Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου
Γενικές πληροφορίες
Προφορά
Γέννηση15  Αυγούστου 1654[1][2]
Brâncoveni
Θάνατος15  Αυγούστου 1714[1]
Κωνσταντινούπολη
Αιτία θανάτουαποκεφαλισμός
Συνθήκες θανάτουθανατική ποινή
Χώρα πολιτογράφησηςΒλαχία
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Eορτασμός αγίου16 Αυγούστου
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςDoamna Marica Brâncoveanu
ΤέκναPrince Constantin 'Dinu' of Oltenia, Beyzades, hereditary prince of Valachia, duke of Brancoveni[3]
ΓονείςPapa Brancovan[3] και Stanca Brâncoveanu
ΟικογένειαCraiovești
Αξιώματα και βραβεύσεις
Βραβεύσειςτάγμα του Αγίου Ανδρέα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου (Ρουμανικά: Constantin Brâncoveanu (ρουμανική προφορά: konstanˈtin brɨŋkoˈve̯ϊanu γεννήθηκε το 1654, στο Μπρινκοβάνι της Ολτενίας, γιος βογιάρου της οικογένειας των Κραϊοβέστι (συγγενείς του ηγεμόνα Ματέι Μπασαράμπ). Πατέρας του ήταν ο Papa Brâncoveanu και μητέρα του η Stanca Καντακουζηνoύ. Διετέλεσε ηγεμόνας της Βλαχίας κατά τα έτη 1688 - 1714. Λόγω της καταγωγής του, κάποιοι συγγραφείς τον αναφέρουν ως Κωνσταντίνο Μπασσαράμπα[4].

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παιδική ηλικία- Σπουδές- Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε ηλικία ενός έτους ο Κωνσταντίνος έμεινε ορφανός από πατέρα, ο οποίος φονεύθηκε τον Φεβρουάριο του 1655 σε κάποια λαϊκή εξέγερση. Την ανατροφή του ανέλαβαν τα αδέλφια της μητέρας του στο Βουκουρέστι, αρχικά ο Σερμπάν Καντακουζηνός και αργότερα ο στόλνικος Κωνσταντίνος Καντακουζηνός. Ως επακόλουθο ο Κωνσταντίνος έλαβε μια υψηλού επιπέδου ελληνική και λατινική παιδεία. Μετά τον θάνατο των δύο αδελφών του έμεινε ο μόνος κληρονόμος της περιουσίας του πατέρα του[5]. Νυμφεύθηκε τη Μαρίκα, ανιψιά του Αντωνίου Βόδα από το Ποπέστ. Από το γάμο του απέκτησε τέσσερεις γιους: τον Κωνσταντίνο, το Στέφανο, το Ράντου και το Ματθαίο καθώς και τέσσερεις θυγατέρες: τη Safta, την Ancuta, τη Balasa και τη Smaragda. Μετά τη μοιραία κατάληξη του ιδίου και των γιων του, οι θυγατέρες του παντρεύτηκαν με γνωστούς Φαναριώτες, τον Σκαρλάτο Μαυροκορδάτο, τον Μανολάκη Λαμπρινό, τον Νικόλαο Ρωσέτο και τον Κωνσταντίνο Δούκα[6].

Η οικογένεια του Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου σε τοιχογραφία του 1709 της μονής Χουρέζ.

Την πολιτική σταδιοδρομία του άρχισε νέος καθώς ο ηγεμόνας Γεώργιος Β' Δούκας (1673-1678) του ανέθεσε διάφορες αποστολές. Το 1678, όταν ο θείος του Σερμπάν Καντακουζηνός ανήλθε στον ηγεμονικό θρόνο ηγεμόνας βοήθησε τον Κωνσταντίνο να φθάσει στα υψηλότερα αξιώματα. Έτσι τελικά, το 1688 σε ηλικία 34 ετών, μετά από διαπραγμάτευση, επιλέχθηκε από τον σουλτάνο ως διάδοχος του θείου του.

Καθώς ο Μπρινκοβεάνου μεγάλωσε σε αρχοντικό περιβάλλον, κατά τις συνήθειες της εποχής, η εκπαίδευσή του πραγματοποιήθηκε από οικοδιδασκάλους. Η εξαιρετική ελληνομάθειά του και η ενασχόλησή του με την κλασική και τη βυζαντινή γραμματεία αντανακλάται και στην πλουσιότατη βιβλιοθήκη του, η οποία στεγάσθηκε στη μονή Hurezu. Εκεί, στην είσοδο της βιβλιοθήκης υπήρχε η εξής ελληνική επιγραφή: «Βιβλιοθήκη τροφής εραστού ψυχικής, ούτος δόμος βίβλων προτείνει πάνσοφον πανδαισίαν, εν έτει αψη΄».[7] Η φροντίδα και η τακτοποίηση της βιβλιοθήκης, που όπως προκύπτει από την επιγραφή το 1708 μεταφέρθηκε από την ηγεμονική αυλή στο μοναστήρι, είχε ανατεθεί στον ιατροφιλόσοφο Ιωάννη Κομνηνό. Στα περιεχόμενά της, που δημοσιεύθηκαν από τον Ρουμάνο ιστορικό N. Iorga[8], περιλαμβάνονται λεξικά, βιβλία βυζαντινών συγγραφέων, έργα χριστιανικής γραμματείας, βυζαντινού δικαίου, καθώς και πολλά έργα αρχαιοελληνικής γραμματολογίας.

Πολιτιστικά επιτεύγματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κονσταντίν Μπρινκοβεάνου προσέφερε πολλά στην οικονομική, αλλά και στην πολιτιστική ανάπτυξη της Βλαχίας. Επωφελούμενος στην αρχή της ηγεμονίας του από την ειρήνη στη χώρα, έβαλε τα θεμέλια για την ίδρυση της μονής Χουρέζ (Hurezi), όπου κατασκεύασε και την οικογενειακή κατοικία του με το παρεκκλήσιό του.

Αγιογραφία θόλου με ελληνικές επιγραφές στην εκκλησία της Μονής Hurezi.

Στα σπουδαιότερα πολιτιστικά επιτεύγματα της ηγεμονίας του συγκαταλέγονται η μετάφραση της Βίβλου στη ρουμανική γλώσσα και η ίδρυση της Αυθεντικής Ακαδημίας του Βουκουρεστίου, για την οποία μερίμνησε να τη στελεχώσει επιλέγοντας ο ίδιος τους εκλεκτούς λογίους διδασκάλους από την Κωνσταντινούπολη, αλλά και από τη Δύση. Επίσης προώθησε πολλούς Έλληνες και Βλάχους απόφοιτους της Ακαδημίας χορηγώντας τους υποτροφίες για σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας. Σημαντικό επίσης γεγονός υπήρξε η ίδρυση του τυπογραφείου της Ακαδημίας, το οποίο χρηματοδότησε.

Ο Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου σχετιζόταν με πολλούς Έλληνες λογίους μεταξύ των οποίων και με τον καθηγητή της Ακαδημίας Σεβαστό Κυμινήτη, τον οποίο ο ίδιος είχε καλέσει στο Βουκουρέστι, και ο οποίος σε λόγους που εκφωνούσε συχνά αναφέρονταν σε αρχαιοελληνικά κείμενα ή και σε κείμενα της βυζαντινής γραμματείας που περιείχαν νουθεσίες προς τους ηγεμόνες. Η ηγεμονία του Μπρινκοβεάνου έμεινε γνωστή για τα επιτεύγματά της στα γράμματα και τις τέχνες και αναφέρεται ως εποχή της ύστερης Αναγέννησης (Βλαχική ή Ρουμανική Αναγέννηση, ρυθμός Μπρινκοβεάνου).

Πολιτική και στρατιωτική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δύο χρόνια μετά την άνοδό του στην ηγεμονία της Βλαχίας, στα 1690, κατά τα τελευταία στάδια του Πολέμου του Ιερού Συνασπισμού του 1684, η Βλαχία έγινε στόχος εισβολής των Αψβούργων. Τότε ο Μπρινκοβεάνου, αποσκοπώντας στην απελευθέρωση της Βλαχίας, θέλησε να διαπραγματευτεί έναν αντιοθωμανικό συνασπισμό με τους αρχηγούς των Αυστριακών στρατευμάτων, που τους συνάντησε στο Drăgănești, αφού συμφώνησαν μαζί του και πολλοί βογιάροι που τον ακολούθησαν. Διαφώνησαν όμως, ο θείος του ο στόλνικος Κωνσταντίνος Καντακουζηνός, καθώς και ο σπαθάριος Μιχαήλ Καντακουζηνός, οι οποίοι του επεσήμαναν ότι οι Τάταροι, σύμμαχοι των Τούρκων, θα επωφελούνταν εισβάλλοντας στη Βλαχία. Ο Κονσταντίν Μπρινκοβεάνου πείστηκε και δεν προχώρησε σε καμία άλλη κίνηση.

Πολύ αργότερα, το 1710, ο Μέγας Πέτρος της Ρωσίας,απαντώντας σε κήρυξη πολεμου από τον Αχμέτ Γ΄, που τον παρακινούσε ο Κάρολος ΙΒ΄ της Σουηδίας οργάνωσε εκστρατεία προς τη Βαλκανική μέσω της Μολδαβίας σε συνεργασία με το Μολδαβό πρίγκιπα Δημήτριο Καντιμήρη, που ήταν δεδηλωμένος σύμμαχος του τσάρου. Η προέλαση των Ρώσων νοτίως, κατά μήκος της κοίτης του Προύθου, αναφέρεται ως εκστρατεία του Προύθου ή και ως Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1710–1711). Όταν ο ρωσομολδαβικός στρατός ήταν σε κίνηση, ο Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου είχε συγκεντρώσει τα στρατεύματά του στο Ουρλάτι (Urlați), κοντά στα Μολδαβικά σύνορα και περίμενε την εισβολή των χριστιανικών στρατευμάτων στη Βλαχία, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Μέγα Πέτρο. Όμως δεν ήθελε και να εκδηλωθεί υπέρ των Ρώσων, καθώς και οι σχέσεις του με τον Καντεμίρ ήταν ανταγωνιστικές. Στο μεταξύ ένα τμήμα του στρατού της Βλαχίας, το οποίο διοικούσε ο σπαθάριος Θωμάς Καντακουζηνός, ανώτερος στρατιωτικός διοικητής μετά τον πρίγκιπα Μπρινκοβεάνου, παρακούοντας τις εντολές του ηγεμόνα, ενώθηκε με τους Ρώσους. Ο Ρωσικός στρατός, μαζί με το στρατό του Καντακουζηνού επιτέθηκαν και κατέλαβαν τη Βραΐλα μετά από διήμερη πολιορκία, στις 14 Ιουλίου 1711[9]. Όταν όμως ο πρίγκιπας Μπρινκοβεάνου πληροφορήθηκε ότι ο Θωμάς Καντακουζηνός μεταπήδησε στο ρωσικό στρατόπεδο, αναγκάσθηκε να ταχθεί υπέρ των Οθωμανών και αμέσως επέστρεψε τα δώρα που ήδη είχε λάβει από τους Ρώσους. Τελικά, μετά από τετραήμερη μάχη στο Στανιλέστι (Stănileşti)[10], στις 22 Ιουλίου 1711, το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού στρατού αναγκάστηκε να παραδοθεί στον μεγαλύτερο και ισχυρότερο οθωμανικό στρατό, τον οποίο διοικούσε ο Μεγάλος Βεζίρης Πακτσέμουεζιν Μπαλτατζή Μεχμέτ Πασάς.

Το άγαλμα του Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου, εμπρός από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο Βουκουρέστι, όπου μεταφέρθηκαν τα οστά του.

Μετά από τρία χρόνια, η καχυποψία και η εχθρότητα του Σουλτάνου Αχμέτ Γ΄ απέναντι του Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου επικράτησαν και ο ίδιος, οι τέσσερεις γιοί του και ο σύμβουλος του Ιωάννης Βακαρέσκου, συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν στην Κωνσταντινούπολη.

Η θανάτωση και η αγιοποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καταδικάσθηκαν σε θάνατο στις 15 Αυγούστου 1714, την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Τότε ο Μπρινκοβεάνου ήταν 60 ετών. Λέγεται ότι τους έβγαλαν από τη φυλακή όλους ξυπόλυτους, αλυσοδεμένους και μέσα από τους δρόμους της Πόλεως τους οδήγησαν στον τόπο της εκτελέσεως. Μπροστά πήγαινε ο μικρότερος γιος του, ο Ματθαίος, ηλικίας 12 ετών, και τελευταίος ο πρώην Ηγεμών. Στον τόπο της εκτελέσης παρευρίσκονταν παρατεταγμένα τα τάγματα των γενιτσάρων, ο ίδιος ο Σουλτάνος, ο Βεζίρης του και οι πρέσβεις των μεγάλων Ευρωπαϊκών Κρατών. Ο δήμιος τους έβαλε να γονατίσουν όλοι, σε μια μικρή απόσταση ο ένας από τον άλλον. Τους έβγαλε τους σκούφους τους και τους επέτρεψε να κάνουν μία σύντομη προσευχή, πριν την εκτέλεσή τους. Ο Φλωρεντινός γραμματέας του ηγεμόνα Anton Maria Del Chiaro[11], περιγράφει τα γεγονότα μεταφέροντας τα έξης λόγια του Μπρινκοβεάνου: «Παιδιά μου, να έχετε θάρρος. Χάσαμε κάθε τι, που είχαμε σ΄αυτόν εδώ τον κόσμο, τουλάχιστον να σώσουμε τις ψυχές μας και να πλύνουμε τις αμαρτίες μας με το αίμα μας».

Σύμφωνα με την περιγραφή του γραμματέα του, τα κεφάλια των θυμάτων αρχικά τοποθετήθηκαν σε κοντάρια και περιφέρθηκαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης, προκαλώντας αναταραχή στην πόλη. Το γεγονός αυτό, προκάλεσε φόβο περαιτέρω επεισοδίων και ως εκ τούτου, δόθηκε εντολή τα σώματα των εκτελεσθέντων να ριφθούν στο Βόσπορο. Χριστιανοί ψαράδες τα μάζεψαν από τα νερά και τα έθαψαν στη μονή της Χάλκης.

Οι συνθήκες και ο τρόπος θανατώσεως του Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου οδήγησαν στην αγιοποίησή του από όλες τις ανατολικές ορθόδοξες εκκλησίες. Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Μπρινκοβεάνου συγκίνησε τον Ελληνισμό, κυρίως γιατί, όπως επιγραμματικά έγραψε και ο Παναγιώτης Κοδρικάς [12]: «Χρεωστεί η αιχμάλωτος Ελλάς εις την πανέκλαμπρον γενεάν των Πραγκοβάνων την περίθαλψιν και προστασίαν των ελληνικών γραμμάτων»

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 pantheon.world/profile/person/Constantin_Brâncoveanu. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 Dalibor Brozović, Tomislav Ladan: «Hrvatska enciklopedija» (Κροατικά) Ινστιτούτο Λεξικογραφίας «Μίροσλαβ Κρλέζα». 1999. 9526. ISBN-13 978-953-6036-31-8. ISBN-10 953-6036-31-2.
  3. 3,0 3,1 3,2 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
  4. Καραθανάσης, Αθαν.: Οι Έλληνες Λόγιοι στη Βλαχία (1670-1714), Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη, 1982, κεφ.Γ΄, «Η Φωτισμένη Ηγεσία της Βλαχίας», σελ. 69-81.
  5. Ορθόδοξος Συναξαριστής: Άγιος Κωνσταντίνος ο Νεομάρτυρας και οι συν αυτώ μαρτυρήσαντες, http://www.saint.gr/1699/saint.aspx
  6. Καραθανάσης, Αθαν.: Οι Έλληνες Λόγιοι στη Βλαχία (1670-1714), Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη, 1982, κεφ.Γ΄, «Η Φωτισμένη Ηγεσία της Βλαχίας», σελ.70.
  7. Iorga, N.: Studii și Documente cu privire la istoria Românilor, τ.14, Hârtii din Arhiva mănăstirii Hurezului, București, 1907.
  8. Iorga N.: Biblioteca lui Voda Brâncoveanu la Hurezu, Revista Istorică XI, 1925.
  9. Ionel Cândea, "Asediu Brăilei de la 1711. Două puncte de vedere contemporane", in Analele Universității „Dunărea de Jos” din Galați - Seria Istorie, Seria 19, VII/2008, p. 91-95.
  10. Η διάταξη των ρωσικών στρατευμάτων κατά τη μάχη του Στανιλέστι στην εκστρατεία του Προύθου (1711), από την ιστοσελίδα του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδου: el.travelogues.gr
  11. Del Chiaro, Anton Maria, Revoluțiile Valahiei, Veneția, 1718 Traducere din anul 1929 de S. Cris-Cristian, Editura Tehnopress, Iași, 2005.
  12. Κοδρικάς, Π.: Μελέτη της κοινής ελληνικής διαλέκτου, τ.Α΄, σελ. ιε΄, Παρίσι, 1818.