Μάχη της τάφρου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μάχη της Τάφρου)

Μάχη της Τάφρου,(αραβικά: غزوة الخندق, Ghazwah al-Khandaq) ονομάζεται η πολιορκία της Μεδίνας, για 23 μέρες, από τους αντιπάλους του προφήτη Μωάμεθ, -τη φυλή των Κουραϊσιτών- της Μέκκας. Η μάχη –όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται- έλαβε χώρα από τις 24 Φεβρουαρίου του 627 μέχρι τις 18 Μαρτίου του ίδιου έτους.

Οι Κουραϊσίτες της Μέκκας, συνασπιζόμενοι με άλλες αραβικές αλλά κυρίως ιουδαϊκές φυλές που ζούσαν στη Μεδίνα, ξεκινούν με 10000 άντρες για να πολεμήσουν και να εξολοθρεύσουν τον Μωάμεθ και τους πιστούς του. Οι μουσουλμάνοι ύστερα από τη συμβουλή ενός Πέρση που βρισκόταν εκείνη την περίοδο στη Μεδίνα, σκάβουν μια τάφρο μπροστά από τα τείχη της πόλης, και εξαναγκάζουν τους αντιπάλους τους, να σταματήσουν μπροστά της. Οι μέρες περνούν, οι μουσουλμάνοι αντιστέκονται σθεναρά, οι Κουραϊσίτες και οι σύμμαχοι δεν μπορούν να περάσουν την τάφρο και στο τέλος μια καταιγίδα που ξεσπά, και αναστατώνει ολόκληρο το στρατόπεδο, κάνει τους Κουραϊσίτες, να αποφασίσουν τη λύση της πολιορκίας και να επιστρέψουν άπρακτοι και με το ηθικό τους πεσμένο, πίσω στη Μέκκα.

Αναμνηστική επιγραφή σε ένα από τα σημεία της τάφρου

Τα αίτια της μάχης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούνιο (αρχή του νέου έτους για τους Άραβες) του 626 φήμες έφτασαν στη Μεδίνα, ότι κάποιες πατριές των φυλών των Γκαταφάν, σχεδίαζαν επιδρομή στην όαση. Με το που εμφανίζεται στην πεδιάδα ο Μωάμεθ με 400 πολεμιστές, οι αντίπαλοι εξαφανίζονται. Τον Σεπτέμβρη του 626 ο Μωάμεθ, επικεφαλής 1000 πολεμιστών επέδραμε στην περιοχή του Ντουμάτ ελ- Ζαντάλ-μια όαση στα σύνορα με τη Συρία- που δέχτηκε την επιδρομή των φυλών του Καλμπ. Το αποτέλεσμα εκτός από να διώξουν τους Κάλμπ, και να πάρουν τα πρόβατά τους, ήταν να δείξουν στις άλλες φυλές του βορρά, ότι τώρα υπήρχε μια νέα δύναμη, ισχυρότερη από όλες.[1]

Όταν ο Μωάμεθ πήγε στη Μεδίνα, βρήκε τις εβραϊκές πατριές των Ναντίρ (Nadir), των Κουάινκα (Quainqa) και των Κουραϊζάχ (Quraizah), με τις οποίες συμφώνησε σε μια ειρηνική διαβίωση μαζί τους, και σε βοήθεια του ενός προς τον άλλο σε περίπτωση πολεμικών επιχειρήσεων. Μετά τη Μάχη του Μπαντρ, όμως, η πατριά των Κουάινκα, ακύρωσε τη συμφωνία με τον Μωάμεθ – βλέποντας τους πιστούς αυτής της νέας θρησκείας να απειλούν με τον όγκο τους, τη δική τους θρησκεία. Ο Μωάμεθ τους πολέμησε και τελικά αυτή η πατριά εκδιώχθηκε από τους μουσουλμάνους και μετανάστευσε στη Συρία. Μετά τη μάχη του Ουχούντ και η πατριά των Ναντίρ, έσπασαν τη συνθήκη. Ο Μωάμεθ αντιμετώπισε και αυτούς με τον ίδιο τρόπο, μερικοί έφυγαν για τη Συρία αλλά οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Χαϋμπάρ, βόρεια της Μεδίνας. Σε αντίθεση με αυτούς, η πατριά των Κουάινκα, ζούσε σε ειρήνη και σε συμμαχία με τους μουσουλμάνους. Έτσι, η πατριά των Ναντίρ, ήρθε σε επαφή με τους κατ’ εξοχήν εχθρούς των μουσουλμάνων, τους Κουραϊσίτες στη Μέκκα. Το καλοκαίρι του 626, τα δυο μέρη αποφασίστηκε και επίσημα να συμμαχήσουν για να πολεμήσουν τους Μωαμεθανούς.

Εντωμεταξύ οι διωγμένες από τον Μωάμεθ εβραϊκές πατριές των Ναντίρ ήταν αποφασισμένες να πάρουν πίσω τα εδάφη τους. Οι ελπίδες στηρίζονταν στην επόμενη επίθεση που οι Κουραϊσίτες ετοιμάζονταν να κάνουν στη Μεδίνα. Στις αρχές του 627, διαπραγματεύσεις συμμαχίας μεταξύ Εβραίων και Κουραϊσιτών άρχισαν στη Μέκκα. Πράγματι, όρκος συμμαχίας που δόθηκε στην Κααμπα, έδεσε τους δυο συμμάχους. Οι Ναντίρ, επιφορτίστηκαν να φέρουν με το μέρος τους, τις υπόλοιπες εβραϊκές φυλές αλλά και τις υπόλοιπες αραβικές της περιοχής. Έτσι πήγαν στους Γκατφάν (Ghatfan) και στους μπανί Ασάντ (Bani Asad), καθώς και σε μικρότερες φυλές και όλοι συμφώνησαν σε μια από κοινού επίθεση. Για τους Μεκκανούς, όσο υπήρχαν στη Μεδίνα, οι Μουσουλμάνοι ο εμπορικός δρόμος για τη Συρία ήταν κλειστός.

Οι Κουραϊσίτες θα έβαζαν την πολεμική δύναμη των 4000 αντρών που είχαν. Τη μεγαλύτερη εκείνη την περίοδο. [οι προετοιμασίες άρχισαν τον Φλεβάρη του 627. οι Κουραϊσίτες είχαν 4000 πεζούς, 300 πολεμικά άλογα και 1500 πολεμικές καμήλες. Η φυλή των Γκατφάν είχε 2000 πολεμιστές και η φυλή των Σουλαϊμ (Bani Sulaim), προσέφερε 700 πολεμιστές. Είχε σχηματιστεί μια δύναμη περίπου 10.000 αντρών με αρχηγό της εκστρατείας τον Κουραϊσίτη, Αμπού Σουφυάν][2]

Η πολιορκία αρχίζει[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξεκίνησαν από τη Μέκκα, ταυτόχρονα με μερικούς ιππείς που ξεκίνησαν για να ειδοποιήσουν τον Μωάμεθ. Είχαν μόνο μια εβδομάδα καιρό, πριν φτάσει ο στρατός, για να οργανώσουν την άμυνά τους. Ένας Πέρσης εξισλαμισμένος, ο Σαλμάν, είπε στον Προφήτη, ότι στην Περσία όταν θέλουν να αμυνθούν από επίθεση εφίππων, σκάβουν τάφρους γύρω από τις πόλεις. Τους πρότεινε να κάνουν το ίδιο και εκεί. Όλοι έπεσαν με τη μούτρα στο σκάψιμο της τάφρου, και μέσα σε 6 μέρες ήταν έτοιμη.

Έφτασαν και οι ειδήσεις ότι οι Κουραϊσίτες έρχονταν από τα νοτιοδυτικά ενώ οι φυλές των Γκαταφάν και των υπόλοιπων Αράβων έρχονταν από τα ανατολικά. Οι Μουσουλμάνοι παρατάχτηκαν πίσω από το τείχος της Μεδίνας, περίπου 3000 άντρες. Οι Μεκκανοί στρατοπέδευσαν στην περιοχή της Ουχούντ. Ο Αμπού Σουφυάν ήταν ο γενικός στρατηγός. Είδαν με έκπληξη την τάφρο και κατάλαβαν ότι τα άλογα πολύ δύσκολα μπορούσαν να την περάσουν, ενώ και οι τοξότες των μουσουλμάνων καραδοκούσαν. Εκτός αυτού, 200 άντρες φρουρούσαν την περίμετρο της τάφρου ενώ μια ομάδα 500 αντρών είχε οριστεί με σκοπό να μετακινείται εύκολα και γρήγορα σε όποιο μέρος του τείχους υπήρχε ανάγκη. Στο συμβούλιο που έκαναν, αποφάσισαν ότι η καλύτερη πολιτική ήταν η διπλή επίθεση κατά της πόλης έτσι ώστε να μοιραστούν οι υπερασπιστές της.

Ο Αμπού Σουφυάν βλέποντας την τάφρο φώναξε θυμωμένος : «μα τον Θεό! Οι Άραβες δεν πολεμάνε έτσι! [3]] Οι Μεκκανοί προσπάθησαν μια- δυο φορές να διαβούν την τάφρο, αλλά τα άλογα ασυνήθιστα σε κάτι τέτοιο, αρνήθηκαν να κατέβουν εκεί μέσα. Οι μέρες περνούσαν και οι επιθέσεις δεν είχαν καμιά επιτυχία. Κανείς βέβαια και από τις δύο πλευρές δεν είχε σκοτωθεί, όμως οι τραυματισμένοι από τα βέλη ήταν πολλοί.[4] Οι "Σύμμαχοι", προσπαθούσαν όλες τις μέρες να βρουν το ‘’ευάλωτο’’ τμήμα της τάφρου, για να την περάσουν. Στάθηκε αδύνατο. Το ηθικό και των δυο πλευρών άρχιζε να πέφτει. Οι μουσουλμάνοι γιατί τέλειωναν τα τρόφιμα. Οι "Σύμμαχοι," γιατί οι Άραβες ποτέ δεν πολιορκούσαν τις πόλεις για πολύ καιρό. Πάντα προτιμούσαν την αιφνιδιαστική εισβολή. Η υπομονή που απαιτεί μια πολιορκία, τους άγχωνε. Οι προμήθειες τροφής κόντευαν να τελειώσουν, και για τους ‘’Συμμάχους’’.

Οι Ιουδαίοι ανέλαβαν δράση. Ο αρχηγός τους ήρθε σε επαφή, με τους πιστούς στους μουσουλμάνους Κουραϊζάχ, για να τους πείσει να προδώσουν τους συμμάχους τους και μετά από πολύ επιμονή κατάφερε να τους πείσει. Συμφώνησαν λοιπόν σε ένα διπλό χτύπημα. Οι ‘’Σύμμαχοι’’ από έξω, οι Ιουδαίοι από μέσα. Οι Κουραϊζάχ, ζήτησαν δέκα μέρες προθεσμία για να προετοιμαστούν. Ο Μωάμεθ όμως, με τους κατασκόπους του, έμαθε για τις εξελίξεις αυτές. Άρχισε και αυτός να χρησιμοποιεί την ίδια τακτική. Ήρθε σε επαφή με τον αρχηγό των Γκαταφάν για να τον πείσει να προδώσει τους Κουραϊσίτες και να συμμαχήσει μαζί του. Οι συζητήσεις όμως δεν τελεσφόρησαν. Μόνο οι Ικριμάχ και Χαλίντ ιμπν Ουαλίντ, προσπάθησαν να περάσουν την τάφρο. Χρηιμοποίησαν ένα μικρό απόσπασμα, αλλά οι μουσουλμάνοι που φύλαγαν τα τείχη δεν τους άφησαν περιθώριο να προωθηθούν.

Η αλλαγή του καιρού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αλλαγή του καιρού, στις 18 Μαρτίου, ήρθε για να λύσει το πρόβλημα. Δυνατός αέρας από τα ανατολικά με βροχή ήρθε και κατέστρεψε τον καταυλισμό. Οι στρατιώτες σκόρπισαν προσπαθώντας να βρουν καταφύγιο. Η νύχτα έπεσε και η καταιγίδα μετατράπηκε σε τυφώνα. Οι τέντες αναποδογυρίστηκαν όλες, καμιά φωτιά δεν μπορούσε να ανάψει, ενώ οι άντρες υπέμεναν το κρύο μουσκεμένοι μέχρι το κόκαλο. Οι μουσουλμάνοι, καλύτερα προστατευμένοι υπέφεραν λιγότερο από τον αέρα. Ο Μωάμεθ έστειλε κατάσκοπο μέσα στο στρατόπεδο του εχθρού, ο οποίος κρυμμένος έμεινε μέχρι την αυγή, και άκουσε τον αρχηγό, τον Αμπού Σουφυάν, να διατάζει - πλήρως απογοητευμένος - αποχώρηση.

Την επόμενη μέρα τον ακολούθησαν και οι άλλοι σύμμαχοί του. Η μάχη είχε τελειώσει. Μόνο 4 υπήρξαν οι θάνατοι από κάθε πλευρά. Ήταν η τελευταία μάχη πριν την οριστική νίκη-κατάκτηση της Μέκκας από τους μουσουλμάνους.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Lings ‘’Muhammad life based on earliest sources’’ σελ. 213
  2. The Sword of Allah:Khalid bin Al-Waleed:His Life and Campaigns by Lieutenant-General A.I. Akram, σελ. 51
  3. Ibn Hissam, Vol.2, p.224
  4. Lings ‘’Muhammad life based on earliest sources’’ σελ. 223
  5. The Sword of Allah:Khalid bin Al-Waleed: His Life and Campaigns by Lieutenant-General A.I. Akram, σελ. 62.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Lieutenant-General A.I. Akram: "Sword of Allah: Khalid bin Al-Waleed:His Life and Campaigns", 1960
  • Lings: "Muhammad life based on earliest sources"