Μιχαήλ Δέφνερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μιχαήλ Δέφνερ
Ο Μιχαήλ Δέφνερ στο Λεύκωμα Ολυμπιακών Αγώνων 1896
Γέννηση18  Σεπτεμβρίου 1848[1][2]
Ντόναουβερτ[3]
Θάνατος15  Οκτωβρίου 1934[1][2]
Αθήνα[4]
ΥπηκοότηταΓερμανία και Ελλάδα
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Μονάχου και Πανεπιστήμιο της Λειψίας
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςτσακωνική διάλεκτος και ποντιακή διάλεκτος
Ιδιότηταγλωσσολόγος, αρχαιολόγος και κλασικός φιλόλογος

Ο Μιχαήλ Δέφνερ (γερμανικά: Joseph Michael Deffner, Γιόζεφ Μίχαελ Ντέφνερ) (1848 - 1934) ήταν Γερμανός κλασικός φιλόλογος και γλωσσολόγος που έγινε γνωστός για τις μελέτες του σχετικά με την Τσακωνική διάλεκτο.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1848 στο Ντοναουβέρτ της Βαυαρίας. Σπούδασε κλασική φιλολογία και γλωσσολογία στα Πανεπιστήμια του Μονάχου και της Λειψίας και το 1871 μετέβη στην Αθήνα ως καθηγητής Λατινικής γλώσσας. Στη συνέχεια έλαβε την ελληνική υπηκοότητα.[5] Την περίοδο από το 1872 έως το 1878 ήταν υφηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Επιστημών του Βερολίνου, ενός εκ των προκατόχων της Ακαδημίας Επιστημών και Κλασικών Μελετών του Βερολίνου-Βραδεμβούργου, μετέβη στην Πελοπόννησο για να μελετήσει τη Μανιάτικη και τη Τσακωνική διάλεκτο. Ενώ βρισκόταν στην Πελοπόννησο πραγματοποίησε κυρίως αρχαιολογικό έργο, εκτός από τις μελέτες του για τη Τσακωνική διάλεκτο. Το καλοκαίρι του 1876 εργάστηκε για την Ακαδημία του Βερολίνου στο Βιλαέτι της Τραπεζούντας, μελετώντας τη Ποντιακή διάλεκτο. Ένα τμήμα της έρευνας πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο και ένα άλλο έγινε από τον Ιωάννη Παρχαρίδη, έναν ντόπιο ορφανό μαθητή ο οποίος εργαζόταν σε μια εμπορική εταιρεία για να συντηρεί την οικογένεια του. Ο Παρχαρίδης φυλακίστηκε από τις τουρκικές αρχές με την κατηγορία της κατασκοπείας. Ο Δέφνερ και ο Έλληνας υποπρόξενος Ναπολέων Μπέτσος εξασφάλισαν την αποφυλάκιση του και τον βοήθησαν να μετοικήσει στην Ελλάδα για να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Από το 1877 έως το 1910 ο Δέφνερ ήταν υποδιευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας στην Αθήνα.[6]

Ο Δέφνερ διήθυνε αρχαιολογικές ανασκαφές στην χερσόνησο των Μεθάνων και στη Σκύρο. Στα Μέθανα ανακάλυψε έναν αρχαίο λίθινο θρόνο, τον «Θρόνο των Θεών». Τα ευρήματά του έχουν καταγραφεί στα ανακοινωθέντα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Η φωτογραφική τεκμηρίωση του από τα Μέθανα διατηρείται στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών.

Ήταν εκδότης των εξής περιοδικών: του Archiv für mittel- und neugriechische philologie, γερμανόφωνο περιοδικό για τις μεσαιωνικές και σύγχρονες Ελληνικές σπουδές, του Beiträge zur Kunde der indogermanischen Sprachen, περιοδικό αφιερωμένο στις Ινδο-ευρωπαϊκές σπουδές το οποίο χρηματοδοτούνταν από τον Βαλτικιστή Άνταλμπερτ Μπέτσενμπέργκερ και της Ελληνογερμανικής εφημερίδας Νέα Ελλάς.

Απεβίωσε στις 15 Οκτωβρίου 1934 στην Αθήνα.

Ο Δέφνερ είναι επίτιμος δημότης του Λεωνιδίου στην Πελοπόννησο.[7].

Κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο οικονομικός αναλυτής, γλωσσολόγος και συνεργάτης του Thesaurus Linguae Graecae, Νικ Νίκολας επέκρινε τις ερευνητικές μεθόδους του Δέφνερ στη μελέτη του για τη Τσακωνική διάλεκτο σε ένα γλωσσολογικό ιστολόγιο, με τίτλο στο κειμενό του «Μιχαήλ Δέφνερ: αχρείος» ("Michael Deffner: Scoundrel"), το οποίο δημοσιεύθηκε το 2009.

Ο Νίκολας, ο οποίος είναι επίσης ηλεκτρολόγος μηχανικός, εστίασε τη διδακτορική έρευνα του στις ηλεκτρονικές μεθόδους για την ανάλυση της γραμματικής και συντακτικής δομής λέξεων και φράσεων σε διάφορες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένης και της μητρικής του ελληνικής και των διαλέκτων της. Στο τέλος διηύθυνε δημοσιευμένες και αδημοσίευτες έρευνες στην Τσακωνική και άλλες διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας, οι οποίες παρουσιάζουν ενδιαφέροντα προβλήματα με αυτή την ανάλυση. Το γεγονός αυτό του έδωσε ευρεία οικειότητα με ολόκληρη τη μελέτη της Τσακωνικής, συμπεριλαμβανομένου και του έργου του Δέφνερ.

Στην κριτική του, ο Νίκολας σημειώνει πως οι κριτικές για τον Δέφνερ δεν ξεκίνησαν από τον ίδιο, αλλά από έναν σύγχρονο του Δέφνερ τον Ουμπέρ Περνό, ο οποίος είχε δηλώσει πως ο Δέφνερ «τα έκανε θάλασσα» με τη Τσακωνική φωνολογία.

Ο Νίκολας ασκεί ιδιαίτερη κριτική για ένα παιδικό παραμύθι, Πεντάμορφο του κόσμου. Παρανύθι για τα καμπζία Τα Τσακώνικα γρούσσα το οποίο ήταν ένα παρόμοιο με τη Χιονάτη παραμύθι, γραμμένο σε μια κάπως εκκεντρική Τσακωνική γλώσσα, την οποία ο Δέφνερ υπέβαλλε σε διάφορες επιστημονικές κοινότητες χωρίς κάποια εξήγηση. Από την στιγμή που ο Δέφνερ δεν επιβεβαίωσε ποτέ πως η ιστορία ήταν ένα αυθεντικό Τσακώνικο παραμύθι που συνελέγη στο πεδίο της έρευνας, ο Νίκολας δεν αποκαλεί τον Δέφνερ απατεώνα, αλλά κατακρίνει την έλλειψη εξειδίκευσης στο θέμα και την υποβολή του παραμυθιού σε επιστημονικά περιοδικά χωρίς την κατάλληλη αναφορά προέλευσης. Όπως ισχυρίζεται, αυτό αποτελεί μια επιστημονική παρέλευση η οποία είναι το ακαδημαϊκό ισοδύναμο της αμαρτίας της Χριστιανικής πίστης, της βλασφημίας προς το Άγιο Πνεύμα, που αποτελεί ασυγχώρητο ατόπημα.[8]

Ο Δέφνερ δέχθηκε κριτικές επίσης για τους υπερβολικούς ισχυρισμούς του για τη διατήρηση του Αρχαιοελληνικού απαρέμφατου στις Ποντιακές διαλέκτους του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Το 1977, ο Δ.Ε. Τομπαΐδης, Έλληνας γλωσσολόγος με Ποντιακή καταγωγή, ξεκίνησε μια έρευνα για τους Χριστιανούς Έλληνες Πόντιους πρόσφυγες που διέμεναν στην Ελλάδα για να μελετήσει αν μπορούσε να βρει ίχνη του απαρέμφατου, το οποίο ο ίδιος δεν είχε ακούσει ποτέ από τους Έλληνες του Πόντου. Κατάφερε να βρει έναν μόνο πληροφορητή ο οποίος μπορούσε να κατανοήσει το απαρέμφατο. Αντιθέτως, οι υπόλοιποι ομιλητές, χρησιμοποιούσαν ένα υπαγόμενο μόριο σε συνδυασμό με ένα πεπερασμένο ρήμα σε τρίτο προσώπο, όπως συμβαίνει και στη νέα ελληνική γλώσσα. Δεν μπορούσαν όλοι οι Έλληνες Πόντιοι πρόσφυγες να αφομοιώσουν γρήγορα τη νέα ελληνική γλώσσα και δεκαετίες αργότερα μπορούσαν ακόμη να αναπαράγουν οποιαδήποτε άλλη Ποντιακή δομή, οδηγώντας τον Τομπαΐδη στο συμπέρασμα πως το Ποντιακό απαρέμφατο είχε ήδη χαθεί την περίοδο που οι Χριστιανοί Πόντιοι εκδιώχθηκαν από τη Μικρά Ασία κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε τον Τομπαΐδη στο συμπέρασμα, πως ο Δέφνερ δεν ήταν αξιόπιστη πηγή.[9] Ο Τομπαΐδης δεν κατονομάζει τον πληροφορητή ο οποίος είχε την ικανότητα να κατανοήσει και να χρησιμοποιήσει το απαρέμφατο, αλλά ο Νίκολας θεωρεί πως τα γραπτά στοιχεία αποκαλύπτουν πως ο πληροφορητής ήταν ο Οδυσσέας Λαμψίδης, Πόντιος ιστορικός του οποίου η προσωπική γνώση του Ποντιακού απαρεμφάτου θα μπορούσε να είχε επηρεαστεί από την γνώση του σε παλαιότερες μορφές της Ποντιακής διαλέκτου αλλά και άλλες μορφές της Ελληνικής γλώσσας.[10]

Από την άλλη, ενώ το απαρέμφατο φαίνεται να έχει ουσιαστικά εξαφανιστεί από τους Χριστιανούς Πόντιους, υπάρχουν στοιχεία πως αυτό παραμένει σε πολύ περιορισμένη χρήση στους Μουσουλμάνους Ρωμιούς της Τουρκίας και τη διάλεκτό τους Ρωμαίικα.[11] Σε αυτούς συμπεριλαμβάνεται η Ποντιακή φυλή του Όφεος, την οποία ο Δέφνερ περιέγραψε με βάση πληροφορίες που του παρείχε ο προστατευόμενος του, Ιωάννης Παρχαρίδης.

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Neograeca. Dissertation Universität Leipzig 1871.
  • Zakonische Grammatik, Α΄. Berlin 1881. (Το Β΄ μέρος δεν δημοσιεύτηκε ποτέ)[5]
  • Meine wissenschaftliche Laufbahn in Kürze, 1881
  • Meine Verbannung nach Skyros und Kreta (1917–1919)
  • Η χλωρίς της Τσακωνιάς. Τυπογραφική Εταιρία Χρίστου & Σια, Αθήνα 1922 (Βασιλική Γεωργική Εταιρία, Γεωπονική Βιβλιοθήκη, αριθ. 2)
  • Λεξικόν τής Τσακωνικής διάλεκτου. Αθήνα 1923.
  • Meine amtliche wissenschaftliche Tätigkeit während der 56 Jahre meines Lebens in Griechenland (1871–1927)
  • Lebenslauf
  • Συνέταξε επίσης το Λεξικό της Τραπεζουντιακής Διαλέκτου το οποίο δεν έχει εκδοθεί.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10  Μαΐου 2014.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb129929255. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 20  Δεκεμβρίου 2014.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  5. 5,0 5,1 5,2 «Μιχαήλ Δέφνερ - Michael Deffner». arcadia.ceid.upatras.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Απριλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2016. 
  6. Σαπκίδη, Όλγα (4 Νοεμβρίου 2002). «Παρχαρίδης Ιωάννης». Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού - Μικρά Ασία. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2016. 
  7. «Auf den Spuren eines Gelehrten». Augsburger Allgemeine. 13 Ιουλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-03-06. https://web.archive.org/web/20160306014743/http://www.augsburger-allgemeine.de/donauwoerth/Auf-den-Spuren-eines-Gelehrten-id6108611.html. Ανακτήθηκε στις 2016-10-07. 
  8. Nicholas, Nick (26 Απριλίου 2009). «Michael Deffner, scoundrel». hellenisteukontos.blogspot.gr. Ανακτήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2016. 
  9. Tombaidis, D.E. (1977). «L'Infinitf dans le Dialecte Grec du Pont Euxin». Balkan Studies (τχ. 18): σσ. 155-174. 
  10. Nicholas, Nick (23 Ιανουαρίου 2011). «Pontic infinitive, real and imagined». hellenisteukontos.blogspot.gr. Ανακτήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2016. 
  11. Sitaridou, I. (2014). «The Romeyka Infinitive: Continuity, Contact and Change in the Hellenic varieties of Pontus». Diachronika (τχ. 31.1): σσ. 23-73. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2014-03-10. https://web.archive.org/web/20140310235701/http://www.romeyka.org/the-linguistic-profile-of-romeyka/infinitive. Ανακτήθηκε στις 2016-10-08. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Otto M. Deffner: Michael Deffner (1848–1934). Der Hellenist, der Graecophile, der Grieche, in: Mitteilungen des historischen Vereins für Donauwörth und Umgebung 1997, σσ. 5–11.
  • Πβ. Θαν. Π. Κωστάκης: Προσθήκες και διορθώσεις στη Χλωρίδα της Τσακωνιάς του Μιχαήλ Δέφνερ. στο: Mélanges offerts à Octave et Melpo Merlier, I. Αθήνα 1956, σσ. 133–156.
  • Ottmar Seuffert: Der Griechenlandforscher Dr. Michael Deffner im Spiegel seiner Briefe (1871–1891), στο: Mitteilungen des historischen Vereins für Donauwörth und Umgebung 1997, σσ. 12–48.
  • Jutta Stroszeck: Der Sprachforscher Michael Deffner als Archäologe, στο: Mitteilungen des historischen Vereins für Donauwörth und Umgebung 1997, σσ. 49–89.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]