Θέμα Αιγαίου Πελάγους

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Θέμα Αιγαίου Πελάγους ήταν βυζαντινή επαρχία στα βόρεια του Αιγαίου Πελάγους η οποία δημιουργήθηκε στα μέσα του 9ου αιώνα. Ήταν ένα από τα τρία ναυτικά θέματα της αυτοκρατορίας και χρησίμευε, κυρίως, στην προμήθεια του βυζαντινού ναυτικού με πλοία και στρατό, αν και χρησίμευε επίσης και ως πολιτική διοικητική περιφέρεια.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι καταβολές του θέματος βρίσκονται στην επαρχία των νησιών κατά την ύστερη αρχαιότητα που περιελάμβανε τα νησιά του νοτιοανατολικού και του ανατολικού Αιγαίου Πελάγους άνω της Τενέδου. Ο όρος του « Αιγαίου Πελάγους » κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του στις πηγές ως διοικητική περιφέρεια στις αρχές του 8ου αιώνα, όταν και οι σφραγίδες αρκετών εκ των κομμερκιάριων το πιστοποιούν. Μια σφραγίδα που χρονολογείται από την περίοδο μεταξύ 721/722 κάνει αναφορά σε πρόσωπο, το οποίο είχε κάποιο αξίωμα στην περιοχή των ελληνικών νησιών, κάτι που να σημαίνει, ενδεχομένως, και την επέκταση της παλιάς επαρχίας και προς τα νησιά στα δυτικά του Αιγαίου Πελάγους. Από στρατιωτικής άποψης, τα νησιά βρίσκονταν υπό τη διοίκηση του σώματος των Καραβισιάνων και στη συνέχεια του θέματος των Κιβυρραιωτών[1]. Μετά τα τέλη του 8ου αιώνα, δύο ναυτικές διοικήσεις έκαναν την εμφάνισή τους στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους: ο δρουγγάριος του Αιγαίου Πελάγους, ο οποίος ήλεγχε το βόρειο τμήμα, καθώς και ο δρουγγάριος της Δωδεκανήσου (ονομασία που αναφέρεται στις Κυκλάδες και όχι στα σύγχρονα Δωδεκάνησα) ή του Κόλπου, υπεύθυνος του νότιου τμήματος. Η πρώτη ναυτική διοίκηση, η οποίο στην πορεία εξελίχθηκε στο Θέμα Αιγαίου Πελάγους, περιελάμβανε τα βόρεια νησιά του Αιγαίου, καθώς και τα Δαρδανέλλια και τα νότια παράλια της Προποντίδας, ενώ η δεύτερη μετατράπηκε στην πορεία στο θέμα της Σάμου[2][3]. Το θέμα του Αιγαίου Πελάγους δημιουργήθηκε το 843. Ο στρατηγός του, αν και δεν εμφανίζεται στο Τακτικόν Ουσπένσκυ της περιόδου μεταξύ 842/843 το οποίο περιελάμβανε το σύνολο των ενεργών δρουγγάριων, ωστόσο επιβεβαιώνεται η παρουσία του στη Λέσβο το 843[4].

Κατέστη ένα κανονικό θέμα με πολιτικές, φορολογικές και στρατιωτικές αρμοδιότητες, ενώ υποδιαιρούνταν σε τούρμες και βάνδα. Εντός των Δαρδανελλίων και της Προποντίδας, ο δρουγγάριος και αργότερα ο στρατηγός μοιράζονταν την εξουσία τους με τον κόμη του θέματος του Οψικίου. Όπως συνέβαινε και στην περίπτωση του θέματος της Σάμου, ο κόμης του Οψικίου ήταν, ενδεχομένως, υπεύθυνος και για την τοπική πολιτική διοίκηση και άμυνα, ενώ το θέμα του Αιγαίου Πελάγους ήταν μονάχα υπεύθυνο για τον εξοπλισμό των πλοίων. Η ιδέα αυτή φαίνεται να ενισχύεται από το γεγονός ότι οι κάτοικοι του θέματος του Οψικίου, και κυρίως οι Σλάβοι, χρησίμευαν ως στρατιώτες του ναυτικού κατά τον 10ο αιώνα[5]. Τα κυριότερα νησιά του θέματος ήταν η Λέσβος (η πρωτεύουσα του θέματος), η Λήμνος, η Ίμβρος, η Τένεδος και η Χίος (προτού ενσωματωθεί στο θέμα της Σάμου), οι Σποράδες και οι Κυκλάδες[6]. Σύμφωνα με την Ελένη Αρβελέρ, οι Κυκλάδες πιθανώς ενσωματώθηκαν εντός του θέματος του Αιγαίου όταν η ναυτική διοίκηση Δωδεκανήσου/Κόλπου διαιρέθηκε και το θέμα της Σάμου δημιουργήθηκε στα τέλη του 9ου αιώνα[7]. Το 911, οι δυνάμεις του θέματος υπολογίζονταν σε 2.610 ναύτες και 400 στρατιώτες του ναυτικού[8].

Η επαρχία κατάφερε να επιβιώσει μέχρι και τις αρχές του 11ου αιώνα, όταν και ξεκίνησε η διαίρεσή του σε μικρότερες διοικήσεις. Ως εκ τούτου, οι Κυκλάδες και οι Σποράδες, η Χίος και η περιοχή της Άβυδου διέθεταν, πλέον, δικό τους στρατηγό. Το θέμα του Αιγαίου κατέστη μια απλή πολιτική επαρχία, η οποία περιελάμβανε αποκλειστικά τα παράλια της Προποντίδας, καθώς και τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης[9]. Στα τέλη του 12ου αιώνα, τα υπολείμματα του πρώην θεματικού στόλου ενσωματώθηκαν στο ενοποιημένο αυτοκρατορικό ναυτικό με έδρα την Κωνσταντινούπολη, διοικητής του οποίου ήταν ο Μέγας Δουξ[10]. Στη συνέχεια, κατά τον 12ο αιώνα, το θέμα του Αιγαίου φαίνεται να συγχωνεύτηκε με το θέμα του Οψικίου, κάτι που επιβεβαιώνεται από σχετική αναφορά στο Partitio terrarum imperii Romaniae το 1204[11].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Kazhdan 1991, σελ. 26
  2. Ahrweiler 1966, σελ. 76-81
  3. Kazhdan 1991, σελ. 26-27
  4. Oikonomidès 1972, σελ. 46-47
  5. Ahrweiler 1966, σελ. 402
  6. Ahrweiler 1966, σελ. 76-79, 132
  7. Ahrweiler 1966, σελ. 108
  8. Treadgold 1995, σελ. 67, 76
  9. Ahrweiler 1966, σελ. 132-133
  10. Nesbitt & Oikonomidès 1994, σελ. 112
  11. Ahrweiler 1966, σελ. 79

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ahrweiler, Hélène (1966). Byzance et la mer. La Marine de Guerre, la politique et les institutions maritimes de Byzance aux VIIe – XVe siècles. Paris. 
  • (Αγγλικά) Kazhdan, Alexander (1991). Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford University Press.  ISBN 978-0-19-504652-6.
  • Nesbitt, John W.· Oikonomidès, Nicolas (1994). Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art, volume 2: South of the Balkans, the Islands, South of Asia Minor (στα Αγγλικά). Dumbarton Oaks Research Library and Collection. ISBN 0-88402-226-9. .
  • Oikonomidès, Nicolas (1972). Les Listes de préséance byzantines des IXe et Xe siècles. Paris. 
  • Treadgold, Warren (1995). Byzantium and its Army, 284-1081 (στα Αγγλικά). Stanford University Press.  ISBN 0-8047-3163-2.
  • Malamut, Elisabeth (1988). Paris: Centre de recherche, d'histoire et de civilisation byzantines, Publications de la Sorbonne.  Unknown parameter |tile= ignored (|title= suggested) (βοήθεια); Missing or empty |title= (βοήθεια)