Μοριορί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι Μοριορί είναι ιθαγενής πληθυσμός στα Νησιά Τσάταμ (Rekohu στη Μοριορί γλώσσα), ανατολικά του αρχιπελάγους της Νέας Ζηλανδίας.

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Μοριορί κατάγονται, εθνολογικά και πολιτιστικά, από τους Πολυνήσιους του Ειρηνικού Ωκεανού. Αν και είχαν γίνει υποθέσεις πως εγκαταστάθηκαν στα Νησιά Τσάταμ απευθείας από τα ισημερινά Πολυνησιακά νησιά, οι μελετητές συμφωνούν σήμερα πως οι πρόγονοι των Μοριορί μετανάστευσαν ως Μαορί από το νοτιότερο σημείο του Νοτίου Νησιού της Νέας Ζηλανδίας περίπου το 1500 μ.Χ. (βλέπε την παραπομπή για τον Clark 1994 που παρατίθεται στο τμήμα παραπομπών παρακάτω). Τα στοιχεία που υποστηρίζουν τη θεωρία αυτή πηγάζουν από την ομοιότητα της γλώσσας των Μοριορί με την Μαορί διάλεκτο που ομιλείται από την φυλή Ngai Tahu του Νοτίου Νησιού, συγκρίσεις των γενεαλογιών των Μοριορι ("hokopapa") και των Μαορί ("whakapapa") και άλλα. Είναι πιθανόν η λέξη Μοριορί να προέκυψε από γλωσσολογικό αναδιπλασιασμό για να δώσει έμφαση σε συγκεκριμένη ταυτότητα: αν Maori ισοδυναμούσε με τους "ανθρώπους" γενικά, τότε το Maori-aori θα ισοδυναμούσε με το "οι άνθρωποί μας". Έτσι τα Νησιά Τσάταμ έγιναν το τελευταίο μέρος στον Ειρηνικό που αποικίστηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου της Πολυνησιακής ανακάλυψης και αποικισμού.

Προσαρμογή στο δριμύ κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Νησιά Τσάταμ διαθέτουν περιβάλλον ψυχρότερο και δριμύτερο από αυτό που είχαν αφήσει πίσω οι άποικοι, και με δυσκολία μπορούν να συντηρήσουν έναν πληθυσμό. Τα Τσάταμ αποδείχτηκαν ακατάλληλα για την καλλιέργεια των περισσοτέρων σοδειών που ήταν γνωστές στους Πολυνήσιους, και οι Μοριόρι υιοθέτησαν έναν κυνηγετικό-συλλεκτικό τρόπο ζωής. Λόγω της έλλειψης πηγών για πολιτιστική χρήση όπως ο φλεβίτης ή η άφθονη ξυλεία, βρήκαν διέξοδο στις πολιτιστικές τους παρορμήσεις φτιάχνοντας δενδρογλυφίες.

Εισβολή του 1835 από την Ταρανάκι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως μικρός και αντιμέτωπος με πολλές δυσκολίες πληθυσμός, οι Μοριορί υιοθέτησαν έναν ειρηνικό πολιτισμό που αυστηρά απέφευγε τις πολεμικές συγκρούσεις, υποκαθιστώντας τις με την επίλυση διαφωνιών με τη μορφή τελετουργικής πάλης και με τον συμβιβασμό. Το 1835 κάποιοι πληθυσμοί Ngāti Mutunga και Ngāti Tama, Μαορί από την περιοχή Ταρανάκι του Βορείου Νησιού της Νέας Ζηλανδίας, μίσθωσαν ένα Ευρωπαϊκό καράβι, το Rodney, και αποβιβάστηκαν στα Τσάταμ. Επιδόθηκαν σε σφαγή και κανιβαλισμό των Μοριορί, σκλαβώνοντας τους επιζώντες. Οι ειρηνιστές Μοριορί αρνήθηκαν να πολεμήσουν και έτσι οι νεοαφιχθέντες Μαορί, που τακτικά επίλυαν τις διαμάχες τους με πολεμικά μέσα, τους νίκησαν εύκολα.

Η κοινά διατηρημένη άποψη πως οι Μαορί εισβολείς εξαφάνισαν εντελώς τους Μοριορί χρειάζεται διόρθωσης.[εκκρεμεί παραπομπή] Αν και ο Τόμμυ Σόλομον, ο τελευταίος Μοριορι μη-μεικτής γενεαλογίας, πέθανε το 1933, αρκετές χιλιάδες απόγονοι των Μοριορί παραμένουν ζωντανοί σήμερα.

Αναβίωση του πολιτισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί μια αναβίωση του ενδιαφέροντος για τον πολιτισμό και την ταυτότητα των Μοριορί, και μερικοί απόγονοι των Μοριορί έχουν διατυπώσει διεκδικήσεις εναντίον της κυβέρνησης της Νέας Ζηλανδίας μέσω του Δικαστήριου Γουαϊτάνγκι, ένα δικαστήριο που εγκαθιδρύθηκε για να αποζημίωση Μαορί για γη που έχασαν από απάτη ή με τη βία από το 1840.

Ο καταρριφθείς μύθος των Μοριορί στη Νέα Ζηλανδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο λαϊκός πολιτισμός της Νέας Ζηλανδίας των αρχών του εικοστού αιώνα επί μακράν υπoστήριζε έναν αβάσιμο μύθο πως οι "Μοριορί", μια φυλή μικρόσωμων σκουρόχρωμων ανθρώπων πιθανής Μελανησιακής καταγωγής, κατοίκησαν αρχικά τη Νέα Ζηλανδία προτού οι περισσότερο ανοιχτόχρωμοι Μαορί καταφθάσουν και τους διώξουν στα Τσάταμ. Η ιστορία αυτή προωθούσε βολικά ρατσιστικά στερεότυπα και δικαιολογούσε την ιδέα αποίκισης από πολιτιστικά "ανώτερους", αλλά δεν διαθέτει καμία ιστορική ή ανθρωπολογική αξία και είναι παντελώς αβάσιμη και φανταστική. Το βιβλίο του Μάικλ Κινγκ Moriori: A People Rediscovered (2000) (Μοριορί: Ένας Λαός που Ξανανακαλύφθηκε) παρέχει την μόνη περιεκτική και συστηματική έκθεση για τους Μοριορί. Η έκδοσή του βοήθησε να διαλυθούν τελικά μακροχρόνιες ψεύτικες καταχωρήσεις και αναλήθειες για τους Μοριορί που κυκλοφορούσαν πρωτύτερα μεταξύ του πληθυσμού της Νέας Ζηλανδίας.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Clark, Ross (1994). Moriori and Maori: The Linguistic Evidence. In Sutton, Douglas G. (Ed.) (1994), The Origins of the First New Zealanders. Auckland: Auckland University Press, pp. 123–-135.
  • King, Michael (2000). Moriori: A People Rediscovered (Revised Edition). Published by Viking. ISBN 0140103910. Original edition 1989.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]