Μονοφυσιτισμός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μονοφυσιτισμός ή ευτυχιανισμός ονομάζεται ένα χριστιανικό δόγμα, κατά το οποίο η θεία φύση του Κυρίου Ιησού Χριστού θεωρείται κυρίαρχη επί της ανθρώπινης. Οι μονοφυσιτιστές, όπως αποκαλούνται, θεωρούν πως η θεία φύση του Χριστού απορρόφησε την ανθρώπινη και την εξαφάνισε.

Είναι σημαντικό ρεύμα της χριστιανικής ιδεολογίας. Εμφανίστηκε τον 5ο αιώνα και ιδρυτής του είναι ο Ευτυχής, εξού και το όνομα ευτυχιανισμός. Η θεωρία του μονοφυσιτισμού υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε από τη θεία φύση ως «σταγόνα μέλιτος στον ωκεανό». Καταδικάστηκε από την Δ' Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451 μ.Χ και την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 553 μ.Χ. όπου και διατυπώθηκε το ορθόδοξο δόγμα, σύμφωνα με το οποίο ο Ιησούς υπάρχει σε ένα μόνο πρόσωπο και με δύο φύσεις, την ανθρώπινη και τη θεία, «ενωμένες και μη συγχεόμενες».

Εξαπλώθηκε κυρίως στις ανατολικές επαρχίες του Βυζαντινού Κράτους, δηλαδή στη Συρία, την Παλαιστίνη, τη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο. Για να μπορέσουν να απαλλαγούν από την σκληρή στάση που επέδειξε ο Ιουστινιανός και οι κατοπινοί αυτοκράτορες εναντίον τους, αναγκάστηκαν να αποδεχτούν την κυριαρχία των Αράβων. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος και ο Πατριάρχης Σέργιος, θέλησαν να συγκρατήσουν τους μονοφυσίτες με θεολογικές εκφράσεις ηπιότερες από εκείνες των προκατόχων τους, με αποτέλεσμα τον μονοθελητισμό, του οποίου εισηγητής και υποστηρικτής υπήρξε ο πατριάρχης Σέργιος.

Ο μονοφυσιτισμός δεν είναι ένα ενιαίο ρεύμα αλλά περικλείει διάφορες τάσεις, με διάφορους δογματικούς λογισμούς και εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα.

Η διδασκαλία του μονοφυσιτισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο μονοφυσιτισμός που βρισκόταν στον αντίποδα τού νεστοριανισμού, επηρεαζόταν αισθητά από τις διαρχικές αντιλήψεις (πνεύμα–ύλη) τού νεοπλατωνισμού και από τις ιδιαίτερες χριστολογικές τάσεις της αρχαίας Αλεξανδρινής σχολής. Οι ιδέες του είχαν συγγένεια προς τα διδάγματα τού απολλιναρισμού.

Βασικό πρόβλημα της αρχαίας ελληνικής σκέψεως στο χώρο της φιλοσοφίας ήταν ο καθορισμός της σχέσεως μεταξύ πνεύματος και ύλης, μεταξύ τού απολύτου και τού κόσμου. Δύο δε τρόποι καθορισμού ήσαν δυνατοί: ο μονιστικός, κατά τον οποίο το πεπερασμένο εκλαμβάνεται πανθεϊστικά ως εκδήλωση τού άπειρου και αιώνιου, και ο δυϊστικός, ο οποίος εκλαμβάνει το αισθητό ως προϊόν πτώσεως, το οποίο πρέπει ν’ απορροφηθεί και ν’ αναλυθεί στο θείο. Οι τελευταίες αυτές ιδέες, ορφικής κυρίως προελεύσεως, υιοθετήθηκαν από τον πλατωνισμό και τον νεοπλατωνισμό και επηρέασαν αισθητά τη θεολογική σκέψη του μονοφυσιτισμού.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]