Ιστορικός υλισμός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο ιστορικός υλισμός είναι η υλιστική αντίληψη της Ιστορίας. Προέκταση των αρχών του διαλεκτικού υλισμού στη μελέτη της κοινωνικής ζωής και εφαρμογή αυτών των αρχών στα κοινωνικά φαινόμενα[1].

Πρόκειται για μαρξιστική θεωρία, στο πλαίσιο της ιστορικής έρευνας, που στηρίζεται στο γεγονός ότι η δομή της κοινωνίας μεταβάλλεται διαρκώς, ενώ οι αντιφάσεις και οι αντιθέσεις προκαλούν δομικές αλλαγές. Έτσι, σε αντίθεση με την ιδεαλιστική προσέγγιση της ιστορίας, ο ιστορικός υλισμός υποστηρίζει ότι η ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος καθορίζεται από τη μεταβολή της οικονομικής κατάστασης ενός λαού ή μιας εποχής. Συνεπώς, προκύπτει ότι η μελέτη της εξέλιξης της κοινωνίας πρέπει να ξεκινά από τους τρόπους και τις σχέσεις παραγωγής και όχι από τους θεσμούς και τις «ιδέες»[2].

Σύμφωνα λοιπόν με τον ιστορικό υλισμό, η τεχνολογική εξέλιξη των μέσων παραγωγής των υλικών αγαθών (εργαλεία, μηχανήματα κλπ) αποτελεί την κύρια δύναμη που προωθεί την κοινωνική πρόοδο, αλλάζοντας τις παραγωγικές σχέσεις. Οι παραγωγικές σχέσεις προσδιορίζουν τη θέση και το ρόλο της ταξικής πάλης, η οποία εξαρτάται από τη δομή τους, ενώ η ιστορία κάθε κοινωνίας προσδιορίζεται ως η ιστορία της πάλης των τάξεων[3]. Η αντίληψη αυτή περιγράφεται από τον Μαρξ στον Πρόλογο της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας:

«Το σύνολο των παραγωγικών σχέσεων αποτελεί την οικονομική δομή της κοινωνίας, την πραγματική βάση, που πάνω σ' αυτήν υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό οικοδόμημα, που σ' αυτό αντιστοιχούν ορισμένες μορφές της κοινωνικής συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής καθορίζει γενικά την κοινωνική, πολιτική και πνευματική διαδικασία της ζωής. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων αυτό που καθορίζει το «είναι» τους, μα αντίστροφα, το κοινωνικό τους «είναι», είναι αυτό που καθορίζει τη συνείδησή τους. Σε ορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξής τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις έρχονται σε σύγκρουση με τις παραγωγικές σχέσεις που υπάρχουν, ή, πράγμα που είναι η νομική μόνο διατύπωση, με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, που μέσα σ' αυτές είχαν ως τότε κινηθεί. Από μορφές ανάπτυξης των κοινωνικών δυνάμεων οι σχέσεις αυτές μετατρέπονται σε δεσμά τους. Τότε αρχίζει μια εποχή κοινωνικής επανάστασης. Με την αλλαγή της οικονομικής βάσης ανατρέπεται ολόκληρο το τεράστιο οικοδόμημα με αργότερο ή γοργότερο ρυθμό[4]»

Μία παράμετρος του ιστορικού υλισμού είναι η νομοτέλεια της ιστορικής εξέλιξης, σύμφωνα με την οποία κάθε σύστημα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης –συμπεριλαμβανομένου του καπιταλισμού– είναι ιστορικά πεπερασμένο και ως ανθρώπινο δημιούργημα γεννιέται, αναπτύσσεται, ωριμάζει και πεθαίνει. Μια πιο αναλυτική περιγραφή αυτής της διαδικασίας γέννησης, ανάπτυξης, ωρίμανσης και θανάτου των κοινωνικοοικονομικών συστημάτων, έχει ως εξής: Κάθε ταξικό κοινωνικό/οικονομικό σύστημα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, χαρακτηρίζεται από μια δομικά αντιφατική σχέση μεταξύ παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων.

Οι παραγωγικές δυνάμεις (γη, εργασία, κεφάλαιο και εσχάτως επιστήμη), αφορούν το σύνολο της κοινωνίας, σε αντίθεση με τις παραγωγικές σχέσεις (ή σχέσεις παραγωγής) οι οποίες έχουν ολιγαρχικό χαρακτήρα: Αφορούν δηλαδή την εκμετάλλευση των παραγωγικών δυνάμεων, από μία αριθμητικά μειοψηφική κοινωνική ομάδα, η οποία συγκροτεί την εκάστοτε άρχουσα τάξη. Ενώ λοιπόν οι παραγωγικές δυνάμεις αναφέρονται στο σύνολο της κοινωνίας, οι παραγωγικές σχέσεις αναφέρονται πρωτίστως στην παγίωση και εξασφάλιση των συμφερόντων της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Αυτή η δομικά αντιφατική σχέση έχει ως αποτέλεσμα, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων να οδηγηθεί σε ασφυξία κάποια στιγμή, εξαιτίας του πλαισίου που έχει τεθεί από τις συγκεκριμένες παραγωγικές σχέσεις. Τότε είναι που το συγκεκριμένο κοινωνικό/οικονομικό σύστημα μπαίνει σε κρίση και σταδιακά πεθαίνει για να το διαδεχθεί -μέσα από συγκρούσεις- ένα επόμενο το οποίο θα λύσει πρόσκαιρα αυτή την αντίφαση.

Για τον καπιταλισμό πιο συγκεκριμένα: Εξαιτίας της διαρκούς μεγέθυνσης των παραγωγικών δυνάμεων (λόγω βελτίωσης της τεχνολογίας στην παραγωγή ή της συσσώρευσης κεφαλαίου στα χέρια των πλουσιότερων) δημιουργούνται πλεονάζοντα αγαθά που δεν μπορούν να απορροφηθούν από την κοινωνία. Παράλληλα, η διαρκής καταστροφή των ίδιων παραγωγικών δυνάμεων (ανεργία και αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, καταστροφή των φυσικών πόρων μέσω υπερεκμετάλλευσης, αέναη καταστροφή παγίων κεφαλαίων με σκοπό την δημιουργία νέων), οξύνει την αντίφαση μεταξύ του ολιγαρχικού χαρακτήρα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και του παν-κοινωνικού χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων. Από κοινού με την όξυνση της ταξικής πάλης (λόγω της αύξησης της εκμετάλλευσης), αυτές οι δομικές αντιφάσεις στο εσωτερικό του καπιταλιστικού συστήματος -οι οποίες απορρέουν από την αυξανόμενη ασυμβατότητά του με τις παραγωγικές δυνάμεις- θα οδηγήσουν κάποια στιγμή στο θάνατό του και στην αντικατάστασή του από τον σοσιαλισμό/κομμουνισμό.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Κ.Αναγνωστίδη, Αθήνα 1963, Πλήρες Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό, Μ.Ροζενταλ - Π.Γιουντιν
  2. Αθήνα 1980, Αστήρ, Αγησίλαος Σπ.Ντόκας, Λεξικό φιλοσοφικών όρων, σελ.170
  3. Αθήνα, 1982, Καστανιώτη - Επικαιρότητα, Βασικά Θέματα της Κοινωνιολογίας & Κοινωνιολογικό Λεξικό, σελ.239
  4. Αθήνα, 1984, Gutenberg, Δ.Γ. ΤΣΑΟΥΣΗ, Χρηστικό Λεξικό Κοινωνιολογίας, σελ.117

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]