Μεσογειακοί Αγώνες (ποδόσφαιρο)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το ποδόσφαιρο εντάχθηκε στους Μεσογειακούς αγώνες από την πρώτη κιόλας διοργάνωση του 1951 που πραγματοποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια και αποτελεί ένα σταθερό άθλημα για όλες τις διοργανώσεις. Το μεσογειακό ποδοσφαιρικό τουρνουά υποκατέστησε το Μεσογειακό Κύπελλο Ποδοσφαίρου που είχε ξεκινήσει το 1949, με αποτέλεσμα το κύπελλο να διακοπεί μετά την τρίτη διοργάνωση που έληξε το 1958. Στην ιστορία της διοργάνωσης έντεκα χώρες έχουν κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο και 13 έχουν ανέβει στο βάθρο. Πολυνίκης του θεσμού είναι η Ιταλία που έχει τις περισσότερες κατακτήσεις με 4 τίτλους.

Συμμετοχές - Σύστημα διεξαγωγής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αριθμός των συμμετοχών αρχικά ήταν μικρός (μόνο τρεις χώρες μετείχαν το 1951) αλλά σταδιακά αυξήθηκε και από το 1963 μετέχουν τουλάχιστον 8 χώρες. Το 1997 στο Μπάρι μετείχαν 13 χώρες, που είναι αριθμός ρεκόρ. Τo σύστημα διεξαγωγής του τουρνουά προσαρμόζεται στον αριθμό των συμμετοχών. Στις πρώτες διοργανώσεις υπήρχε ενιαίος όμιλος λόγω των λίγων χωρών που μετείχαν. Με την σταδιακή αύξηση του αριθμού συμμετοχών, από το 1963 καθιερώθηκε προκριματική φάση σε δύο ή τρεις ομίλους και σύστημα νοκ-άουτ από τον ημιτελικό και μετά.

Η σύνθεση των ομάδων που μετέχουν καθορίζεται από τους κανονισμούς της Δ.Ο.Ε. Παλαιότερα συμμετείχαν μόνο ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές από τις χώρες που είχαν επαγγελματικά πρωταθλήματα. Μεταγενέστερα καθιερώθηκε η ποδοσφαιρική μεσογειακή ομάδα, όπως και η ολυμπιακή, να είναι η εθνική ομάδα Κ-23, δηλαδή με ποδοσφαιριστές κάτω των 23 ετών.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]