Επανοικειοποίηση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Επανοικειοποίηση ονομάζεται η πολιτισμική διαδικασία μέσω της οποίας μια πληθυσμιακή ομάδα ανακτά (επανοικειοποιείται) όρους ή τεχνουργήματα τα οποία μέχρι τότε χρησιμοποιούνταν με μειωτικό ή υβριστικό περιεχόμενο εναντίον της.[1] Για παράδειγμα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, μεγάλο μέρος των λέξεων που αφορούν την ομοφυλοφιλία στην αγγλική γλώσσα έχει επανακτηθεί, π.χ. γκέι, λεσβία, queer (η αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά θα μπορούσε να είναι αδερφή), και σε μικρότερο βαθμό το faggot (πούστης). Το ίδιο έχει γίνει και σε άλλες γλώσσες (γερμανικά, Schwul, δανέζικα bøsse, σουηδικά bög).

Ένα άλλο παράδειγμα επανοικειοποίησης είναι η συλλογή από αφροαμερικάνους τεχνουργημάτων που απεικονίζουν μειωτικά τους μαύρους. Ο όρος επανοικειοποίηση μπορεί επίσης να αναφέρεται στην αντι-ηγεμονική αλλαγή χρήσης και σκοπού, όπως όταν πολίτες χωρίς επίσημη εξουσία καταλαμβάνουν αχρησιμοποίητα δημόσια ή ιδιωτικά κτήρια για κοινή χρήση. Ο όρος επανοικειοποίηση αποτελεί προέκταση του όρου «οικειοποίηση» ή «πολιτισμική οικειοποίηση» (επιπολιτισμός ή πολιτισμική αφομοίωση), ο οποίος στην ανθρωπολογία, την κοινωνιολογία και τις πολιτισμικές μελέτες χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία κατά την οποία η ηγεμονική κουλτούρα απορροφά πολιτισμικά ύφη και μορφές από πολιτισμικούς υποπληθυσμούς ή από άλλους πολιτισμούς στη μαζική κουλτούρα μέσω της εμπορευματοποίησης: το μαζικό μάρκετινγκ εναλλακτικών τρόπων ζωής, πρακτικών και τεχνουργημάτων.

Γλωσσική επανοικειοποίηση ή ανάκτηση λέξεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια ανακτημένη ή επανοικειοποιημένη λέξη είναι μια λέξη που μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιόταν υποτιμητικά αλλά έχει πλέον επαναπροσδιοριστεί και έχει αποκτήσει θετικό πρόσημο. Συνήθως η μεταβολή της σημασίας ξεκινά από τις ομάδες πληθυσμού που βίωναν καταπίεση μέσω της μειωτικής χρήσης αυτής της λέξης, αλλά ενίοτε και από τον γενικό πληθυσμό.[1] Κατά κανόνα, οι «ανακτημένες λέξεις» χρησιμοποιούνται από άτομα που ανήκουν στην ομάδα στην οποία αναφέρονται οι λέξεις.

Η διαδικασία της ανάκτησης λέξεων έχει ευρύτερες επιπτώσεις στη σφαίρα του δημόσιου λόγου και αγγίζει θέματα ατομικής αλλά και κοινωνικοπολιτικής ενδυνάμωσης και χειραφέτησης.[2]

Η ανάκτηση ή επανοικειοποίηση μιας λέξης σημαίνει την επαναξιολόγηση και ανασημασιοδότηση ενός όρου ο οποίος στην κυρίαρχη κουλτούρα χρησιμοποιείται –ή χρησιμοποιόταν– από την πλειονότητα του πληθυσμού ως μέσο καταπίεσης διάφορων μειονοτήτων εντός αυτής της κουλτούρας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η επανοικειοποίηση στέφεται με τόσο μεγάλη επιτυχία, που μια μέχρι πρότινος υποτιμητική ή υβριστική λέξη μετατρέπεται στον επικρατέστερο και προτιμούμενο νέο όρο. Για παράδειγμα, στις αγγλόφωνες χώρες η λέξη gay, η οποία στο παρελθόν αποτελούσε βρισιά, είναι πλέον κατά πολύ προτιμότερη σε σύγκριση με το «homosexual», τόσο ως επίθετο, όσο και ως ουσιαστικό. Ένα άλλο παλαιότερο παράδειγμα πετυχημένης ανάκτησης λέξης είναι ο όρος «Ιησουΐτης», η οποία περιγράφει όσους ανήκουν στην Αδελφότητα του Ιησού. Αρχικά η εν λόγω λέξη ήταν μειωτική και χαρακτήριζε τα άτομα που επικαλούνταν με υπερβολική ευκολία το όνομα του Ιησού. Ωστόσο τα μέλη της αδελφότητας υιοθέτησαν τα ίδια τη λέξη αυτή, με αποτέλεσμα η λέξη να αρχίσει να αναφέρεται αποκλειστικά σε αυτούς και μόνο με θετική ή ουδέτερη σημασία.

Οι ανακτημένες λέξεις διαφέρουν από τη γενική ανάκτηση σε άλλους τομείς εκτός γλώσσας, λόγω του εσκεμμένα προκλητικού χαρακτήρα τους. Πέρα από τις ουδέτερες ή αποδεκτές νέες συμπαραδηλώσεις, οι ανακτημένες λέξεις συχνά αποκτούν θετική σημασία εντός των κοινοτήτων που τις χρησιμοποιούν.[1] Παρ’ όλα αυτά, εκτός αυτών των κύκλων τέτοιες γλωσσικές μεταβολές είναι σπάνιες. Ως εκ τούτου, η χρήση αυτών των επαναπροσδιορισμένων λέξεων από άτομα που δεν ανήκουν στη σχετική ομάδα συνήθως θεωρείται άκρως προσβλητική. Όσον αφορά ορισμένες λέξεις, ακόμα και η «ανακτημένη» χρήση τους από μέλη της εκάστοτε κοινότητας αποτελεί σημείο τριβής· λόγου χάρη εντός της κοινότητας των διαφυλικών είναι ιδιαίτερα ακανθώδεις οι προσπάθειες για την ανάκτηση της λέξης «tranny» (τραβέλι), η οποία κατά κανόνα αναφέρεται μειωτικά στις τρανς γυναίκες.[3][4][5]

Ο Μισέλ Φουκώ πραγματεύεται την ιδέα των ανακτημένων λέξεων ως «αντεστραμμένο λόγο» στο έργο του Η ιστορία της σεξουαλικότητας: Τόμος Ι. Η νεοϋορκέζα performance artist Penny Arcade έκανε τη μεγαλύτερη επιτυχία της χάρη στον τίτλο της παράστασής της Bitch! Dyke! Faghag! Whore! (Σκύλα, Πλακομούνα, Αδερφομάνα, Πουτάνα), λέξεις τις οποίες επανακτούσε.

Λέξεις που θεωρείται ότι έχουν ανακτηθεί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αρκετές γλώσσες έχουν γίνει προσπάθειες ανάκτησης λέξεων, αρκετές από τις οποίες έχουν στεφθεί με επιτυχία. Ειδικά στην αγγλική γλώσσα υπάρχουν πολλά παραδείγματα γλωσσικής επανοικειοποίησης στους τομείς της ανθρώπινης σεξουαλικότητας, των ρόλων των φύλων, του σεξουαλικού προσανατολισμού κ.ά. Κάποιες από αυτές είναι:

Σεξ και σεξουαλικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 'Bitch' (σκύλα) και 'cunt'[6] (μουνί) από το φεμινιστικό κίνημα.
  • 'Dyke'[7] πλακομούνα) (και διάφορες παραλλαγές της όπως 'bulldyke', 'diesel dyke', 'baby dyke', 'femme dyke', [νταλίκα, ντιζελονταλίκα] κ.λ.π.), 'butch', 'faggot' ή 'fag',[8] 'poof', 'queer', 'homo' και 'tranny' από τα ΛΟΑΤ κινήματα[9]
  • 'Slut,' (τσούλα, τσουλί) και σε μικρότερο βαθμό 'slag,' από τα κινήματα της σεξουαλικής απελευθέρωσης, πολυγαμίας ή πολυερωτισμού
  • 'Pervert' (διεστραμμένος) από μέλη της κοινότητας του BDSM και των φετιχιστών.

Σε άλλες γλώσσες έχουν γίνει ιδιαίτερα πετυχημένες ανακτήσεις λέξεων στον τομέα της σεξουαλικότητας. Στα γερμανικά, η λέξη Schwul(πούστης), η οποία στο παρελθόν ήταν υβριστική, πλέον αποτελεί τον επίσημο όρο για τους ομοφυλόφιλους στη γερμανική γλώσσα και χρησιμοποιείται σε επίσημα κείμενα (π.χ. Lesben- und Schwulenverband in Deutschland, Σύλλογος Λεσβιών και Πούστηδων Γερμανίας). Παρόμοια εξέλιξη είχε η λέξη bøsse της δανέζικης γλώσσας, η οποία παλαιότερα ήταν υβριστικός όρος για τους ομοφυλόφιλους, αλλά πλέον χρησιμοποιείται ως αυτοπροσδιορισμός (Landsforeningen for Bøsser og Lesbiske – Εθνική Ένωση Πούστηδων, Λεσβιών, Αμφιφυλόφιλων και Τρανς Ατόμων). Το ίδιο έχει συμβεί και στα σουηδικά με την αντίστοιχη λέξη bög.

Και στην ελληνική γλώσσα γίνονται τα τελευταία χρόνια προσπάθειες ανάκτησης υβριστικών λέξεων από μέλη του ΛΟΑΤ κινήματος (πούστης, αδερφή, ανώμαλος).[10][11][12] Παρότι δεν μπορούμε να μιλάμε για ευρέως επανοικειοποιημένες λέξεις ακόμη στα ελληνικά, εντός κύκλων ακτιβιστών, οι εν λόγω μέχρι πρότινος υβριστικές λέξεις έχουν ανασημασιοδοτηθεί.

Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το φαινόμενο της ανάκτησης λέξεων είναι πολύ παλαιότερο, ειδικά στην πολιτική και τη θρησκεία. Η λέξη Cavalier (καβαλιέρος) αποτελεί παράδειγμα ενός υποτιμητικού χαρακτηρισμού που ανακτήθηκε και άρχισε να χρησιμοποιείται ως αυτοπροσδιορισμός.[13] Άλλα παραδείγματα είναι οι λέξεις Tory (που ετυμολογείται από την ιρλανδική ρίζα Tóraidhe που σημαίνει «κυνηγημένος»), Whig και 'Suffragette', ενώ στα αμερικάνικα αγγλικά γλαφυρό παράδειγμα αποτελεί η λέξη Yankee.

Άλλοι τομείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενικά, κάθε κοινότητα μπορεί να επανακτήσει λέξεις που χρησιμοποιούνται μειωτικά εναντίον της. Μερικά παραδείγματα στην αγγλική είναι:

  • 'Geek' από τα άτομα που ασχολούνται πάρα πολύ με κάποιο χόμπι ή επιστήμη
  • 'Nerd' από τα άτομα που λατρεύουν την τεχνολογία, την επιστημονική φαντασία, τα βιντεοπαιχνίδια κ.ά.
  • Pirate (πειρατής) από την κοινότητα του μοιράσματος αρχείων peer-to-peer
  • 'Crip', 'cripple' ή 'gimp' (σακάτης) από τα άτομα με αναπηρίες

Επιπλέον ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Croom, A.M. (2011). «Slurs». Language Sciences 33 (3): 343-358. doi:10.1016/j.langsci.2010.11.005. https://archive.org/details/sim_language-sciences_2011-05_33_3/page/343. 
  2. Godrej, Farah (3 Απριλίου 2003). «Spaces for Counter-Narratives: The Phenomenology of Reclamation» (PDF). Paper prepared for the Midwest Political Science Association Meeting. University of Indiana. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 25 Οκτωβρίου 2005. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2011.  Citing Patricia Hill Collins, Black Feminist Thought: Knowledge, Consciousness and the Politics of Empowerment (New York: Routledge, 1991)
  3. Cedar (10 Νοεμβρίου 2008). «"Tranny" and Subversivism: Re-reclaiming "Tranny" (or not) part 1». Ανακτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2010. 
  4. Cedar (8 Ιανουαρίου 2009). «"Tranny" and Subversivism: Re-reclaiming "Tranny" (or not) part 2». Ανακτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2010. 
  5. Snyder, Mark Daniel (3 Φεβρουαρίου 2009). «Tranny». Queer Today. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2010. 
  6. The earliest citable example of reappropriation of the word 'cunt' is remarkably early -- the Wife of Bath in Geoffrey Chaucer's The Canterbury Tales: "For certeyn, olde dotard, by youre leve, / Ye shul have queynte right y-nough at eve" -- 'queynte' being a Middle English spelling of 'cunt'.
  7. «Trademark Office says no to Dykes on Bikes». National Center for Lesbian Rights. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2012. 
  8. Dan Savage, Savage Love: Farewell, Faggot, The Stranger, February 25, 1999.
  9. See Queer Nation for several relevant examples
  10. queertrans (14 Ιανουαρίου 2012). «"Μια κριτική παρέμβαση στο Pride"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2012. 
  11. tabouri (14 Ιανουαρίου 2012). «"Love Parade"». Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2012. 
  12. queer.gr (14 Ιανουαρίου 2012). «"Είμαστε όλες λεσβίες.. και όλοι πούστηδες!"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Σεπτεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2012. 
  13.  Anonymous (1911) «Cavalier» στο: Chisholm, Hugh, επιμ. Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 5 (11η έκδοση) Cambridge University Press