Νέα Αθηναϊκή Σχολή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γ. Ροϊλός, Οι ποιητές (π. 1919). Λάδι σε μουσαμά, 130 εκ. x 170 εκ. Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός». Μεγάλοι ποιητές της γενιάς του 1880. Στα δεξιά της σύνθεσης απεικονίζεται ο Α. Προβελέγγιος να διαβάζει κάποιο ποίημά του, ενώ από τα αριστερά προς τα δεξιά διακρίνονται οι Γεώργιος Στρατήγης, Γεώργιος Δροσίνης, Ιωάννης Πολέμης, Κωστής Παλαμάς, Γεώργιος Σουρής και Αριστομένης Προβελέγγιος.

Με τον όρο Νέα Αθηναϊκή Σχολή αναφέρεται το σύνολο των ποιητών που εμφανίστηκαν στη νεοελληνική λογοτεχνία μετά το 1880, με προεξάρχουσα μορφή τον Κωστή Παλαμά. Ο όρος χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή προς την Α΄ Αθηναϊκή Σχολή. Αντ' αυτού συχνά χρησιμοποιείται και ο όρος Γενιά του 1880, επειδή τα πρώτα ανανεωτικά έργα εμφανίστηκαν το 1880. Οι ποιητές της γενιάς αυτής, ήταν νέοι ποιητές που αντιδρούσαν στις υπερβολές του αθηναϊκού ρομαντισμού και ενδιαφέρονταν για την καθιέρωση της δημοτικής στον ποιητικό λόγο.

Η παρακμή του ρομαντισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά το διάστημα 1830-1880 στην ελληνική ποίηση κυριαρχούσε ο ρομαντισμός της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής, η οποία όμως είχε αρχίσει να παρακμάζει από το 1870 περίπου. Οι περισσότεροι ποιητές έγραφαν συνήθως ατημέλητα, με αδιαφορία και για τη μορφή αλλά και για το περιεχόμενο των ποιημάτων: κατέφευγαν σε εύκολες ομοιοκαταληξίες χρησιμοποιώντας αταίριαστες λέξεις, με αποτέλεσμα όχι μόνο παράλογο, αλλά και συχνά κωμικό, ή εξέφραζαν υπερβολικά συναισθήματα απαισιοδοξίας και μελαγχολίας στα όρια του πενθισμού και της θανατολαγνείας. Κυρίαρχη γλώσσα της ποίησης ήταν η καθαρεύουσα και μάλιστα στους ποιητικούς διαγωνισμούς αρχικά τουλάχιστον απαγορευόταν η υποβολή ποιημάτων γραμμένων στη δημοτική. Η νέα γενιά όμως παρακολουθούσε τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, όπου ο ρομαντισμός είχε παρακμάσει και είχαν εμφανιστεί νέες τάσεις, όπως ο παρνασσισμός, και παράλληλα ενδιαφερόταν για το γλωσσικό ζήτημα και για τη χρήση της δημοτικής στη λογοτεχνία. Ήταν φυσικό λοιπόν οι εκφραστικές τους ανάγκες να μην καλύπτονται από την «παλαιά» ποίηση.

Η αντίδραση και οι πρώτες ενδείξεις αλλαγής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήδη από τη δεκαετία του 1870 είχαν εμφανιστεί αντιδράσεις για την παρακμή της ποίησης. Οι σπουδαιότερες απ' αυτές είναι:

Ποιητές στο μεταίχμιο μεταξύ παλαιάς και νέας ποίησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως ήταν φυσικό, η ανανέωση του ποιητικού λόγου δεν μπορούσε να εκδηλωθεί χωρίς προετοιμασία, ούτε βέβαια να επικρατήσει αμέσως. Είναι ενδεικτικό εξ άλλου το γεγονός ότι και ο Κωστής Παλαμάς είχε υποβάλει στον προτελευταίο Βουτσιναίο διαγωνισμό το 1876 μια ποιητική συλλογή σε καθαρεύουσα, με τίτλο Ερώτων έπη, η οποία είχε χαρακτηριστεί από την κριτική επιτροπή ως «λογιωτάτου γραμματικού ψυχρότατα στιχουργικά γυμνάσματα». Κάποιοι ποιητές που εμφανίστηκαν στην δεκαετία 1870 με ποιήματα διαφορετικά από το κλίμα της Α' Αθηναϊκής Σχολής αλλά δεν ακολούθησαν αμέσως ή ολοκληρωτικά τις νέες τάσεις της γενιάς του 1880 είναι οι Γεώργιος Βιζυηνός, Αριστομένης Προβελέγγιος, Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος. Αυτοί οι ποιητές ταλαντεύτηκαν μεταξύ καθαρεύουσας και δημοτικής και ο λόγος για τον οποίο θεωρούνται ότι βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ παλαιάς και Νέας Αθηναϊκής Σχολής είναι το γεγονός ότι δεν συνέχισαν τις υπερβολές των Αθηναίων ρομαντικών αλλά παρουσίασαν ποιήματα με επιμελημένο στίχο και συγκρατημένη ευαισθησία χωρίς ακραίους συναισθηματισμούς. Γι' αυτόν τον λόγο ο Κωστής Παλαμάς τους ενέτασε εν μέρει στην ομάδα των ποιητών της γενιάς του.

Η αλλαγή του 1880[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σημαντικότεροι σταθμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η χρονολογία 1880 έχει οριστεί ως ορόσημο διότι εκείνη τη χρονιά εκδόθηκαν δύο ποιητικές συλλογές που εκφράζουν αυτό ακριβώς το πνεύμα της αλλαγής: Οι Στίχοι του Νίκου Καμπά και οι Ιστοί Αράχνης του Δροσίνη. (Ο Δροσίνης υπέγραφε τα ποιήματά του στον «Ραμπαγά» με το ψευδώνυμο "Αράχνη"). Ο Κωστής Παλαμάς όρισε ως πρώτους σταθμούς στην ποιητική εξέλιξη της νέας γενιάς την συλλογή του Παπαδιαμαντόπουλου Τρυγόνες και Έχιδναι (1878), τους Στίχους του Καμπά και τα Ειδύλλια του Δροσίνη: «Οι Τρυγόνες και Έχιδναι σα ν' αποχαιρετούσαν κάτι που έσβυνεν· οι Στίχοι του Καμπά σαν να πρωτο χαιρετούσαν κάποιο ξημέρωμα. Του Γ. Δροσίνη τα Ειδύλλια σαν να το εβεβαίωναν».[1] Το σπουδαιότερο ποιητικό γεγονός όμως ήταν η έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του Κωστή Παλαμά το 1886, με τίτλο Τα τραγούδια της πατρίδος μου. Από τότε ο Παλαμάς επιβλήθηκε και κυριάρχησε με το έργο του, με αποτέλεσμα όλη η παραγωγή της περιόδου, μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα και την εμφάνιση νέων τάσεων, να κινείται «στη βαριά σκιά του Παλαμά», όπως είχε γράψει χαρακτηριστικά ο Κ.Θ.Δημαράς[2].

Οι κυριότεροι εκπρόσωποι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ποιητές που πρωταγωνίστησαν στην εμφάνιση της γενιάς του 1880 ξεκίνησαν από τα ανανεωτικά έντυπα όπως ο Ραμπαγάς και το Μη χάνεσαι, όπου έγραφαν ποιήματα σατιρικά ή εμπνευσμένα από καθημερινά θέματα. Εκτός από τους Παλαμά, Δροσίνη και Καμπά που αναφέρθηκαν προηγουμένως, τότε εμφανίστηκαν και άλλοι ποιητές όπως ο Γεώργιος Σουρής και ο Ιωάννης Πολέμης. Από αυτούς ουσιαστική εξέλιξη στην ποιητική του τέχνη παρουσίασε μόνο ο Παλαμάς. Ο Καμπάς εγκατέλειψε αμέσως την ποίηση, ενώ από τους υπόλοιπους, ο Σουρής ακολούθησε τον δρόμο της σάτιρας ενώ οι άλλοι παρέμειναν στο ίδιο ποιητικό επίπεδο, χωρίς ιδιαίτερη εξέλιξη ή ανανέωση της τεχνικής τους. Γύρω στα τέλη της δεκαετίας του '80 και μέσα στην δεκαετία του '90 παρουσιάστηκαν νέοι ποιητές όπως ο Κώστας Κρυστάλλης, ο Αλέξανδρος Πάλλης, ο Αργύρης Εφταλιώτης και ο Ιωάννης Γρυπάρης. Στο τέλος του αιώνα έγινε μια νέα απόπειρα ανανέωσης της ποίησης από τον κύκλο των περιοδικών Η Τέχνη και Ο Διόνυσος. Οι ποιητές που ξεκίνησαν από τον κύκλο των περιοδικών αυτών ακολούθησαν κυρίως το ρεύμα του συμβολισμού, ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για τις βορειοευρωπαϊκές λογοτεχνίες (Γερμανία, Ρωσία, Σκανδιναβία) και άσκησαν κριτική ακόμα και σε αξίες που είχαν καθιερωθεί τις προηγούμενες δεκαετίες, όπως τον Ψυχάρη ή την ηθογραφία. Οι σημαντικότεροι ποιητές του κύκλου αυτού είναι οι Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, Λάμπρος Πορφύρας, εκπρόσωποι του συμβολισμού, και ο Μιλτιάδης Μαλακάσης, που ακολούθησε δικούς του εκφραστικούς τρόπους χωρίς να εντάσσεται σε κάποιο ρεύμα. Ήταν ποιητές χαμηλών τόνων που έδρασαν κατά την περίοδο της μεγάλης ακμής του Παλαμά και παρέμειναν στην «βαριά σκιά» του, γι' αυτό και αναφέρονται σε αυτό το άρθρο.

Τα χαρακτηριστικά της νέας ποίησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σημαντικότερη αλλαγή που έφεραν οι ποιητές της Νέας Αθηναϊκής Σχολής ήταν η ολοκληρωτική πλέον καθιέρωση της χρήσης της δημοτικής στην ποίηση. Εκτός όμως από την αλλαγή στην γλώσσα, έφεραν και γενικότερη ανανέωση του ποιητικού λόγου: εγκατέλειψαν τον στόμφο και τις ρητορικές εξάρσεις του αθηναϊκού ρομαντισμού και στράφηκαν σε θέματα περισσότερο οικεία και καθημερινά, που ευνοούσαν τους χαμηλούς τόνους. Ακόμη και το προσφιλές στους ρομαντικούς θέμα του έρωτα το χειρίστηκαν χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, με θερμότητα και γνησιότητα στην έκφραση των συναισθημάτων τους. Ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την επιμελημένη μορφή του στίχου και προτίμησαν μικρά στροφικά σχήματα που η συντομία τους επέτρεπε την καλύτερη επεξεργασία. Σημαντικό ρόλο στην στιχουργική φροντίδα έπαιξε και η έμπνευση των περισσοτέρων από το ρεύμα του γαλλικού παρνασσισμού. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι ο Γεώργιος Δροσίνης στην πρώτη του ποιητική συλλογή προέταξε μερικούς στίχους του Γάλλου Παρνασσιστή Coppée. Η φροντίδα για την στιχουργική επιμέλεια αποδεικνύεται ιδιαίτερα από την συχνή χρήση της μορφής του σονέτου, με χαρακτηριστικά δείγματα τα σονέτα του Παλαμά και του Γρυπάρη.

Ένα άλλο γεγονός που έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ανανέωση των θεμάτων της ποίησης ήταν η ανάπτυξη της επιστήμης της Λαογραφίας χάρη στο έργο του Νικόλαου Πολίτη. Η λαογραφία προσέφερε στους λογοτέχνες της εποχής (όχι μόνο τους ποιητές, αλλά και τους πεζογράφους) νέα θέματα για έμπνευση, από την καθημερινή ζωή του λαού, αλλά και νέα ποιητικά πρότυπα (δημοτικό τραγούδι) από τα οποία θα μπορούσαν να παραδειγματιστούν. Η επίδραση από την ανάπτυξη της λαογραφίας είναι φανερή σε συλλογές όπως τα Ειδύλλια του Δροσίνη, τα Τραγούδια της Πατρίδος μου του Παλαμά αλλά και στην στιχουργική λίγο νεότερων ποιητών, όπως ο Κώστας Κρυστάλλης. Ανάλογη σημασία είχε και η μελέτη της μεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας και λογοτεχνίας που άνθιζε εκείνη την εποχή: η ιστορία του Βυζαντίου και η δημώδης λογοτεχνία, όπως ο Διγενής Ακρίτας, προσέφεραν νέα θέματα που αξιοποιήθηκαν από ποιητές όπως ο Παλαμάς.

Η γλωσσική διδασκαλία του Ψυχάρη ήταν και αυτή καθοριστική για την διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της ποιητικής γενιάς του 1880. Οι απόψεις του Ψυχάρη επέδρασαν ιδιαίτερα στο έργο δύο λογοτεχνών που έγραψαν ποιήματα και πεζά ακολουθώντας τις αρχές του Ψυχάρη, του Αλέξανδρου Πάλλη και του Αργύρη Εφταλιώτη.

Προς το τέλος του αιώνα μια ανανέωση προήλθε από την εμφάνιση του συμβολισμού, που επηρέασε το έργο παλαιοτέρων όπως του Παλαμά και του Γρυπάρη , ενώ νέοι ποιητές όπως ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος και ο Λάμπρος Πορφύρας έγραψαν αποκλειστικά ακολουθώντας αυτό το ρεύμα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Αποστολίδου 1992, σελ. 242.
  2. Ιστορία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, σελ. 411.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αποστολίδου Βενετία, Ο Κωστής Παλαμάς ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Θεμέλιο, Αθήνα 1992.
  • Δημαράς Κ. Θ., Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Ίκαρος 1975.
  • Πολίτης Λ., Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1978.
  • Πολίτης Λ., Ποιητική ανθολογία, τ. Στ'. Ο Παλαμάς και οι σύγχρονοί του, Δωδώνη, Αθήνα 1998.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]