Μεσαιωνική Θερμή Περίοδος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Διακύμανση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας ως συνάρτηση του χρόνου, για την περίοδο των τελευταίων 2.000 ετών. Με μαύρο χρώμα παρουσιάζονται μετρήσεις που καταγράφηκαν σε μετεωρολογικούς σταθμούς.

Στη κλιματολογία και ειδικότερα στην ιστορία του κλίματος, με τον όρο Μεσαιωνική Θερμή Περίοδος, (ΜΘΠ, διεθνώς MWP), αλλιώς και Μεσαιωνικό Κλιματικό Βέλτιστο ή Μικρό Κλιματικό Βέλτιστο, χαρακτηρίζεται η χρονική περίοδος που εκτείνεται από το 750 μέχρι το 1250 μ.Χ.[1] κατά την οποία το κλίμα παρουσίαζε ιδιαίτερα υψηλή θερμοκρασία σε πολλές περιοχές της Γης, συγκριτικά με προηγούμενες και νεότερες εποχές. Η κλιματολογική εκείνη αλλαγή σημειώθηκε την περίοδο του Μεσαίωνα, για αυτό και της έχει αποδοθεί επίσημα ο χαρακτηρισμός «μεσαιωνική».

Έχουν εκφραστεί διαφωνίες ως προς την παγκοσμιότητα της μεσαιωνικής θερμής περιόδου, λαμβάνοντας υπόψη πως ο χρόνος των παρατηρούμενων αλλαγών διαφέρει σημαντικά ανά γεωγραφική περιοχή.[2] Υποστηρίζεται πως σε μεγάλο βαθμό περιορίστηκε στην ευρύτερη περιοχή του Βόρειου Ατλαντικού.[3] Άλλες εκτιμήσεις υποστηρίζουν πως υπήρξε παγκόσμιο φαινόμενο, χωρίς ωστόσο να αποφαίνονται οριστικά.[4]

Συμπεράσματα για το κλίμα της μεσαιωνικής εποχής λαμβάνονται με διάφορους τρόπους μετρήσεων, ραδιοχρονολογήσεις, παρατηρήσεις πυρήνων πάγου και ιζημάτων σε ορισμένα σημεία της Γης, με κυρίαρχο σημείο τη θάλασσα των Σαργασσών. Διαφορετικές εκτιμήσεις της μέσης θερμοκρασίας του βόρειου ημισφαιρίου συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως οι θερμοκρασίες από τον 11ο αιώνα έως τον 14ο αιώνα ήταν υψηλότερες κατά 0,2 °C, συγκριτικά με τις θερμοκρασίες του 15ου - 19ου αιώνα, αλλά μάλλον χαμηλότερες από αυτές στα μέσα του 20ού αιώνα.[3] Από δενδροχρονολογήσεις σε 14 τοποθεσίες, στη Βόρεια Αμερική και την Ευρασία, η θέρμανση κατά την μεσαιωνική περίοδο βρέθηκε ότι ήταν μεγαλύτερη κατά την περίοδο 950 - 1045.[5] Όπως προκύπτει από άλλους υπολογισμούς που συνδυάζουν δεδομένα διαφορετικών μετρήσεων ποικίλων μεθόδων, η περίοδος μέγιστης θέρμανσης τοποθετείται χρονικά στο διάστημα 1000 - 1100, με θερμοκρασίες που πλησιάζουν εκείνες του 20ού αιώνα πριν το 1990.[6]

Η ύπαρξη μεσαιωνικής θερμής περιόδου έχει χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα κατά της ερμηνείας της παγκόσμιας υπερθέρμανσης του 20ού αιώνα ως αποτέλεσμα της βιομηχανικής ανάπτυξης, με δεδομένο ότι εκείνη προηγήθηκε της βιομηχανικής επανάστασης.

Μετά την Μεσαιωνική Θερμή Περίοδο ακολούθησε η λεγόμενη Μικρή Εποχή των Παγετώνων (ΜΕΠ), και ειδικότερα από τον 13ο μέχρι τον 18ο αιώνα, αν και φαίνεται ότι έληξε οριστικά μόλις τον 19ο αιώνα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Nunn, Patrick D. Climate, Environment, and Society in the Pacific during the Last Millennium, Volume 6 (Developments in Earth and Environmental Sciences), Elsevier Science, 2007, σ. 12.
  2. Crowley, Thomas J. and Lowery, Thomas S. Ambio, Vol. 29 No. 1, Feb. 2000, pp. 51-54.
  3. 3,0 3,1 Folland, C.K., T.R. Karl, J.R. Christy, R.A. Clarke, G.V. Gruza, J. Jouzel, M.E. Mann, J. Oerlemans, M.J. Salinger and S.-W. Wang, 2001: Observed Climate Variability and Change. In: Climate Change 2001: The Scientific Basis. Contribution of Working Group I to the Third Assessment Report of the Intergovernmental Panel on Climate Change [Houghton, J.T., Y. Ding, D.J. Griggs, M. Noguer, P.J. van der Linden, X. Dai, K. Maskell, and C.A. Johnson (eds.)]. Cambridge University Press, Cambridge, United Kingdom and New York, NY, USA, 881pp.
  4. Βλ. ενδεικτικά Broecker, W. S. (2001). Was the Medieval Warm Period global? Science, 291, 1497–1499.
  5. Esper, J., Cook, E.R., and Schweingruber, F.H., 2002. Low-frequency signals in long tree-ring chronologies for reconstructing temperature variability. Science, 295, 2250–2253.
  6. Moberg et al., Nature 433, 613-617 (2005).

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γ. Ι. Μακρή, Δ/ντή Μετεωρολογικού Ινστιτούτου Αθήνας, «Ο Καιρός», Αθήναι 1990.