγμα, η λέξη «τάγμα» άλλαξε σε «απόσπασμα» ή «πλήρωμα», το «εκτελώ» σε «εκπληρώνω», και ο «γιατρός» σε «θεραπευτής».

Εξωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εξωτερική πολιτική του Παύλου διακρίνεται από ασυνέπεια. Το έτος 1798 η Ρωσία εισήλθε στην αντιγαλλική συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία, την Αυστρία, την Τουρκία και το Βασίλειο των Δύο Σικελιών. Κατόπιν της επιμονής των συμμάχων, επικεφαλής των ρωσικών στρατευμάτων ορίστηκε ο υπό δυσμένεια τότε Σουβόροφ. Υπό τις διαταγές του τέθηκαν και τα αυστριακά στρατεύματα. Με την καθοδήγηση του Σουβόροφ η Βόρειος Ιταλία απελευθερώθηκε από την κατοχή των Γάλλων. Το Σεπτέμβριο του έτους 1799 ο ρωσικός στρατός πραγματοποίησε το περίφημο πέρασμα του Σουβόροφ μέσα από τις Άλπεις. Ήδη όμως από τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η Ρωσία διέλυσε τη συμμαχία της με την Αυστρία, λόγω της μη εκπλήρωσης από τους Αυστριακούς των υποχρεώσεών τους προς τη συμμαχία, και τα ρωσικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από την Ευρώπη. Στις 21 Μαρτίου 1800 υπέγραψε στην Κωνσταντινούπολη με τον σουλτάνο Σελίμ Γ΄, την ίδρυση του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους μετά την Άλωση, την Επτάνησο Πολιτεία, υπό την οθωμανική επιτήρηση, όπως αναφέρεται στα αντίστοιχα λήμματα Επτάνησος Πολιτεία και Σελίμ Γ'.

Το Τάγμα της Μάλτας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατόπιν τούτου, καθώς το καλοκαίρι του 1798 η Μάλτα παραδόθηκε αμαχητί στους Γάλλους, το Τάγμα της Μάλτας έμεινε χωρίς Μέγα Άρχοντα και χωρίς έδρα. Προς βοήθεια οι ιππότες του τάγματος απευθύνθηκαν στο Ρώσο Αυτοκράτορα και Προστάτη του Τάγματος από το 1797, Παύλο Α΄.

Στις 16 Δεκεμβρίου 1798 ο Παύλος εξελέγη Μέγας Άρχων του Τάγματος της Μάλτας, και έτσι στον αυτοκρατορικό του τίτλο προστέθηκαν οι λέξεις «… και Μέγας Άρχων του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ». Στη Ρωσία ιδρύθηκε το Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ. Στη συνέχεια το ρωσικό τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ και το Τάγμα της Μάλτας εν μέρει συγχωνεύτηκαν. Στο Εθνόσημο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας προστέθηκε η εικόνα του Σταυρού της Μάλτας.[5]

Στις 12 Οκτωβρίου 1799, έφτασαν στη Γκάτσινα οι ιππότες του τάγματος, οι οποίοι και δώρισαν στο Μεγάλο τους Άρχοντα, αυτοκράτορα της Ρωσίας, τρία αρχαία κειμήλια των Ιωαννιτών Ιπποτών — ένα κομμάτι από το ξύλο του Σταυρού του Κυρίου, μία εικόνα της Παναγίας και το χέρι του Ιωάννη του Βαπτιστή. Αργότερα το φθινόπωρο του ίδιου έτους τα κειμήλια μεταφέρθηκαν από το Παλάτι Πριοράτσκι στην Αγία Πετρούπολη, όπου τα τοποθέτησαν στον προαύλειο Ναό του Θεόκτιστου Σωτήρα στα Χειμερινά Ανάκτορα. Σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος το 1800 η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας καθιέρωσε τη 12η Οκτωβρίου ως ημέρα αργίας προς τιμήν της «μεταφοράς από τη Μάλτα στη Γκάτσινα, τμήματος του ξύλου του Αναστάσιμου Σταυρού του Κυρίου, της ιερής εικόνας της Μητέρας του Θεού και των ιερών λειψάνων του χεριού του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστή».

Λίγο πριν τη δολοφονία του ο Παύλος, από κοινού με το Ναπολέοντα, άρχισε να προετοιμάζει μια πολεμική εκστρατεία στην Ινδία, για να καταστρέψει την πηγή της αγγλικής οικονομίας[6]. Ταυτόχρονα έστειλε στην Κεντρική Ασία στρατό αποτελούμενο από Κοζάκους του Ντον - 22.507 στρατιώτες - με αποστολή τους την κατάκτηση της Χίβα και της Μπουχάρα. Αργότερα η συγκεκριμένη αυτή εκστρατεία θεωρήθηκε λανθασμένως ως εκστρατεία κατά της Ινδίας (στην πραγματικότητα εκστρατεία στην Ινδία σχεδιαζόταν να πραγματοποιηθεί με δυνάμεις του τακτικού στρατού διαμέσου του Ιράν). Η εκστρατεία ακυρώθηκε με διάταγμα του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Α΄ αμέσως μετά τη δολοφονία του Παύλου.

Συνωμοσία και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανάκτορο Μιχαήλοφσκι — τόπος δολοφονίας του Παύλου Α΄.

Ο Παύλος Α΄ ξυλοκοπήθηκε άγρια και στραγγαλίστηκε από αξιωματικούς στο υπνοδωμάτιό του τη νύχτα της 12ης Μαρτίου του έτους 1801 στο Ανάκτορο Μιχαηλόφσκυ. Στη συνωμοσία συμμετείχαν οι Αγκραμάκοφ, Πάνιν, Νικίτα Πετρόβιτς, αναπληρωτής καγκελάριος, Λ. Λ. Μπένινγκσεν, επικεφαλής αξιωματικός του 11ου Συντάγματος Ουσάρων του Ιζιούμ (σημερινή πόλης της Ουκρανίας), ο Πλάτον Αλεκσάντροβιτς Ζούμποφ (ευνοούμενος της Μεγάλης Αικατερίνης), ο Πιοτρ Αλεξέγεβιτς Πάλεν, στρατηγός-κυβερνήτης της Αγίας Πετρούπολης, καθώς και οι επικεφαλής των συνταγμάτων των φρουρών: του συντάγματος Σεμιόνοφσκυ-Ντεπρεραντόβιτς ο Νικολάι Ιβάνοβιτς, του συντάγματος Καβαλεργκάρντυ-Ουβάροφ ο Φιόντορ Πετρόβιτς, του συντάγματος Πρεομπρασζένσκυ ο Π. Α. Ταλύζιν, ενώ σύμφωνα με κάποια στοιχεία, το δεξί χέρι του αυτοκράτορα, ο κόμης Πιοτρ Βασίλιεβιτς Γκολιένιτσιεφ-Κουτούζοφ, ο οποίος αμέσως μετά από το πραξικόπημα διορίστηκε διοικητής του Σώματος του Ιππικού.

Αρχικά σχεδιαζόταν η ανατροπή του Παύλου και η αντικατάστασή του με Άγγλο διάδοχο. Κατά πάσα πιθανότητα, ο Β. Π. Μεστσέρσκι να ενημέρωσε τον τσάρο γραπτώς, ως τελευταίος επικεφαλής του στρατεύματος της Αγίας Πετρούπολης, που εδράζετο στο Σμολένσκ, ίσως και ο στρατηγός-γενικός εισαγγελέας Π. Χ. Ομπολιάνινοφ. Σε κάθε περίπτωση η συνωμοσία αποκαλύφθηκε, με υποκινητές τους Λιντένερ, Φιόντορ Ιβάνοβιτς και Αρακτσέγεφ, αλλά αυτό μόνον επιτάχυνε την εκτέλεση της συνωμοσίας. Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο Παύλος δολοφονήθηκε από το Νικολάι Ζούμποφ (γαμπρό του Σουβόροφ και μεγαλύτερο αδελφό του Πλάτωνα Ζούμποφ), ο οποίος του χάρισε μια χρυσή ταμπακιέρα (στην αυλή στη συνέχεια κυκλοφόρησε ένα ανέκδοτο: «Ο Αυτοκράτορας απεβίωσε από εγκεφαλικό επεισόδιο στο ναό της ταμπακιέρας»). Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Παύλος Α΄ στραγγαλίστηκε με ένα κασκόλ ή συνθλίφθηκε από μια ομάδα συνωμοτών, οι οποίοι πίεζαν από πάνω τον αυτοκράτορα και ο ένας τον άλλον, μη γνωρίζοντας επακριβώς τι συμβαίνει. Εκλαμβάνοντας μάλιστα έναν από τους δολοφόνους για το γιο του Κωνσταντίνο, ο Παύλος φώναξε: «Και η Μεγαλειότητά σας, είστε εδώ; Λυπηθείτε με! Αέρα, Αέρα!.. Τι κακό σας έχω κάνει;» Αυτά ήταν και τα τελευταία του λόγια.

Η κηδεία έλαβε μέρος στις 23 Μαρτίου, Μεγάλο Σάββατο, σε τελετή που πήραν μέρος όλα τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, με επικεφαλής το μητροπολίτη της Αγίας Πετρούπολης Αμβρόσιο Πανταμπέντοφ.[7]

Άλλη εκδοχή για τη γέννηση του Παύλου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λόγω του γεγονότος ότι ο Παύλος γεννήθηκε δέκα χρόνια μετά από το γάμο του Πέτρου με την Αικατερίνη, όταν πολλοί ήταν πλέον βέβαιοι για τη ματαιότητα αυτού του γάμου (αλλά επίσης υπό την επίδραση της ελεύθερης ζωής της Αυτοκράτειρας στο μέλλον) κυκλοφόρησαν έντονες φήμες ότι ο πραγματικός πατέρας του Παύλου δεν ήταν ο Πέτρος Γ΄ της Ρωσίας, αλλά ο πρώτος εραστής της Αικατερίνης, κόμης Σεργκέι Βασίλιεβιτς Σάλτυκοφ.

Ανέκδοτη ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ίδιοι οι Ρομάνοφ διατήρησαν αυτό το θρύλο

(σύμφωνα με τον οποίο ο Παύλος δεν ήταν γιος του Πέτρου Γ΄) με πολύ χιούμορ. Υπάρχει χαρακτηριστική καταγραφή στα απομνημονεύματα ότι ο Αλέξανδρος Γ΄ της Ρωσίας, μαθαίνοντας τη γέννηση, είπε κάνοντας το σταυρό του: «Δόξα τω Θεώ, είμαστε Ρώσοι!». Και όταν άκουσε από τους ιστορικούς την αμφισβήτηση της πατρότητας, εκ νέου

σταυροκοπήθηκε λέγοντας : «Δόξα τω Θεώ, είμαστε γνωστοί!».

Εκδοχή της γέννησης του Παύλου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα απομνημονεύματα της Αικατερίνης Β΄ περιλαμβάνεται μια αναφορά γι' αυτό.[8] Στα ίδια αυτά απομνημονεύματα μπορούμε να βρούμε μια λανθάνουσα αναφορά στο πόσο απεγνωσμένα η Αυτοκράτειρα Ελισάβετ, για να μην χαθεί η δυναστεία (η διαδοχή), διέταξε την γυναίκα να τεκνοποιήσει απόγονο, χωρίς να έχει σημασία, ποιος θα είναι ο φυσικός του πατέρας. Σχετικό με αυτό, και μετά την δεδομένη οδηγία στην Αικατερίνη οι αυλικοί άρχισαν να ενθαρρύνουν την μοιχεία. Εντούτοις, η Αικατερίνη στα απομνημονεύματά της με παιγνιώδη διάθεση — όπου αυτή ξεκαθαρίζει, ότι ο πολυετής γάμος δεν απέφερε καρπούς, επειδή ο Πέτρος είχε κάποιο κώλυμα, το οποίο μετά το ultimatum που της επιβλήθηκε από την Ελισάβετ, αποκαταστάθηκε από τους φίλους της, οι οποίοι εξανάγκασαν τον Πέτρο να κάνει χειρουργική επέμβαση, μετά την οποία αυτός και πάλι διαπιστώθηκε ότι ήταν ικανός να τεκνοποιήσει. Η πατρότητα των άλλων παιδιών της Αικατερίνης, που γεννήθηκαν στην διάρκεια ζωής του συζύγου της είναι επίσης αμφισβητήσιμη: η Μεγάλη Δούκισσα Άννα Πετρόβνα (1757-1759) κατά πάσα πιθανότητα ήταν η κόρη του Πονιατόφσκυ, και ο Αλεξέϊ Γκριγκόριεβιτς Μπομπρίνσκυ (1762-1813) ήταν γιος του Γκριγκόρυ Γκριγκόριεβιτς Ορλώφ και τον είχε γεννήσει μυστικά.

Περισσότερο φολκλορική και ευθυγραμμισμένη με τις παραδοσιακές αναπαραστάσεις περί «υποκατάστατου βρέφους» θεωρείται η ιστορία που αναφέρει ότι η Αικατερίνη Αλεξέγιεβνα δήθεν γέννησε ένα πεθαμένο αγόρι (ή κορίτσι) και ότι αυτό είχε αντικατασταθεί με κάποιο μωρό «φιλανδικής καταγωγής». Φάνηκε επίσης, ότι ανατράφηκε αυτό το κορίτσι ως «πραγματική κόρη της Αικατερίνης» — κόμησσα Αλεξάντρα Μπρανίτσκαγια.[9]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πορτραίτο του Παύλου με την οικογένεια, 1800, Κρατικό Μουσείο, αποθετήριο «Павловск». Έργο του Γκέρχαρντ φον Κιουγκέλγκεν. Διακρίνονται από τα αριστερά προς τα δεξιά: Αλέξανδρος Α΄, Κωνσταντίνος, Μιχαήλ, Αλεξάνδρα, Ελένη, Μαρία, Άννα, Παύλος, Νικόλαος Α΄, Μαρία Φιόντοροβνα, Αικατερίνη.

Νυμφεύτηκε το 1773 τη Βιλελμίνα Λουίζα, κόρη του Λουδοβίκου Θ΄ της Έσσης-Ντάρμστατ. Αυτή βαπτίστηκε Ορθόδοξη με το όνομα Ναταλία Αλεξέγιεβνα. Απέκτησαν ένα θνησιγενή γιο και η Ναταλία Αλεξέγιεβνα απεβίωσε μαζί με αυτόν το 1776.

Το ίδιο έτος ο Παύλος έκανε δεύτερο γάμο με τη Σοφία Δωροθέα, κόρη του Φρειδερίκου Β΄ Ευγένιου της Βυρτεμβέργης. Βαπτίστηκε Ορθόδοξη με το όνομα Μαρία Φιόντοροβνα. Είχε τέκνα:

Μη αναγνωρισμένα τέκνα:

  • Σεμιόν Αφανάσιεβιτς ο πρεσβύτερος (1772 - 1794).
  • Ιβάν Νικίτιτς Ινζόβ (σύμφωνα με μια εκδοχή).
  • Μάρφα Πάβλοβνα Μούνσινα-Γιούργιεβα (1801 - 1803).

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
8. Φρειδερίκος Δ΄ του Χόλσταϊν-Γκόττορπ
 
 
 
 
 
 
 
4. Κάρολος Φρειδερίκος του Χόλσταϊν-Γκόττορπ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
9. Εδβίγη Σοφία της Σουηδίας
 
 
 
 
 
 
 
2. Πέτρος Γ΄ της Ρωσίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
10. Πέτρος Α΄ της Ρωσίας
 
 
 
 
 
 
 
5. Άννα Πετρόβνα
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
11. Αικατερίνη Α΄ της Ρωσίας
 
 
 
 
 
 
 
1. Παύλος της Ρωσίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
12. Ιωάννης Λουδοβίκος Α΄ του Άνχαλτ-Ντόρνμπουργκ
 
 
 
 
 
 
 
6. Χριστιανός Αύγουστος του Άνχαλτ-Τσερμπστ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
13. Χριστίνα Ελεονώρα του Τσόιτς
 
 
 
 
 
 
 
3. Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
14. Χριστιανός Αύγουστος του Οϊτίν
 
 
 
 
 
 
 
7. Ιωάννα Ελισάβετ του Χόλσταϊν-Γκόττορπ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
15. Αλμπερτίνα Φρειδερίκη του Μπάντεν-Ντούρλαχ
 
 
 
 
 
 

Στρατιωτικές ονομασίες και τίτλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Συνταγματάρχης του συντάγματος Λέϊμπ-Κιρασίρσκι (ρωσικά: Лейб-Кирасирского полка) (4 Ιουλίου 1762) (Ρωσική Αυτοκρατορική φρουρά)
  • Γενικός ναύαρχος (20 Δεκεμβρίου 1762) (Ρωσικός αυτοκρατορικός στόλος)

Ο Παύλος στην τέχνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κινηματογράφος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Σουβόροφ" (1940) — φιλμ Βσιέβολοντ Ιλανριόνοβιτς Πουντόβκιν μαζί με τον Απόλλον Βλαντίμιροβιτς Γιατσνιτσκιί στον ρόλο του Παύλου.
  • «Άσσα» (1987) — ταινία του Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Σολοβιόβ με τον Ντίτρι Αλεξέγιεβιτς Ντολίνιν στον ρόλο του Παύλου.
  • «Бедный, бедный Павел» (2003) — ταινία του Βιτάλι Μάλνικοφ με τον Βίκτωρ Σουχορούκοφ στον κύριο ρόλο.
  • «Багратион (фильм)» (1981) в роли — Арнис Лицитис
  • «Графиня Шереметева» в роли — Юрий Веркун.
  • «Адъютанты любви» (2005) в роли — Авангард Леонтьев.

Αγάλματα του Παύλου του Α΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγαλμα του Παύλου στο Παλάτι του Παβλόφσκ.
Άγαλμα του Παύλου στην αυλή του Ανακτόρου Μιχαηλόβσκι.
  • Στην αυλή του Ανακτόρου Μιχαηλόβσκι στην Πετρούπολη ανηγέρθη άγαλμα του Παύλου του Α΄ έργο του γλύπτη В. Э. Горевого.
  • Στην πλατεία μπροστά στο Μεγάλο Παλάτι της Γκάτσινα βρίσκεται το άγαλμα του Παύλου, έργο του Ιβάν Πετρόβιτς Βιτάλι.
  • Στην πλατεία μπροστά στο Παλάτι Παβλόφσκ βρίσκεται άγαλμα του Παύλου, έργο του Ιβάν Πέτροβιτς Βιτάλι.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ιγκόρ Αντρέεφ, Λεονίντ Λεσένκο, Δοκίμια ρωσικής ιστορίας, μτφρ. Ναταλία Νικολάου,Πέτρος Καλογερόπουλος, εκδ.Εν πλω, Αθήνα, 2015, σελ.213
  2. От дворцовых переворотов до эпохи Великих реформ, История России, εκδόσεις Аванта+ , 1997, τόμος 5, σελ. 61—67 της σειράς Энциклопедия для детей, isbn 5-89501-002-4
  3. Ιγκόρ Αντρέεφ, Λεονίντ Λεσένκο, Δοκίμια ρωσικής ιστορίας, μτφρ. Ναταλία Νικολάου,Πέτρος Καλογερόπουλος, εκδ.Εν πλω, Αθήνα, 2015, σελ.214
  4. Ιγκόρ Αντρέεφ, Λεονίντ Λεσένκο, Δοκίμια ρωσικής ιστορίας, μτφρ. Ναταλία Νικολάου,Πέτρος Καλογερόπουλος, εκδ.Εν πλω, Αθήνα, 2015, σελ.214
  5. Е. А. Агафонова, М. Д. Иванова Из вступительной статьи к изданию «Манифест о полном гербе Всероссийской империи» Αρχειοθετήθηκε 2007-02-06 στο Wayback Machine. СПб., 1993
  6. Ιγκόρ Αντρέεφ, Λεονίντ Λεσένκο, Δοκίμια ρωσικής ιστορίας, μτφρ. Ναταλία Νικολάου,Πέτρος Καλογερόπουλος, εκδ.Εν πλω, Αθήνα, 2015, σελ.215
  7. Кончина и погребение императора Павла I. // «Церковныя Вѣдомости, издаваемыя при Святѣйшемъ Правительствующемъ Сѵнодѣ». 10 Μαρτίου 1901, № 10, σελ. 341.
  8. Απόρριψη αυτής της υπόθεσης θα μπορούσε να γίνει με την εξέταση του DNA των λειψάνων του αυτοκράτορα, η οποία μέχρι τώρα δεν έχει πραγματοποιηθεί. Επιπροσθέτως, τα αποτελέσματά της θα μπορούσαν να προκαλέσουν αμφιβολία, κατά πόσον η Αικατερίνη και ο Πέτρος υπήρξαν συγγενείς εξ αίματος και είχαν πολλά κοινά γονίδια.
  9. «С. С. Монтефьоре. «Потёмкин»». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 6 Μαΐου 2008. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

¨