Οίκος της Αραγωνίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οίκος της Αραγωνίας

Έμβλημα του οίκου[1][2]
ΧώραΒασίλειο της Αραγωνίας, Στέμμα της Αραγωνίας
Προγονικός οίκοςΟίκος των Χιμένεθ
Τίτλοι
ΙδρυτήςΣάντσο Γκαρθές Γ΄ της Παμπλόνα
Τελευταίος ηγεμόναςΦερδινάνδος Β΄ της Αραγωνίας
Ίδρυση1004
Διάλυση1516
ΕθνικότηταΑραγωνία, Καταλονία
Μικρογραφία από το πρώτο μισό του 12ου αιώνα, η οποία απεικονίζει, τον γενειοφόρο Ραμίρο Α´ της Αραγωνίας και τον χωρίς γένια Σάντσο Ραμίρεθ, ιδρυτές του Οίκου της Αραγωνίας.

Ο Βασιλικός Οίκος της Αραγωνίας ξεκινά με την πρώτη δυναστεία των Χιμένεθ, που κατείχε τον τίτλο των Βασιλέων της Αραγωνίας. Σε όλη τη διάρκειά του των συνολικά πέντε αιώνων (11ος-16ος), κυβέρνησαν είκοσι ένας μονάρχες, διατηρώντας σε γενικές γραμμές μία συγκεκριμένη προβολή του οίκου στην περιοχή της Μεσογείου και μία πολιτική προσέγγισης με τη Γαλλία και με άλλους μεγάλους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης.[3]

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ του 8ου και 10ου αιώνα η τρέχουσα περιοχή της Αραγωνίας ήταν υπό καθεστώς μιας σχετικής αυτονομίας, που προερχόταν από την αντίστασή της στους μουσουλμάνους. Πρόκειται για μια μεταβατική φάση από έναν πρωτο-φεουδαλισμό σε ένα Φεουδαρχικό Κράτος, όπου όλοι οι συνοικισμοί της περιοχής διατηρούν τις δικές τους δυναστείες, αν και συχνά αυτές συνδεόταν μεταξύ τους.[3] Η προέλευση του Οίκου της Αραγωνίας βρίσκεται στον Σάντσο Γ΄ τον Μεγάλο (1004-1035), ο οποίος μετά από μια εντυπωσιακή βασιλεία, κατά την οποία οποία απέκτησε μεγάλο αριθμό εδαφών, αποφάσισε να τα διαιρέσει μετά τον θάνατό του μεταξύ των παιδιών του. Έτσι, το 1035 θα αφήσει στον γιο του Ραμίρο Α΄ τα εδάφη της Αραγωνίας για να τα διοικεί, τα οποία περνώντας στην συνέχεια στον απόγονό του, Σάντσο Ραμίρεθ, θα μετατραπούν σε Βασίλειο.

Οι Φάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Signum regis (βασιλική υπογραφή) του Αλφόνσου Β´ της Αραγωνίας, που χρησιμοποιούταν επίσης και από άλλους προηγούμενους βασιλείς του Οίκου της Αραγωνίας, όπως ο Πέτρος Α΄ της Αραγωνίας και ο Αλφόνσος Α´ ο Μαχητής.

Οι τρεις φάσεις, όπως ορίζονται από την τρέχουσα ιστοριογραφία,[3] απαντούν στις τρεις κρίσιμες στιγμές της ιστορίας του Οίκου: τα πρώτα βήματα του Οίκου, την υιοθέτηση του Οίκου της Βαρκελώνης και την ένταξη του στον Οίκο της Τραστάμαρα. Και στις τρεις αυτές στιγμές, ο Οίκος της Αραγωνίας θα εξασφαλίσει συνειδητά να διατηρηθεί.[3]

Ο Οίκος των Χιμένεθ της Παμπλόνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αυτή την πρώτη φάση, βασίλεψαν οι Ραμίρο Α´της Αραγωνίας, Σάντσο Ραμίρεθ της Αραγωνίας, Πέτρος Α´ της Αραγωνίας, Αλφόνσος Α´ της Αραγωνίας, Ραμίρο Β´ της Αραγωνίας και η Πετρονίλα της Αραγωνίας, η οποία παντρεύτηκε τον Ραϋμόνδο Βερεγγάριο Δ´ τον Άγιο, και κατά μία έννοια θεωρείται πως διατηρείται η ίδια γραμμή, που χαρακτηρίζεται από τον Σάντσο Γ´ τον Μεγάλο και που πρόσκειται στις μεγάλες ευρωπαϊκές βασιλικές οικογένειες.

Μεταξύ των ετών 1035 και 1164 θα χτιστεί μια ισχυρή δυναστεία, αλλά με επιρροή μόνο εντός της έκτασης της Αραγωνίας. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον τελευταίο κρίκο αυτής της δυναστείας, την Πετρονίλα και στον γάμο της με τον Ραϋμόνδο Βερεγγάριο Δ´ της Βαρκελώνης, που θα τελεστεί σύμφωνα με το νόμο της Αραγωνίας, στον οποίο ο σύζυγος ενσωματώνεται στον Οίκο ως πλήρες μέλος. Σε κάθε περίπτωση αυτή η ένωση συντελεί, μέσω του διαδόχου του, στο πέρασμα σε μια νέα φάση, κατά την οποία οι βασιλείς του Οίκου της Αραγωνίας θα κυβερνούν από κοινού τόσο την Αραγωνία όσο και την Κομητεία της Βαρκελώνης.[4]

Ο Οίκος της Βαρκελώνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό το στάδιο διαμορφώνεται και ολοκληρώνεται μέσα από το πέρασμα δέκα βασιλέων της Αραγωνίας, που ήταν ταυτόχρονα και κόμητες της Βαρκελώνης. Ξεκινάει από τον Αλφόνσο Β´ της Αραγωνίας (1164) και καταλήγει στον Μαρτίνο Α´ της Αραγωνίας (που πέθανε το 1410) περνώντας από τους Πέτρο Β´ της Αραγωνίας, Ιάκωβο Α´ της Αραγωνίας, Πέτρο Γ´ της Αραγωνίας, Αλφόνσο Γ´ της Αραγωνίας, Ιάκωβο Β´ της Αραγωνίας, Αλφόνσο Δ´ της Αραγωνίας, Πέτρο Δ´ της Αραγωνίας και Ιωάννη Α´ της Αραγωνίας. Σε όλη αυτή τη μακρά περίοδο, αναζωπυρώνεται και ολοκληρώνεται η ανακατάληψη εδαφών από τους χριστιανούς, ξεκινώντας από τις οροσειρές του Τερουέλ και καταλήγοντας στη Βαλένθια το 1245.[4]

Τα όπλα της Αραγωνίας και της Σικελίας.

Σε κάθε περίπτωση, παρά το πέρασμα των χρόνων, τα τέσσερα εδάφη τού Στέμματος, η Αραγωνία, η Βαρκελώνη, η  Μαγιόρκα και η Βαλένθια, συνέχισαν να διατηρούν την ταυτότητά τους.[4] Η βασιλεία του Πέτρου Γ´ (1276-1285) αποτελεί ένα κεφάλαιο ύψιστης σημασίας για την προβολή του Οίκου στην Μεσόγειο, λόγω των συμφερόντων του στη Σικελία.[4] Ο θάνατος τού Μαρτίνου το 1412,  χωρίς να αφήσει διάδοχο, οδήγησε στο να επιλεχθεί ως βασιλιάς με τον Συμβιβασμό του Κασπέ ο Φερδινάνδος της Αντεκέρα. Έτσι, εισήχθη ο Οίκος της Τραστάμαρα στο Στέμμα της Αραγωνίας.

Φερδινάνδος Β´ της Αραγωνίας, ο Καθολικός.

Ο Οίκος της Ιβρέας-Τραστάμαρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τελευταία φάση του Οίκου της Αραγωνίας έχει τους παρακάτω μονάρχες: Φερδινάνδος Α´ της Αραγωνίας, Αλφόνσος Ε´ της Αραγωνίας, Ιωάννης Β´ της Αραγωνίας και Φερδινάνδος Β´ της Αραγωνίας (Φερδινάνδος ο Καθολικός).[5]Η ένωση του Φερδινάνδου με την Ισαβέλλα Α´ της Καστίλης, έφερε κατά μία έννοια, την ένωση της Καστίλης με την Αραγωνία. Η κόρη τους, ευρέως γνωστή ως η Ιωάννα η Τρελή, δια μέσου του γάμου της με τον Φίλιππο του οίκου των Αψβούργων, που είναι γνωστός ως «Φίλιππος ο Ωραίος», συντέλεσε στο να εισαχθεί ένας νέος βασιλικός οίκος στην Αραγωνία, οι Αψβούργοι, βάζοντας οριστικά τέλος στην συνείδηση του Οίκου της Αραγωνίας, η οποία είχε διατηρηθεί μέχρι και την εποχή του Οίκου των Τραστάμαρα.[5]

Μικρότερα παρακλάδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με καταγωγή από τον βασιλικό οίκο προέκυψαν άλλα μικρότερα παρακλάδια του Οίκου της Αραγωνίας, όπως ο κλάδος των Δουκών της Βιλαερμόσα, οι Κόμητες της Λούνα και ο κλάδος των Δουκών του Μοντάλτο.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «En lo que hace a la cuestión heráldica, toda vez que [..] no hay duda de que el primer poseedor de los palos de oro y gules fue Ramón Berenguer IV, no puede haberla tampoco de que ese emblema personal lo era entonces (1150) de un miembro de la Casa de Aragón, dentro de la cual se hizo símbolo hereditario a partir de su adopción por los tres hijos de aquél, Alfonso, Pedro y Sancho». Alberto Montaner Frutos, Το σήμα του βασιλιά της Αραγωνίας: Ιστορία και σημασία, Σαραγόσα, Ίδρυμα «Fernando el Católico», 1995, σελ. 27-28. ISBN 84-7820-283-8
  2. «La titulación de Ramón Berenguer IV en esta época no prejuzga la atribución del emblema a ninguna de las dos jurisdicciones que reunía en su persona; aparte de las jurisdicciones heredadas, era miembro de pleno derecho de la casa real de Aragón, según la fórmula jurídica tradicional del "casamiento en casa"». Faustino Menéndez Pidal de Navascués, Σύμβολα της Ισπανίας, Μαδρίτη, Κέντρο Πολιτικών και Συνταγματικών Μελετών, 2000, σ. 97-99. ISBN 978-84-259-1110-1
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Ο Οίκος της Αραγωνίας: Η Γενεαλογία μιας μεσογειακής μοναρχίας, από Fuertes de Gilbert Rojo, M. (2004)
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Muñoz, J. Á., Sesma (2003). Ιστορία του Μεσαίωνα. Μια σύνθεση ερμηνεία (3η έκδοση). Μαδρίτη: Alianza Editorial. σελ. 408-409. ISBN 84-206-8690-5. 
  5. 5,0 5,1 Mitre, E. (1979). Μεσαιωνική Ισπανία (1η έκδοση). Μαδρίτη: Istmo. σελ. 339-354. ISBN 84-7090-094-3.