Λιλή Ζωγράφου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λιλή Ζωγράφου
Η Ζωγράφου σε νεαρή ηλικία
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Λιλή Ζωγράφου (Ελληνικά)
Γέννηση17 Ιουνίου 1922
Ηράκλειο[1]
Θάνατος2  Οκτωβρίου 1998[2]
Ηράκλειο
ΕθνικότηταΕλληνική
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
ΣπουδέςΛύκειο Κοραής[3] και Σχολή Ουρσουλινών Νάξου[3]
Ιδιότητασυγγραφέας και δημοσιογράφος
ΤέκναΡένα Χατζηδάκη

Η Λιλή Ζωγράφου (17 Ιουνίου 1922 - 2 Οκτωβρίου 1998)[4] ήταν Ελληνίδα δημοσιογράφος, λογοτέχνιδα, δοκιμιογράφος, θεατρική συγγραφέας και πολιτική ακτιβίστρια, ένθερμη υποστηρίκτρια του γυναικείου κινήματος. Στα βιβλία της, εξέτασε ειδικότερα τη θέση της γυναίκας στην Ελληνική κοινωνία του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα.[5] Κεντρικά θέματα του έργου της συνιστούν η προσωπική ελευθερία, η ελευθερία του λόγου, η σεξουαλική καταπίεση και η σεξουαλική απελευθέρωση.

Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, η Ζωγράφου συμμετείχε στο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και εναντιώθηκε στον Ναζισμό· φυλακίστηκε ούσα έγκυος και γέννησε στη φυλακή. Κατέκρινε ανοιχτά το Καθεστώς των Συνταγματαρχών του 1967-1973· το βιβλίο της Επάγγελμα: πόρνη ήταν μια καυστική μαρτυρία της ζωής επί Χούντας.

Σχολιάζοντας την λογοτεχνική αυτοβιογραφία της, το έργο Η Συβαρίτισσα, ο κριτικός λογοτεχνίας Δημοσθένης Κούρτοβικ χαρακτήρισε την Ζωγράφου ως τη «σκοτεινή θεά Εκάτη της λογοτεχνίας μας».[6]

Σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώιμος βίος και εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1922,[5] και πέρασε εκεί τα παιδικά της χρόνια.[7] Ο πατέρας της, Ανδρέας Ζωγράφος, καταγόταν από τη Νεάπολη Λασιθίου[8] και ήταν εκδότης της καθημερινής βενιζελικής[9] εφημερίδας Ανόρθωση,[10] γεγονός που αποτέλεσε έναυσμα για την ενασχόλησή της με τη δημοσιογραφία και τη συγγραφή.[11] Φοίτησε στο Λύκειο «Κοραής» και το Καθολικό Γυμνάσιο των Ουρσουλίνων στη Νάξο.[12] Έπειτα, σπούδασε φιλολογία στην Ελλάδα και το εξωτερικό.[13]

Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, η Ζωγράφου —ετών 21 και έγκυος— φυλακίστηκε από τη Γκεστάπο στην Αγιά Χανίων·[α] η μοναχοκόρη της, η μετέπειτα ποιήτρια Ρένα Χατζηδάκη, γεννήθηκε εκείνη την περίοδο.[14] Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας το 1944, εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά.[8] Επισκέφτηκε πολλές χώρες του Ανατολικού Μπλοκ και ταξίδεψε στην Ευρώπη, μένοντας στο Παρίσι από το 1953 ως το 1954.[15]

Δεκαετίες του 1950 και 1960[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το λογοτεχνικό ντεμπούτο της έγινε το 1949 με τη συλλογή διηγημάτων Αγάπη, και ακολούθησε το δοκίμιο Νίκος Καζαντζάκης: ένας τραγικός, που εκδόθηκε το 1959· σε αυτό, η Ζωγράφου εξέτασε τον Καζαντζάκη υπό μία νέα οπτική γωνία, εστιάζοντας στην προσπάθειά του να γίνει υπεράνθρωπος,[β] αλλά και στην προβληματική ερωτική ζωή του.[5] Κατά την καθηγήτρια του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, Μαριέττα Ιωαννίδου, η Ζωγράφου τόλμησε «να απομυθοποιήσει τον Καζαντζάκη», βασιζόμενη, ωστόσο, στις απόψεις της πρώτης γυναίκας του συγγραφέα, Γαλάτειας.[16]

Κατά την φιλόλογο Γεωργία Φαρίνου-Μαλαματάρη,[γ] εν συγκρίσει με τις αντίστοιχες βιογραφίες που συνέγραψαν κατά αύξουσα χρονολογική σειρά η Γαλάτεια Καζαντζάκη, η Έλλη Αλεξίου και η Ελένη Καζαντζάκη, η εκδοχή της Ζωγράφου —η οποία ήταν η μόνη που δεν γνώρισε τον συγγραφέα προσωπικά— ήταν «η πιο συνεκτική αφήγηση της ζωής του Καζαντζάκη».[18] Αλλά και ο μελετητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας Πίτερ Μπιν[δ] εκτίμησε ότι με το αμφιλεγόμενο δοκίμιό της —που θα μπορούσε να συνιστά λίβελο, αν όχι λογοτεχνική κριτική—, η Ζωγράφου πέτυχε να στρέψει μια ολόκληρη γενεά μακριά από τον Καζαντζάκη, «πιθανότατα επειδή οι υπερβολές του είναι απίστευτα αληθείς».[5]

Το 1962 η Ζωγράφου έδωσε μια διάλεξη για τον Φραντς Κάφκα στην Αθήνα. Προηγουμένως, είχε διαμείνει κάποιον καιρό στην Πράγα, γενέτειρα του Τσέχου συγγραφέα.[20] Όπως ανέφερε η ίδια, η διάλεξη έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, και, μάλιστα, ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος την παρότρυνε να συγγράψει ένα σχετικό δοκίμιο· πράγματι, η συγγραφέας ολοκλήρωσε το δοκίμιο για τον Κάφκα τον Απρίλιο του 1967.[21] Ωστόσο, το χειρόγραφο ζημιώθηκε έπειτα από έφοδο της Ασφάλειας στο σπίτι της κατά τη διάρκεια της Χούντας και η συγγραφέας το εγκατέλειψε για πολλά έτη· η συγγραφή του δοκιμίου επανεκκινήθηκε περί το 1990, και τελικά το έργο εκδόθηκε το 1993, υπό τον τίτλο Σύγχρονός μας ο Κάφκα.[22]

Το 1966, εξέδωσε το μυθιστόρημα Μίκαελ ή Ποιος σαν τον Θεό, που αργότερα μετονομάστηκε σε Οι Εβραίοι κάποτε (Μίκαελ), και ήταν πιθανώς η πρώτη στα ελληνικά γράμματα εκτενής περιγραφή του διωγμού των Ελλήνων Εβραίων και του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα σε όλα του τα στάδια.[23]

Κατά τη στρατιωτική δικτατορία 1967–1973[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν επιβλήθηκε η Χούντα του 1967, η Ζωγράφου εργαζόταν στο Πρωτόκολλο Στρατολογίας, στο πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Αμύνης, απ' όπου παραιτήθηκε.[8][ε] Ακόμα, την περίοδο εκείνη αρθρογραφούσε για το περιοδικό «Γυναίκα», προωθώντας προοδευτικές ιδέες αναφορικά με τα δικαιώματα των γυναικών ενώ, συχνά, ασκούσε ανοικτά κριτική στο Καθεστώς των Συνταγματαρχών.[24] Περί το 1970, αγόρασε ένα σπίτι στο χωριό Μίλατο Λασιθίου, όπου συνέγραψε αρκετά από τα μυθιστορήματά της.[25][ζ]

Στις 25 Ιανουαρίου και 14 Φλεβάρη 1971, η Ζωγράφου έδωσε μια ομιλία που αργότερα εκδόθηκε σε μορφή δοκιμίου υπό τον τίττλο Ο ηλιοπότης Ελύτης· επρόκειτο για μελέτη της ποίησης του Οδυσσέα Ελύτη, που, τότε, δεν είχε ακόμα λάβει το Βραβείο Νόμπελ για τη Λογοτεχνία.[26] Η Ζωγράφου επικοινώνησε με τον ποιητή προτού να εκδώσει το έργο της αλλά, αφού διάβασε το χειρόγραφο, ο Ελύτης της γνωστοποίησε ότι δεν το ενέκρινε και την απέτρεψε από το να το δημοσιεύσει. Τελικά, η συγγραφέας προχώρησε κανονικά στην έκδοση του δοκιμίου.[24]

Το 1974, η εξέδωσε ένα χρονικό των γεγονότων της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, με τίτλο 17 Νοέμβρη 1973 – Η νύχτα της μεγάλης σφαγής. Η ίδια ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων· εκείνη την περίοδο, διέμενε έναντι του κτηρίου του ΕΑΤ–ΕΣΑ και οι κατ’ οίκον έρευνες της αστυνομίας ήταν συχνές· όπως ανέφερε στο χρονικό, κατάφερε να ολοκληρώσει το έργο της, κρύβοντας κάθε σελίδα του χειρόγραφου που τελείωνε μέσα σε τόμους εγκυκλοπαιδειών από τη βιβλιοθήκη της.[27][28]

Η συγγραφή της συλλογής διηγημάτων Επάγγελμα: πόρνη διήρκησε πέντε έτη, και ολοκληρώθηκε το 1978.[29] Όπως επισημαίνει η ίδια στον πρόλογο του βιβλίου, το έργο αποτελεί εξιστόρηση πραγματικών γεγονότων.[30] Στο Επάγγελμα: πόρνη, η Ζωγράφου σατιρίζει έντονα την γραφειοκρατία της Χούντας και αναδεικνύει τον συνεχή κίνδυνο που διατρέχουν οι στιγματισμένοι σε ένα δικτατορικό καθεστώς.[31] Περιγράφει μεγάλη ποικιλία θεμάτων, όπως η επιστροφή Ελλήνων εργατών από τη Γερμανία και οι χωρίς υπερβολές αντιδράσεις μοναχικών ανθρώπων που επιζητούν την ανθρώπινη αλληλεπίδραση.[31] Περαιτέρω, παραθέτοντας σκληρές προσωπικές εμπειρίες που βίωσε κατά τη διάρκεια της επταετούς δικτατορίας —ξυλοδαρμό, απόπειρα αυτοκτονίας και βιασμό—,[32] η συγγραφέας εξέθεσε την πατριαρχική βιαιότητα της εποχής της και επιτέθηκε στο καθεστώς.[5]

Δεκαετίες του 1980 και 1990[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την πτώση της Χούντας το 1974, η συγγραφέας επέστρεψε στη δημοσιογραφία, αρθρογραφώντας για την εφημερίδα Ελευθεροτυπία και άλλες εφημερίδες και περιοδικά.[33]

Στην επόμενη φάση της συγγραφικής της καριέρας, εξέδωσε πολλά εμπορικώς επιτυχημένα βιβλία, όπως η συλλογή διηγημάτων Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ το 1983, η λογοτεχνική αυτοβιογραφία της Η Συβαρίτισσα το 1987 και το μυθιστόρημα Η αγάπη άργησε μια μέρα το 1994. Το τελευταίο, μεταφέρθηκε στην τηλεόραση από την ΕΡΤ το 1997, σε μια σειρά με πρωταγωνίστριες τις ηθοποιούς Τάνια Τρύπη και Καριοφυλλιά Καραμπέτη.[34]

Φίλος της Λιλής Ζωγράφου και από τα τελευταία άτομα με τα οποία συνομίλησε η συγγραφέας, ο μουσικοσυνθέτης Μίλτος Πασχαλίδης συνέθεσε το τραγούδι «Συβαρίτισσα» προς τιμήν της.[35]

Το 1998 η Ζωγράφου εξέδωσε το τελευταίο έργο της, ένα ευρείας κλίμακας δοκίμιο με τίτλο Από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα· η ιστορία του φαλλού. Σε αυτό, μελέτησε τις καταβολές της πατριαρχίας στην ελληνική κοινωνία, εξετάζοντας τον ελληνικό κόσμο από τα προϊστορικά χρόνια ως την εποχή των Μεγάλων Τραγικών.[36]

Θάνατος και διαθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1998, ενώ παραθέριζε στο Ηράκλειο, υπέστη οξύ εγκεφαλικό επεισόδιο· πέθανε μερικές μέρες αργότερα, στο Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου «Βενιζέλειο».[5] Σε προηγούμενη αλληλογραφία της, η Ζωγράφου είχε αναφερθεί στο γεγονός ότι επέλεξε μια συμβατική ταφή έναντι της αποτέφρωσης, μετά από παράκληση φιλικού της προσώπου να υπάρχει κάποιο μνήμα της.[37] Η κηδεία της έγινε στον ναό του Αγίου Τίτου στο Ηράκλειο στις 3 Οκτωβρίου 1998· διάφορα πολιτικά πρόσωπα απέστειλαν συλλυπητήρια στην οικογένειά της.[20]

Στη διαθήκη της, η Ζωγράφου όρισε ως δικαιούχους των πνευματικών δικαιωμάτων των έργων της τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια αλλά και τα Παιδικά Χωριά SOS Ελλάδος.[38]

Συγγραφικό ύφος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο της περιστρέφεται γύρω από τον χωρίς αναστολές έρωτα, τη χειραφέτηση της γυναίκας και την ελευθερία του ατόμου εν γένει. Κατά τον συγγραφέα Γιώργη Μανουσάκη, η Ζωγράφου επέλεγε χαρακτήρες με έντονες αντιθέσεις στην προσωπικότητα και τον τρόπο δράσης τους, καταφέρνοντας να διατηρήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ωστόσο, συχνά οι πράξεις τους χαρακτηρίζονταν από ψυχολογική ασυνέπεια.[31]

Κατά τον Μανουσάκη, στο έργο της οι άντρες παρουσιάζονται με λιγότερους ηθικούς ενδοιασμούς σε σχέση με τις γυναίκες, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με τη σαδιστική συμπεριφορά του γιατρού Τάγαρη στο Η αγάπη άργησε μια μέρα, αφότου μαθαίνει το νεανικό μυστικό της γυναίκας του. Ωστόσο ο Μανουσάκης επισημαίνει ότι δεν απουσιάζουν και οι αδύναμοι χαρακτήρες αντρών, όπως οι γιοι της οικογένειας Φτενούδου στο ίδιο μυθιστόρημα, όπου τον ρόλο της συνέχισης της οικογενειακής επιχείρησης έχει αναλάβει η κόρη, που εμφανίζεται ως περισσότερο δυναμική. Επίσης, στο βιβλίο της Και το χρυσάφι των κορμιών τους, ο ψαράς Γρηγόρης παρουσιάζεται ως αφενός αγνός και αφετέρου ιδανικός εραστής, που, όμως, καταφέρνει να ξεπεράσει τον πόνο του χωρισμού με τη βοήθεια της Γαλανής, μιας αυθόρμητης, δυναμικής και χειραφετημένης γυναίκας η οποία κινείται άνετα σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο.[39]

Προτιμούσε την τριτοπρόσωπη αφήγηση, ενώ σπανιότερα χρησιμοποιούσε και την πρωτοπρόσωπη. Το ύφος των περιγραφών της μπορούσε να είναι λυρικό, ιδίως στις ερωτικές σκηνές, έως και μελοδραματικό, όπως παρατηρείται στο τέλος του μυθιστορήματος Η αγάπη άργησε μια μέρα.[31]

Προσωπικές θέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ζωγράφου ήταν άθεη·[40] με τα δικά της λόγια, «οι θεοί και οι θρησκείες χρησίμεψαν στον πρωτόγονο άνθρωπο και την άγνοιά του να ερμηνεύσει τα ανεξήγητα».[41] Αρκετά από τα έργα της ήταν εν μέρει ή πλήρως αφιερωμένα στην πολιτική πλευρά του Χριστιανισμού, με κυριότερο το βιβλίο της Αντιγνώση, τα δεκανίκια του καπιταλισμού, ένα ιστορικό δοκίμιο για τις καταβολές του Χριστιανισμού και την πολιτική λειτουργία του στον Ελλαδικό χώρο.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η ίδια δήλωνε Επικούρεια[42] και συχνά συζητούσε ζητήματα όπως ο θάνατος —δικός της ή και των άλλων— ανοιχτά, υιοθετώντας την οπτική του Επικούρου.[η]

Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συγγραφέας Νίκη Τρουλλινού, που τη γνώριζε προσωπικά, εξέφρασε την άποψη ότι, παρότι ήταν συνδεδεμένη με την αριστερή σκέψη, η Ζωγράφου είχε απορριφθεί από την Αριστερά, την οποία, μάλιστα, αποκαλούσε «αυτολεηλατημένη».[8] Κατά δήλωσή της, η Ζωγράφου είχε παραστεί επανειλημμένα ως μάρτυρας υπεράσπισης σε δίκες νεαρών που κατηγορούνταν «ως συνήθεις ύποπτοι».[22]

Φεμινισμός και Σεξουαλικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το λογοτεχνικό έργο της εστιάζεται κατά κύριο λόγο στην πάλη των γυναικών για αυτοπραγμάτωση, ελευθερία και ανεξαρτησία και παρά ταύτα η ίδια απέφυγε να υιοθετήσει μια τυπική φεμινιστική οπτική.[45]

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αγάπη (1949)
  • Νίκος Καζαντζάκης – Ένας τραγικός (1959)
  • Βιογραφία – Άπαντα Μ.Πολυδούρη (1961)
  • Και το χρυσάφι των κορμιών τους (1961)
  • Οι καταραμένες (1962)
  • Οι Εβραίοι κάποτε (Μίκαελ) (1966)
  • Ο ηλιοπότης Ελύτης (1971)
  • Παιδεία ώρα μηδέν, ή της εκμηδένισης (1972)
  • Τι απόγινε κείνος που ήρθε να βάλει φωτιά (θεατρικό έργο, 1972)
  • Αντιγνώση, τα Δεκανίκια του Καπιταλισμού (1974)
  • 17 Νοέμβρη 1973 – Η νύχτα της μεγάλης σφαγής (1974)
  • Κ. Καρυωτάκης – Μ. Πολυδούρη, Η αρχή της αμφισβήτησης (1977)
  • Επάγγελμα: πόρνη (1978)
  • Η γυναίκα που χάθηκε καβάλα στο άλογο (1981)
  • Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ; (1983)
  • Η γυναίκα σου η αλήτισσα (1984)
  • Η Συβαρίτισσα (1987)
  • Νύχτωσε αγάπη μου, είναι χτες (1990)
  • Παλαιοπώλης Αναμνήσεων (1998)
  • Που έδυ μου το κάλλος (1992)
  • Παραλήρημα σε ντο μείζονα (1992)
  • Σύγχρονός μας ο Κάφκα (1993)
  • Η αγάπη άργησε μια μέρα (1994)
  • Από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα· η ιστορία του φαλλού (1998)

Πηγή:[46]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Το γεγονός αναφέρεται και στο Λ. Ζωγράφου (1994), Επάγγελμα: πόρνη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, ISBN 960-221-087-7, σελ. 76, «[...] ήμουν είκοσι και ενός χρονών σαν με κλείσανε οι Γερμανοί φυλακή...»
  2. Επί παραδείγματι, στο δοκίμιό της, η Ζωγράφου ισχυρίστηκε ότι η Οδύσεια των 33.333 στίχων που συνέγραψε ο Καζαντζάκης, αποτελούσε μια απέλπιδη προσπάθειά του να φέρει εις πέρας ένα υπεράνθρωπο κατόρθωμα.[5]
  3. Η Γεωργία Φαρίνου-Μαλαματάρη κατείχε την έδρα της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.[17]
  4. Ο Πήτερ Μπιν (Peter Bien) κατείχε την έδρα του καθηγητή της Αγγλικής και της Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ντάρτμουθ των ΗΠΑ [19]
  5. Αναφέρεται και στο Λ. Ζωγράφου (1994), Επάγγελμα: πόρνη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, ISBN 960-221-087-7, σελ. 16, «[...] τότε που παραιτήθηκα από το Πρωτόκολλον Στρατολογίας, ύστερα από 17 χρόνια υπηρεσίας.»
  6. Βλέπε, για παράδειγμα, στο Λ. Ζωγράφου (1994), Η γυναίκα σου η αλήτισσα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, ISBN 978-9-60-221143-4, οπισθόφυλλο, «Άκου μήνυμα, αγάπη μου. Τρίτη, 24 του Γενάρη, με πήρε το Λενιό από τη Μίλατο αναστατωμένο...»
  7. Βλέπε σχετικά τον διάλογο μεταξύ Λ. Ζωγράφου και Λ. Ζωγράφου, μια εμβόλιμη σκηνή στη συνέντευξη στον δημοσιογράφο Ανδρέα Ρουμελιώτη και την εκπομπή της ΕΡΤ «Έλα όπως είσαι», όπου η συγγραφέας αναφέρεται ειδικά στην Επικούρεια αντίληψη για τον θάνατο και συζητά τον θάνατο οικείων προσώπων, του Μάνου Χατζηδάκι, αλλά και τον δικό της.[43]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 15  Δεκεμβρίου 2014.
  2. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 2  Μαΐου 2014.
  3. 3,0 3,1 BiblioNet. 328. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2021.
  4. «Κατάλογος Εθνικής Βιβλιοθήκης Γερμανίας». Εθνική Βιβλιοθήκη Γερμανίας. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2020. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 Bien 1998.
  6. iefimerida 2013· Ψαραδάκης.
  7. Τρουλλινού 2016.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Τρουλλινού 2016.
  9. Αρχείο «Πατρίς» 2010.
  10. Σάββας 2008· Μπογδανίδης 2019.
  11. Ζωγράφου 1994, σελίδες 25-26.
  12. Ψαραδάκης· iefimerida 2013.
  13. ΠΑΤΡΙΣ 2017.
  14. Τρουλλινού 2016· Ψαραδάκης.
  15. iefimerida 2013.
  16. Ιωαννίδου 2013.
  17. ΑΠΘ.
  18. Φαρίνου-Μαλαματάρη 2008.
  19. Dartmouth.
  20. 20,0 20,1 Ριζοσπάστης 1998.
  21. Ζωγράφου 1993, σελίδες 9-10.
  22. 22,0 22,1 Ζωγράφου 1993, σελ. 10.
  23. Αμπατζοπούλου 2015, σελ. 248.
  24. 24,0 24,1 Πατρίς 2017· iefimerida 2013.
  25. Ψαραδάκης.
  26. Τρούσας 2016.
  27. Ζωγράφου 1980, Την Κυριακή 18 του Νοέμβρη 1973 κατάφερα να επιστρέψω σπίτι μου. (Κάθομαι απέναντι από την ΕΣΑ). Με την απόφαση να καταγγείλω το Έγκλημα στην Ευρώπη. Πέρασα στη μηχανή μου πέντε ψιλές κόλλες χαρτί κι άρχισα να καταγράφω ώρα την ώρα τις νωπές αναμνήσεις μου. [...] άνοιξα στο πάτωμα πέντε τόμους της εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού. Κάθε που τέλειωνα μια σελίδα, μοίραζα από ένα αντίγραφο και σ' ένα τόμο. Μόλις άκουγα βήματα στην αυλή, έκλεινα τους τόμους και τους τοποθετούσα στη βιβλιοθήκη. Έτσι κατάφερα να τελειώσω τούτο το Χρονικό στις 22 του Νοέμβρη [...]., σελ. οπισθόφυλλο.
  28. Γκιώνης 2016.
  29. Ζωγράφου 1994, σελ. 11, 171.
  30. Ζωγράφου 1994, «Δεν πουλώ ύφος, στυλ, λογοτεχνία. Δεν γράφω διηγήματα. Καταθέτω γεγονότα και συμπτώματα της εποχής που ζω. Όλα όσα γράφω συνέβησαν. Σε μένα ή σε άλλους.», σελ. 9.
  31. 31,0 31,1 31,2 31,3 Μανουσάκης 2004, σελ. 550-551.
  32. N 2015.
  33. Ψαραδάκης· Τρουλλινού 2016.
  34. ΕΡΤ 2022.
  35. Ιωάννου 2018.
  36. Ζωγράφου 1998, παρουσίαση στο οπισθόφυλλο.
  37. Τρουλλινού 2016, «Χθες, απόγευμα Πάσχα τηλεφωνήθηκα… λυτρωμένη ότι δεν θα φύγω τελείως μόνη.».
  38. ΠΧSOS 2023· In 2013.
  39. Μανουσάκης 2004, σελ. 550.
  40. Λαμπρινού 1990, «Εσύ αριστερή, δηλωμένη άθεη που έχεις απειληθεί με αφορισμό από την εκκλησία [...]».
  41. Λαμπρινού 1990, «Τους δυο τελευταίους αιώνες η ανθρωπότητα προχώρησε τόσο, απομυστικοποίησε και νοικοκύρεψε με τη λογική και την επιστημονική σκέψη τον ανθρώπινο νου, με αποτέλεσμα να γνωρίζουμε πως οι θεοί και οι θρησκείες χρησίμεψαν στον πρωτόγονο άνθρωπο και την άγνοιά του να ερμηνεύσει τα ανεξήγητα. Μετά, στην εξέλιξη των αιώνων, οι θρησκείες έγιναν υλικό εκμετάλλευσης κι υποταγής της ανθρωπότητας και καταστολής του πνευματικού πλουτισμού, αναστολής της προόδου γενικά. [...] ο Θεός είναι ένα είδος αφεντικού που του αναθέτεις να τακτοποιήσει ορισμένα πράγματα.».
  42. Τασιοπούλου 2022, (αναφέρεται από την ίδια στη συνέντευξή της στην ΕΡΤ το 1992).
  43. Έλα όπως είσαι, λεπτά 20:45 έως 22:22.
  44. Ψαραδάκης· Πατρίς 2017.
  45. Τρουλλινού 2016· Πατρίς 2017.
  46. CandiaDoc 2018.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκδόσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δημοσιεύσεις στον τύπο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστοσελίδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]