Μάλκολμ Β΄ της Σκωτίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάλκολμ Β΄
Ευφάνταστη απεικόνιση του 17ου αιώνα για τον Μάλκολμ Β΄ βασιλιά των Αλπίνων, καθώς η πραγματική του απεικόνιση είναι άγνωστη
Βασιλιάς των Αλπίνων
Περίοδος1005–1034
ΠροκάτοχοςΚένεθ Γ΄
ΔιάδοχοςΝτάνκαν Α΄
Γέννηση5 Οκτωβρίου 954
Θάνατος25 Νοεμβρίου 1034 (80 ετών)
Γκλάμις
Τόπος ταφήςΙόνα
ΟίκοςΟίκος των Αλπινιδών
ΠατέραςΚένεθ Β΄ της Σκωτίας
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Μάλκολμ Β΄ της Σκωτίας ή Μάλκολμ ο Καταστροφέας (γαελικά: Mael Coluim mac Cinaeda, νεογαελικά: Maol Chaluim mac Choinnich, γνωστός στους βασιλικούς καταλόγους ως Malcolm II, 5 Οκτωβρίου 954 - 25 Νοεμβρίου 1034) βασιλιάς της Σκωτίας (1005 - 1034) ήταν γιος του Κένεθ Β΄ της Σκωτίας.[1]. Η προφητεία του Λένστερ καταγράφει τη μητέρα του σαν μια γυναίκα από το Λένστερ και του δίνει το προσωνύμιο Καταστροφέας.[2]

Τα Ιρλανδικά Χρονικά τον καταγράφουν με τον τίτλο Υψηλός βασιλιάς της Σκωτίας αλλά είχε και πολλούς υποτελείς βασιλείς μέσα στη Σκωτία όπως αντίστοιχα ο Μπρίαν Μπόρου ο Υψηλός βασιλιάς της Ιρλανδίας στην Ιρλανδία. Οι υπόλοιποι βασιλείς της Σκωτίας ήταν ο βασιλιάς του Στραθκλάιν που κυβερνούσε στα νοτιοδυτικά, οι Εβρίδες στις δυτικές ακτές που ήταν ο πιο δύσκολος αντίπαλος και οι μορμάροι του Μόρεϊ. Στα νότια υπήρχε η Αγγλία και οι κομητείες της Βερνικίας και της Νορθουμβρίας, οι προκάτοχοι τους βασιλείς της Νορθουμβρίας κυβέρνησαν το μεγαλύτερο τμήμα της νότιας Σκωτίας και πολλά εδάφη στα νοτιοανατολικά.[3] Ο Μάλκολμ Β΄ ήταν ανιψιός του Μάλκολμ Α΄ της Σκωτίας, το 997 η δολοφονία του Κωνσταντίνου Γ΄ χρεώνεται στον Κέννεθ Β΄ γιο του Μάλκολμ κάτι απίθανο επειδή είχε πεθάνει από το 995, πιθανότατα έκανε λάθος και ο δολοφόνος ήταν ο Κέννεθ Γ΄ που διαδέχθηκε τον Κωνσταντίνο Γ΄ ή πολύ πιθανό ο ίδιος ο Μάλκολμ γιος του Κέννεθ Β΄.[4] Όποιος από τους δυο και αν ήταν ο δολοφόνος δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Μάλκολμ Β΄ σκότωσε τον διάδοχο του Κωνσταντίνου Κένεθ Γ΄ της Σκωτίας (1005) σε μάχη στο Στραθίρν.[5] Ο Ιωάννης του Φορντάν γράφει ότι ο Μάλκολμ νίκησε έναν Νορβηγικό στρατό τις πρώτες μέρες μετά από τη στέψη του αλλά δεν αναφέρει περισσότερες πληροφορίες και ίδρυσε την επισκοπή του Φορντάν που μετακινήθηκε αργότερα στο Αμπερντίν για να τιμήσει τη νίκη του στους Νορβηγούς.[6]

Νέο σύστημα διαδοχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μάλκολμ Β΄ σαν Σκωτσέζος βασιλιάς ανέδειξε σπάνιες ικανότητες με τις οποίες παρέμεινε βασιλιάς 29 χρόνια. Η παράδοση του Μπρέχον αναφέρει ότι ο Μάλκολμ είχε επιλέξει τον διάδοχο του ανάμεσα στους απογόνους του βασιλιά Αέντ με τη σύμφωνη γνώμη των υπουργών και της εκκλησίας. Ο Μάλκολμ προσπάθησε φαινομενικά να τερματίσει τις διαμάχες στη βόρεια Σκωτία αλλά υπό την επίδραση του φεουδαρχικού συστήματος αγνόησε την παράδοση και προσπάθησε να εξασφαλίσει τη διαδοχή στη δική του γενεαλογική γραμμή. Ο Μάλκολμ Β΄ δεν είχε γιους γι'αυτό αναζήτησε τον διάδοχο με τους γάμους των θυγατέρων του : η κόρη του Μπεθόκ παντρεύτηκε τον Κρίναν αρχηγό του Οίκου του Ντάνκελντ και ηγούμενο του Ντάνκελντ. Η μικρότερη του κόρη Όλιθ παντρεύτηκε τον Σίγκουρντ, κόμη των Ορκάδων και η μεσαία του κόρη Ντονάτα, τον Φίνλεϊ, κόμη του Μόρεϊ και απόγονο της δυναστείας του Νταλ Ριάτα.

Οι ενέργειες του θεωρήθηκαν ρίσκο επειδή ήταν αντίθετες με τους κανόνες διαδοχής στη Σκωτία μέχρι την εποχή του αλλά κατάφερε να εξασφαλίσει ισχυρό πλεονέκτημα απέναντι στις επιδρομές των Βίκινγκ στην Αγγλία. Μετά τη νίκη του επί των Άγγλων στο Κάραμ (1018) τοποθέτησε τον εγγονό του Ντάνκαν ηγούμενο του Ντάνκελντ και την ίδια χρονιά τον Τανίστ στο Καρλάιλ βασιλιά της Κάμπρια.[7]

Βερνικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μάλκολμ Β΄ της Σκωτίας - έργο ανώνυμου Σκωτσέζου καλλιτέχνη (17ος αιώνας).

Η πρώτη αναφορά στη βασιλεία του Μάλκολμ Β΄ ήταν μια επίθεση από τη Βερνικία (1066) με τον νέο βασιλιά που ήθελε να δείξει τις ικανότητες του στον πόλεμο με την πολιορκία του Ντάραμ. Το αποτέλεσμα ήταν μια συντριπτική ήττα για τους Νορθούμβριους οι οποίοι σύμφωνα με τα Χρονικά του Ούλστερ είχαν αρχηγό τον Ούλτρεντ του Μπάμπουργκ μετέπειτα κόμη της Βερνικίας.[8]

Ένας δεύτερος πόλεμος στη Βερνικία γύρω στο 1018 ήταν περισσότερο επιτυχής, στη μάχη του Κάραμ στον ποταμό Τουίντ νικητές ήταν η συμμαχία των Σκωτσέζων του Μάλκολμ Β΄ και των αντρών του Στραθκλάιντ υπό την ηγεσία του βασιλιά τους Όουεν του Ισχυρού. Ο κόμης Ούχτρεντ μάλλον είχε πεθάνει και διορίστηκε κόμης της Νορθουμβρίας από τον γαμπρό του Κνούτο ο Έρικ Χάακονσον αλλά είχε περιορισμένη εξουσία μόνο στο πρώην βασίλειο της Ντέιρα και δεν ανέλαβε δράση εναντίον των Σκωτσέζων.[9] Ο αδελφός του Ούχτρεντ Ίντγουλφ Κουντέλ σύμφωνα με πληροφορίες παρέδωσε το Λόθιαν στον Μάλκολμ Β΄ την επόμενη μέρα μετά από την ήττα στο Κάραμ και τα εδάφη ανάμεσα στο Ντούνμπαρ και το Τουίντ, άλλα τμήματα του Λόθιαν είχαν βρεθεί από πριν στην κυριαρχία των Σκωτσέζων. Έχει ειπωθεί ότι ο Κνούτος δέχθηκε όρκο υποτέλειας από τους Σκωτσέζους για το Λόθιαν αλλά μάλλον δεν δέχθηκε από τους κόμητες της Βερνικίας.[10]

Κνούτος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κνούτος σύμφωνα με το Αγγλοσαξωνικό χρονικό όταν επέστρεψε από προσκύνημα στη Ρώμη έστειλε στρατό στη Σκωτία. Το χρονικό τοποθετεί το γεγονός γύρω στο 1031 αλλά για πολλούς λόγους μπορεί να μεταφερθεί το 1027 την εποχή που ο Βουργούνδιος χρονικογράφος Ροδόλφος Γκλάμπερ περιγράφει τον Μάλκολμ σαν ισχυρότατο σε πηγές και όπλα με βαθιά χριστιανική πίστη.[11][12] Ο Ροδόλφος αναφέρει ότι η ειρήνη ανάμεσα στον Μάλκολμ και τον Κνούτο έγινε με την παρέμβαση του Ριχάρδου Β΄ της Νορμανδίας που η αδελφή του Έμμα της Νορμανδίας ήταν δεύτερη σύζυγος του Κνούτου.[13]

Έχει υποτεθεί ότι η αιτία της σύγκρουσης ανάμεσα στον Κνούτο και τον Μάλκολμ ήταν το προσκύνημα του Κνούτου στη Ρώμη και η στέψη του αυτοκράτορα Κορράδου Β΄, τη στέψη τίμησαν ο Κνούτος και ο Ροδόλφος Γ΄ της Βουργουνδίας. Ο Μάλκολμ βρισκόταν στη στέψη, οι συνεχείς αναφορές στα Χρονικά για την ευσέβεια του συσχετίζουν την επίσκεψη του Κνούτου στη Ρώμη με την επίσκεψη του Μάλκολμ αργότερα, κατόπιν αρνήθηκε να δώσει στον Κνούτο όρκο υποτέλειας.[14] Ο Κνούτος έκανε προτάσεις ειρήνης και φιλίας στους Σκωτσέζους αλλά δεν έστειλε στρατιωτική βοήθεια στον βαθμό που έκαναν οι προηγούμενοι Άγγλοι βασιλείς όπως ο Έντγκαρ Α΄ ο Ειρηνικός. Οι πηγές γράφουν ότι στη συνοδεία του Μάλκολμ βρέθηκαν άλλοι δυο βασιλείς ο Μάκ Μπεθάντ και ίσως ο Έχαρμαχ μακ Ραγκνάιλ, βασιλιάς του Μαν, των Εβρίδων και του Γκαλογουέι.[15] Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό σημειώνει ότι ο Μάλκολμ υποτάχθηκε αλλά όχι για πολύ καιρό.[16] Ο Κνούτος στη συνέχεια δεν ασχολήθηκε ξανά με τη Σκωτία επειδή αφοσιώθηκε στην κατάκτηση της Νορβηγίας που διεκδικούσε ο Όλαφ Β΄ της Νορβηγίας.

Ορκάδες και Μόρεϊ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Όλιθ κόρη του Μάλκολμ Β΄ παντρεύτηκε τον Σίγκουρντ Χλόντβισον, κόμη των Ορκάδων.[17] Ο γιος τους Θόρφιν Σίγκουρντσον ήταν 5 ετών όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε στις 23 Απριλίου 1014 στη μάχη του Κλοντάρφ, σύμφωνα με τα Σάγκας των Ορκάδων μεγάλωσε στην αυλή του παππού του που του έδωσε τη μονμαρτεία του Καίθνες. Ο Σνόρρι Στούρλουσον αναφέρει ότι ο Θόρφιν ήταν σύμμαχος του βασιλιά της Σκωτίας και τον βοήθησε να αντιμετωπίσει την τυραννία του Νορβηγού βασιλιά Αγίου Όλαφ, ο θετός αδελφός του Θόρφιν είχε πεθάνει σαν όμηρος στην αυλή του.[18] Οι χρονολογίες σχετικά με τον Θόρφιν είναι προβληματικές, πολύ πιθανό ανέλαβε την εξουσία στις Ορκάδες όταν ήταν ακόμα παιδί 5 ετών (1014).[19] Μερικά χρόνια πριν τον θάνατο του Μάλκολμ Β΄ είχε αναλάβει σίγουρα την εξουσία του Καίθνες και των Ορκάδων αλλά είναι απίθανο να τη διατήρησε μετά τον θάνατο του παππού του.

Η περίπτωση να ασκούσε ο Μάλκολμ Β΄ τον έλεγχο του Μόρεϊ δεν έχει γίνει ιστορικά αποδεκτό, σύμφωνα με τα χρονικά ακολούθησε μια περίοδος από συγκρούσεις για τον έλεγχο της εξουσίας στα βόρεια. Ο πατέρας του Μακ Μπεθάντ Φίντλαχ μακ Ρουαντρί σκοτώθηκε από τους γιους του αδελφού του Μειλ Μπρίτζτ.[20] Ο Μειλ Κολουίμ μακ Μειλ Μπριτζτί ανέλαβε την εξουσία στο Μόρεϊ και ο θάνατος του καταγράφεται το 1029.[21] Σε αντίθεση με τα Ιρλανδικά χρονικά οι Άγγλοι και οι Σκανδιναβοί συγγραφείς φαίνεται ότι είδαν τον Μακ Μπεθάντ σαν νόμιμο βασιλιά του Μόρεϊ, αυτό είναι σαφές στις περιγραφές τους για τη συνάντηση του με τον Κνούτο (1027) πριν τον θάνατο του Μάλκολμ μακ Μειλ Μπριτζτί. Τον Μάλκολμ διαδέχθηκε σαν βασιλιάς ή κόμης ο αδελφός του Γκίλλε Κοεμγκαίν σύζυγος της Γκρουόχ της εγγονής του Κέννεθ Γ΄, ο Μακ Μπεθάντ θεωρήθηκε υπεύθυνος για τον θάνατο του Γκίλλε Κοεμγκαίν (1032) καθώς βρισκόταν σε σύγκρουση μαζί του επειδή τον θεωρούσε υπεύθυνο για τη δολοφονία του πατέρα του (1020). Ο Γκίλλε Κοεμγκαίν και ο γιος του Λούλαχ της Σκωτίας ίσως βρέθηκαν αντίπαλοι για τον θρόνο της Σκωτίας αφού ο Μάκβεθ της Σκωτίας δεν είχε παιδιά και η απειλή ήταν προφανής, την επόμενη χρονιά ο αδελφός ή ο ανιψιός της Γκρουόχ δολοφονήθηκε από τον Μάλκολμ.[22]

Στραθκλάιντ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σκιτσογραφία του λίθου Γκλάμις 2 στο ταφικό μνημείο του Μάλκολμ - 19ος αιώνας.

Είναι παραδοσιακά αποδεκτό ότι ο βασιλιάς του Στραθκλάιντ Όουεν ο Ισχυρός σκοτώθηκε στη μάχη του Καράμ και το βασίλειο πέρασε αμέσως μετά στα χέρια των Σκωτσέζων αλλά οι αποδείξεις είναι αναξιόπιστες. Δεν αναφέρεται πουθενά ότι ο Όουεν πέθανε στο Καράμ και είναι βέβαιο ότι υπήρχαν βασιλείς στο Στραθκλάιντ μέχρι το 1054 που ο Εδουάρδος ο Ομολογητής έστειλε τον κόμη Σιούαρντ να τοποθετήσει τον Μάλκολμ, γιο του βασιλιά της Κάμπριας. Η σύγχυση δημιουργήθηκε από τον Γουλιέλμο του Μαλμέσμπουρι και ενισχύθηκε από τον Ιωάννη του Φορντάν αλλά δεν υπάρχουν καθόλου αποδείξεις ότι το Στραθκλάιντ ήταν τμήμα του βασιλείου της Σκωτίας, μάλλον ήταν χαλαρά υποτελές βασίλειο μέχρι την εποχή του Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας.[23]

Ο Μάλκολμ Β΄ ακόμα και στην περίπτωση που είχε γιο είχε πεθάνει τη δεκαετία του 1030, η μόνη αναφορά σχετικά με γιο του υπάρχει στον χρονικογράφο Ροδόλφο Γκλάμπερ που αναφέρει ότι ο Κνούτος ήταν νονός σε έναν από τους γιους του Μάλκολμ.[24] Ο εγγονός του Θόρφιν ήταν ανεπιθύμητος για διάδοχος και ο Μάλκολμ Β΄ αναγκάστηκε να ορίσει διάδοχο του έναν από τους γιους της άλλης του κόρης Μπέθοκ η οποία παντρεύτηκε τον Κρίναν ηγούμενο του Ντάνκελντ και πιθανότατα μορμάρο του Άθολ. Τα Ιρλανδικά χρονικά καταγράφουν την ταφή του Ντάνκελντ (1027) χωρίς να γίνεται λεπτομερής αναφορά στις συνθήκες.[25] Ο Μάλκομ Β΄ αναγκάστηκε να ορίσει διάδοχο του τον γιο της Μπέθοκ Ντάνκαν Α΄ της Σκωτίας. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι ο Μάλκολμ Β΄ είχε και τρίτη κόρη που παντρεύτηκε τον Φίντλαχ μακ Ρουαντρί και εγγονός του ήταν ο Μακ Μπεθάντ αλλά οι αποδείξεις είναι ασθενείς.[26]

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μάλκολμ Β΄ πέθανε το 1034, ο Μαριάνους Σκότους δίνει την ημερομηνία θανάτου του στις 25 Νοεμβρίου 1034, οι βασιλικοί κατάλογοι καταγράφουν ότι πέθανε στο Γκλάμις και τον περιγράφουν νικηφόρο και δοξασμένο βασιλιά. Τα Χρονικά του Τίγκερναχ αναφέρουν : Ο Μάλκολμ, βασιλιάς της Σκωτίας και τιμητής της δυτικής Ευρώπης πέθανε". Η Προφητεία του Μπερχάν η οποία εμπνεύστηκε από τους λογαριασμούς του Ιωάννη του Φορντάν και του Άντριου του Γουίντον γράφουν ότι πέθανε "με τη βία" και έπεσε σε μάχη εναντίον "των πατροκτόνων" εννοώντας μάλλον τους γιους του Μπρίγκτε του Μόρεϊ.[27] Την πιο αξιόπιστη μαρτυρία για τον θάνατο του Μάλκολμ είναι ο λογαριασμός του Μαριάννους που αποσιωπάται από τα Ιρλανδικά Χρονικά, ο λογαριασμός λέει ότι τον διαδέχθηκε ο Ντάνκαν Α΄ και βασίλευσε πέντε χρόνια και εννιά μήνες. Δίνει την ημερομηνία θανάτου του το 1040 σε μια αρκετά ώριμη ηλικία, σύμφωνα με τα Χρονικά του Τίγκερναχ ήταν πολύ νέος άντρας το 1034, η απουσία αναφοράς για αντίσταση δείχνει ότι δεν συνάντησε καμιά αντίσταση σε όλη τη ζωή του.[28]

Η παράδοση που χρονολογείται από την εποχή του Φορντάν περιγράφει μια Πίκτικη πέτρα με το όνομα "Γκλάμις 2" σαν το "ταφικό μνημείο του Μάλκολμ". Η πέτρα είναι Β΄ τάξης και μοιάζει σαν πέτρα από την Εποχή του Ορείχαλκου, η χρονολόγηση είναι αβέβαιη έχουν προταθεί πολλές ημερομηνίες μετά τον 8ο αιώνα, με βάση την περιγραφή της εικονογραφίας για τον τάφο του Μάλκολμ πολλοί κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα.[29] Σχετικά με το υποθετικό προσκύνημα του Μάλκολμ στη Ρώμη δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο εκείνη την εποχή, ο Θόρφιν Σίγκουρντσον, ο Κνούτος και ο μακ Μπεθάν έχουν αναφερθεί. Ο Ρόγκνβαλντ Καλί Κόλσον διέσχισε τη Μεσόγειο τον 12ο αιώνα και ο Ντίφνουαλ του Στραθκλάιντ πέθανε σε προσκύνημα στη Ρώμη (975).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Skene, Chronicles, σσ. 99–100.
  2. Early Sources, pp. 574–575.
  3. Higham, pp. 226–227, notes that the kings of the English had neither lands nor mints north of the Tees.
  4. Early Sources, pp. 517–518. John of Fordun has Malcolm as the killer; Duncan, p. 46, credits Kenneth MacDuff with the death of Constantine.
  5. Chronicon Scotorum, s.a. 1005; Early Sources, pp. 521–524; Fordun, IV, xxxviii. Berchán places Cináed's death by the Earn.
  6. Early Sources, p. 525, note 1; Fordun, IV, xxxix–xl.
  7. 1. BETHOC [Beatrix Beatrice Betoch] "Genealogy of King William the Lyon" dated 1175 names "Betoch filii Malcolmi" as parent of "Malcolmi filii Dunecani". The Chronicle of the Scots and Picts dated 1177 names "Cran Abbatis de Dunkelden et Bethok filia Malcolm mac Kynnet" as parents of King Duncan. source Beatrice who married Crynyne Abthane of Dul and Steward of the Isles 2. DONADA [Dovada Duada Doada Donalda] R alph Holinshed's 1577 Chronicle of Scotland names "Doada" as second daughter of Malcolm II King of Scotland and adds that she married "Sinell the thane of Glammis, by whom she had issue one Makbeth". 3. OLITH [Alice Olith Anlite] Orkneyinga Saga records that "Earl Sigurd" married "the daughter of Malcolm King of Scots". Snorre records the marriage of "Sigurd the Thick" and "a daughter of the Scottish king Malcolm". Ulster journal of archaeology, Volume 6 By Ulster Archaeological Society names her as (Alice) wife of Sygurt and daughter of Malcolm II. The American historical magazine, Volume 2 By Publishing Society of New York, Americana Society pg 529 names her Olith or Alice.
  8. Duncan, pp. 27–28; Smyth, pp. 236–237; Annals of Ulster, s.a. 1006.
  9. Duncan, pp. 28–29 suggests that Earl Uchtred may not have died until 1018. Fletcher accepts that he died in Spring 1016 and the Eadwulf Cudel was Earl of Bernicia when Carham was fought in 1018; Higham, pp. 225–230, agrees. Smyth, pp. 236–237 reserves judgement as to the date of the battle, 1016 or 1018, and whether Uchtred was still living when it was fought. See also Stenton, pp. 418–419.
  10. Early Sources, p. 544, note 6; Higham, pp. 226–227.
  11. ASC, Ms D, E and F; Duncan, pp. 29–30.
  12. Early Sources, pp. 545–546.
  13. Ralph was writing in 1030 or 1031; Duncan, p. 31.
  14. Duncan, pp. 31–32; the alternative, he notes, that Cnut was concerned about support for Olaf Haraldsson, "is no better evidenced."
  15. Duncan, pp. 29–30. St. Olaf's Saga, c. 131 says "two kings came south from Fife in Scotland" to meet Cnut, suggesting only Malcolm and Mac Bethad, and that Cnut returned their lands and gave them gifts. That Echmarcach was king of Galloway is perhaps doubtful; the Annals of Ulster record the death of Suibne mac Cináeda, rí Gall-Gáedel ("King of Galloway") by Tigernach, in 1034.
  16. ASC, Ms. D, s.a. 1031.
  17. Early Sources, p. 528; Orkneyinga Saga, c. 12.
  18. Orkneyinga Saga, cc. 13–20 & 32; St. Olaf's Saga, c. 96.
  19. Duncan, p.42; reconciling the various dates of Thorfinn's life appears impossible on the face of it. Either he was born well before 1009 and must have died long before 1065, or the accounts in the Orkneyinga Saga are deeply flawed.
  20. Annals of Tigernach, s.a. 1020; Annals of Ulster, s.a. 1020, but the killers are not named. The Annals of Ulster and the Book of Leinster call Findláech "king of Scotland".
  21. Annals of Ulster and Annals of Tigernach, s.a. 1029. Malcolm's death is not said to have been by violence and he too is called king rather than mormaer.
  22. Duncan, pp. 29–30, 32–33 and compare Hudson, Prophecy of Berchán, pp. 222–223. Early Sources, p.571; Annals of Ulster, s.a. 1032 & 1033; Annals of Loch Cé, s.a. 1029 & 1033. The identity of the M. m. Boite killed in 1033 is uncertain, being reading as "the son of the son of Boite" or as "M. son of Boite", Gruoch's brother or nephew respectively.
  23. Duncan, pp. 29 and 37–41; Oram, David I, pp. 19–21.
  24. Early Sources, p. 546; Duncan, pp. 30–31, understands Rodulfus Glaber as meaning that Duke Richard was godfather to a son of Cnut and Emma.
  25. Annals of Ulster and Annals of Loch Cé, s.a. 1027.
  26. Hudson, pp. 224–225 discusses the question and the reliability of Andrew of Wyntoun's chronicle, on which this rests.
  27. Early Sources, pp. 572–575; Duncan, pp. 33–34.
  28. Duncan, pp. 32–33.
  29. Laing, Lloyd (2001), "The date and context of the Glamis, Angus, carved Pictish stones"

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Anderson, Alan Orr, Early Sources of Scottish History A.D. 500–1286, volume 1. Reprinted with corrections. Paul Watkins, Stamford, 1990.
  • Anon., Orkneyinga Saga: The History of the Earls of Orkney, tr. Hermann Pálsson and Paul Edwards. Penguin, London, 1978.
  • Barrow, G.W.S., The Kingdom of the Scots. Edinburgh University Press, Edinburgh, 2003.
  • Clarkson, Tim, Strathclyde and the Anglo-Saxons in the Viking Age, Birlinn, Edinburgh, 2014.
  • Duncan, A.A.M., The Kingship of the Scots 842–1292: Succession and Independence. Edinburgh University Press, Edinburgh, 2002.
  • Fletcher, Richard, Bloodfeud: Murder and Revenge in Anglo-Saxon England. Penguin, London, 2002.
  • John of Fordun, Chronicle of the Scottish Nation, ed. William Forbes Skene, tr. Felix J.H. Skene, 2 vols. Reprinted, Llanerch Press, Lampeter, 1993.
  • Higham, N.J., The Kingdom of Northumbria AD 350–1100. Sutton, Stroud, 1993.
  • Hudson, Benjamin T., The Prophecy of Berchán: Irish and Scottish High-Kings of the Early Middle Ages. Greenwood, London, 1996.
  • Smyth, Alfred P. Warlords and Holy Men: Scotland AD 80–1000. Reprinted, Edinburgh: Edinburgh UP, 1998.
  • Stenton, Sir Frank, Anglo-Saxon England. 3rd edition, Oxford University Press, Oxford, 1971
  • Sturluson, Snorri, Heimskringla: History of the Kings of Norway, tr. Lee M. Hollander. Reprinted University of Texas Press, Austin, 1992.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μάλκολμ Β΄ της Σκωτίας
Γέννηση: 5 Οκτωβρίου 954 Θάνατος: 25 Νοεμβρίου 1034
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Κένεθ Γ΄ της Σκωτίας
Βασιλιάς της Σκωτίας

1005 - 1034
Διάδοχος
Ντάνκαν Α΄ της Σκωτίας