Μάχη της Μαντινείας (418 π.Χ.)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μάχη της Μαντίνειας (418 π.Χ.))
Μάχη της Μαντινείας (418 π.Χ.)
Χρονολογία418418
ΤόποςΜαντίνεια
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Άγις Β΄
Φάραξ
Ιππονοΐδας
Αριστοκλής
Λάχης
Νικόστρατος
Δυνάμεις
π. 9.000 οπλίτες
π. 8.000 οπλίτες
Απολογισμός
ΑπώλειεςΠ. 300 Λακεδαιμόνιοι και πολλοί σύμμαχοί τους
Π. 700 Αργείοι, 200 Μαντίνειοι, 200 Αθηναίοι και Αιγινήτες

Η Μάχη της Μαντίνειας (418 π.Χ.) έμεινε στην ιστορία ως η μεγαλύτερη μάχη μεταξύ οπλιτών του Πελοποννησιακού Πολέμου (θεωρητικά εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιό του), και μία από τις μεγαλύτερες της αρχαιότητας, μεταξύ οπλιτών.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 418 π. Χ. στην πεδιάδα έξω από την πόλη της Μαντίνειας οι Σπαρτιάτες οπλίτες παρατάχτηκαν απέναντι από τους Αργείους, ενώ αμφότερες οι παρατάξεις ενισχύονταν από συμμάχους. Οι μεν Σπαρτιάτες είχαν στο πλευρό τους, πέραν των ειλώτων (απελεύθερων και μη) και λοιπών Λακεδαιμονίων, τους Τεγεάτες, κάποιους Αρκάδες και οπλίτες από την περιοχή Σκιρίτιδα στα σύνορα μεταξύ της Λακεδαίμονος και της Αρκαδίας. Οι δε Αργείοι ενισχύθηκαν από τους Μαντινείς, κάποιους Αρκάδες και τους Αθηναίους. Όπως φαίνεται, η Αρκαδία παρουσιάστηκε διχασμένη, καθώς πόλεις της, έλαβαν μέρος στη μάχη μοιρασμένες και στις δύο πλευρές.

Η κύρια αιτία της μάχης και γενικότερα της σύγκρουσης ήταν η δυσαρέσκεια πολλών Πελοποννήσιων για την κυριαρχία της Σπάρτης αλλά και οι βλέψεις των Αργείων για μία δική τους άνοδο στα εδάφη της Πελοποννήσου.

Στην ίδια περιοχή διεξήχθη μάχη και το 362 π.Χ.

Προοίμιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το 421 π.Χ. και ενώ η Νικίειος Ειρήνη μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης ήταν εν ισχύς, οι Αθηναίοι - κυρίως μέσω του Αλκιβιάδη - άρχισαν να αναπτύσσουν σχέσεις με τη δημοκρατική μερίδα των πολιτών του Άργους. Απώτερος σκοπός τους ήταν να δημιουργήσουν προβλήματα στην κατ’ εξοχήν περιοχή των Σπαρτιατών που ήταν η Πελοπόννησος. Να σημειωθεί ότι η αριστοκρατική μερίδα του Άργους, ήταν παραδοσιακά με το μέρος των Σπαρτιατών και πρόθυμοι να στηρίξουν ένα ολιγαρχικό πολίτευμα.

Το έτος 418 π.Χ. οι Αργείοι μάζεψαν τους συμμάχους τους, συμπεριλαμβανομένης της πόλης του Ορχομενού (Αρκαδίας) και εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Μαντίνειας. Από τη βάση που έστησαν εκεί σκόπευαν να πιέσουν τους Τεγεάτες, οι οποίοι ήταν παραδοσιακοί σύμμαχοι των Σπαρτιατών (ήταν οι πρώτοι που συμμάχησαν με τους Σπαρτιάτες ήδη απ' τον 6ο αιώνα π.Χ θέτοντας τις βάσεις της Πελοποννησιακής Συμμαχίας) και η πόλη τους βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο στην είσοδο για τη Λακεδαίμονα. Να σημειωθεί ότι το Άργος δεν δεσμευόταν από τη Νικίειο Ειρήνη. Η Σπάρτη βέβαια, δε θα μπορούσε να μείνει άπραγη απ’ τη στιγμή που ένας σύμμαχός της απειλούνταν.

Γεγονότα πριν τη μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άμεσα ο βασιλιάς Άγις Β΄ οδήγησε τον στρατό των Σπαρτιατών στην επικράτεια της Μαντίνειας. Εκεί εφάρμοσε την γνωστή τακτική της ερήμωσης, καταστρέφοντας, καίγοντας και εκριζώνοντας τις σοδειές ώστε οι αντίπαλοι να βγουν και να πολεμήσουν. Δυστυχώς για αυτόν όμως, είτε λόγω προνοητικότητας των Αργείων είτε λόγω συγκυρίας, οι περισσότερες σοδειές είχαν συγκομισθεί και έτσι οι ζημιές ήταν περιορισμένες. Οι Αργείοι και οι σύμμαχοί τους, οι οποίοι περίμεναν ενισχύσεις από την Αθήνα και την Ήλιδα, δεν φαίνονταν πρόθυμοι να εμπλακούν σε μάχη. Όταν κάποια στιγμή εξήλθαν των τειχών, έλαβαν αμυντικές θέσεις, καταλαμβάνοντας τις πλαγιές των κοντινών λόφων. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί πως η συμμετοχή των Αθηναίων στη μάχη θα έδινε το χαριστικό χτύπημα στη Νικίειο Ειρήνη.

Ο Άγις βλέποντας τον εχθρό εκτός των τειχών, συγκρότησε τον στρατό του και κινήθηκε εναντίον των θέσεων των Αργείων. Οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοί τους βάδιζαν σε επικλινές έδαφος, με τους αντιπάλους να βρίσκονται σε υψηλότερη και πλεονεκτική θέση. Το γεγονός άρχισε να δυσαρεστεί το στράτευμα, ενώ ο Θουκυδίδης αναφέρει συγκεκριμένα ότι ένας εκ των μεγαλύτερων σε ηλικία αντρών, φώναξε στον Άγι ότι προσπαθεί να διορθώσει το λάθος του με ένα μεγαλύτερο.

Σ’ αυτό το σημείο να σημειώσουμε ότι ο Άγις έναν χρόνο πριν, και ενώ μπορούσε να πάρει μία βέβαιη νίκη έναντι των Αργείων, αποφάσισε για άγνωστο λόγο να συνθηκολογήσει μαζί τους. Το γεγονός εκείνο είχε προκαλέσει μεγάλη δυσαρέσκεια στη Σπάρτη και ο Άγις είχε επιπέσει σε δυσμένεια. Έκτοτε υποχρεώθηκε να έχει μαζί του μια δεκαμελής επιτροπή συμβούλων. Ίσως ο Άγις τώρα προσπαθούσε να εξιλεωθεί διατάζοντας την επίθεση στους λόφους, πάντως είναι σίγουρο ότι ο άνδρας που φώναξε στον Άγι για το λάθος που προσπαθεί να διορθώσει, εννοούσε εκείνη την συνθηκολόγησή του.

Εν τέλει ο Άγις ανακάλεσε την επίθεση και οι Σπαρτιάτες επέστρεψαν στην Τεγέα, όπου άρχισαν να μελετάνε τρόπους για να κατεβάσουν τους Αργείους από τους λόφους. Μεταξύ των προτάσεων, επικρατέστερη ήταν η εκτροπή των νερών του ποταμού της περιοχής, ώστε να πλημμυρίσουν και να αχρηστευτούν τα χωράφια τους. Αυτό σίγουρα θα έκανε τους αντιπάλους να έρθουν σε μάχη. 

Εν τω μεταξύ οι ενισχύσεις των Αργείων είχαν φτάσει. Οι ανώτεροι διοικητές των συμμαχικών δυνάμεων των Αργείων, αν και μέλη της αριστοκρατικής παράταξης (φιλικά προσκείμενοι προς τη Σπάρτη) πιεζόμενοι από τους πολίτες για μία νίκη, βγήκαν στην πεδιάδα και ανέμεναν τους Σπαρτιάτες.

Παράλληλα οι συμμαχικές δυνάμεις των Σπαρτιατών είχαν ήδη αρχίσει να κινούνται ξανά προς τη Μαντίνεια, χωρίς να γνωρίζουν τις τελευταίες εξελίξεις. Ξαφνικά και βγαίνοντας από δασώδη περιοχή βρέθηκαν, έκπληκτοι, ενώπιον του εχθρού. Αυτό ήταν. Η μάχη που τόσο ποθούσαν η Σπαρτιάτες επιτέλους θα ξεκίναγε.

Παράταξη στρατευμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραδοσιακά στις οπλιτικές μάχες, η δεξιά παράταξη απαρτίζονταν από επίλεκτους άνδρες.

Οι Αργείοι που η συνολική τους δύναμη έφτανε περί τους 8.000 οπλίτες, στη δεξιά πλευρά τοποθέτησαν τους Μαντινείς οπλίτες -αφού η μάχη δινόταν κοντά στην δική τους πόλη και ήταν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι- και άλλους ντόπιους Αρκάδες, ενώ δίπλα τους ακριβώς τοποθετήθηκε το επίλεκτο τμήμα των χιλίων Αργείων οπλιτών, η αφρόκρεμα του στρατεύματος. Συνεχίζοντας προς το κέντρο και αριστερά, τοποθετήθηκαν οι υπόλοιποι Αργείοι, Αρκάδες και τέλος οι 1.000 Αθηναίοι οπλίτες. Αριστερά του μετώπου, δίπλα από τους Αθηναίους έλαβε θέση το αθηναϊκό ιππικό.

Οι Σπαρτιάτες που η συνολική τους δύναμη έφτανε περί τους 9.000 οπλίτες τοποθέτησαν στο δεξιό κέρας τους Τεγεάτες-αφού η μάχη δινόταν για την υπεράσπιση της δικής τους πόλης- μαζί με μερικούς Σπαρτιάτες ως ενίσχυση στο δεξιό μέρος τους για να συγκρατούν- όσο αυτό ήταν δυνατόν- την αυθόρμητη τάση της φάλαγγας προς τα δεξιά. Συνεχίζοντας προς το κέντρο και αριστερά τοποθετήθηκαν οι Αρκάδες, το κυρίως σπαρτιατικό σώμα μαζί με λοιπούς Λακεδαιμόνιους, οι απελεύθεροι είλωτες και οι είλωτες που είχαν ακολουθήσει τον Βρασίδα στην εκστρατεία της Θράκης και τέλος το μέτωπο έκλεισαν οι Σκιρίτες. Εκατέρωθεν του μετώπου ο Άγις είχε τοποθετήσει το ιππικό των Λακεδαιμονίων, προκειμένου να προστατεύσει τα πλαϊνά του.  

Αμφότερες οι πλευρές θα πρέπει να είχαν μαζί και ελαφρά οπλισμένους στρατιώτες με ακόντια, μαχαίρια και σφεντόνες, για τους οποίους δε διαθέτουμε αρκετές πληροφορίες και δρούσαν κατά κόρον υποστηρικτικά στους οπλίτες.

Η μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παράταξη των στρατευμάτων και η εξέλιξη της Μάχης της Μαντίνειας το 418 π.Χ..

Αφού οι οπλίτες πήραν σχηματισμό φάλαγγας άρχισαν να βαδίζουν προς τον αντίπαλο. Λόγω του μεγέθους των δύο παρατάξεων άρχισε να διαφαίνεται έντονα μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της φάλαγγας των οπλιτών, η οποία στη μάχη της Μαντίνειας έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Η αδυναμία είχε να κάνει με το ότι ενώ η ασπίδα του καθενός κάλυπτε καλά την αριστερή πλευρά του, άφηνε πιο ευάλωτη τη δεξιά του. Για τον λόγο αυτό, ο κάθε οπλίτης είχε την τάση να κινείται προς το εξέχον μέρος της ασπίδας του εκ δεξιών του, προκειμένου να προστατευτεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όλο το μέτωπο να κινείται λοξώς δεξιά.

Εν τέλει όταν τα στρατεύματα έφτασαν σε απόσταση μάχης, το δεξιό κέρας του σπαρτιατικού στρατεύματος δηλαδή οι Τεγεάτες που είχαν ενισχυθεί με Σπαρτιάτες, είχαν επεκταθεί πέραν του αντίστοιχου αριστερού του αργείτικου στρατεύματος, δηλαδή των Αθηναίων. Στον αντίποδα, το δεξί κέρας των Αργείων που αποτελούνταν από Μαντινείς και Αρκάδες είχε επεκταθεί πέρα από το αριστερό μέρος της παράταξης των Σπαρτιατών, όπου βρισκόταν οι Σκιρίτες και οι απελεύθεροι είλωτες, αρκετά περισσότερο απ' αυτό των αντιπάλων τους αφού εκεί δεν υπήρχαν αντίστοιχα κάποιοι να συγκρατούν την κίνηση προς τα δεξιά όπως συνέβαινε στο κέρας των Τεγεατών όπου υπήρχαν μερικοί Σπαρτιάτες στα δεξιά τους με αυτή ακριβώς τη ευθύνη.

Σε αυτό το σημείο ο Άγις, φοβούμενος ότι το αριστερό μέρος του θα υπερφαλαγγιστεί, έστειλε διαταγή στους Σκιρίτες και στους απελεύθερους είλωτες να κινηθούν αριστερά. Μπορεί η κίνηση αυτή του Άγι να είχε μια λογική, απ’ την άλλη όμως απέκοψε τα δύο αυτά σκέλη από το υπόλοιπο μέτωπο, δημιουργώντας ένα κενό μεταξύ των ειλώτων και των Σπαρτιατών του κέντρου, το οποίο θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί ο αντίπαλος. Το κενό αυτό δεν άργησε να το αντιληφθεί ο Άγις, δίνοντας νέα διαταγή, αυτή τη φορά στους Σπαρτιάτες λοχαγούς, να μετακινήσουν μέρος των Σπαρτιατών οπλιτών (οι λεγόμενοι όμοιοι), προς τα αριστερά για την ενίσχυση των ειλώτων και των Σκιριτών. Καλώς ή κακώς, οι επικεφαλής αξιωματικοί δεν υπάκουσαν, προφανώς μη θέλοντας αυτό το κενό να δημιουργηθεί στο αμιγώς σπαρτιατικό σώμα. Μετά και την άρνηση των αξιωματικών, το αριστερό κέρας του συμμαχικού σπαρτιατικού στρατεύματος προσπάθησε να καλύψει το κενό κινούμενο ξανά δεξιά αλλά πλέον ήταν αργά.

Οι δύο στρατοί συγκρούστηκαν με τους Σκιρίτες και τους απελεύθερους είλωτες αποκομμένους από το υπόλοιπο στράτευμα. Οι Μαντινείς, οι Αρκάδες και το επίλεκτο τμήμα των χιλίων Αργείων εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο το κενό, απομονώνοντας πλήρως τους Σκιρίτες και τους απελεύθερους είλωτες. Αυτοί μην μπορώντας να αντέξουν την πίεση, άρχισαν να υποχωρούν, προφανώς οι γραμμές δεν διατηρήθηκαν και οι αντίπαλοι τους καταδίωξαν μέχρι τα μετόπισθεν, όπου βρισκόταν η εφοδιοπομπή των Σπαρτιατών. Ίσως αυτή η εφόρμηση των Αργείων όμως να τους στέρησε τη νίκη, αφού το αποτέλεσμά της ήταν να χωριστεί στα δύο και το δικό τους στράτευμα. Το αμιγώς σπαρτιατικό σώμα βρέθηκε αντιμέτωπο με πολίτες του Άργους, οι οποίοι-όπως και όλοι οι υπόλοιποι Έλληνες-ωχριούσαν μπροστά στους άριστα εκπαιδευμένους Σπαρτιάτες. Οι Αργείοι δεν άργησαν να τραπούν σε φυγή με αποτέλεσμα οι Αθηναίοι να βρεθούν ξαφνικά αντιμέτωποι με τους Σπαρτιάτες και τους Τεγεάτες και οι μόνοι λόγοι που δεν αποδεκατίστηκαν πλήρως ήταν επειδή τράπηκαν σε άτακτη φυγή χωρίς να δώσουν μάχη και η παρέμβαση του ιππικού τους που κάλυψε την οπισθοχώρηση.

Σε αυτό το σημείο λοιπόν, έχουμε επί της ουσίας δύο μικρότερες μάχες, σε καθεμία απ’ τις οποίες υπήρχε νικηφόρο τμήμα και των δύο αντίπαλων στρατοπέδων.

Ο Άγις ζυγίζοντας προφανώς την κατάσταση θεώρησε πιο φρόνιμο να συγκρατήσει το δεξιό κέρας της παράταξής του και να μην καταδιώξει το κέντρο και το αριστερό κέρας των αντιπάλων. Αντίθετα κάλεσε πίσω τους άντρες του και υπερφαλάγγισε τους Μαντινείς, τους Αρκάδες και το επίλεκτο τμήμα των χιλίων Αργείων που μέχρι εκείνη τη στιγμή κέρδιζε τη μάχη εναντίων των Σκιριτών και των απελεύθερων ειλώτων που όπως είπαμε πιο πάνω είχαν ήδη εισέλθει στην εφοδιοπομπή.

Σε αυτό το σημείο, παρεμβαίνει ένας Σπαρτιάτης αξιωματικός, ο Φάραξ, ο οποίος συμβουλεύει τον Άγι να δημιουργήσει εσκεμμένα ένα ρήγμα στον κλοιό, ώστε να μπορέσουν να διαφύγουν οι χίλιοι επίλεκτοι Αργείοι. Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης υποστηρίζει ότι ναι μεν ο λόγος αυτής της συμβουλής ίσως να έγκειται στο ότι οι Αργείοι, επίλεκτοι γαρ, θα προκαλούσαν απώλειες, πλην όμως δεν αποκλείει το γεγονός η συμβουλή να είχε πολιτική και διπλωματική σκοπιμότητα. Οι επίλεκτοι Αργείοι προέρχονταν κατά βάση από την τάξη των αριστοκρατικών, οι οποίοι παραδοσιακά ήταν φίλιοι προς τους Λακεδαιμόνιους. Σε περίπτωση αποδεκατισμού τους, η όποια επιρροή της Σπάρτης στο Άργος θα εκμηδενίζονταν. Ο Άγις ακολούθησε τη συμβουλή του Φάρακτα και οι επίλεκτοι του Άργους διέφυγαν.

Το τέλος της μάχης βρήκε το συμμαχικό στράτευμα των Σπαρτιατών νικητή, με ελάχιστους νεκρούς, ενώ στον αντίποδα οι Μαντινείς, οι κοινοί Αργείοι, οι Αθηναίοι και οι Αρκάδες μετρούσαν περισσότερους από χίλιους νεκρούς. Ελάχιστοι επίλεκτοι Αργείοι σκοτώθηκαν και αυτοί κατά την πρώτη φάση της μάχης.

Επίλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νικηφόρα έκβαση της μάχης για τους Σπαρτιάτες σήμαινε αύξηση του κύρους τους και έδειξε στους Πελοποννήσιους τι τους περιμένει σε περίπτωση αμφισβήτησης της σπαρτιάτικης κυριαρχίας. Για το Άργος ήταν η ταφόπλακα στα σχέδιά του για επικράτηση. Η δε Νικίειος Ειρήνη, η οποία ποτέ δεν έγινε σεβαστή από κανέναν, πληγώθηκε ανεπανόρθωτα και η συμμετοχή των Αθηναίων κατά τη μάχη στο πλευρό των Αργείων ήταν το προανάκρουσμα του δεύτερου μέρους του πελοποννησιακού πολέμου.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Philip De Souza: "Ο ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ I/Αθήνα εναντίον Σπάρτης", εκδόσεις "OSPREY PUBLISHING". Έκδοση για την Ελλάδα "Τέσσερα Πι,Α.Ε. Ειδικές Εκδόσεις", Αθήνα 2011.