Ιωάννης Ζίγδης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιωάννης Ζίγδης
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ιωάννης Ζίγδης (Ελληνικά)
Γέννηση21  Ιουλίου 1913[1]
Λίνδος
Θάνατος21  Οκτωβρίου 1997[1]
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
νέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΟικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πανεπιστήμιο της Γενεύης
Πανεπιστήμιο της Λωζάνης
Πανεπιστήμιο του Λονδίνου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας
οικονομολόγος
πολιτικός[2]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΈνωση Δημοκρατικού Κέντρου
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΥπουργός Βιομηχανίας της Ελλάδας
μέλος της Βουλής των Ελλήνων (εκλογική περιφέρεια Δωδεκανήσων)[3]
Ευρωβουλευτής (Ιανουάριος 1981 – Οκτώβριος 1981, Ελλάδα)[4]
εκπρόσωπος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (13  Ιανουαρίου 1964 – 17  Ιανουαρίου 1964)[5]
εκπρόσωπος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (1966–1967)[5]
ΒραβεύσειςΜεγαλόσταυρος του Τάγματος του Φοίνικα (1997)

Ο Ιωάννης Ζίγδης (Λίνδος, 21 Ιουλίου 1913 - Αθήνα, 21 Οκτωβρίου 1997) ήταν Έλληνας οικονομολόγος και πολιτικός, που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στη Λίνδο της Ρόδου στις 21 Ιουλίου 1913. Στη Ρόδο συμπλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Αρχικά πτυχιούχος της Α.Σ.Ο.Ε.Ε., συνέχισε και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στις Οικονομικές και Πολιτικές επιστήμες σε Γενεύη, Λωζάννη και Λονδίνο. Το 1939 ανακηρύχθηκε Διδάκτορας Οικονομικών (Ph.D. Econ.) από τη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου όπου εκπόνησε τη διατριβή του με θέμα «Πόλεμος και Οικονομία – Ανάλυσις του γενικού οικονομικού προβλήματος του πολέμου». Τον Φεβρουάριο του 1940, λίγους μήνες πριν πλήξει ο πόλεμος την Ελλάδα, εκφωνεί ομιλία στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό[6] που αποτελεί σύνοψη της διατριβής του.

Ήταν καλός γνώστης της αγγλικής, γαλλικής και ιταλικής γλώσσας.

Πολεμική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από μαθητής πήρε ενεργό μέρος στον αγώνα για την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου. Μετά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψε από το Λονδίνο στην Ελλάδα και μετά την 28 Οκτωβρίου 1940 πρωτοστάτησε στον σχηματισμό του Συντάγματος Δωδεκανησίων εθελοντών, στο οποίο κατατάχτηκε ως απλός στρατιώτης. Υπηρέτησε στο Μακεδονικό Μέτωπο και την Κρήτη - την τελευταία περίοδο ως σύνδεσμος με τις βρετανικές δυνάμεις. Ευθύς μετά διέφυγε στην Αίγυπτο (1941), όπου κατατάχθηκε για δεύτερη φορά εθελοντής στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις Μέσης Ανατολής. Υπηρέτησε ως υποδεκανέας μέχρι τις αρχές του 1944. Για την πολεμική του δράση τιμήθηκε με δύο μετάλλια.

Τον Φεβρουάριο του 1944 μετακλήθηκε από τον καθηγητή Κυριάκο Βαρβαρέσο, Υπουργό Συντονισμού της εξόριστης Κυβέρνησης, στο Λονδίνο, για να τον βοηθήσει στο έργο της προετοιμασίας της επίλυσης των οικονομικών προβλημάτων της Ελλάδας μετά τη λήξη του πολέμου.

Ως οικονομολόγος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον Ιούνιο του 1944 μέχρι τα τέλη του 1947 υπηρέτησε στο διεθνές προσωπικό του Οργανισμού Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών (UNRRA), στην αρχή στο Λονδίνο και κατόπιν στην Αθήνα. Από την τελευταία αυτή θέση, ως πρόεδρος της μεγάλης Επιτροπής Τεχνικών και Οικονομολόγων, κατάρτισε το πρώτο μακροπρόθεσμο πρόγραμμα για τον εξηλεκτρισμό και την εκβιομηχάνιση της Ελλάδας. Το πρόγραμμα αυτό ήταν η αφετηρία της ίδρυσης της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) και της συστηματικής στροφής προς την εκβιομηχάνιση της χώρας στα πλαίσια των εργασιών της Επιτροπής αυτής, εκδόθηκε μια σειρά έργων με πρώτο «Ο Ορυκτός Πλούτος της Ελλάδος»,[7] που ανέτρεψε τη θεωρία ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει αρκετούς πόρους για ανάπτυξη και απέδειξε ότι η ρήση του Ηροδότου «πενίη τοις Ελλησιν αεί ξύντροφος» ήταν εσφαλμένη.

Το 1948 κλήθηκε από την ελληνική Κυβέρνηση στην Ελλάδα, ως Διευθύνων Σύμβουλος του Ανώτατου Συμβουλίου Ανασυγκροτήσεως (Α.Σ.Α.). Παραιτήθηκε, όμως, λίγους μήνες αργότερα, γιατί η Ειδική Οικονομική Αποστολή, που στάλθηκε στο Παρίσι, για να συμμετάσχει στη Συνδιάσκεψη για τον καταρτισμό του σχεδίου Μάρσαλ, αρνήθηκε να υποβάλει το Πρόγραμμα ανασυγκρότησης, που είχε ως βάση την εκβιομηχάνιση και τον εξηλεκτρισμό της χώρας, και όχι την προαγωγή της σε «...λαχανόκηπο της Ευρώπης», όπως ήθελε η τότε ηγέτιδα τάξη αλλά και η ίδια η Κυβέρνηση. Επακολούθησε ένα πολύμηνο ταξίδι στην Αφρική, για τη μελέτη της οικονομικής κατάστασης στην Αιθιοπία και την Κένυα, όπου υπήρχαν μεγάλες ελληνικές παροικίες.

Είσοδος στην πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1950 εξελέγη μεταξύ των πρώτων Βουλευτών Δωδεκανήσου. Από τότε εκλεγόταν Βουλευτής μέχρι το 1989, εκτός από τις εκλογές του 1956, του 1974 και του 1981 για διάφορους κάθε φορά λόγους.

Στον παρθενικό του λόγο στη Βουλή υπογράμμισε την ανάγκη συμφιλίωσης όλων των Ελλήνων και την αμνήστευση του παρελθόντος. Πολιτικά ήταν τοποθετημένος στο χώρο του Δημοκρατικού Κέντρου, με βασική επιδίωξη την εξελικτική αλλαγή της δημοκρατικής διακυβέρνησης της χώρας. Η εκβιομηχάνιση της Ελλάδας και η ενεργός συμμετοχή της στη μεγάλη προσπάθεια για την ενοποίηση της Ευρώπης υπήρξαν οι δύο βασικοί άξονες της δραστηριότητάς του ως πολιτικού και οικονομολόγου.

Αντιπροσώπευσε τη Βουλή σε πολλές Διεθνείς Συνδιασκέψεις. Το 1954 υπήρξε επικεφαλής της μεγάλης Επιτροπής Διαφώτισης, που στάλθηκε από την Κυβέρνηση Παπάγου στις ΗΠΑ για την ενημέρωση της Αμερικανικής Κυβέρνησης σχετικά με την πρώτη ελληνική προσφυγή στον ΟΗΕ για το Κυπριακό. Στα πλαίσια της επίσκεψης αυτής συναντήθηκε με τον τέως Αμερικανό πρόεδρο Χάρι Τρούμαν, ο οποίος κατά την λήξη της συνομιλίας τους, σε ερώτηση του Ζίγδη, απάντησε: «Πείτε στους Έλληνες ότι και στην περίπτωση αυτή, όπως πάντοτε, είμαι με το μέρος τους». Εξαιτίας όμως του λάθους της Ελληνικής Κυβέρνησης να ζητήσει, κατά τη συζήτηση της προσφυγής στον ΟΗΕ, «ενσωμάτωση» και όχι «αυτοδιάθεση» της Κύπρου, όπως όριζε ο Κανονισμός, η προσφυγή καταψηφίστηκε.

Υπήρξε μέλος της Συμβουλευτικής Συνέλευσης (Assemblée Consultative) του Συμβουλίου της Ευρώπης (1964-1967), της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συνδέσεως ΕΟΚ- Ελλάδος (1965-1967, Commission Parlementaire Mixte d'association CEE-Grèce) και της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Ν.Α.Τ.Ο. (Σεπτέμβριος 1966).

Υπουργός Βιομηχανίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την πρώτη του θητεία ως Υπουργός Βιομηχανίας (1951-1952), ψηφίστηκε ο πρώτος στην Ελλάδα περιβαλλοντικός νόμος «Περί επαρχιακής βιομηχανίας» (1952) και κατά τη δεύτερη (1963-65) πολλοί άλλοι, μεταξύ των οποίων οι περί «βιομηχανικής έρευνας», «τυποποιήσεως», «βιομηχανικών περιοχών» και «έρευνας του ορυκτού πλούτου», που ήταν βασικής σημασίας για την εκβιομηχάνιση. Στον ίδιο, επίσης, οφείλεται η ίδρυση της Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως (Ε.Τ.Β.Α.) και των Ινστιτούτων «Τυποποιήσεως», «Βιομηχανικής Έρευνας», «Ωκεανογραφίας» και «Αλιευτικών Ερευνών». Η ΔΕΗ συγκροτήθηκε σε πραγματικό Δημόσιο Οργανισμό κατά την δεύτερη Υπουργία του, ενώ η ίδρυσή της οφειλόταν στην επίμονη προβολή της θέσεως, των πλούσιων κοιτασμάτων λιγνίτη της χώρας, με βασική πηγή τα λιγνιτωρυχεία της Πτολεμαΐδας, την οποία υποστήριζε από την εποχή της UNRRA. Γι' αυτό, άλλωστε, επήλθε και η ανακήρυξή του σε επίτιμο δημότη Πτολεμαΐδας αργότερα.

Το 1964 εγκαινίασε το πρόγραμμα εξηλεκτρισμού της υπαίθρου, με το οποίο πήραν ηλεκτρισμό όλα σχεδόν τα χωριά και τα νησιά της Ελλάδας. Τον Μάιο του 1965 οργάνωσε στη Θεσσαλονίκη την Πανευρωπαϊκή Έκθεση Βιοτεχνίας, στην οποία συνεργάστηκαν η (τότε) ΕΟΚ και τα κράτη μέλη της. Στη συνδιάσκεψη που επακολούθησε, αποφασίστηκε ότι η έδρα του οργάνου της ΕΟΚ για την Βιοτεχνία θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα συνδεδεμένο κράτος, όπως η Ελλάδα.

Υπήρξε ο αρχιτέκτονας του «ελληνικού οικονομικού θαύματος» της Δωδεκανήσου, που συντελέστηκε μετά την απελευθέρωσή της. Εμπνευστής μιας καλά μελετημένης πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης, με βάση το τοπικό δασμολόγιο, ως και το φορολογικό και πιστωτικό σύστημα, έθεσε τα θεμέλια της προαγωγής της Δωδεκανήσου σε πρώτο τουριστικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Εισηγήθηκε επίσης τη νομοθεσία για την εκκαθάριση της "κληρονομιάς" της Ιταλικής κατοχής και ειδικότερα την αγροτική αποκατάσταση στην Κω, την επιστροφή στους αγρότες των ιδιοκτησιών, που τους πήραν οι Ιταλοί, ως και την τακτοποίηση των Δωδεκανησίων δημοσίων υπαλλήλων.

Συνέστησε, τέλος, τον Οργανισμό Διαχειρίσεως της Ακινήτου Περιουσίας του Δημοσίου στη Δωδεκάνησο (Ο.Δ.Α.Π.Δ.Δ.), Ν.2100/52, στον οποίο μεταβιβάστηκε η κυριότητα όλης της ακίνητης περιουσίας, η οποία με την Συνθήκη Ειρήνης περιήλθε από την Ιταλική κυβέρνηση στην Ελληνική, για την αυτόνομη πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη των νησιών. Τον Οργανισμό αυτό κατάργησε η Δικτατορία και την αυθαιρεσία αυτή νομιμοποίησε η Κυβέρνηση Καραμανλή το 1975, στερώντας τους Δωδεκανήσιους από την περιουσία, που τους είχε αρπάξει ο ξένος κατακτητής και τη δυνατότητα σοβαρής περιφερειακής ανάπτυξης.

Ευρωπαϊκός προσανατολισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τους ιδρυτές του Εθνικού Συμβουλίου Ελλάδας της «Ευρωπαϊκής Κίνησης» η οποία ιδρύθηκε από τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, υπήρξε και αντιπρόεδρος του από το 1953, έως το 1968, όταν παραιτήθηκε λόγω της επιβολής της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα.

Έλαβε μέρος στην Πανευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη για τα θέματα της οικονομικής ανασυγκρότησης της Ελλάδας, που οργανώθηκε από κοινού με το Εθνικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κίνησης του Βελγίου στις Βρυξέλλες (1953), στην οποία έπεισε τους αντιπροσώπους των άλλων κρατών ότι η Ελλάδα μπορούσε να εκβιομηχανιστεί σε σχετικά μικρό διάστημα, αποτελεσματικά, με βάση τα στοιχεία της UNRRA.

Υπέρμαχος της ένταξης στην ΕΟΚ από το 1957, όταν ο Αναπληρωτής καγκελάριος της Γερμανίας Λούντβιχ Έρχαρτ κάλεσε την Ελλάδα να γίνει ιδρυτικό μέλος υπό ειδικά προνομιακούς όρους. Η τότε κυβέρνηση Καραμανλή, όμως, αρνήθηκε και προτίμησε, «σύμφωνα με βρετανικές υποδείξεις», την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ). Σύντομα όμως, αυτή αντιλήφθηκε το λάθος της και ζήτησε, το 1961, την σύνδεση της χώρας με την ΕΟΚ και όχι την ένταξη, επιλογή την οποία επέκρινε δριμύτατα ο Ζίγδης στη Βουλή.

Δράση κατά τη δικτατορία και διώξεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές της Αντίστασης και ο μόνος υπουργός της προδικτατορικής περιόδου, που φυλακίστηκε από το καθεστώς.

Συνελήφθη για πρώτη φορά την 1η Ιουνίου του 1967. Στα τέλη Σεπτεμβρίου εκτοπίστηκε στη Φολέγανδρο και αργότερα στη Σύρο. Απελευθερώθηκε στις 23 Δεκεμβρίου του 1967 με την αμνηστία, ύστερα από το βασιλικό πραξικόπημα της 13.12.1967.

Την 1η Απριλίου του 1970 καταδικάστηκε από το Έκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών σε 4,5 χρόνια φυλάκιση, χρηματική ποινή 300 χιλ. μεταλλικών δραχμών και κατάσχεση της οικίας του στην Πολιτεία, γιατί στις 24 Μαρτίου του 1970 η εφημερίδα Έθνος δημοσίευσε συνέντευξή του, στην οποία συνιστούσε, εξαιτίας της επιδεινώσεως του Κυπριακού (απόπειρα κατά του Μακαρίου, δολοφονία του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη κ.λπ.), τον σχηματισμό Κυβερνήσεως «Εθνικής Ενότητας» και επιστροφή στη δημοκρατική τάξη. Τούτο χαρακτηρίστηκε από το Στρατοδικείο σαν «διασπορά ψευδών ειδήσεων» και «άσκηση αντεθνικής προπαγάνδας» (παράβαση του νόμου Περί Τύπου και του νόμου Περί καταστάσεως πολιορκίας).

Κρατήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού μέχρι την 22α Ιανουαρίου 1973, όταν, με απόφαση του Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, διακόπηκε η έκτιση της ποινής του, για να προληφθεί «ανήκεστος βλάβη της υγείας του», καθώς είχε υποστεί δυο θρομβώσεις στο δεξί του μάτι.

Δεν δέχτηκε να υποβάλει αίτηση αναθεώρησης της καταδικαστικής απόφασης του Στρατοδικείου καίτοι το δικτατορικό καθεστώς εξέδωσε για το σκοπό αυτό τρεις νόμους, που παρείχαν στους καταδικασθέντες το σχετικό δικαίωμα. Δεν ήθελε έτσι, έστω και τυπικά, να αναγνωρίσει τη νομιμότητα του δικτατορικού καθεστώτος. Αρνήθηκε να υποβάλει αίτηση αποφυλάκισης για «ανήκεστον βλάβη» για τον ίδιο λόγο και το καθεστώς υποχρεώθηκε με δική του πρωτοβουλία να θέσει σε κίνηση τη σχετική διαδικασία, επειδή η υγεία του είχε κλονιστεί επικίνδυνα.

Λόγω της συμπαράστασης, που έδωσε στους φοιτητές του Πολυτεχνείου, λίγες μέρες πριν την εξέγερση, τέθηκε υπό κράτηση σε δωμάτιο του Ευαγγελισμού, όπου νοσηλευόταν ύστερα από νέα εγχείρηση. Απελευθερώθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1973, ύστερα από την ανατροπή του Παπαδόπουλου. Λίγο αργότερα, λόγω των συνεχών δοκιμασιών και των συγκινήσεων υπέστη αιμορραγία στο δεξί του μάτι, που εξελίχθηκε σε αποκόλληση, για την οποία υποβλήθηκε σε επανειλημμένες εγχειρήσεις (Χριστούγεννα 1973).

Υπήρξε εμπνευστής της συγκρότησης των δύο Επιτροπών Αποκατάστασης της Δημοκρατικής Νομιμότητας, που οργάνωσαν τον αγώνα κατά του Δημοψηφίσματος του Παπαδόπουλου στις 29 Ιουλίου 1973. Η Τριμελής Επιτροπή, η οποία εκπροσώπησε τον πολιτικό κόσμο, απαρτίστηκε από τους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Γεώργιο Μαύρο και Ιωάννη Ζίγδη.

Τον Μάρτιο του 1974, απογοητευμένος από την απόδοση του αγώνα στη Ελλάδα, διέφυγε στο Λονδίνο. Ύστερα από λίγες μέρες, κατόπιν πρόσκλησης της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών, μετέβη στην Ουάσιγκτον, όπου μίλησε για την «ελληνική» πολιτική των ΗΠΑ. Η ομιλία του,[8] που αποκάλυψε την ευθύνη της αμερικανικής κυβέρνησης για την επιβολή και διατήρηση της ελληνικής χούντας στην εξουσία και για τον κίνδυνο που προκαλούσε, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Κύπρο αλλά γενικότερα για την παγκόσμια ειρήνη, έκανε εξαιρετική εντύπωση. Η δραστηριότητα του στην Αμερική επέτεινε τη μήνη του καθεστώτος των Αθηνών, που τον παρέπεμψε και πάλι στο Στρατοδικείο. Την επομένη της Συνεδρίασης του Συμβούλιο Ασφαλείας Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, την 21η Ιουλίου 1974, απηύθυνε προς τους Έλληνες αξιωματικούς την περίφημη έκκληση από την Ντόιτσε Βέλλε για κατάλυση της δικτατορίας εντός 24 ωρών, «αν δεν ήθελαν να είναι οι νεκροθάφτες του Έθνους».

Ιστορικές θα μείνουν οι φράσεις του της περιόδου της Δικτατορίας:

«Θα ζήσω και εκατό χρόνια ακόμη, αν χρειαστεί, για την αποκατάσταση της δημοκρατίας» (Έκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών, 1η Απριλίου 1970). «Θα γυρίσω ελευθερωτής, πολύ ταχύτερα απ' ό,τι περιμένετε» (απάντηση στον Τύπο της χούντας, που έγραψε στις 9 Ιουνίου 1974: «Ούτε τα οστά του Ζίγδη δε θα επιτραπεί να ταφούν στην Ελλάδα»). «Η Κύπρος για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και τον κ. Κίσινγκερ είναι ότι το Γουώτεργκαιητ για την εσωτερική πολιτική των Η.Π.Α. και τον κ. Νίξον» (Αεροδρόμιο Ελληνικού, 3 Αυγούστου 1974).

Μεταπολίτευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 βρισκόταν στις ΗΠΑ. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα (3 Αυγούστου 1974) αντιτάχθηκε στην πολιτική της Κυβέρνησης αυτής στα θέματα της αποχουντοποίησης, του Κυπριακού, της αντιμετώπισης της απειλής της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, ως και της στρατηγικής του ΝΑΤΟ στη Μεσόγειο. Υποστήριξε την ανάγκη της διατήρησης της ενότητας της Ένωσης Κέντρου και επέκρινε τον ιδρυτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ., πιστεύοντας ότι η ίδρυση νέου κόμματος ήταν ενέργεια, που αποδυνάμωνε σοβαρά την αποκαλούμενη δημοκρατική παράταξη. Επέκρινε δριμύτατα την επαναφορά, από την κυβέρνηση Καραμανλή, του εκλογικού νόμου της ενισχυμένης αναλογικής και την πρόωρη διενέργεια των εκλογών. Για τον λόγο αυτό, ήρθε σε αντίθεση με τον Γεώργιο Μαύρο, που ήταν Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών και ο οποίος εκλέχτηκε ως αρχηγός της Ένωσης Κέντρου στις 20 Σεπτεμβρίου 1974. Μετά την εκλογή του, ο Γ. Μαύρος και η ομάδα των Νέων Δυνάμεων ίδρυσαν το νέο κόμμα Ένωσις Κέντρου-Νέες Δυνάμεις (Ε.Κ.-Ν.Δ.), από το οποίο εκπαραθύρωσαν τον Ζίγδη, που υποχρεώθηκε να κατέβει ανεξάρτητος στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 στη Δωδεκάνησο υπό τον τίτλο Δημοκρατική Ένωση Κέντρου, όπου απέτυχε να εκλεγεί. Όπως περιγράφει διεξοδικά στο βιβλίο του Μπροστά στον Νέο Εθνικό Διχασμό (1974) ο Ιωάννης Ζίγδης εξωθήθηκε εκτός της Ένωσης Κέντρου, λόγω της σκληρής αντιπολίτευσης στις ενέργειες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η κατάσταση εκείνη τον υποχρέωσε να κατέβει στις εκλογές του 1974 με δικό του συνδυασμό στα Δωδεκάνησα υπό τον τίτλο Δημοκρατική Ένωση Κέντρου συγκεντρώνοντας 13,81%.

Τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε με τη συγγραφή των βιβλίων του Μπροστά στον νέο Εθνικό Διχασμό (1974), Για την Δημοκρατία και την Κύπρο - 4 μήνες αγώνα στις Η.Π.Α. (1976) και Προτίμησα τη φυλακή (1977).

Επιστροφή στην πολιτική και την Ε.ΔΗ.Κ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Μάιο του 1977 αποφάσισε να επιστρέψει στην ενεργό πολιτική. Στις εκλογές που ακολούθησαν υπέβαλε υποψηφιότητα στα Δωδεκάνησα «ως συνεργαζόμενος» με την Ε.ΔΗ.Κ, γιατί η τότε ηγεσία της, παρά την έντονη αξίωση της πλειοψηφίας των στελεχών, δεν επιθυμούσε την επιστροφή του στο κόμμα. Μετά την συντριπτική, όμως, κομματική ήττα και την παραίτηση του Γεωργίου Μαύρου από την ηγεσία, η Κ.Ο. τον εξέλεξε ομόφωνα, στις 29 Νοεμβρίου 1977, Πρόεδρο της Τριμελούς Δ.Ε., στην οποία και ανέθεσε την ηγεσία του Κόμματος. Το έκτακτο Συνέδριο (19-20 Μαρτίου 1978) τον εξέλεξε με μεγάλη πλειοψηφία Αρχηγό του Κόμματος. Ο ίδιος, όμως, μετέβαλε τον τίτλο σε Πρόεδρο. Ως Πρόεδρος επιδόθηκε αμέσως στην οργανωτική ανασύνταξη του Κόμματος και την αποσαφήνιση της ιδεολογίας του. Για τον σκοπό αυτό έγραψε σειρά βιβλίων, με σημαντικότερα τα Οροθετώντας την Ε.ΔΗ.Κ. (1978) και Ατενίζοντας το 1980.

Αμέσως μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Ιωάννης Ζίγδης, τη θέση του διευθυντή του γραφείου του ανέλαβε ο Ιωάννης Μανουσάκης, θέση που διατήρησε μέχρι και τις εκλογές του 1981. Ο Ιωάννης Μανουσάκης υπήρξε στενός συνεργάτης του Γεωργίου Παπανδρέου και διευθυντής του γραφείου του μέχρι τον θάνατο του «Γέρου».[9]

Ο Ζίγδης ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες ευρωβουλευτές (με την ΕΔΗΚ), καθώς διορίστηκε από τη Βουλή τον Ιανουάριο του 1981 και υπηρέτησε έως τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου.[10]

Στις βουλευτικές και στις ευρωεκλογές του Οκτωβρίου του 1981 η Ε.ΔΗ.Κ. δεν εκλέγει βουλευτές ή ευρωβουλευτές, παρά την εντυπωσιακή της παρουσία στα Δωδεκάνησα. Το ίδιο συμβαίνει και στις Ευρωεκλογές του 1984. Το 1985 εξελέγη βουλευτής κατόπιν της Συμπαράταξης της Ε.ΔΗ.Κ. με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ηγήθηκε της αυτόνομης προσπάθειας της Ε.ΔΗ.Κ. στις πρώτες εκλογές του 1989, ενώ απείχε έκτοτε, αντιδρώντας με τον τρόπο αυτό στο νέο εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.

Φιλοδοξία του Ζίγδη ήταν να καταστήσει την Ε.ΔΗ.Κ. πρότυπο δημοκρατικά οργανωμένου κόμματος, που θα πραγματοποιήσει το ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, όπως τον θέλει η ιδεολογία του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού –η σύγχρονη έκφραση της ιδεολογίας του Ε. Βενιζέλου, του Ν. Πλαστήρα και του Γ. Παπανδρέου– για να εξασφαλίσει στον λαό μας ένα μέλλον αντάξιο της ιστορίας του.

Πολιτιστικό Ίδρυμα Δωδεκανήσου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1991 προχώρησε στη σύσταση του Πολιτιστικού Ιδρύματος Δωδεκανήσου «Κλεόβουλος ο Λίνδιος», το οποίο έχει σκοπό την προβολή της συμβολής της Δωδεκανήσου στον ελληνικό πολιτισμό και τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες, ως και τη δυνατότητα της οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης της Ελλάδας γενικά στο μέλλον. Το Ίδρυμα έχει εκδώσει ένα αριθμό μονογραφιών του Ζίγδη μεταξύ των οποίων, «Η αλλαγή νοοτροπίας απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη» (1993), «Η Ελληνική Πολιτιστική Κληρονομιά - Αιώνιος φωτοδότης της ανθρωπότητας - Αποτελεσματικό όπλο για την επιβίωση του έθνους μας» (1996), «Η Ελλάδα στα Πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (1997).

Το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1997 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος τον τίμησε με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικα για τις πολλές υπηρεσίες που πρόσφερε στην πατρίδα. Επειδή, όμως, η επίδοση θα γινόταν στις 24 Ιουλίου, αρνήθηκε να παραστεί στην εκδήλωση, που θα γινόταν στο Προεδρικό Μέγαρο. Ο ίδιος υποστήριζε, άλλωστε, ότι θα πρέπει να καταργηθούν οι επετειακές εκδηλώσεις την ημέρα αυτή, που αποτελεί για το έθνος ημέρα πένθους και όχι εορτασμών. Το παράσημο του επιδόθηκε ύστερα από λίγες ημέρες στο σπίτι του, όπου και παρέμενε έγκλειστος, λόγω νέας επιδείνωσης ενός πολεμικού τραύματος.

Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του ο Ζίγδης είχε κινήσει τις διαδικασίες ανασύνταξης της Ε.ΔΗ.Κ. αναθέτοντας το έργο αυτό σε δωδεκαμελή Πολιτική - Οργανωτική Γραμματεία στελεχών. Στο πλαίσιο αυτό η τελευταία πολιτική του πράξη ήταν η αποστολή εγκυκλίου στα μέλη του Κόμματος σχετικά με τη σύγκληση Συνεδρίου εντός του 1998.

Πέθανε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 1997.

Προτομές του βρίσκονται στις πλατείες που φέρουν το όνομα του στη Ρόδο και τη Λίνδο, ενώ στην τελευταία βρίσκεται και το ταφικό του μνημείο στο λόφο που δεσπόζει της Ακρόπολης και του τάφου του Κλεόβουλου.

Συγγραφικό Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Η ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΙΣ

Η χρησιμοποίησης της ξένης βοηθείας, Αι σχέσεις με τας ξένας Αποστολάς, Αι προϋποθέσεις της Ανασυγκροτήσεως, ΑΘΗΝΑΙ Μάιος 1950

  • Η ΥΠΟΤΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΔΡΑΧΜΗΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1953
  • ΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ,ΑΡΧΕΙΟΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟΝ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΜΜ. ΚΑΛΙΤΣΟΥΝΑΚΗ,ΕΤΟΣ 39ΟΝ ΤΟΜΟΣ 39ΟΣ Δ’ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» 1959

  • ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ, Ανάτυπον εκ του περιοδικού «ΣΠΟΥΔΑΙ» της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής,Μάρτιος – Απρίλιος 1959, τεύχος 7-8

  • Η ΠΟΡΕΙΑ & ΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΟ ΟΡΙΣΤΙΚΟΝ ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ,Αθήναι 1960

  • Η ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ,ΑΘΗΝΑΙ 1960
  • Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΒΙΟΜΗΧΑΝΙΣΕΩΣ,

Ομιλίαi προς τας παραγωγικάς τάξεις,Αθήναι 1963

  • ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΝΕΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΧΑΣΜΟ

Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα δε μας έλειψαν ούτε τα χρήματα ούτε η μόρφωση ούτε η παλικαριά, μας έλειψε το ήθος,1974

  • ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ – ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΜΗΝΕΣ ΑΓΩΝΑ ΣΤΙΣ Η.Π.Α.,1976
  • ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ,1976
  • Διακήρυξις και Ιδεολογικαί Προγραμματικαί – Πολιτικαί κατευθύνσεις, διά μίαν σταθεράν κοινοβουλευτικήν και κοινωνικήν Δημοκρατίαν,1977
  • ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ '77,1977
  • ΠΡΟΤΙΜΗΣΑ ΤΗΝ ΦΥΛΑΚΗ,1977
  • Ε.ΔΗ.Κ. & Ε.Ο.Κ.

η ένταξη τα ελληνικά συμφέροντα και τα ελληνικά κόμματα,1977

  • ΟΡΟΘΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ Ε.ΔΗ.Κ., 1978
  • ΜΝΗΜΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ του Προέδρου της Ε.ΔΗ.Κ. κ. Ι. Γ. Ζίγδη, 1984
  • Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ 7-8/1974,1986
  • «ΑΘΩΩΝΕΙ ΤΟ ΠΑ.ΣΟ.Κ. ΤΟΝ Κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ»!... – Το Πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για το Κυπριακό, 1988
  • Η ΙΕΡΗ ΝΗΣΟΣ ΤΗΣ ΠΑΤΜΟΥ – ΠΡΟΠΥΡΓΙΟΝ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ & ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ – Η 1900Η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ, Αθήνα 1995

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]