Εθνικό Συμβούλιο (Αυστρία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εθνικό Συμβούλιο

Nationalrat
Coat of arms or logo
Είδος
ΤύποςΚάτω βουλή του Αυστριακού Κοινοβουλίου
Ηγεσία
Πρόεδρος
Wolfgang Sobotka, ÖVP
Από 20 Δεκεμβρίου 2017
Πρόεδρος Β΄
Ντόρις Μπούρες, SPÖ
Από 2 Αυγούστου 2014
Πρόεδρος Γ΄
Anneliese Kitzmüller, FPÖ
Από 20 Δεκεμβρίου 2017
Δομή
Κοινοβουλευτικές
Ομάδες
Κυβέρνηση (97)

Αντιπολίτευση (86)

Εκλογές
Αναλογική εκπροσώπηση
Τελευταία εκλογή
15 Οκτώβριος 2017
Τόπος συνεδριάσεων
Κοινοβούλιο
Ίνερε Στατ, Βιέννη
Ιστοσελίδα
parlament.gv.at

Το Εθνικό Συμβούλιο της Αυστρίας (γερμανικά: Nationalrat) είναι ένα από τα δύο σώματα του Αυστριακού Κοινοβουλίου και συχνά αναφέρεται ως η κάτω βουλή.[1] Το σύνταγμα προσδίδει στο εθνικό συμβούλιο πολύ περισσότερες αρμοδιότητες σε σχέση με το ομοσπονδιακό συμβούλιο.[1]

Αρμοδιότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το εθνικό συμβούλιο είναι το όργανο στο οποίο συγκεντρώνεται η ομοσπονδιακή νομοθετική εξουσία της Αυστρίας.[1] Ένα νομοσχέδιο, για να γίνει ομοσπονδιακός νόμος, θα πρέπει να ψηφιστεί από αυτό και να σταλεί στο ομοσπονδιακό συμβούλιο για επικύρωση.[1] Αν το ομοσπονδιακό συμβούλιο εγκρίνει το νομοσχέδιο ή αν απλά δεν κάνει τίποτα για οκτώ εβδομάδες, το νομοσχέδιο έχει εγκριθεί. Αν το ομοσπονδιακό συμβούλιο θέσει βέτο στο νομοσχέδιο, το εθνικό συμβούλιο μπορεί να το κάνει νόμο, απλώς ψηφίζοντάς το εκ νέου. Ωστόσο, τρεις περιπτώσεις νομοσχεδίων μπορούν να εμποδιστούν από το ομοσπονδιακό συμβούλιο να γίνουν νόμοι: νομοσχέδια για την τροποποίηση του συνταγματικού δικαίου, νομοσχέδια περιστολής των δικαιωμάτων των κρατιδίων της Αυστρίας και νομοσχέδια που αφορούν την οργάνωση του ίδιου του νομοθετικού σώματος.[2][3][4]

Η έγκριση του εθνικού συμβουλίου απαιτείται, επίσης, για τα περισσότερα από τα προνόμια της ομοσπονδιακής συνέλευσης, όπως κινήσεις για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με στόχο την απόλυση του προέδρου και κινήσεις για την κήρυξη πολέμου, όπου απαιτείται μια πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του συμβουλίου.[1] Μόνο κινήσεις για παραπομπή του προέδρου σε δίκη μπορούν, επίσης, να ψηφιστούν από το ομοσπονδιακό Συμβούλιο.[5]

Εκλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα 183 μέλη του εθνικού συμβουλίου εκλέγονται μέσω της λαϊκής ψήφου για μια θητεία πέντε ετών.[6][1] Δικαίωμα ψήφου διαθέτει κάθε Αυστριακός ηλικίας άνω των δεκαέξι ετών.[7] Το εκλογικό σύστημα στοχεύει στην αναλογική εκπροσώπηση, με μια σχετικώς απλή διαδικασία.[8]

Για τους σκοπούς των εκλογών του εθνικού συμβουλίου, η Αυστρία χωρίζεται σε εννέα εκλογικές περιφέρειες, που αντιστοιχούν στα εννέα κρατίδια της ομοσπονδίας. Οι εννέα περιφέρειες υποδιαιρούνται σε συνολικά 43 τοπικές εκλογικές περιφέρειες.[9] Τα πολιτικά κόμματα υποβάλουν χωριστούς εκλογικούς καταλόγους υποψηφίων για κάθε περιοχή, περιφερειακού ή τοπικού επιπέδου. Υποβάλλουν, επίσης, και έναν κατάλογο ομοσπονδιακού επιπέδου. Εκτός από την ψηφοφορία της κομματικής λίστας, οι ψηφοφόροι μπορούν να εκφράσουν προτίμηση για ένα συγκεκριμένο υποψήφιο.[10]

Ιδιαιτερότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το εσωτερικό του κτιρίου του εθνικού συμβουλίου.

Το ομοσπονδιακό σύνταγμα της Αυστρίας ορίζει ότι η χώρα είναι μια ημιπροεδρική δημοκρατία. Δηλαδή ο εκτελεστικός κλάδος της κυβέρνησης υποτίθεται ότι διευθύνεται από τον πρόεδρο της Αυστρίας, αλλά και είναι υπόλογος στο νομοθετικό σώμα. Στην πράξη, όμως, ο πρόεδρος δεν παίζει κανένα ρόλο στη διακυβέρνηση, η οποία ασκείται κατά κύριο λόγο από τον καγκελάριο και το υπουργικό συμβούλιο, όργανα που εξαρτώνται από την εμπιστοσύνη του εθνικού συμβουλίου. Παρότι ο πρόεδρος διαθέτει τη θεωρητική αρχή να διαλύσει ένα εχθρικό προς αυτόν εθνικό συμβούλιο, η συνταγματική σύμβαση αποτρέπει την άσκηση της εξουσίας αυτής, εκτός αν υπάρχει συγκατάθεση του καγκελάριου. Οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί είναι ιδιαίτερα ισχυροί στην Αυστρία, καθώς το υπουργικό συμβούλιο τελεί υπό την έγκριση του εθνικού συμβουλίου.[1]

Μια ασυμφωνία στο πολιτικό σύστημα της χώρας είναι ο ορισμός που δίνει το σύνταγμα για τον πρόεδρο του εθνικού συμβουλίου, που τον τοποθετεί στο δεύτερο υψηλόβαθμο αξίωμα, μετά τον πρόεδρο της δημοκρατίας.[1] Στην πράξη, ο πρόεδρος του συμβουλίου είναι ένας εκπρόσωπος μέτριας σημασίας, καθώς οι εξουσίες του είναι πιο χαμηλές και από εκείνες ενός υπουργού.[1] Χρησιμεύει, ωστόσο, έτσι ως περισσότερο ή λιγότερο ακομμάτιστος συντονιστής της κοινοβουλευτικής συζήτησης.[1]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 «Nationalrat». www.parlament.gv.at. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2016. 
  2. https://www.constituteproject.org/constitution/Austria_2009.pdf
  3. «FAOLEX». faolex.fao.org. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2016. [νεκρός σύνδεσμος]
  4. https://www.ris.bka.gv.at/Dokumente/Erv/ERV_1930_1/ERV_1930_1.pdf
  5. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2016. 
  6. «Die Abgeordneten zum Nationalrat». www.parlament.gv.at. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2016. 
  7. Wagner, Markus; Johann, David; Kritzinger, Sylvia (2012-06-01). «Voting at 16: Turnout and the quality of vote choice». Electoral Studies. Special Symposium: Generational Differences in Electoral Behaviour 31 (2): 372–383. doi:10.1016/j.electstud.2012.01.007. PMID 24850994. PMC 4020373. http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0261379412000212. 
  8. «Proportional Representation Systems». www.mtholyoke.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιανουαρίου 2001. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2016. 
  9. «Austria 2013». World Elections. 23 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2016. 
  10. «Austria - Electoral System». countrystudies.us. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2016. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]