Κεφάλαιο (οικονομικά)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Κεφάλαιο (αποσαφήνιση).

Κεφάλαιο ονομάζεται οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο (π.χ. κτίρια, μηχανήματα, γη, διανοητική ιδιοκτησία, χρήματα κλπ.) χρησιμοποιείται στην παραγωγική διαδικασία. Για παράδειγμα ένα κτίριο που στεγάζει εμπορικό κατάστημα είναι κεφάλαιο του τομέα λιανικού εμπορίου, ένα κτήμα που καλλιεργείται είναι κεφάλαιο του αγροτικού τομέα, κοκ. Αποτελεί τον έναν από τους δύο συντελεστές της παραγωγής (ο δεύτερος είναι η εργασία) ενώ κατά άλλες ταξινομήσεις οι συντελεστές είναι τρεις (εργασία, "γη" και κεφάλαιο), και κατά άλλες πάλι τέσσερις (μαζί και με την επιχειρηματικότητα).

Ειδικότερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Κεφάλαιο», με μια στενή προσέγγιση, είναι το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης εταιρικής μορφής. Ωστόσο γενικότερα ο όρος «κεφάλαιο» σημαίνει απλά «πλούτος» ανεξάρτητα αν την ιδιοκτησία ή κυριότητα αυτού του πλούτου, δηλ. περιουσιακών στοιχείων, την έχει ο τομέας των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων ή οργανισμών μη εταιρικής μορφής, ή το κράτος.

Η διάκριση με άλλους συντελεστές της παραγωγής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την ταξινόμηση των συντελεστών της παραγωγής σε 3 είδη, εργασία, "γη" και κεφάλαιο (δηλαδή εργασία, πρώτες ύλες και κεφάλαιο), οι οικονομολόγοι διακρίνουν μεταξύ των αναλώσιμων υλικών και των μη αναλώσιμων υλικών. Κατά αυτή την έννοια κεφάλαιο ονομάζονται τα στοιχεία του ενεργητικού που παραμένουν αναλλοίωτα κατά την παραγωγική διαδικασία (κεφαλαιουχικός εξοπλισμός). Ωστόσο αυτή η ταξινόμηση είναι προβληματική από επιστημονικής άποψης, για παράδειγμα η έννοια του "αναλλοίωτου" είναι ασαφής από οικονομικής σκοπιάς, ενώ μπορεί να είναι διαφορετική από τεχνολογικής σκοπιάς, χημικής σκοπιάς κ.ο.κ.. Επίσης το κατά πόσο ένα στοιχείο είναι αναλλοίωτο ή μη αναλλοίωτο μπορεί να είναι σχετικό, ανάλογα με το βαθμό απόσβεσης ανά χρήση, την τεχνολογική απαξίωση εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας κ.ο.κ. Άλλωστε η θεμελιώδης λογιστική εξίσωση, ενεργητικό=ίδιο κεφάλαιο + υποχρεώσεις, περιλαμβάνει αθροιστικά όλα τα στοιχεία του ενεργητικού, χωρίς να κάνει διάκριση σε κεφαλαιουχικά και μη κεφαλαιουχικά. Εν ολίγοις η διάκριση αυτή μπορεί να είναι χρήσιμη για πιο ειδικευμένες αναλύσεις, αλλά είναι αμφίβολης χρησιμότητας όσον αφορά τους βασικούς/θεμελιώδεις ορισμούς της οικονομικής θεωρίας. Επίσης είναι ασυνεπής (μη αυτοσυνεπής άρα απορριπτέα ως κομμάτι γενικής θεωρίας), καθώς είναι σαφές αν στην πράξη τα χρηματικά διαθέσιμα κατατάσσονται στο κεφάλαιο και όχι στα αναλώσιμα, αν και είναι επίσης σαφές ότι το χρήμα δε μοιάζει με κάτι που θα ονομάζαμε "κεφαλαιουχικό εξοπλισμό". Έτσι λοιπόν η ταξινόμηση των συντελεστών καταρχήν σε 3 είδη ή καταρχήν σε 2 είδη, και η σχετική ορολογία δεν είναι ακόμα παγιωμένη. Η χρήση του όρου κεφάλαιο μπορεί να έχει μια μικρή ή μεγαλύτερη διαφοροποίηση ανά κλάδο των οικονομικών και της λογιστικής. Για παράδειγμα για τη μακροοικονομική η αύξηση αποθεμάτων των επιχειρήσεων λαμβάνεται εξ ορισμού ως (ανεπιθύμητη) αύξηση των επενδύσεων, δηλαδή αύξηση κεφαλαίου.

Φυσικό Κεφάλαιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως φυσικό κεφάλαιο ορίζεται ο πλούτος που προσφέρεται από τη φύση, δλδ οι πρώτες ύλες, ο αέρας, η θάλασσα και το νερό. [1]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Ευρωπαϊκή Επιτροπή - βασικά στοιχεία - Φυσικό κεφάλαιο». ec.europa.eu. Ανακτήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2022. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]