Μετοχή (γραμματική)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η μετοχή είναι ρηματικός τύπος που φανερώνει χρόνο και διάθεση. Η μετοχή της παθητικής φωνής μοιάζει με όνομα Επίθετο αφού έχει γένη και κλίνεται.

Η μετοχή λοιπόν είναι κατά ένα μέρος ρήμα (χρόνος, διάθεση) και κατά ένα μέρος όνομα (γένος, κλίση), δηλαδή μετέχει και στα δύο είδη του λόγου.

Η ενεργητική μετοχή φανερώνει τον τρόπο που εκδηλώνεται η ενέργεια του ρήματος, και είναι άκλιτη. Έχει κατάληξη -οντας (π.χ. τρέχοντας) ή -ώντας (π.χ. τραβώντας).

Η παθητική μετοχή φανερώνει ότι η ενέργεια του ρήματος έχει επηρεάσει το υποκείμενο σε παρελθόντα χρόνο, και είναι κλιτή με τρία γένη (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο) και δύο αριθμούς (ενικό, πληθυντικό). Έχει κατάληξη (για το αρσενικό γένος):

  • συνήθως, -μένος, π.χ. φοβισμένος, κοιμισμένος.
  • αν είναι προπαροξύτονη, -όμενος, π.χ. ερχόμενος. Ειδικά οι μετοχές που προέρχονται από ρήματα δεύτερης συζυγίας καταλήγουν σε -ώμενος, π.χ. περισπώμενος.
  • αν είναι παροξύτονη, -ωμένος, π.χ. αγχωμένος.

Ορισμένες μετοχές, με την συχνή χρήση, μετατρέπονται σε ουσιαστικά, π.χ. η Οικουμένη (ήταν αρχικά η Οικουμένη Γη).